Ο πρόεδρος της Τουρκίας Pετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προειδοποίησε τον πρωθυπουργό του Ιράκ να «μάθει τα όριά του» μετά από την κριτική που άσκησε για τη στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας εκεί.

Παράλληλα, πρόσθεσε ότι ο τουρκικός στρατός (που πρόσφατα ταράχθηκε από μια αποτυχημένα απόπειρα πραξικοπήματος) δεν έχει χάσει το κύρος του σε σημείο ώστε να παίρνει διαταγές από εκείνον.

Η Τουρκία, μέλος του ΝΑΤΟ, μοιράζεται 1.200 χιλιόμετρα συνόρων με τη Συρία και το Ιράκ και αντιμετωπίζει απειλές από μαχητές του Ισλαμικού Κράτους και στις δύο χώρες. Ανησυχεί όμως ότι οι διεθνείς προσπάθειες καταστροφής των εξτρεμιστών ισλαμιστών θα αφήσουν νέες απειλές στη θέση των.

Ο τουρκικός στρατός, μετά από κάθαρση των ανώτατων στελεχών του που ακολούθησε μια αποτυχημένη απόπειρα ανατροπής του Ερντογάν τον Ιούλιο, ξεκίνησε επιχειρήσεις παρεισφρύοντας στη Συρία τον Αύγουστο για να αναγκάσει το Ισλαμικό Κράτος να υποχωρήσει και για να εμποδίσει την κουρδική πολιτοφυλακή που υποστηρίζεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες να κερδίσουν εδάφη. Η Άγκυρα παραμένει καχύποπτη ως προς την υποστήριξη από την Ουάσιγκτον για τις συριακές κουρδικές δυνάμεις, που βλέπει με εχθρικό μάτι.

Ο Ερντογάν πρότεινε ότι η Τουρκία μπορεί να υιοθετήσει μια παρόμοια στάση στο Ιράκ, όπου κυριαρχεί η γνώμη ότι προετοιμάζεται μια επίθεση για να εκδιωχθεί το Ισλαμικό Κράτος από τη Μοσούλη, στα βόρεια.

«Θα αντιμετωπίσουμε την επιχείρηση στο Ιράκ, την επιχείρηση που θα λάβει μέρος σύντομα στη Μοσούλη, με τον ίδιο τρόπο», είπε ο Ερντογάν σε συνάντηση ισλαμικών αρχηγών στην Κωνσταντινούπολη, σε δηλώσεις που μεταδόθηκαν τηλεοπτικά.

«Δεν μπορεί η Τουρκία να επέμβει εναντίον των κινδύνων δίπλα της; Αυτό δεν θα το δεχθούμε ποτέ. (…) Δεν χρειαζόμαστε άδεια για αυτό, και δεν σκοπεύουμε να τη ζητήσουμε», δήλωσε ο Τούρκος πρόεδρος.

Το μήλον της έριδος είναι η παρουσία τουρκικών στρατευμάτων στο Ιράκ, κυρίως στο στρατόπεδο Μπάσικα, στα βόρεια της χώρας, όπου εκπαιδεύονται σουνίτες μουσουλμάνοι και μονάδες Κούρδων Πεσμεργκά που η Τουρκία επιθυμεί να συμμετάσχουν στη μάχη για τη Μοσούλη.

Η σουνιτική κυβέρνηση όμως στη Βαγδάτη θέλει τις δικές της δυνάμεις να βρίσκονται επικεφαλής της επίθεσης στην πόλη, που είναι η μεγαλύτερη πόλη υπό τον έλεγχο του Ισλαμικού Κράτους.

Χθες οι Ηνωμένες Πολιτείες δήλωσαν ότι κάθε ξένη δύναμη στο Ιράκ θα πρέπει να βρίσκεται εκεί με την άδεια της κυβέρνησης της Βαγδάτης και υπό την αιγίδα της συμμαχίας που πολεμά τους μαχητές του ΙΚ και της οποίας ηγούνται οι ΗΠΑ.

«Οι τουρκικές δυνάμεις που έχουν αναπτυχθεί στο Ιράκ δεν βρίσκονται εκεί ως μέρος της διεθνούς συμμαχίας, και η κατάσταση στη Μπάσικα αποτελεί θέμα που πρέπει να λύσουν οι κυβερνήσεις του Ιράκ και της Τουρκίας μεταξύ τους», είπε ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Τζον Κίρμπι στην καθιερωμένη ενημέρωση τύπου στην Ουάσιγκτον.

Το τουρκικό κοινοβούλιο ψήφισε πριν από δύο εβδομάδες να συνεχίσει την ανάπτυξη στρατού, που υπολογίζεται σε 2.000 στρατιωτικούς, στο βόρειο Ιράκ, κατά ένα χρόνο για να πολεμίσει «τρομοκρατικές οργανώσεις» – μια πολύ γενικευμένη περιγραφή που μπορεί να αναφέρεται τόσο σε Κούρδους μαχητές όσο και στο Ισλαμικό Κράτος.

Το Ιράκ απέρριψε το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας, και ο πρωθυπουργός Χαϊντέρ αλ Αμπάντι προειδοποίησε την Τουρκία ότι κινδυνεύει να προκαλέσει τοπικό πόλεμο. Η κυβέρνησή του ζήτησε μια επείγουσα συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για να συζητηθεί το θέμα, και οι δύο χώρες έχουν ανακαλέσει τους αμφότερους πρέσβεις τους σε μια κλιμακούμενη διπλωματική μάχη.

«Ο Ιρακινός πρόεδρος με προσβάλλει, πρώτα μάθε τα όριά σου», είπε ο Ερντογάν.

«Το Ιράκ είχε κάποιες απαιτήσεις από εμάς όσον αφορά την Μπάσικα, και τώρα μας λένε να αποχωρήσουμε. Αλλά ο τουρκικός στρατός δεν έχει χάσει τόσο κύρος ώστε να παίρνει διαταγές από εσένα», συνέχισε ο Τούρκος πρόεδρος.

Σύμφωνα με την Τουρκία, η συμμετοχή των σιιτών μαχητών σε οποιαδήποτε επιχείρηση εκδίωξης του ΙΚ από την Μοσούλη δεν θα φέρει την ειρήνη.

«Εάν προσπαθήσετε να αλλάξετε τη δημογραφική κατανομή στη Μοσούλη, θα υποδαυλίσετε έναν μεγάλο θρησκευτικό πόλεμο», είπε ο Τούρκος πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ στα μέλη του κόμματός του ΑΚ σε συνάντησή τους στο κοινοβούλιο.

Ο υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου είπε ότι η Τουρκία μπορεί να παίξει τον ίδιο ρόλο στην επίθεση της Μοσούλης ή σε οποιαδήποτε επιχείρηση κατάληψης της Ράκα, του προπύργιου του ΙΚ στη Συρία, όπως και με την παρείσφρησή της στη Συρία τον Αύγουστο, όταν έστειλε ερπύστριες και μαχητικά αεροσκάφη για να υποστηρίξει τους Σύρους αντικυβερνητικούς που πολεμούσαν τους ισλαμιστές.

«Η Τουρκία μπορεί να προσφέρει την ίδια υποστήριξη που έδωσε στην Τζαραμπλούς και στη Ράκα και τη Μοσούλη», είπε ο Τσαβούσογλου σε συνέντευξή του στο τουρκικό τηλεοπτικό κανάλι Α-Χαμπέρ. «Η Τουρκία είναι έτοιμη να παρέξει κάθε είδους υποστήριξη για να καθαρίσει τη Συρία και το Ιράκ από την Νταές», πρόσθεσε, αναφερόμενος στην αραβική ονομασία του Ισλαμικού Κράτους.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Κούρδοι αντάρτες πυροβόλησαν και σκότωσαν έναν αξιωματούχο του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) στη νοτιοανατολική Τουρκία αργά χθες το βράδυ.

Πρόκειται για τη δεύτερη δολοφονική επίθεση εναντίον στελέχους του κυβερνώντος κόμματος που σημειώνεται τις τελευταίες δύο ημέρες στην περιοχή.

Ο Ντεριάν Ακτέρτ, επικεφαλής της τοπικής οργάνωσης του AKP στην πόλη Ντίκλε της επαρχίας Ντιγιάρμπακιρ, δέχθηκε επίθεση στο γραφείο του στις 22:30 της Δευτέρας (τοπική ώρα και ώρα Ελλάδας) και οι δράστες φέρονται να είναι μέλη του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK), όπως ανακοίνωσε το γραφείο του κυβερνήτη της επαρχίας.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση, οι δράστες άνοιξαν πυρ εναντίον ενός βενζινάδικου το οποίο ανήκει στον Ακτέρτ, με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του επί τόπου. Μέχρι στιγμής δεν είναι γνωστό αν υπάρχουν άλλα θύματα από την επίθεση, ενώ καμία οργάνωση δεν έχει αναλάβει την ευθύνη.

Μία ημέρα νωρίτερα, την Κυριακή, άγνωστοι δράστες σκότωσαν τον Αϊντίν Μούστου, αναπληρωτής επικεφαλής του AKP στην πόλη Οζάλπ της επαρχίας Βαν, περίπου 350 χιλιόμετρα ανατολικά του Ντιγιάρμπακιρ.

Πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ

Το 24ωρο που πέρασε σηματοδοτήθηκε από μια «νευρική» τοποθέτηση από ρωσικής πλευράς, η οποία παρά τους λεονταρισμούς και τις απειλές εναντίον των ΗΠΑ να μην αποτολμήσουν αεροπορικά πλήγματα σε αεροπορικές βάσεις και άλλες θέσεις των δυνάμεων του καθεστώτος Άσαντ,

αφού σε αυτές φιλοξενούνται χιλιάδες προσωπικού των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, καθώς επίσης και από τη συνειδητοποίηση ότι το μέτωπο της Ουκρανίας είναι έτοιμο να πάρει πάλι φωτιά, σε έναν συνήθη «αντιπερισπασμό», καθώς τα δυο αυτά μέτωπα λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία.

Την ίδια στιγμή, δεδομένων των εξελίξεων, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, μετέβη στην Κωνσταντινούπολη με την ευκαιρία της 23ης Συνόδου του Παγκοσμίου Συμβουλίου Ενέργειας (WEC), όπου συναντήθηκε με τον Τούρκο ομόλογό του Ερντογάν, σε μια συνάντηση που λαμβάνει ακόμα μεγαλύτερη σημασία, αφού ο Τούρκος ηγέτης έχει εκδηλώσει την πρόθεση να αναλάβει μεσολαβητική προσπάθεια αποκατάστασης της εκεχειρίας στη Συρία και επαναφοράς της κατάστασης σε ό,τι ίσχυε προ της κατάρρευσης των συνομιλιών των ΗΠΑ με τη Ρωσία για τον ρωσικό εμφύλιο.

Παίρνοντας τα πράγματα από την αρχή, το ρωσικό υπουργείο Άμυνας, δια του εκπροσώπου του, Ίγκορ Κονασένκοφ, προχώρησε σε σκληρότατη προειδοποίηση προς την αμερικανική πλευρά να μην αποτολμήσει να πλήξει θέσεις των συριακών δυνάμεων, επικαλούμενος ως αφορμή της δήλωσης, «διαρροές» σε δυτικά ΜΜΕ, τις οποίες προφανώς η Μόσχα εξέλαβε ως προειδοποίηση στο Κρεμλίνο από «τους εκπροσώπους της CIA και του Πενταγώνου», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε.

Ο Κονασένκοφ στη δήλωσή του απαριθμεί τα συστήματα αντιαεροπορικής και αντιβληματικής προστασίας τα οποία έχουν αναπτυχθεί από ρωσικής πλευράς στη Συρία και απείλησε ευθέως με κατάρριψη του πιλότους των αμερικανικών μαχητικών που θα συμμετάσχουν σε αυτές τις επιθέσεις. Σε μια αναφορά που «προδίδει» τη βαθειά ανησυχία των Ρώσων για την ασφάλεια του προσωπικού που έχουν στείλει στη Συρία, οι οποίοι υπολογίζονται σε περισσότεροι από 4.000, ο Κονασένκοφ αποθέωσε τη συνδρομή τους, που «έχει συμβάλλει στην ειρήνευση σε 732 πληθυσμιακά κέντρα και την επιστροφή στην ειρηνική ζωή εκατοντάδων χιλιάδων Σύρων».

Στο ίδιο μήκος κύματος και ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας, Σεργκέι Λαβρόφ, ο οποίος κατηγόρησε τις ΗΠΑ για «επιθετική ρωσοφοβία», κάνοντας λόγο για «επιθετικά μέτρα» που απειλούν τη ρωσική εθνική ασφάλεια, ενώ εκτίμησε ότι οι σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας έχουν υποστεί «δραματική αλλαγή».

Η ρωσική διπλωματία όμως, δε συνηθίζει τέτοιο μπαράζ δηλώσεων που εμπεριέχει και απειλές, προτιμώντας παραδοσιακά πιο χαμηλούς τόνους, φροντίζοντας συνήθως στην πράξη να προβαίνει σε αιφνιδιαστικές κινήσεις στο στρατιωτικό πεδίο που διαβιβάζουν αυτές τα κατάλληλα μηνύματα, όπως για παράδειγμα συνέβη με την άφιξη των συστημάτων S-400 Triumph και των πολυδιαφημισμένων μαχητικών τύπου Sukhoi Su-35 στη Συρία, που «έπαιξαν» πρώτο θέμα παγκοσμίως προβάλλοντας μια εικόνα ρωσικής ισχύος. Τούτων λεχθέντων, θα αποτολμήσουμε να εικάσουμε, ότι οι προχθεσινές δηλώσεις 1) στηρίζονται σε πληροφόρηση που έχουν δώσει οι ρωσικές μυστικές υπηρεσίες αναφορικά με τις αμερικανικές προθέσεις και 2) ότι η Ρωσία ανησυχεί πραγματικά για το τι μέλλει γενέσθαι, προβάλλοντας δια του «εκνευρισμού» που οι δηλώσεις αυτές εξέπεμψαν ανησυχία, ότι τα πράγματα δεν εξελίσσονται προς την επιθυμητή κατεύθυνση.

Πρακτικά και με βάση τα δύο ανωτέρω σημεία, είναι λογικό να συνάγει κανείς, ότι η Ρωσία, όλο αυτό τον καιρό, διά της προβολής ισχύος που εκμεταλλευόταν την εμφανή απροθυμία εμπλοκής των Ηνωμένων Πολιτειών και της Δύσης γενικότερα στον συριακό εμφύλιο, επεδίωκε επί της ουσίας να ενδυναμώσει ακριβώς αυτή την πεποίθηση του αδιεξόδου στη Δύση, για να αποτρέψει την ενεργό δυτική στρατιωτική εμπλοκή, η οποία δεν την εξυπηρετεί, αφού δεν διαθέτει τακτικό πλεονέκτημα λόγω απόστασης, ενώ το ακριβώς αντίστροφο ισχύει για το μέτωπο της Ουκρανίας.

Το μέτωπο της Ουκρανίας δείχνει σημάδια ανάφλεξης το τελευταίο διάστημα, κάτι που δεν μπορεί εύκολα να αποσυνδεθεί από την αρνητική εξέλιξη των συνομιλιών Μόσχας και Ουάσιγκτον για τη διευθέτηση του συριακού εμφυλίου. Οι πληροφορίες από το μέτωπο της Ουκρανίας αναφέρουν, ότι οι παραβιάσεις της εκεχειρίας είναι πλέον καθημερινό φαινόμενο, κάτι το οποίο απηχούσαν και οι δηλώσεις του εκπροσώπου του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ, μετά τα διαβουλεύσεις της βοηθού υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Βικτόριας Νούλαντ, στη Μόσχα, μόλις πριν λίγες μέρες, στις 5 Οκτωβρίου.

Η αδυναμία εξεύρεσης στρατηγικού modus vivendi και στην Ουκρανία, κάτι εξ ορισμού δύσκολο, έως αδύνατο, εάν υποτεθεί ότι η προσάρτηση της Κριμαίας δεν μπορεί να γίνει σε καμιά περίπτωση αποδεκτή από τη Δύση, δίνει το πρόσχημα στη Ρωσία να χρησιμοποιήσει την απειλή εκ νέου ανάφλεξης στο μέτωπο αυτό ως απειλή προς τις ΗΠΑ, καθότι εκεί το στρατιωτικό τακτικό μειονέκτημα αφορά τη Δύση. Από την άλλη πλευρά όμως, δεν επιλύεται για τη Μόσχα ένα βασικότατο πρόβλημα, αυτό των οικονομικών κυρώσεων της Δύσης, που παρά τη διασπορά προπαγάνδας σε ευήκοα δημοσιογραφικά ώτα σε ευρωπαϊκά κυρίως μέσα ενημέρωσης, προβληματίζει όλως ιδιαιτέρως το Κρεμλίνο.

Η ρωσική ηγεσία καλείται να αντιμετωπίσει μια κατάσταση που επιδεινώνει διαρκώς το επίπεδο διαβίωσης του μέσου Ρώσου (ο Πούτιν μπορεί να κέρδισε τις εκλογές, αλλά η σημαντική μείωση του ποσοστού των συμμετεχόντων στη διαδικασία δεν πέρασε απαρατήρητη), ενώ διαταράσσει ευαίσθητες ισορροπίες στη ρωσική ελίτ, καθώς οι διάφορες ομάδες-φράξιες συμφερόντων, καλούνται να συμβιβαστούν και να επιβιώσουν με λιγότερο διαθέσιμο κρατικό χρήμα στους τομείς που ελέγχουν (π.χ. άμυνα, ενέργεια κ.λπ.), με αποτέλεσμα να ξεσπούν εσωτερικές συγκρούσεις που απειλούν τον διαιτητικό ρόλο του «τσάρου», Βλαντιμίρ Πούτιν.

Επιπρόσθετα, η πίεση αυτή αυξάνει συνεχώς το κόστος της προσάρτησης της χερσονήσου της Κριμαίας από τη Ρωσική Ομοσπονδία, αφού παρά την πατριωτική ρητορική που χρησιμοποιήθηκε -αποκατάσταση μιας «ιστορικής αδικίας»- για την εσωτερική νομιμοποίηση της ενέργειας, αν και απευθυνόταν σε έναν λαό, τον ρωσικό, ο οποίος ποτέ δεν ξεπέρασε απόλυτα την αρνητική προδιάθεση για τους Ουκρανούς μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το κόστος της διαρκούς οικονομικής αιμορραγίας ως αποτέλεσμα της προσάρτησης παραμένει και γίνεται διαρκώς πιο αισθητό. Από τις 21 Σεπτεμβρίου που συμφωνήθηκε η απαγκίστρωση δυνάμεων και οπλικών συστημάτων ανάμεσα στους Ρωσόφωνους αποσχιστές και το Κίεβο και παρά μια αρχική περίοδο σχετικής ηρεμίας, τις τελευταίες ημέρες η σύγκρουση αναζωπυρώνεται, «όλως τυχαίως» παράλληλα με την κατάρρευση των συνομιλιών της Μόσχας με την Ουάσιγκτον για το συριακό πρόβλημα και πλέον καταγράφονται σε ημερήσια βάση 30-50 παραβιάσεις της εκεχειρίας.

Το πρόβλημα στην περιοχή Ντονμπάς δείχνει αξεπέραστο, με τη ρωσική πλευρά να διαμηνύει ότι δεν πρόκειται να προβεί σε υποχωρήσεις στο στρατιωτικό πεδίο εάν δεν αποδοθεί καθεστώς ευρείας αυτονομίας, μια προοπτική την οποία όμως απορρίπτει κατά τα φαινόμενα η πλειοψηφία του ουκρανικού Κοινοβουλίου, ενώ για να περάσει θα χρειαζόταν τα δύο τρίτα των ψήφων… πλήρες αδιέξοδο εν ολίγοις. Κι όλα αυτά ενώ εκπνέει η προεδρία του Μπάρακ Ομπάμα στις ΗΠΑ, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση πιθανότατα θα επεκτείνει χρονικά τις κυρώσεις σε βάρος της Μόσχας, για την οποία ο συνεχείς γκάφες του Ντόναλντ Τραμπ, εκλεκτού της υποψηφίου για τον Λευκό Οίκο, με τον οποίο θεωρεί η ρωσική πλευρά ότι υπάρχουν ελπίδες εξεύρεσης μιας συνολικής συμφωνίας αποκλιμάκωσης, καθιστούν την επικράτησή του στις εκλογές προβληματική, ενώ η περίπτωση της Χίλαρι Κλίντον κάθε άλλο παρά ενθουσιάζει το Κρεμλίνο, καθώς θεωρείται ως εκπρόσωπος ισχυρών συμφερόντων που έχουν εγγενή «αντιρωσικό προσανατολισμό».

Η κατάσταση δείχνει απελπιστική για τη Μόσχα, καθώς η συνήθης πρακτική της στρατιωτικής κλιμάκωσης για να υποχρεωθεί ο διστακτικός στη χρήση της στρατιωτικής ισχύος αντίπαλος να συμβιβαστεί, δείχνει όχι μόνο να μην φέρνει αποτελέσματα, αλλά και να έχει «ανιχνευθεί» ως τακτική (call the bluff…), με αποτέλεσμα πλέον να επικρατεί το λιγότερο πιθανό στη ρωσική ανάλυση σενάριο: η απειλή συνειδητής κλιμάκωσης από την πλευρά της Δύσης που έπαψε να πιστεύει τις ρωσικές διακηρύξεις, με τα ρωσικά στρατεύματα στη Συρία να τελούν υπό μια ιδιότυπη ομηρεία…

Το πρόβλημα είναι σοβαρότατο αν αναλογιστεί κανείς ότι δεν υπάρχει στο μέτωπο της Ουκρανίας αντίστοιχη «ομηρεία» που θα εξισορροπούσε κατά κάποιον τρόπο την κατάσταση, ενώ η Μόσχα έχει δύο επιλογές, αμφότερες κακές: Η μία είναι η υποχώρηση και η δεύτερη η κλιμάκωση, με ξεκάθαρη απειλή στρατιωτικής σύγκρουσης μέχρις εσχάτων. Επειδή όμως στη δεύτερη επιλογή η Ρωσία για να εξισορροπήσει την αδυναμία της στο συριακό μέτωπο θα έπρεπε να κάνει στο «βολικό», αυτό της Ουκρανίας, κάτι πολύ θεαματικό (να υποθέσει κανείς… προέλαση προς το Κίεβο ή επίσημη απόσχιση της ανατολικής Ουκρανίας;) το οποίο βέβαια αντί να θεράπευε το οικονομικό αδιέξοδο θα το επιδείνωνε, εκτιμάται ότι θα επιχειρήσει να επιλέξει συγκεκαλυμμένα το πρώτο.

Αρκεί να της δοθεί η ευκαιρία εύσχημης υπαναχώρησης από τις πιο «σκληρές» στρατιωτικές θέσεις. Επίσης, η Μόσχα μιλώντας για μαχητικά αεροσκάφη, δείχνει ξεχνά ότι η αμερικανική υποχώρηση στη Συρία ξεκίνησε από τη συμφωνία που απέτρεπε μαζικούς βομβαρδισμούς κυρίως από πλοία και υποβρύχια, όπου στην άμυνα των συστημάτων που έχει στην περιοχή θα επερχόταν μάλλον εύκολα κορεσμός, πλήττοντας και την τόσο βολική εμπορικά μυθολογία που έχει δημιουργηθεί για την αποτελεσματικότητά τους (είναι εξαιρετικά συστήματα τα οποία όπως όλα έχουν όρια).

Σε αυτό το σημείο αναδεικνύεται σε κομβικής σημασίας η συνάντηση του Πούτιν με τον Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη, δεδομένου ότι ο πρώτος έχει ήδη διαμηνύσει πως σκοπεύει να μεσολαβήσει ανάμεσα στους ηγέτες των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Πρακτικά, η συνάντηση θα μπορούσε να αποτελεί «σανίδα σωτηρίας» για τη ρωσική πλευρά που παρά την επιθετική ρητορική δεν πείθει πως δεν προτιμά τον δρόμο της διπλωματίας. Και καλώς πράττει… εάν η Μόσχα είχε την πληροφόρηση ότι κάτι αλλάζει στη στάση του αντιπάλου στο ζήτημα της Συρίας, θεωρητικά θα έπρεπε να είχε σπεύσει να στείλει – επιτέλους – το μοναδικό της αεροπλανοφόρο στην ανατολική Μεσόγειο, όπως έχει προαναγγείλει.

Η μη αποστολή του είτε σημαίνει απουσία επιχειρησιακής διαθεσιμότητας, κάτι πιθανό με βάση τις πληροφορίες, είτε συνειδητοποίηση ότι η παρουσία του θα μπορούσε να προκαλέσει την ανάπτυξη στη Μεσόγειο μιας ή ακόμα και δύο ομάδων μάχης αεροπλανοφόρων του αμερικανικού Ναυτικού, όπου παρά την επικρατούσα μυθολογία στην Ελλάδα, η ισχύς πυρός και οι επιχειρησιακές δυνατότητες του «Ναύαρχος Κουζνέτσοφ», ακόμα κι εάν εμφανιστεί στην καλύτερη δυνατή κατάσταση, θα υπολείπονταν δραματικά, μετατρέποντάς το σε διπλωματικό μειονέκτημα αντί για πλεονέκτημα. Αυτό όμως αναδεικνύει τον ιδιόρρυθμο – στην καλύτερη περίπτωση… – Τούρκο ηγέτη σε περιστασιακό πρωταγωνιστή της γεωστρατηγικής «παρτίδας» που βρίσκεται σε εξέλιξη στην περιοχή.

Εάν υποτεθεί ότι «κατά βάθος» τόσο η Ρωσία όσο και οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν να συγκρουστούν διακινδυνεύοντας την κάθετη κλιμάκωση και σε άλλα μέτωπα, σε μια σύγκρουση που δεν μπορεί να ξεφύγει και πολύ χωρίς ο εβρισκόμενος σε θέση αδυναμίας να «υπενθυμίσει» το πυρηνικό του στάτους, τότε είτε «συμπαθούν» τον Ερντογάν είτε όχι, θα περιμένουν με ενδιαφέρον τις κινήσεις του, παρότι τόσο η Μόσχα όσο και η Ουάσιγκτον έχουν πολλά σημεία διαφωνίας με την πολιτική των νεοθωμανών ισλαμιστών κυβερνώντων στην Τουρκία…

Εάν αυτό ισχύει, τότε θα πρέπει να θεωρηθεί δεδομένο, ότι πιστός στη συνήθη πρακτική του, ο Τούρκος ηγέτης θα έχει ως απόλυτη προτεραιότητα την επίτευξη των τουρκικών στόχων στην περιοχή της Συρίας, κι εάν πιστέψουμε ρεπορτάζ του γερμανικού Der Spiegel, μπορεί να μάχεται τυπικά το ISIS/Daesh, όμως απόλυτη προτεραιότητα παραμένουν οι Κούρδοι και η προοπτική εμφάνισης μιας ακόμα οιωνεί κουρδικής κρατικής οντότητας στα τουρκικά σύνορα. Καταληκτικά, το επιχείρημα όσων προειδοποιούν ότι το «άνοιγμα» ζητημάτων στο Αιγαίο θα μπορούσε να σηματοδοτεί την πρόθεση αναζήτησης ανταλλαγμάτων που θα στρέφονται σε βάρος των ελληνικών εθνικών συμφερόντων, δεν μπορεί να απορριφθεί ελαφρά τη καρδία.

Οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και καλό θα ήταν η Αθήνα να μην ξεχνά, ότι αυτό που είναι για την ελληνική ασφάλεια «στρατηγικό» επίπεδο, για κάποιους άλλους μπορεί να είναι «τακτικό»… ή κι ακόμα παρακάτω. Και όποιος ενδιαφέρεται να προστατεύσει τα συμφέροντά του, πρέπει να βρει τρόπο να επηρεάσει τη στρατηγική εξίσωση των κύριων δρώντων, όχι να αναλώνεται παρακολουθώντας αμιγώς τις τακτικές κινήσεις τους.

*Πηγή: mignatiou.com

Τον... Πόντιο Πιλάτο, όπως έκανε πριν μερικές μέρες και ο εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης, έπαιξε και ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ όταν κλήθηκε να τοποθετηθεί για την πρόσφατη πρόκληση του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για τη Συνθήκη της Λωζάνης και τα... νησιά του Αιγαίου.

Ούτε λίγο ούτε πολύ, μετά το Βερολίνο και η Ουάσινγκτον πήρε αποστάσεις και κάλεσε Αθήνα και Άγκυρα να τα... βρουν. Απαντώντας σε ερώτηση του Μιχάλη Ιγνατίου, για την αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας στα νησιά του Αιγαίου και την αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάνης, αξιωματούχος του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών παρέπεμψε στην κυβέρνηση της Τουρκίας για... διευκρινίσεις όσον αφορά στις δηλώσεις του Τούρκου προέδρου.

«Η Τουρκία και η Ελλάδα έχουν επί μακρόν εδραιωμένους διπλωματικούς διαύλους για την αντιμετώπιση των θεμάτων του Αιγαίου. Το Στειτ Ντιπάρτμεντ ενθαρρύνει την Τουρκία και την Ελλάδα να εργαστούν από κοινού για να διατηρήσουν καλές γειτονικές σχέσεις και να διασφαλίσουν την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή. Η σταθερότητα στο Αιγαίο είναι προς το συμφέρον ολόκληρης της περιοχής», τόνισε ο Αμερικανός αξιωματούχος.

Ανεξάρτητες διπλωματικές πηγές, σύμφωνα με τον Μιχάλη Ιγνατίου, μίλησαν για μία μη παραδεκτή δήλωση από την πλευρά των ΗΠΑ, ιδιαίτερα σε μία δύσκολη στιγμή για την Ελλάδα, σε όλα τα επίπεδα. Τόνισαν ότι η στάση Ποντίου Πιλάτου από την πλευρά της Ουάσινγκτον ενθαρρύνει την επιθετικότητα του Ερντογάν και σημείωσαν πως η «ανεξαρτητοποίηση» των ΗΠΑ σε αυτό το κρίσιμο θέμα στέλνει λάθος μηνύματα στην Άγκυρα.

Πηγή: mignatiou.com

Ο υπουργός Ναυτιλίας δήλωσε ότι η Ελλάδα ποτέ δεν μπορεί να είναι πραγματικά έτοιμη για να διαχειριστεί τις εξελίξεις στο προσφυγικό, λόγω της ρευστότητας της κατάστασης
Την εκτίμηση ότι δεν είναι προς συμφέρον του Ερντογάν να ακυρώσει τη συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση για το προσφυγικό, διατύπωσε μιλώντας στον ΣΚΑΪ ο Θοδωρής Δρίτσας.

Κληθείς να σχολιάσει τις έμμεσες απειλές του Τούρκου προέδρου να επιτρέψει σε νέο κύμαπροσφύγων να κινηθεί προς τα ελληνικά νησιά, ο ο υπουργός Ναυτιλίας είπε ότι η Ελλάδα είναι μεν έτοιμη αλλά ταυτόχρονα ποτέ δεν μπορεί να είναι πραγματικά έτοιμη για να διαχειριστεί τις εξελίξεις στο προσφυγικό, καθότι τα δεδομένα αλλάζουν συνεχώς.

Όπως υπογράμμισε, η προσφυγική κρίση είναι ένα μακρόπνοο ζήτημα που θα απασχολεί για πολύ καιρό την Ελλάδα και την Ευρώπη, ειδικά όσο συνεχίζεται η αιματοχυσία στη Συρία.

Αναφορικά με τις προκλητικές δηλώσεις Ερντογάν για τη Συνθήκη της Λωζάννης, ο κ. Δρίτσας επισήμανε πως ότι πρόκειται για απαράδεκτες και απορριπτέες τοποθετήσεις, που δεν μπορούν να αμφισβητήσουν το διεθνές δίκαιο και συμπλήρωσε ότι η στάση του τούρκου προέδρου καταδικάζεται από το σύνολο των μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Κληθείς να σχολιάσει τη μεγάλη μείωση σε τουριστικές αφίξεις που καταγράφηκε φέτος σε νησιά που φιλοξενούν πρόσφυγες, ο κ. Δρίτσας δήλωσε ότι το προσφυγικό δεν ήταν η μοναδική αιτία του προβλήματος, αποδίδοντας τη μείωση στις αφίξεις και στα γεγονότα στην Τουρκία – όπως το πρόσφατο πραξικόπημα και οι τρομοκρατικές επιθέσεις.

Τόνισε πάντως ότι ο προβληματισμός των νησιωτών είναι σεβαστός και κατανοητός.

ferriesingreece2

kalimnos

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot