Χωρίς οριστική απόφαση για την επιβολή πλαφόν στην τιμή των καυσίμων στα νησιά κατέληξε η χθεσινή ευρεία σύσκεψη στο υπουργείο Οικονομίας με τους φορείς της αγοράς.
Ο υπουργός Οικονομίας Γιάννης Δραγασάκης εμφανίστηκε, μάλιστα, να κρατάει αποστάσεις από την εισήγηση της ΡΑΕ –θέση που αποτυπώνεται και στην επίσημη ανακοίνωση του υπουργείου– και να προτάσσει ως πλέον αποτελεσματικό και μακροχρόνιας διάρκειας μέτρο, την επαναφορά της επιδότησης του μεταφορικού κόστους για τις νησιωτικές περιοχές της χώρας.
Το γεγονός, δε, ότι το υπουργείο στην επίσημη ανακοίνωσή του δεν κάνει οποιαδήποτε αναφορά στην εισήγηση της ΡΑΕ και στο μέτρο του πλαφόν, αλλά περιορίζεται στη διαβεβαίωση ότι «προτού ληφθούν οι οριστικές αποφάσεις θα υπάρξει διαβούλευση με τα συναρμόδια υπουργεία, τις δημόσιες αρχές και τους αρμόδιους επαγγελματικούς φορείς», δείχνει την πρόθεση του υπουργείου να ροκανίσει τον χρόνο ώστε ακόμη και εάν για λόγους επικοινωνιακούς και ισορροπιών καταλήξει στην επιβολή του μέτρου να περιορίσει τις επιπτώσεις στον κλάδο, αφού θα έχει παρέλθει η αιχμή της τουριστικής περιόδου.
Η κυβέρνηση, όπως ανακοίνωσε το υπουργείο, «επεξεργάζεται μια συνολική πολιτική παρέμβαση, η οποία θα απαντά στα διαρθρωτικά προβλήματα και θα αφορά τη λειτουργία της αγοράς πετρελαιοειδών σε ολόκληρη τη διάρκεια του έτους, με τους φορείς να εκφράζονται θετικά απέναντι στην πρόθεση της κυβέρνησης. Στην κατεύθυνση αυτή, ήδη το υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης σε συνεργασία με το υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής επεξεργάζεται συγκεκριμένα μέτρα πολιτικής, όπως η επιδότηση του κόστους μεταφοράς στη νησιωτική Ελλάδα».
Το μέτρο της επιδότησης του μεταφορικού κόστους βρίσκει σύμφωνους τους φορείς της αγοράς, οι οποίοι εκτιμούν ότι θα επιφέρει μείωση στην τιμή της βενζίνης της τάξεως των 7-11 λεπτών το λίτρο. Για να θεσμοθετηθεί, ωστόσο, θα πρέπει να υπάρξει και η σύμφωνη γνώμη των θεσμών, αφού το αντίτιμο που εξακολουθούν να πληρώνουν οι καταναλωτές εδώ και δύο χρόνια ενισχύει τα δημόσια έσοδα. Στη χθεσινή σύσκεψη στην οποία από πλευράς της κυβέρνησης εκτός του κ. Δραγασάκη συμμετείχε και ο υφυπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Νεκτάριος Σαντορινιός, οι φορείς της αγοράς προσήλθαν με αναλυτικά στοιχεία για να αποδείξουν ότι οι υψηλές τιμές είναι αποτέλεσμα της υψηλής φορολογίας και των αυξημένων διεθνών τιμών και όχι κερδοσκοπίας. Από πλευράς του Συνδέσμου Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών Ελλάδος, ο κ. Γιάννης Αλιγηζάκης παρουσίασε στοιχεία για τα νησιά Πάρου και Νάξου που δείχνουν ότι ενώ οι διεθνείς τιμές τον φετινό Αύγουστο σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα πέρυσι αυξήθηκαν κατά 33%, στην αντλία η αύξηση αυτή διαμορφώνεται στο 5%-7%, αφού δεν επηρεάζει το 70% της τιμής που είναι φόροι.
Το μεικτό περιθώριο κέρδους εταιρειών, πρατηριούχων και μεταφορέων έχει μειωθεί σε σχέση με πέρυσι από 7% έως 15%, ενώ στη συζήτηση μπήκε και η αύξηση του ΦΠΑ στα νησιά από 17% πέρυσι τον Αύγουστο στο 24% φέτος. Η πλευρά των εταιρειών υποστήριξε, επίσης, ότι δεν μπορεί η σύγκριση τιμών να γίνεται με βάση την Αθήνα, όπου το μεικτό περιθώριο κέρδους διαμορφώνεται στα 80 λεπτά το λίτρο εξαιτίας της παραβατικότητας. Από την πλευρά των πρατηριούχων, οι εκπρόσωποι της ΠΟΠΕΚ και της ΟΒΕ παρουσίασαν συγκριτικά στοιχεία της μέσης τιμής στους 17 νομούς της χώρας όπου η ΡΑΕ εισηγείται την επιβολή πλαφόν σε σχέση με τη μέση παννελαδική τιμή, από την οποία προκύπτει ότι σε κάποιους νομούς η τιμή είναι υψηλότερη κατά 3%-4% και σε κάποιους χαμηλότερη κατά 4% με 5%. Σε σχέση με τα πολύ μικρά νησιά –Σίκινος, Ανάφη, Αστυπάλαια– η αγορά υποστήριξε ότι οι τιμές είναι λογικό να είναι υψηλές και αυτό γιατί τους 7 μήνες τον χρόνο τα πρατήρια σε αυτά διακινούν μόλις δύο κυβικά καυσίμου και δεν μπορούν να επιβιώσουν.
Πηγή Καθημερινή