Σκηνές και εικόνες γεμάτες από απανθρωπιά και ντροπή διαδραματίσθηκαν χθες το βράδυ σε πλατεία του Βόλου και αποδείχθηκε ότι σε πολλές περιπτώσεις η «ασθένεια της ψυχής» σε μερικά άτομα είναι εξαιρετικά επικίνδυνη.
Αυτό καταδεικνύεται από το χθεσινό συμβάν όπου τρεις νεαροί πετούσαν νομίσματα μικρής αξίας μέσα σε συντριβάνι και ανάγκαζαν ένα άλλο νεαρό άτομο να μπαίνει στο παγωμένο νερό και να ψάχνει για να τα βρει.
Το περιστατικό συνέβη χθες, στην πλατεία Ευαγγελιστρίας στον Βόλο, όταν οι τρεις νεαροί ηλικίας μεταξύ 25 και 30 ετών περίπου, με τα μηχανάκια τους βρίσκονταν στην πλατεία και με κουτάκια μπύρας στα χέρια, πείραζαν τους ελάχιστους διερχόμενους, μέχρι που εμφανίστηκε σχεδόν παραπατώντας ένας ακόμη νεαρός, ίσως σε κατάσταση μέθης ή υπό την επήρεια ουσιών.
Συνομίλησαν στο ελάχιστο μεταξύ τους και αμέσως οι τρεις νεαροί άρχισαν να ρίχνουν τα νομίσματα στο νερό, υποχρεώνοντάς τον άλλον νεαρό να μπαίνει στο συντριβάνι και να ψάχνει για τα χρήματα, ενώ οι χλευασμοί και οι φωνές για το κατόρθωμά τους ακούγονταν στην γύρω περιοχή.
Η πρωτόγνωρη βαρβαρότητα των τριών, έγινε περίπου στις 10.30 το βράδυ, και καταγγέλθηκε από Βολιώτη οικογενειάρχη που εκείνη την ώρα πήγε για ανάληψη χρημάτων σε παρακείμενη τράπεζα.
Όπως καταγγέλθηκε από τον ίδιο Βολιώτη, όταν είδε τον νεαρό να πέφτει μέσα στα νερά κατ’ επανάληψη και να ψάχνει απεγνωσμένα για να εντοπίσει τα νομίσματα, έβαλε τις φωνές και έκανε παρατήρηση στους τρεις νεαρούς, αλλά δέχθηκε και ο ίδιος φραστική επίθεση με απειλές και με ακατονόμαστες φράσεις.
Οι τρεις νεαροί, μετά από το επεισόδιο, πήραν τις μηχανές τους και εξαφανίσθηκαν, ενώ ο νεαρός που έπεφτε στο παγωμένο και βρώμικο συντριβάνι, ήταν μούσκεμα και έτρεμε από το κρύο και την υγρασία.
Προφανώς, οι τρεις νεαροί δεν μπορούσαν να αντιληφθούν ότι το θύμα τους για να εξασφαλίσει τα ελάχιστα χρήματα, θα μπορούσε να χάσει την ζωή του, από τις χαμηλές θερμοκρασίες ή να πνιγεί στο βρώμικο νερό του σιντριβανιού, αφού βρισκόταν είτε σε κατάσταση μέθης, είτε υπό την επήρεια ναρκωτικών.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Όλα ξεκινούν τις περισσότερες φορές από ένα αστείο ή μία επίδειξη δύναμης από ανθρώπους που ενδεχομένως βρίσκονται στο περιθώριο και ψάχνουν μια επιβεβαίωση που δεν τους δόθηκε ποτέ από το οικογενειακό τους περιβάλλον. Το «παιχνιδάκι» αυτό, όμως, γρήγορα μπορεί να εξελιχθεί σε έναν πραγματικό εφιάλτη για τα παιδιά τα οποία δεν γνωρίζουν τους τρομακτικούς κινδύνους που ελλοχεύουν στο διαδίκτυο και ότι από τη μια στιγμή στην άλλη σταματούν να είναι ασφαλή ακόμα και μέσα στα σπίτια τους.
Γράφει ο Μιχάλης Μαρδάς
Το EThe Magazize του EleftherosTypos.gr ρίχνει φως στους σκοτεινούς διαδικτυακούς διαδρόμους του cyber bullying που παλιότερα ήταν κάτι άγνωστο στην ελληνική κοινωνία αλλά, πλέον, όχι μόνο έχει γίνει γνωστό αλλά καθημερινά απειλεί χιλιάδες παιδιά. Απευθυνθήκαμε στη διακεκριμένη ψυχολόγο, παιδοψυχολόγο και συγγραφέα Αλεξάνδρα Καππάτου για να μας βοηθήσει στην έρευνά μας και τα στοιχεία που μας παράθεσε ήταν συγκλονιστικά.
Η Αλεξάνδρα Καππάτου στο EThe Magazine
Αρχικά τη ρωτήσαμε τι είναι αυτή η «μόδα»: «Το cyber bullying ή αλλιώς ηλεκτρονικός εκφοβισμός είναι η επιθετική συμπεριφορά που εκδηλώνεται από ένα έφηβο ή και μια ομάδα συνομηλίκων μέσα από τη χρήση των υπολογιστών εναντίον ενός εφήβου – θύματος που δεν μπορεί να προστατεύσει εύκολα τον εαυτό του, γιατί ο δράστης ή οι δράστες κρύβονται πολλές φορές πίσω από το πέπλο της ανωνυμίας. Στην περίπτωση που παρατηρηθεί εμπλοκή ενηλίκου χρησιμοποιούνται οι οροί Διαδικτυακή παρενόχληση (Cyber-Harassement) είτε η Διαδικτυακή παρακολούθηση (Cyber-Stalking). Γενικότερα, ο εκφοβισμός περιλαμβάνει απειλές, εκφοβισμό, κακόβουλα σχόλια και πειράγματα που έχουν σαν στόχο την ταπείνωση του εφήβου αλλά και τη διασκέδαση των δραστών. Διάδοση και διασπορά άσχημων ειδήσεων ή προσβλητικών φημών μέσα από το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αποστολή ανεπιθύμητων μηνυμάτων που είναι υβριστικά, κλπ., δημιουργία ψεύτικων διαδικτυακών προφίλ, υποκίνηση τρίτων για διαδικτυακή παρακολούθηση και παρενόχληση του εφήβου αλλά και αποστολή δυσφημιστικών και αναληθών μηνυμάτων σε τρίτα άτομα προερχόμενα δήθεν από το θύμα, αποστολή φωτογραφιών του θύματος ή άλλου είδους μαγνητοσκοπημένο υλικό χωρίς την άδειά του κλπ.. Αυτό γίνεται μέσα από το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο (emails), chat rooms, από ιστοσελίδες, από κινητό με φωτογραφίες κλπ. Αυτό πριν από μερικά χρόνια ήταν άγνωστο στην Ελλάδα αλλά βλέπουμε, δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια να παρατηρείται μεγάλη άνθηση και όλο αυτό δημιουργεί πολλές φόρες ασφυκτικές συνθήκες στα παιδιά – θύματα».
Ποιες, όμως. είναι οι συνηθισμένες πρακτικές των δραστών; «Υπάρχουν πάρα πολλά άτομα τα οποία έχουν πέσει θύματα τέτοιων ηλεκτρονικών εκφοβιστών αν και ελάχιστα τα δημοσιοποιούν. Συνηθισμένες πρακτικές είναι να δημοσιεύονται φωτογραφίες από προσωπικές στιγμές των θυμάτων χωρίς την άδεια τους, να παρενοχλούνται σεξουαλικά, να βλέπουν ανυπόγραφα πολλές φορές αρνητικά σχόλια τα οποία διασπείρονται στο διαδίκτυο με πολύ μεγάλη ταχύτητα, και γενικότερα κείμενα με αρνητικό ή προσβλητικό περιεχόμενο σε βάρος τους».
Ποιά είναι η ταυτότητα των δραστών και πως διαλέγουν τα θύματά τους
Ρωτήσαμε την κα. Καππάτου για το προφίλ των δραστών και μας τόνισε πως μιλάμε για εφήβους που αντιμετωπίζουν αρκετές δυσκολίες: «συνήθως είναι παιδιά που μπορεί να παρουσιάζουν επιθετικότητα, δυσκολεύονται να αποδεχθούν την απόρριψη, προέρχονται από ένα δυσλειτουργικό οικογενειακό περιβάλλον με δυσκολία στην επικοινωνία με τους γονείς τους και αντιμετωπίζουν διάφορες συναισθηματικές δυσκολίες κλπ. Πολλές φορές, τα παιδιά αυτά χρησιμοποιούν τον εκφοβισμό ως ένα μέσο ψυχαγωγίας για να γελάσουν και να ικανοποιηθούν από τις αντιδράσεις των παιδιών – θυμάτων, από τον πανικό τους».
Πως, όμως, διαλέγουν τα θύματά τους: «Αυτά που συμβαίνουν στο διαδίκτυο, μπορούν να συμβούν και μέσα στη ζωή. Διαλέγουν άτομα τα οποία μπορεί να είναι εσωστρεφή, να μην είναι ιδιαίτερα κοινωνικά, που έχον δείξει ότι δεν μπορούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Το cyber bullying έχει τα χαρακτηριστικά που έχει και το bullying, απλώς είναι πιο περίπλοκο γιατί υπάρχει η ανωνυμία. Δηλαδή, αυτό που είχαμε πριν και το οποίο υπάρχει και σήμερα σε μεγάλο βαθμό που είναι το bullying που προέρχεται από συγκεκριμένα παιδιά -που είναι οι θύτες- μπορεί να συμβεί πιο εύκολα μέσα στο πλαίσιο της ανωνυμίας που προσφέρει ο απέραντος χώρος του διαδικτύου.
Έχει φανεί ότι υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό των παιδιών που υφίσταται τέτοιου είδους επιθέσεις τα τελευταία χρόνια και στη χώρα μας και μάλιστα μια έρευνα που έγινε πρόσφατα στο εξωτερικό και εξέτασε ποιοι άνθρωποι είναι πιο πιθανό να υποστούν bullying στο ψηφιακό και στον πραγματικό κόσμο, έδειξε ότι οι μετριοπαθείς χρήστες του διαδικτύου (σ.σ. δεν είχαν συχνή επαφή) κινδύνευαν περισσότερο να πέσουν θύματα. Επίσης, έχει φανεί ότι περισσότερο τα αγόρια έρχονται αντιμέτωπα με το bullying στον εξωτερικό κόσμο (σχολείο, γειτονιά κλπ.) ενώ τα κορίτσια στον ψηφιακό κόσμο. Στη χώρα μας, λοιπόν, τώρα πλέον μελετώνται πάρα πολύ αυτά τα φαινόμενα, γιατί μπορεί να προκαλέσουν σημαντικές επιπτώσεις στον ψυχισμό των παιδιών που είναι θύματα, τα δε ποσοστά αυξάνονται χρόνο με το χρόνο».
Παραδείγματα που σοκάρουν
Στη συνέχεια μας εξιστόρησε κάποιες χαρακτηριστικές περιπτώσεις παιδιών που έπεσαν θύματα του ηλεκτρονικού εκφοβισμού. Παραδείγματα άκρως σοκαριστικά που απ’ ότι φαίνεται είναι ελάχιστα μπροστά σε όλα όσα γίνονται καθημερινά.
Παράδειγμα πρώτο: Εκανε απόπειρα αυτοκτονίας γιατί την εκβίαζε με γυμνές φωτογραφίες: «Μια κοπέλα με καταγωγή από το εξωτερικό, αλλά γεννημένη στην Ελλάδα, φοιτούσε στην β’ γυμνασίου σχολείου της επαρχίας. Κάποια στιγμή γνώρισε στο διαδίκτυο άτομο το οποίο της παρουσιάστηκε σαν συνομήλικός της. Δεν ήταν, όμως, συνομήλικος αλλά ένας άντρας γύρω στα 40 και παντρεμένος. Η μικρή πείστηκε πως είχαν ίδια ηλικία αφού στο προφίλ του είχε βάλει ψεύτικες φωτογραφίες.
Παρόλο που δεν τον είχε δει ποτέ, το κορίτσι που αντιμετώπιζε προβλήματα στο σπίτι του άρχισε να τον εμπιστεύεται και να μοιράζεται μαζί του δυσκολίες με τους γονείς της. Εκείνος άρχισε να της ζητάει να συναντηθούν αλλά το κορίτσι δεν ήθελε. Ο άντρας, βλέποντας πως δεν τα καταφέρνει, της ζήτησε να βγάλει τη μπλούζα και κατόπιν της πήρε κάποιες φωτογραφίες με το πάνω εσώρουχο.
Μετά της ζήτησε και με το κάτω εσώρουχο. Ακολούθησε ολόκληρη με τα εσώρουχα κι έπειτα προχωρήσαμε σε γυμνή φωτογράφιση πάνω και μετά κάτω. Έχοντας πλέον αυτά τα στοιχεία στα χέρια του, δεν άργησε να την πιέζει να βρεθούν για να έχουν σεξουαλική επαφή. Η μαθήτρια αναστατώθηκε πολύ με αυτό ενώ εξακολουθούσε να πιστεύει ότι είχε να κάνει με συνομήλικό της. Αυτός άρχισε να μπαίνει στη διαδικασία ευθέως της απειλής λέγοντάς της ότι αν δεν συναντηθούν για να προχωρήσουν σεξουαλικά, αυτές τις φωτογραφίες θα τις έστελνε στους γονείς της.
Το παιδί πανικοβλήθηκε, κλείστηκε στον εαυτό του, δεν ήθελε να βγαίνει από το σπίτι, έχασε το χαμόγελό της, δεν ήθελε να πηγαίνει σχολείο και μάλιστα έκανε μία απόπειρα αυτοκτονίας. Πήρε χάπια, που βρήκε στο φαρμακείο του σπιτιού της και στο νοσοκομείο αποκάλυψε στους γονείς της με μεγάλη δυσκολία και ντροπή αυτό που της συνέβαινε. Δραματικό το περιστατικό για τη ζωή του παιδιού. Γι’ αυτό είναι σημαντικό κάθε παιδί να αποκαλύπτει στους γονείς τι συνέβη, γιατί του φεύγει ένα βάρος από πάνω του ενώ θα παίξει ρόλο στην ψυχολογία του και η αποκάλυψη-τιμωρία του δράστη. Θα πρέπει, όμως, να θυμόμαστε πως παίζει πολύ σημαντικό ρόλο το πόσο καιρό έχει βιώσει αυτή την κατάσταση το θύμα. Δυστυχώς, πολλές φορές όλη αυτή η ιστορία αφήνει ανεξίτηλα σημάδια πάνω στο παιδί, πλήττεται η αυτοεκτίμησή του ενώ μειώνεται η εμπιστοσύνη προς τα άλλα άτομα».
Παράδειγμα δεύτερο: Μοίρασε γυμνές φωτογραφίες της στο σχολείο: «Σε πολλές περιπτώσεις τα θύματα μπορεί να έχουν πειστεί να στείλουν άσεμνες φωτογραφίες (σ.σ. κορίτσια συνήθως). Τα παιδιά δεν ξέρουν τι μπορεί να κάνει το συγκεκριμένο άτομο με αυτό το υλικό και επειδή έχουν ταυτιστεί και έχουν αισθανθεί συναισθηματικά κοντά μαζί του, στέλνουν φωτογραφίες.
Έπειτα, αν το θύμα τσακωθεί με τον θύτη ή δεν θέλει να κάνει σχέση μαζί του έρχεται η… εκδίκηση. Σας αναφέρω χαρακτηριστικά ένα περιστατικό με ένα κορίτσι της γ’ γυμνασίου, έξυπνη και καλή μαθήτρια, που πήγαινε να συνάψει σχέση με ένα αγόρι, 2 χρόνια μεγαλύτερό της. Αυτός, μέσα από την επικοινωνία τους την προέτρεψε να του στείλει γυμνές φωτογραφίες (σ.σ. από τη μέση και πάνω). Επειδή η κοπέλα δεν ήθελε να προχωρήσουν σε κάτι άλλο, αποφάσισε να την εκδικηθεί: Για μία ώρα κοινοποίησε τις φωτογραφίες της μέσω διαδικτύου.
Εκείνη την ημέρα είχαν εξετάσεις, εμφανίστηκε η έφηβη στο σχολείο αμέριμνη για να δώσει το μάθημα και διαπιστώνει με έκπληξη περίεργα βλέμματα, γέλια και να μιλούν χαμηλόφωνα κάποια παιδιά. Πήγαν κάποιες συμμαθήτριές της και της είπαν ‘τι είναι αυτά που έχεις κάνει κλπ’. Οπως ήταν φυσικό, η έφηβη αισθάνθηκε πολύ μεγάλη ντροπή και ενοχή. Αμέσως οι φωτογραφίες κατέβηκαν, εκείνη μίλησε αναγκαστικά στους γονείς της γιατί δεν ήξερε πως να λειτουργήσει. Ήταν όλα ανώνυμα, δεν ήξερε ποιος ήταν. Το παιδί αισθάνθηκε πολύ μεγάλη ντροπή, ήθελε να ανοίξει η γη να το καταπιεί. Δεν ήθελε να ξαναπάει σχολείο. Ήταν, όμως, τυχερή γιατί μεσολάβησε το καλοκαίρι και ξεχάστηκε το πράγμα. Όλο αυτό, όμως, είχε πληγώσει πολύ σοβαρά και την ψυχική της ισορροπία και την αξιοπρέπειά της και έπρεπε να στηριχθεί ψυχολογικά». Οι γονείς της απευθύνθηκαν στην δίωξη ηλεκτρονικού εγκλήματος και φυσικά ο δράστης που ήταν ο συγκεκριμένος νεαρός αποκαλύφθηκε και τιμωρήθηκε με αποβολή από το σχολείο.
Παράδειγμα τρίτο: «Σταμάτησε το σχολείο γιατί τον κορόιδευαν για μια φωτογραφία: «Μία άλλη περίπτωση, αφορά σε ένα συνεσταλμένο παιδί που πήγαινε στην α’ λυκείου. Είχε δημοσιεύσει στο Facebook μία φωτογραφία που ήταν ο ίδιος με μια παρέα ενηλίκων που είχαν κάνει κατάδυση και είχαν αλιεύσει κάποια ψάρια. Αυτή η φωτογραφία κυκλοφόρησε από κάποια παιδιά σε όλο το σχολείο και άρχισε η κοροϊδία. Πήγε την άλλη μέρα στο σχολείο και όλοι του μιλούσαν για ψάρια και για τη συγκεκριμένη φωτογραφία.
Το παιδί, επειδή ήταν πολύ ευαίσθητο, σταμάτησε να πηγαίνει στο σχολείο γιατί δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει αυτόν τον χλευασμό και τα γελάκια πίσω από πλάτη του. Έτσι, κλείστηκε στον εαυτό του και τελικά αναγκάστηκε να φύγει από αυτό το σχολικό περιβάλλον. Μετά ήρθαν σε μένα, αφού είχε αλλάξει πλέον σχολείο αλλά έχοντας στο πίσω μέρος του κεφαλιού του το ότι δεν τα κατάφερε. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό και σοβαρό γιατί ακολουθεί το παιδί και το στιγματίζει».
Παράδειγμα τέταρτο: Του έλεγαν ότι θα τον σκοτώσουν: «Άλλο περιστατικό αγοριού στη β’ λυκείου. Τον στοχοποίησαν επειδή ήταν εσωστρεφής και αντιμετώπιζε κάποιες δυσκολίες με τον εαυτό του. Άρχισαν να τον περιπαίζουν και να του στέλνουν απειλητικά μηνύματα στο Facebook του τύπου «θα σε σκοτώσουμε», «θα σου κάνουμε κακό», «θα σου βγάλουμε την κοιλιά απ’ έξω», «μην βγεις από το σπίτι» κλπ. Για 15 μέρες το αγόρι βίωσε αυτό το μαρτύριο. Δεν ήθελε να βγαίνει από το σπίτι, δεν ήθελε να πηγαίνει στο σχολείο ενώ δεν είχε πει τίποτα στους γονείς του με αποτέλεσμα εκείνοι να μην μπορούν να δώσουν εξήγηση στην ξαφνική αλλαγή συμπεριφοράς του γιου τους. Αναζήτησαν την βοήθειά μου και τελικά το παιδί αποκάλυψε αυτό που βίωνε».
Η απόγνωση μπορεί να φέρει την αυτοκτονία
Πώς, όμως, μπορούν να αντιδράσουν τα παιδιά που δέχονται όλες αυτές τις επιθέσεις; Μέχρι που μπορούν να φτάσουν αν νιώσουν ότι είναι στο στόχαστρο του περίγυρου και δεν μπορούν να βοηθηθούν από πουθενά;
Η κα. Καππάτου κάνει λόγο για τις πολύ σημαντικές επιπτώσεις που έχει το cyber bullying, οι οποίες είναι ικανές να οδηγήσουν μέχρι και στην αυτοκτονία τα θύματα του: «Τα παιδιά αισθάνονται ενοχές, απόγνωση, απελπισία, θλίψη, φόνο ενώ δεν είναι σπάνιο κάποια να οδηγηθούν ακόμα και σε απόπειρες αυτοκτονίας. Αισθάνονται ότι θέλουν να απομονωθούν, να εξαφανιστούν, να κρυφτούν. Μπορεί να παρουσιάσουν κατάθλιψη, να έχουν πτώση στα μαθήματα, να αδιαφορούν, να αρνούνται να πάνε στο σχολείο, να μην ανοίγουν τον υπολογιστή, να θέλουν να αλλάξουν νούμερο στο τηλέφωνό τους και άλλα μέχρι τελικά να αποφασίσουν να μιλήσουν. Στο εξωτερικό έχουμε δει περιστατικά που έχουν οδηγηθεί στην αυτοκτονία γιατί δεν μπορούν να αντέξουν ψυχολογικά τέτοιες καταστάσεις. Οι έφηβοι από 12 έως 16 ετών αποτελούν την πιο ευαίσθητη κοινωνική ομάδα που επηρεάζεται από αυτό το φαινόμενο είτε ως δράστης είτε ως θύμα και φαίνεται ότι 1 στα 5 παιδιά έχει πέσει θύμα του διαδικτυακού εκφοβισμού (έστω και μία φορά). Το cyber bullying μπορεί να φαντάζει αθώο.
Ενα αστείο μεταξύ των παιδιών, αλλά δυστυχώς δεν μπορούν να καταλάβουν ότι μπορεί να έχει δυσάρεστες και απρόβλεπτες συνέπειες. Τα συμπτώματα είναι η αδικαιολόγητη αιφνίδια αλλαγή στην συμπεριφορά τους, η καταθλιπτική τους διάθεση, η απομάκρυνση από τους συνομηλίκους, η ανησυχία και ο φόβος, η πτώση στη σχολική επίδοση και αποχή από τα μαθήματα, κοινωνική απομόνωση ακόμα και κάποιες παράνομες πράξεις λόγω εκβιασμού, επιμονή να αλλάξουν σχολείο ή και το όνομά τους ακόμα, καταθλιπτικά στοιχεία, αυτοκτονικός ιδεασμός. Πρέπει οι γονείς να μπορούν να παρατηρούν τις αλλαγές στην συμπεριφορά των παιδιών τους και να συζητούν μαζί τους γιατί τα ίδια ντρέπονται να τους αποκαλύψουν πολλές φορές και να πουν τι ακριβώς υφίστανται».
Η επικοινωνία γονιών και παιδιών σώζει
Η κα. Καππάτου μας τόνισε πως είναι πάρα πολύ σημαντικό και να υπάρχει πρόληψη και το οικογενειακό περιβάλλον να έχει δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες στο παιδί ώστε να προστατευτεί από τη συγκεκριμένη απειλή.
Μάλιστα επισημαίνει πως όσο περισσότεροι οι γονείς είναι ενήμεροι και χρησιμοποιούν το Ιντερνετ τόσο πιο εύκολα μπορούν να προστατεύσουν στα παιδιά τους: «Ο στόχος είναι η πρόληψη και η επικοινωνία γονιών με παιδιά. Οι γονείς να ακούνε με προσοχή τα παιδιά τους για ότι τους συμβαίνει και να ενισχύουν τον διάλογο μαζί τους, χωρίς να τα επικρίνουν, προσφέροντας την υποστήριξή τους. Είχε φανεί και βάσει μελετών -όσο και να μας φαίνεται παράξενο- το νούμερο ένα που μπορεί να βοηθήσει είναι η επικοινωνία μεταξύ γονιών και παιδιών. Όταν οι γονείς είναι ευαισθητοποιημένοι και ενήμεροι (σ.σ. χρησιμοποιούν το διαδίκτυο) μειώνονται αρκετά οι πιθανότητες να εμπλακούν τα παιδιά τους σε παρόμοιες περιπέτειες.
Κι όταν έχουν ανοικτή σχέση σε επίπεδο επικοινωνίας τα παιδιά μπορούν να καταφύγουν σε αυτούς να τους ρωτήσουν, να ενημερωθούν και να καταλάβουν από νωρίς ότι το διαδίκτυο χρειάζεται προσοχή. Συχνά απευθύνονται στον συνομήλικο που δεν ξέρουμε τι συμβουλή θα τους δώσει, ενώ σπανιότερα θα πάνε στο δάσκαλο. Οι γονείς οφείλουν να γνωρίζουν τις διαδικτυακές δραστηριότητες των παιδιών τους, να τα ρωτούν τι κάνουν, με ποιους συνομιλούν.
Να έχουν εγκαταστήσει φίλτρα για γονικό έλεγχο, να γίνουν φίλοι μαζί τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κυρίως όμως να τα ενθαρρύνουν και να τους απευθύνονται όταν αισθάνονται άβολα ή νιώθουν ότι απειλούνται αλλά και σε κάθε περίπτωση. Το σχολείο επίσης, μπορεί να προσφέρει σημαντική βοήθεια τόσο μέσα από τα μαθήματα πληροφορικής όσο και μέσα από δράσεις που μπορούν να πραγματοποιηθούν. Όλα αυτά για να δείξουμε στα παιδιά τις επιπτώσεις όλων αυτών και να μάθουν τους τρόπους που αντιμετωπίζονται.
Οταν κάποιος από την παρέα τους εκφράσει την επιθυμία να πειράξει και να στοχοποιήσει ένα συμμαθητή του με κάποια ιδιαιτερότητα ή δυσκολία (σ.σ. κατά τη γνώμη του), τότε να μπορούν να αντισταθούν προκειμένου να τον μεταπείσουν ή και να μη συμμετέχουν σε αυτή τη διαδικασία. Τα παιδιά πρέπει να γνωρίζουν ότι υπάρχει η υπηρεσία ηλεκτρονικού εγκλήματος που έχει ως αποστολή να τα προστατεύει και στην οποία μπορούν να καταγγέλουν καθετί που ενδεχομένως τους συμβαίνει στον ηλεκτρονικό κόσμο».
eleftherostypos.com
«Ή θα μιλήσουμε τώρα για τον Βαγγέλη ή ποτέ. Και θα το κουβαλάμε μια ζωή. Δυστυχώς βλέπω ότι άνθρωποι που γνώριζαν τι γινόταν καταθέτουν στο δικαστήριο ότι ‘δεν είδαν, δεν άκουσαν’. Δήθεν φιλεύσπλαχνοι που υποτίθεται προσπαθούν να δώσουν κουράγιο στη μάνα και τον πατέρα του Βαγγελάκη, χωρίς να κάνουν τίποτε για να απαλύνουν τον πόνο που νιώθουν οι γονείς από το μαχαίρι που έχουν στην καρδιά από τότε που έχασαν το αγγελούδι τους». Τα λόγια ανήκουν στον Νίκο Δάβρη, τον σπουδαστή της Γαλακτοκομικής Σχολής που κατέθεσε στο Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Ιωαννίνων, όπως και προανακριτικά, όλα όσα γνώριζε για την υπόθεση. Όπως λέει σε συνέντευξή του στον «Ελεύθερο Τύπο», με τον Βαγγέλη είχαν τον ίδιο χαρακτήρα: «Ήμασταν ίδιοι. Προσπαθούσαμε να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες της ζωής μόνοι μας. Και εγώ όταν ήρθαν εφτά Κρητικοί και μου είπαν ότι θα με βουτήξουν έξω από τη Σχολή και θα με σπάσουν στο ξύλο δεν πήγα στη διεύθυνση αλλά προσπάθησα να τους αντιμετωπίσω μόνος μου. Πιστεύω ότι η διαφορά με τον Βαγγέλη είναι ότι εκείνον τον απειλούσαν με κάτι και έτσι του ήταν πιο δύσκολο να μιλήσει, ενώ ένας άλλος παράγοντας ήταν η καταγωγή του. Τα άτομα αυτά ήταν συντοπίτες του, πράγμα που λάμβανε υπόψη του. Ο Βαγγέλης δεν μιλούσε όχι για να προστατευτεί αλλά για να προστατέψει. Τα αδέρφια του, τους γονείς του. Να μην τους στενοχωρήσει, να μη βάλει σε κίνδυνο κανέναν».
Για την εξαφάνιση του συμφοιτητή του ενημερώθηκε με δύο ημέρες καθυστέρηση γιατί βρισκόταν στη Βραζιλία: «Μόλις το άκουσα είπα από μέσα μου: ''Πάει το φάγανε το παιδί''. Έβλεπα πως του φερόντουσαν και τους θεωρούσα ικανούς ακόμα και γι’ αυτό, χωρίς να σημαίνει ότι ξέρω πως έφυγε το παιδί από τη ζωή. Είχαν αρχηγό, είχαν υπαρχηγό και δεν σεβόντουσαν τίποτα. Όταν μία φορά είχα παραπονεθεί γιατί έκαναν φασαρία το βράδυ με έπιασαν και μου είπαν: ‘πρόσεχε γιατί έτσι ξεκινάνε οι βεντέτες στην Κρήτη».
Δύο ημέρες μετά τον εντοπισμό του πτώματος του Βαγγέλη, στις 17 Μαρτίου 2015, ο Νίκος δέχθηκε –όπως λέει- μήνυμα στο Facebook από τον τότε διευθυντή της Σχολής με τον οποίο λίγες ώρες μετά συνομίλησε στο Skype: «Είχε ενημερωθεί ότι θα έρθω για να καταθέσω. Στη συνομιλία μας παραδέχτηκε την εμπλοκή πολιτικών και ότι τον είχα ενημερώσει για τα όσα βίωνε ο Βαγγέλης. Μου είπε να μην μιλήσω στον Τύπο. Μου ζήτησε να τον βοηθήσω, όπως με είχε βοηθήσει και αυτός (εννοούσε ότι μου είχε προτείνει να πάω να δουλέψω ως γαλακτοκόμος σε ένα εργοστάσιο στη Βραζιλία).
Φυσικά και δεν τον άκουσα. Ήθελα να βγω μπροστά για να δώσω θάρρος και σε άλλους να μιλήσουν. Δυστυχώς δεν τα κατάφερα όσο περίμενα. Προσωπικά στενοχωριέμαι γιατί βλέπω ότι τα ψέματα συνεχίζονται στη δίκη. Βλέπω ανθρώπους που ακόμα και τώρα αρνούνται να πάρουν την απόφαση να παλέψουν για την αλήθεια. Απορώ για πόσο ακόμα θα φορούν αυτό το προσωπείο και θα δειλιάζουν».
Ο δικηγόρος του πρώην διευθυντή της Σχολής κ. Αλέξης Κούγιας ισχυρίζεται από την πλευρά του ότι όλες οι κατηγορίες σε βάρος του πελάτη του είναι αβάσιμες. Σε παλιότερη δήλωσή του ανέφερε ότι «για να κατηγορηθεί κάποιος για παράβαση καθήκοντος πρέπει να υπάρχει είτε δόλος είτε όφελος. Ο διευθυντής δεν είχε τίποτε από τα δύο, συνεπώς δεν στοιχειοθετείται η κατηγορία. Ρώτησα αρκετούς μάρτυρες αν ο πελάτης μου είχε κάποιο όφελος από την πράξη του και μου απάντησαν αρνητικά. Ο διευθυντής είχε προτείνει στον Βαγγέλη να αλλάξει δωμάτιο αλλά εκείνος αρχικά δεν ήθελε. Να τονίσω, επίσης, ότι από τον Απρίλιο του 2014 μέχρι και την εξαφάνιση δεν υπήρχαν περιστατικά σε βάρος του Βαγγέλη»
Πηγή: Ελεύθερος Τύπος
Αποκαλύψεις για συνομιλίες που είχε με τον τότε διευθυντή της Γαλακτοκομικής Σχολής Ιωαννίνων μετά το θάνατο του Βαγγέλη Γιακουμάκη τον Φεβρουάριο του 2015 έκανε κατά την πρώτη μέρα της πολύκροτης δίκης σπουδαστής που ήρθε από τη Βραζιλία για να καταθέσει.
Η κατάθεση του Νίκου Δαβρή σημάδεψε την πρώτη μέρα της δίκης για την υπόθεση που συγκλόνισε το πανελλήνιο. Και τα όσα αποκάλυψε, προκάλεσαν έκπληξη στην πρόεδρο του δικαστηρίου αλλά και στους γονείς του άτυχου Βαγγέλη Γιακουμάκη.
Ο φοιτητής αποφάσισε να ταξιδέψει από τη Βραζιλία στην Ελλάδα για να ρίξει φως στην υπόθεση. Και τα όσα κατέθεσε «καίνε» τον τότε διευθυντή της Σχολής αλλά και την υπεύθυνη της εστίας. Όπως αναφέρει δημοσίευμα του Ελεύθερου Τύπου η έκπληξη ζωγραφίστηκε στα μάτια της προέδρου της έδρας, όταν ο σπουδαστής κατέθεσε ότι ο διευθυντής της Σχολής τον βρήκε στο Facebook, χρησιμοποιώντας το προφίλ με το όνομα «Κώστας Τυροκόμος» και του ζήτησε να μην μιλήσει στον Τύπο, ενώ σε μεταξύ τους επικοινωνία του είχε πει «μην λες τίποτα παραέξω, μην κινδυνεύσεις και εσύ από τους Κρητικούς».
Μάλιστα, ο Δάβρης έδωσε στο δικαστήριο εκτυπωμένες φωτογραφίες με τις συνομιλίες που είχε με τον διευθυντή. «Στις 15 Μαρτίου 2015 βρέθηκε νεκρός ο Βαγγέλης. Μία μέρα μετά μαθεύτηκε ότι σπουδαστής από το εξωτερικό έρχεται στην Ελλάδα για να καταθέσει για τον Βαγγέλη. Στις 17 Μαρτίου, ο διευθυντής μου έστειλε μήνυμα στο Facebook και μου είπε: "Μη μιλήσεις στον Τύπο. Πες ό,τι θες στην αστυνομία". Όταν μιλήσαμε στο τηλέφωνο τον ρώτησα "γιατί δεν τιμώρησες τους Κρητικούς;". Τότε μου απάντησε ότι δεν το έκανε γιατί τον πίεσαν πολιτικοί».
Η συνέχεια της κατάθεσής του «καίει» τον διευθυντή και την υπεύθυνη της Εστίας. «Μία ημέρα κατέβηκα κάτω στην υπεύθυνη της Εστίας και της είπα: "Πάνω στην Εστία είναι ένα παιδί που το βασανίζουν και αν δεν το προσέξετε θα το χτυπήσουν πολύ σοβαρά, ακόμα και θα το σκοτώσουν". Τότε με πήρε και πήγαμε στον διευθυντή της Σχολής και του είπα τα ίδια πράγματα. Ταράχτηκε πολύ με αυτά και προσπάθησε να επικοινωνήσει με μία υπηρεσία σχετική με το μπούλινγκ αλλά δεν τα κατάφερε. Μετά μου είπε να προσέχω τους Κρητικούς».
Όταν η πρόεδρος της έδρας ρώτησε τον Νίκο Δάβρη πως αποφάσισε να φύγει από τη Βραζιλία για να έρθει στο δικαστήριο εκείνος απάντησε: «Ένιωθα τύψεις για όλα όσα θα μπορούσα να κάνω για τον Βαγγέλη και δεν έκανα. Είμαι άνθρωπος, όχι όπως κάποιοι άλλοι που είναι θηρία και τέρατα».
Η πρώτη μάρτυρας που εξετάστηκε την Παρασκευή (21.10.2016) ήταν η μητέρα του Βαγγέλη Γιακουμάκη, Μαρία Φρονιμάκη και στη συνέχεια ο πατέρας του Ανδρέας Γιακουμάκης. «¨Επαιρνα τηλέφωνο στη σχολή για να ρωτήσω τι γίνεται και μου έλεγαν ότι όλα είναι εντάξει. Με καθησύχαζαν» κατέθεσε σε ιδιαίτερα φορτισμένο κλίμα η μητέρα του άτυχου φοιτητή. Όταν ρωτήθηκε το ποιος είναι αυτός που την ενημέρωσε για τα περιστατικά εις βάρος του παιδιού της, απάντησε ότι είχε επικοινωνήσει μαζί της η υπεύθυνη της Εστίας.
Ο Ανδρέας Γιακουμάκης από την πλευρά του είπε ότι πριν από το θλιβερό γεγονός του θανάτου του παιδιού του δεν γνώριζε συγκεκριμένα πράγματα για βασανιστήρια, εκτός από μία φορά που τον είχε ενημερώσει η σύζυγός του ότι έκλειναν το ζεστό νερό στον Βαγγέλη στο μπάνιο.
Πηγή: Ελεύθερος Τύπος