Πάνω από 700.000 ασφαλισμένοι όλων των ταμείων μπορούν να βγουν νωρίτερα στη σύνταξη.
Ποιος είναι οι κατηγορίες και ποια είναι τα κριτήρια που θα πρέπει να πληρούν για να κατοχυρώσουν το δικαίωμα. Ποια είναι τα “ψιλά γράμματα” που θα πρέπει να προσέξουν οι ασφαλισμένοι. Τι συμβαίνει με ένστολους και γονείς με ανήλικο τέκνο.
Συντάξεις από 56,5 ως και 60-62 ετών κλειδώνουν στη διετία 2019-2020 περισσότεροι από 700.000 ασφαλισμένοι όλων των Ταμείων, που κατατάσσονται σε πέντε μεγάλες κατηγορίες, σύμφωνα με τον Ελεύθερο Τύπο.
Η πρώτη κατηγορία είναι οι γονείς με ανήλικο που έχουν τα πρώτα ένσημα ως το 1992 σε Ταμεία μισθωτών, δηλαδή ΙΚΑ, Δημοσίου, ΔΕΚΟ και τραπεζών. Οι ασφαλισμένοι που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία χρειάζεται να έχουν συμπληρώσει ως το 2012 τα 18,3 (γυναίκες με ένσημα ΙΚΑ) ή τα 25 έτη εργασίας. Για παράδειγμα, ασφαλισμένη στο ΙΚΑ πριν από το 1993 με ανήλικο το 2010 και με 18,3 έτη εργασίας ως τότε, θα έπαιρνε πλήρη σύνταξη με το παλιό καθεστώς στα 55 της. Αν έκλεισε τα 55 όμως μετά τις 19 Αυγούστου 2015, βγαίνει με το νέο όριο ηλικίας, που είναι 56,5 ετών.Αν τα 55 τα έκλεισε το 2016, τότε βγαίνει με το νέο όριο ηλικίας, που είναι το 58ο έτος, και μπορεί φέτος να κάνει την αίτηση για σύνταξη με διατάξεις μητέρα ανηλίκων ΙΚΑ. Σημειωτέον ότι έχει θεμελιωμένο δικαίωμα για αποχώρηση με μειωμένη σύνταξη οποτεδήποτε, γιατί είχε πιάσει το παλιό όριο ηλικίας (50ο έτος) πολύ πριν έρθουν οι μεταβολές στα όρια συνταξιοδότησης.
Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν οι ασφαλισμένοι που έχουν συμπληρώσει 35ετία και 36ετία. Εδώ τα άρια ηλικίας ξεκινούν από τα 58,5 και φτάνουν στα 60,5 έτη για το 2019, και τα 61 για το 2020. Στο ΙΚΑ η 35ετία θα πρέπει να συμπληρώνεται κατά βάση το 2011 και το 2012, με διευκόλυνση εξαγορών 4 και 5 πλασματικών ετών αντίστοιχα. Στο Δημόσιο απαιτούνται τα 25 έτη ως το 2012 και τα 35 ή 36 έτη να υπάρχουν μαζί με την ηλικία των 58 ετών, ώστε να καθοριστεί το νέο όριο συνταξιοδότησης. Για παράδειγμα, δημόσιος υπάλληλος με 25ετία ως το 2010 που κλείνει τα 58 το 2019 και συμπληρώνει όμως ταν 35ετία το 2020, θα βγει με το νέο όριο ηλικίας που ισχύει το 2020, γιατί τότε έχει θεμελιωμένο δικαίωμα με 35ετία και συμπληρωμένο το 58ο έτος. Με τις προϋποθέσεις αυτές θα πάρει σύνταξη στα 61. Αν προσθέσει ένα έτος με εξαγορά χρόνου στρατιωτικής θητείας, τότε θα έχει τα 35 έτη το 201 και επειδή είναι ήδη και 58 ετών, θα πάρει σύνταξη με όριο ηλικίας 61,5 ετών.
Στην τρίτη κατηγορία εντάσσονται οι παλαιοί δημόσιοι υπάλληλοι που είχαν ένσημα εκτός Δημοσίου πριν από το 1983 και διορίστηκαν μετά το 1983. Σε αυτή την κατηγορία προβλέπεται χαμηλότερο όριο ηλικίας εφόσον συμπληρώνονται 37 έτη ασφάλισης με όλα τα «ένσημα» (εντός και εκτός Δημοσίου). Για παράδειγμα, δημόσιος υπάλληλος που ξεκίνησε με ΙΚΑ την ασφάλισή του πριν από το 1983 και διορίστηκε μετά το 1983, βγαίνει φέτος στη σύνταξη αν έχει 37 χρόνια συνολικά, στα οποία 2 μπορεί να συμπληρώσει με πλασματικό χρόνο από εξαγορά στρατιωτικής θητείας. Το όριο ηλικίας που πρέπει να έχει συμπληρώσει είναι 59,5 ετών. ΠΡΟΣΟΧΗ: Αν τα εκτός Δημοσίου ένσημα έχουν αναγνωριστεί ως προϋπηρεσία στο Δημόσιο, τότε δεν υπάρχει η δυνατότητα αξιοποίησης της διάταξής για έξοδο με 37ετία, γιατί θεωρείται ότι ο υπάλληλος έχει ασφάλιση στο Δημόσιο που ξεκινά πριν από το 1983, ενώ η διάταξη για τα 37 έτη αφορά σε όσους είχαν ένσημα πριν από το 1983 αλλά σε κάθε περίπτωση μπήκαν στο Δημόσιο μετά την 1η/1/1983.
Στην τέταρτη κατηγορία των προς συνταξιοδότηση το 2019 και 2020 ασφαλισμένων ανήκουν όσοι έχουν τις προϋποθέσεις για έξοδο με μειωμένη σύνταξη. Σχεδόν το σύνολο από τους 550.000 ασφαλισμένους πιάνουν τα όρια ηλικίας για μειωμένη εντός της διετίας (2019 -2020) ή και τριετίας (2019, 2020, 2021). Η έξοδος με μειωμένη προϋποθέτει τουλάχιστον 15 έτη στο ΙΚΑ και 25ετία στο Δημόσιο και Ταμεία ΔΕΚΟ, τραπεζών ΠΡΟΣΟΧΗ: Στα Ταμεία των ελευθέρων επαγγελματιών (ΟΑΕΕ) και επιστημόνων (ΕΤΑΑ) δεν προβλέπεται μειωμένη σύνταξη για όσους ασφαλίστηκαν πρώτη φορά πριν το 1993, αλλά για όσους ξεκίνησαν από 1ης/1/1993 και μετά. Με καθεστώς μειωμένης, η περικοπή δεν επιβάλλεται σε όλο το ποσό σύνταξης, αλλά μόνον στην εθνική σύνταξη και το μέγιστο όριο της μείωσης είναι 115 ευρώ. Για παράδειγμα, ασφαλισμένος με 30ετία στο Δημόσιο και συντάξιμες αποδοχές στα 1.500 ευρώ αποχωρεί με μειωμένα φέτος και δικαιούται 396 ευρώ ανταποδοτική σύνταξη και 384 ευρώ εθνική, δηλαδή 780 ευρώ σύνολο. Αν αποχωρεί 3 χρόνια πριν από το όριο πλήρους σύνταξης (π.χ. 61 αντί 64), θα έχει μείωση 15% στο ποσό της εθνικής σύνταξης, δηλαδή θα χάσει 57,5 ευρώ, ενώ αν αποχωρεί 5 έτη πριν από το όριο πλήρους σύνταξης θα έχει ποινή 30% στο ποσό της εθνικής σύνταξης και θα χάσει 115 ευρώ. Με την ποινή του 15% η εθνική σύνταξη είναι 326,5 ευρώ και το σύνολο της σύνταξης κατεβαίνει στα 722,5 ευρώ, ενώ με ποινή 30% η εθνική σύνταξη πάει στα 269 ευρώ και η συνολική σύνταξη κατεβαίνει στα 665 ευρώ.
Την πέμπτη κατηγορία αποτελούν οι “Ένστολοι” με δυο επιλογές συνταξιοδότησης: Είτε στο 60ο έτος (υποχρεωτική αποστρατεία) είτε με 29-30,5 έτη ανεξαρτήτως ηλικίας, εφόσον τα 24,5 έτη της υπηρεσίας τους τα συμπληρώνουν ως το 2014.
Πηγή: Ελεύθερος Τύπος
Tέσσερις βασικές κατηγορίες ασφαλισµένων βρίσκονται στην πρώτη γραµµή για τις νέες αλλαγές που έρχονται στο Συνταξιοδοτικό. Πρόκειται για χιλιάδες εργαζόµενους σε δηµόσιο και ιδιωτικό τοµέα οι οποίοι είναι κοντά στη σύνταξη και «ζυγίζουν» τα δεδοµένα για την καταλληλότερη στιγµή της εξόδου.
Όπως σημειώνει το Έθνος, οι διαρθρωτικές µεταρρυθµίσεις στις συντάξεις που επεξεργάζεται το υπουργείο Εργασίας, µε αιχµή του δόρατος τις αλλαγές στα ποσοστά αναπλήρωσης και στόχο τη βελτίωση της ανταποδοτικότητας στις κύριες συντάξεις, δεν αποκλείεται να δηµιουργήσουν νέα δεδοµένα για όλους όσοι µετρούν πολλά χρόνια ασφάλισης στις πλάτες τους.
Ειδικοί της κοινωνικής ασφάλισης εκτιµούν πως από τις κυοφορούµενες αλλαγές στα ποσοστά αναπλήρωσης αναµένεται να επηρεάζονται ετησίως περίπου 25.000 ασφαλισµένοι, που θα ανοίγουν την πόρτα της συνταξιοδότησης κάθε χρόνο.
Υπό αυτό το πρίσµα, ειδικοί εφιστούν την προσοχή στους υποψήφιους συνταξιούχους για τη σωστή επιλογή της στιγµής εξόδου. Στο τραπέζι βρίσκεται η αναδιάρθρωση των ποσοστών αναπλήρωσης, µε στόχο την αύξηση της ανταποδοτικότητας των συντάξεων, οι οποίες µετά την 25ετία ασφάλισης και ιδιαίτερα για όσους αποχωρούν µε υψηλές συντάξιµες αποδοχές είναι προοδευτικά υποανταποδοτικές. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζονται δύο εναλλακτικά σενάρια:
Αύξηση των ποσοστών κυρίως για όσους αποχωρούν µε περισσότερα από 35, 37 ή και 40 χρόνια ασφάλισης. Η αύξηση των ποσοστών για τους ασφαλισµένους µε πολλά χρόνια εκτιµάται πως «ψαλιδίζει» την υποανταποδοτικότητα των µεσαίων και υψηλών συντάξεων και ενισχύει το κίνητρο ασφάλισης.
Αλλαγή στον µηχανισµό υπολογισµού της ποσοστιαίας αναπλήρωσης, ώστε αυτή να υπολογίζεται σωρευτικά και όχι προσθετικά. Πρόκειται για σύστηµα αντίστοιχο µε αυτό που είχε υιοθετηθεί και στον νόµο 3863 του 2010, το οποίο, αν τελικά προκριθεί, υπολογίζεται πως θα δώσει σε σχέση µε το υπάρχον σύστηµα µεσοσταθµικά µια προσαύξηση της τάξης του 14% σε όσους αποχωρούν µε 25ετία και πλέον ασφάλισης.
Δύσκολη εξίσωση
Σε κάθε περίπτωση, η εξίσωση είναι πολυπαραγοντική και καθόλου εύκολη, καθώς συνδέεται µε κρίσιµες παραµέτρους όπως η συνταξιοδοτική δαπάνη, για το ύψος της οποίας έχουν αναληφθεί συγκεκριµένες υποχρεώσεις. Οποιεσδήποτε αλλαγές απαιτούν αναλογιστικές µελέτες και προσεκτικούς χειρισµούς για τη διατήρηση ισορροπιών στο σύστηµα. Οι όποιες αλλαγές στο Ασφαλιστικό θα πρέπει να αναµένονται µετά τη δηµοσίευση των κρίσιµων αποφάσεων του ΣτΕ για τον νόµο Κατρούγκαλου. Υπενθυµίζεται πως στην προκρούστεια κλίνη του Ανώτατου Ακυρωτικού ∆ικαστηρίου έχουν βρεθεί ο επανυπολογισµός των παλαιών συντάξεων, κύριων και επικουρικών, η ενοποίηση όλων των Ταµείων σε έναν ασφαλιστικό Οργανισµό, οι εισφορές των ελεύθερων επαγγελµατιών, το ύψος και ο υπολογισµός των νέων συντάξεων κ.ά.
Κερδισµένοι από µια αύξηση των ποσοστών αναπλήρωσης θα είναι τέσσερις βασικές κατηγορίες εργαζοµένων:
∆ηµόσιοι υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ (Πανεπιστηµιακής Εκπαίδευσης), ΤΕ (Τεχνολογικής Εκπαίδευσης), ∆Ε (∆ευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης) και ΥΕ (Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης) που αποχωρούν µε 35 έτη και άνω. Μεγαλύτερο το όφελος για όσους οι συντάξιµες αποδοχές παραµένουν υψηλές.
Μισθωτοί του πρ. ΙΚΑ που αποχωρούν µε 35ετία ή 40ετία και άνω, ιδιαίτερα όσοι έχουν µεσαίες και υψηλές συντάξιµες αποδοχές (π.χ. από 1.000 ευρώ και άνω).
Ελεύθεροι επαγγελµατίες του πρ. ΟΑΕΕ που αποχωρούν µε τουλάχιστον 35 έτη ασφάλισης. Ιδιαίτερα συµφέρον είναι τα πολλά έτη ασφάλισης να συνδυάζονται µε µεσαίο ή υψηλό συντάξιµο εισόδηµα. Αντίθετα, όσοι έχουν ενταχθεί στην ελάχιστη ασφαλιστική κλίµακα του ΕΦΚΑ (κατώτατος µισθός) δεν φαίνεται να έχουν συµφέρον να παραµένουν για πολλά χρόνια.
Αυτοαπασχολούµενοι δικηγόροι, γιατροί, νοσηλευτές, υγειονοµικοί και µηχανικοί ασφαλισµένοι στο πρ. ΕΤΑΑ, κυρίως όσοι αποχωρούν µε 35 χρόνια ασφάλισης και άνω. Προσοχή, καθώς ιδιαίτερα σηµαντικός είναι και ο ρόλος των συντάξιµων αποδοχών, των αποδοχών δηλαδή που υπόκεινται σε εισφορές.
Υπενθυµίζεται πως οι δύο βασικές µεταβλητές της εξίσωσης που χτίζουν την ανταποδοτική σύνταξη -η οποία προστίθεται στην εθνική για να προκύψει το συνολικό ποσό- είναι:
Μέσος όρος σε επίπεδο µήνα του συνόλου των συντάξιµων αποδοχών (των αποδοχών που έχουν κρατήσεις) από το 2002 έως τη στιγµή της συνταξιοδότησης.
Ποσοστιαία αναπλήρωση. Το ύψος της αναπλήρωσης καθορίζεται από τα έτη ασφάλισης και τα ποσοστά που υπολογίζονται σήµερα προσθετικά και όχι σωρευτικά.
Σύµφωνα µε ειδικούς, συµφέρον να περιµένουν τις αλλαγές πριν αποφασίσουν την έξοδό τους στη σύνταξη έχουν κυρίως όσοι µετρούν σήµερα µεσοσταθµικά πάνω από 1.000 ευρώ συντάξιµες αποδοχές τον µήνα. Αντίθετα, όσοι έχουν σηµαντική πτώση στις συντάξιµες αποδοχές τους και προσθέτουν χρόνια στον ασφαλιστικό βίο τους µε χαµηλότερες από 1.000 ευρώ µηνιαίες συντάξιµες αποδοχές -για παράδειγµα ελεύθεροι επαγγελµατίες που εντάσσονται στην ελάχιστη ασφαλιστική κλίµακα του ΕΦΚΑ και πληρώνουν εισφορές επί του κατώτατου µισθού των 650 ευρώ- δεν φαίνεται να έχουν συµφέρον να παραµένουν εργαζόµενοι για πολλά χρόνια.
Το «όριο» των 1.000 ευρώ και άνω θεωρείται το όριο ισορροπίας, εντός του οποίου µπορεί κάποιος να προσθέτει χρόνια ασφάλισης χωρίς να µειώνεται σηµαντικά ο µέσος όρος των συντάξιµων αποδοχών του, εφόσον βέβαια πριν από την κρίση είχε µια καλή 10ετία-15ετία. ∆εδοµένου ότι το ύψος της ανταποδοτικής προκύπτει ποσοστιαία από τις συντάξιµες αποδοχές, µια αλλαγή επί τα βελτίω στα ποσοστά θα πριµοδοτήσει κατ’ αρχάς όλους όσοι έχουν µεγάλη καριέρα ασφάλισης και περισσότερο όσους έχουν ταυτόχρονα µεσαίους και υψηλούς µισθούς και ασφαλιστέα εισοδήµατα.
Κίνητρο για να συνταξιοδοτηθούν με το νέο καθεστώς αποκτούν 4 βασικές κατηγορίες ασφαλισμένων.
Πριμοδοτούνται όσοι έχουν μεγάλη καριέρα ασφάλισης - Κρίσιμος ο ρόλος των συντάξιμων αποδοχών. Από το 2020 οι μειώσεις των εισφορών για 2 εκατομμύρια μισθωτούς. Νέο μοντέλο από το 2021, «ατομικός κουμπαράς» οι επικουρικές.
Τέσσερις βασικές κατηγορίες ασφαλισµένων βρίσκονται στην πρώτη γραµµή για τις νέες αλλαγές που έρχονται στο Συνταξιοδοτικό. Πρόκειται για χιλιάδες εργαζόµενους σε δηµόσιο και ιδιωτικό τοµέα οι οποίοι είναι κοντά στη σύνταξη και «ζυγίζουν» τα δεδοµένα για την καταλληλότερη στιγµή της εξόδου.
Οι διαρθρωτικές µεταρρυθµίσεις στις συντάξεις που επεξεργάζεται το υπουργείο Εργασίας, µε αιχµή του δόρατος τις αλλαγές στα ποσοστά αναπλήρωσης και στόχο τη βελτίωση της ανταποδοτικότητας στις κύριες συντάξεις, δεν αποκλείεται να δηµιουργήσουν νέα δεδοµένα για όλους όσοι µετρούν πολλά χρόνια ασφάλισης στις πλάτες τους.
Ειδικοί της κοινωνικής ασφάλισης εκτιμούν πως από τις κυοφορούμενες αλλαγές στα ποσοστά αναπλήρωσης αναμένεται να επηρεάζονται ετησίως περίπου 25.000 ασφαλισμένοι, που θα ανοίγουν την πόρτα της συνταξιοδότησης κάθε χρόνο.
Υπό αυτό το πρίσµα, ειδικοί εφιστούν την προσοχή στους υποψήφιους συνταξιούχους για τη σωστή επιλογή της στιγμής εξόδου. Στο τραπέζι βρίσκεται η αναδιάρθρωση των ποσοστών αναπλήρωσης, µε στόχο τηναύξηση της ανταποδοτικότητας των συντάξεων, οι οποίες µετά την 25ετία ασφάλισης και ιδιαίτερα για όσους αποχωρούν µε υψηλές συντάξιµες αποδοχές είναι προοδευτικά υποανταποδοτικές. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζονται δύο εναλλακτικά σενάρια:
– Αύξηση των ποσοστών κυρίως για όσους αποχωρούν µε περισσότερα από 35, 37 ή και 40 χρόνια ασφάλισης. Η αύξηση των ποσοστών για τους ασφαλισμένους µε πολλά χρόνια εκτιμάται πως «ψαλιδίζει» την υποανταποδοτικότητα των μεσαίων και υψηλών συντάξεων και ενισχύει το κίνητρο ασφάλισης.
– Αλλαγή στον μηχανισμό υπολογισμού της ποσοστιαίας αναπλήρωσης, ώστε αυτή να υπολογίζεται σωρευτικά και όχι προσθετικά. Πρόκειται για σύστημα αντίστοιχο µε αυτό που είχε υιοθετηθεί και στον νόμο 3863 του 2010, το οποίο, αν τελικά προκριθεί, υπολογίζεται πως θα δώσει σε σχέση µε το υπάρχον σύστημα µεσοσταθµικά μια προσαύξηση της τάξης του 14% σε όσους αποχωρούν µε 25ετία και πλέον ασφάλισης.
Σε κάθε περίπτωση, η εξίσωση είναι πολυπαραγοντική και καθόλου εύκολη, καθώς συνδέεται µε κρίσιμες παραμέτρους όπως η συνταξιοδοτική δαπάνη, για το ύψος της οποίας έχουν αναληφθεί συγκεκριμένες υποχρεώσεις. Οποιεσδήποτε αλλαγές απαιτούν αναλογιστικές μελέτες και προσεκτικούς χειρισμούς για τη διατήρηση ισορροπιών στο σύστημα. Οι όποιες αλλαγές στο Ασφαλιστικό θα πρέπει να αναμένονται µετά τη δημοσίευση των κρίσιμων αποφάσεων του ΣτΕ για τον νόμο Κατρούγκαλου. Υπενθυμίζεται πως στην προκρούστεια κλίνη του Ανώτατου Ακυρωτικού ∆δικαστηρίου έχουν βρεθεί ο επανυπολογισµός των παλαιών συντάξεων, κύριων και επικουρικών, η ενοποίηση όλων των Ταμείων σε έναν ασφαλιστικό Οργανισμό, οι εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών, το ύψος και ο υπολογισμός των νέων συντάξεων κ.ά.
Κερδισμένοι από μια αύξηση των ποσοστών αναπλήρωσης θα είναι τέσσερις βασικές κατηγορίες εργαζομένων:
Υπενθυµίζεται πως οι δύο βασικές µεταβλητές της εξίσωσης που χτίζουν την ανταποδοτική σύνταξη -η οποία προστίθεται στην εθνική για να προκύψει το συνολικό ποσό- είναι:
Σύμφωνα µε ειδικούς, συμφέρον να περιμένουν τις αλλαγές πριν αποφασίσουν την έξοδό τους στη σύνταξη έχουν κυρίως όσοι μετρούν σήμερα µεσοσταθµικά πάνω από 1.000 ευρώ συντάξιμες αποδοχές τον μήνα. Αντίθετα, όσοι έχουν σημαντική πτώση στις συντάξιμες αποδοχές τους και προσθέτουν χρόνια στον ασφαλιστικό βίο τους µε χαμηλότερες από 1.000 ευρώ μηνιαίες συντάξιµες αποδοχές -για παράδειγμα ελεύθεροι επαγγελματίες που εντάσσονται στην ελάχιστη ασφαλιστική κλίμακα του ΕΦΚΑ και πληρώνουν εισφορές επί του κατώτατου µισθού των 650 ευρώ- δεν φαίνεται να έχουν συμφέρον να παραμένουν εργαζόµενοι για πολλά χρόνια.
Το «όριο» των 1.000 ευρώ και άνω θεωρείται το όριο ισορροπίας, εντός του οποίου µπορεί κάποιος να προσθέτει χρόνια ασφάλισης χωρίς να μειώνεται σημαντικά ο μέσος όρος των συντάξιμων αποδοχών του, εφόσον βέβαια πριν από την κρίση είχε µια καλή 10ετία-15ετία. ∆εδοµένου ότι το ύψος της ανταποδοτικής προκύπτει ποσοστιαία από τις συντάξιμες αποδοχές, μια αλλαγή επί τα βελτίω στα ποσοστά θα πριμοδοτήσει κατ’ αρχάς όλους όσοι έχουν µεγάλη καριέρα ασφάλισης και περισσότερο όσους έχουν ταυτόχρονα µεσαίους και υψηλούς μισθούς και ασφαλιστέα εισοδήματα.
Σήμερα η αναπλήρωση στη 15ετία µόνο για το τµήµα της ανταποδοτικής είναι στο 11,55%, στην 20ετία στο 15,87%, στην 25ετία στο 20,68%, στην 30ετία στο 26,37%, στην 35ετία στο 33,81% και στην 40ετία στο 42,80%.
Μαζί µε την εθνική σύνταξη -που είναι για όλους όσοι έχουν 20ετία ασφάλισης και πάνω στα 384 ευρώ- η συνολική αναπλήρωση διαµορφώνεται υψηλότερα.
Η κλιµάκωση των ποσοστών αναπλήρωσης ξεκινά από 0,77% ετησίως για την πρώτη 15ετία και κορυφώνεται στο 2% ετησίως για 40ετία και άνω. Για παράδειγµα, µε συντάξιµες αποδοχές 1.500 ευρώ και 39 χρόνια ασφάλισης, η ανταποδοτική σύνταξη σήµερα είναι 612 ευρώ. Με µια αύξηση της αναπλήρωσης κατά δύο ποσοστιαίες µονάδες, η ανταποδοτική σύνταξη διαµορφώνεται στα 642 ευρώ.
Σχεδόν δύο εκατομμύρια μισθωτούς «ακουμπούν» οι μειώσεις που έρχονται στις εισφορές, όπως και οι σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές που προωθούνται στην επικουρική ασφάλιση. Οι παρεμβάσεις έρχονται σε δύο ταχύτητες, καθώς οι μειώσεις των εισφορών αναμένεται να εκκινήσουν από το 2020, ενώ η εφαρμογή του νέου μοντέλου στον πυλώνα της επικουρικής θα ξεκινήσει από το 2021.
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας έχει προαναγγείλει τη σταδιακή αποκλιμάκωση των εισφορών για εργαζόμενους και εργοδότες, µε στόχο την ενδυνάµωση της ανάπτυξης. Στο τραπέζι βρίσκεται σχέδιο µείωσης των εισφορών, που σήµερα καλύπτουν σχεδόν τον µισό µεικτό µισθό. Αρκεί να αναφερθεί πως το βασικό πακέτο κάλυψης για τους εργαζόµενους µε σχέση εξαρτηµένης εργασίας είναι σήµερα στο 40,56% του µεικτού µισθού. Η τελική φόρµουλα θα εξαρτηθεί από δύο βασικούς παράγοντες:
Στο πλαίσιο αυτό αναζητούνται λύσεις ελάφρυνσης όχι απαραίτητα στον σκληρό πυρήνα των εισφορών που αφορούν την κύρια σύνταξη (20%), αλλά και στις συνεισπραττόµενες εισφορές που αφορούν άλλες παροχές, όπως π.χ. παροχές ανεργίας (5,61%), εργατικής κατοικίας (1%), εργατικής εστίας (0,35%), υγείας (7,1%) και επικουρικής ασφάλισης (6,5%). Στόχος είναι η αποµείωση κατά πέντε ποσοστιαίες µονάδες σε βάθος 5ετίας, ώστε η συνολική επιβάρυνση στο βασικό πακέτο κάλυψης να πέσει σταδιακά στο 36%. Η εν λόγω παρέµβαση θα «ακουµπήσει» όλους τους µισθωτούς της χώρας που ασφαλίζονται υποχρεωτικά για κύρια ασφάλιση.
Η µεγαλύτερη ωστόσο µεταρρύθµιση ετοιµάζεται στην επικουρική, όπου αναµένεται να αλλάξει ριζικά το µοντέλο προς ένα πλήρως κεφαλαιοποιητικό σύστηµα, µε αναβαθµισµένο τον ρόλο του ιδιωτικού τοµέα. Το νέο σύστηµα ασφάλισης θα είναι όπως και σήµερα υποχρεωτικό και θα ισχύσει για όσους εισέρχονται στην αγορά εργασίας και πρωτοασφαλίζονται από 1/1/2021 και µετά.
Υπενθυμίζεται πως η επικουρική ασφάλιση είναι σήμερα υποχρεωτική για όλους τους µισθωτούς της χώρας, καθώς και για περιορισμένο αριθμό αυτοαπασχολούμενων και ελεύθερων επαγγελματιών.
Κάθε εργαζόμενος θα επιλέγει να ασφαλιστεί µε ατομική μερίδα: στο ΕΤΕΑΕΠ, το Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών, ή εναλλακτικά σε κάποιον άλλον αδειοδοτηµένο και πιστοποιηµένο επενδυτικό φορέα ή επαγγελματικό επικουρικό ταμείο που θα λειτουργεί από µη κρατικούς φορείς υπό την εποπτεία του υπουργείου Εργασίας, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και της Τραπέζης της Ελλάδος. ∆ιαχειριστής του νέου συστήματος θα είναι το ΕΤΕΑΕΠ.
Οι εισφορές των νεοασφαλισµένων εργαζομένων δεν θα χρησιμοποιούνται για την πληρωμή των σημερινών επικουρικών συντάξεων (αναδιανεµητικό σύστηµα), αλλά θα κεφαλαιοποιούνται στον ατομικό «κουμπαρά» του και ο ασφαλισμένος θα παρακολουθεί την απόδοση των εισφορών του. Το νέο σύστημα δεν θα αφορά τους σημερινούς συνταξιούχους ούτε τους σημερινούς ασφαλισµένους. Ο ασφαλισμένος του νέου συστήµατος θα επιλέγει την ηλικία λήψης της νέας επικουρικής και το µείγµα της παροχής. Εξετάζεται να δίνεται δυνατότητα ρευστοποίησης του «κουμπαρά» µετά την πρώτη 15ετία τουλάχιστον. Αυτό σημαίνει πως ο εργαζόμενος θα επιλέγει πότε θα εισπράττει το κεφάλαιο του «κουµπαρά» του και µε ποιο τρόπο:
– είτε µε τη µορφή εφάπαξ,
– είτε µε τη μορφή μηνιαίας επικουρικής σύνταξης.
∆εν προβλέπεται να αλλάξουν τα σημερινά επίπεδα εισφορών επικουρικής ασφάλισης, αλλά δεν αποκλείεται να επισπευσθεί εντός του 2020 η προβλεπόµενη για τον Μάιο του 2022 μείωση των εισφορών επικουρικής ασφάλισης από 6,5% σε 6%.
Πηγή: Έθνος της Κυριακής
Τριάντα χιλιάδες ασφαλισμένοι στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα θα έχουν την δυνατότητα να συνταξιοδοτηθούν φέτος με τις ειδικές διατάξεις για γονείς ανηλίκων, σύμφωνα με δημοσίευμα της «Καθημερινής».
Πρόκειται για 10 κατηγορίες ασφαλισμένων σε Ταμεία του Δημοσίου, των ΔΕΚΟ, των τραπεζών, του πρώην ΙΚΑ και του πρώην ΟΑΕΕ οι οποίοι πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια και συνεπώς μπορούν να λάβουν πλήρη η μειωμένη σύνταξη εντός του έτους.
Οι διατάξεις αναμένεται να ευνοήσουν κυρίως μητέρες και δευτερευόντως χήρους πατέρες.
Οι δικαιούχοι θα πρέπει να έχουν συμπληρώσει την 25ετία ασφάλισης έως το τέλος του 2012 και τα όρια ηλικίας που τους αναλογούν πριν τις 18 Αυγούστου του 2015.
Σε λίγες ημέρες αναμένεται να δουν χρήματα στους λογαριασμούς τους χιλιάδες ασφαλισμένοι - Αναλυτικά οι ημερομηνίες πληρωμής για συντάξεις, προνοιακά επιδόματα, επίδομα παιδιού Α21, επίδομα ενοικίου και ΚΕΑ.
Η αντίστροφη μέτρηση για τις πληρωμές Σεπτεμβρίου έχει ήδη ξεκινήσει και το Dikaiologitika News σας παρουσιάζει έναν πλήρη οδηγό με τις ημερομηνίες καταβολής. Σε κάθε ενότητα θα βρείτε την επίμαχη ημερομηνία καθώς και περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με την πληρωμή.
Συντάξεις Σεπτεμβρίου
Ο ΟΑΕΕ θα καταβάλλει τις συντάξεις στις 27 Αυγούστου 2019 ημέρα Τρίτη.
Ο ΟΓΑ θα καταβάλλει τις συντάξεις στις 27 Αυγούστου 2019 ημέρα Τρίτη.
Το Δημόσιο θα καταβάλλει τις συντάξεις στις 29 Αυγούστου 2019 ημέρα Πέμπτη.
Το ΙΚΑ θα καταβάλλει τις συντάξεις στις 29 Αυγούστου 2019 ημέρα Πέμπτη.
Το ΝΑΤ και ΚΕΑΝ θα καταβάλλουν τις συντάξεις στις 29 Αυγούστου 2019 ημέρα Πέμπτη.
Τα υπόλοιπα Ταμεία του Υπουργείου Εργασίας θα καταβάλλουν τις συντάξεις στις 29 Αυγούστου 2019 ημέρα Πέμπτη.
Οι προσωρινές συντάξεις Ενόπλων Δυνάμεων, Σωμάτων Ασφαλείας και Πυροσβεστικού Σώματος θα καταβληθούν στις 29 Αυγούστου 2019 ημέρα Πέμπτη.
Το ΕΤΕΑΕΠ (πρώην ΕΤΕΑ) θα καταβάλλει τις επικουρικές συντάξεις στις Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2019 ημέρα Τρίτη.
Προνοιακά επιδόματα
Στις 23 Αυγούστου σύμφωνα με πληροφορίες των Dikaiologitika News θα καταβληθούν τα αναπηρικά και διατροφικά επιδόματα μηνός Αυγούστου ενώ την ίδια ημέρα θα καταβληθούν τα επιδόματα στεγαστικής συνδρομής και ομογενών που χορηγούνταν από τους ΟΤΑ έως και το 2018 για τον Ιούλιο.
Επίδομα παιδιού Α21
Το επίδομα παιδιού, η τέταρτη δόση θα δοθεί μεταξύ 25 και 26 Σεπτεμβρίου.
Επίδομα ενοικίου
Το Επίδομα Στέγασης (ενοικίου) θα καταβληθεί την Δευτέρα 26 Αυγούστου σε όλους όσους υπέβαλλαν αίτηση στην ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα έως 31 Ιουλίου και αυτή έχει εγκριθεί. Υπενθυμίζεται ότι η ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα παραμένει ανοιχτή ώστε οι ενδιαφερόμενοι να την επισκέπτονται και να υποβάλλουν τις αιτήσεις τους ανά πάσα στιγμή.
ΚΕΑ
Παράλληλα σύμφωνα με πληροφορίες των Dikaiologitika News το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης την Τρίτη 27 Αυγούστου στους δικαιούχους των οποίων οι αιτήσεις εγκρίθηκαν έως 31 Ιουλίου. Υπενθυμίζεται ότι η ηλεκτρονική πλατφόρμα του ΚΕΑ παραμένει ανοιχτή ώστε οι ενδιαφερόμενοι να την επισκέπτονται και να υποβάλλουν τις αιτήσεις τους ανά πάσα στιγμή.