«Τελευταία ευκαιρία» σήμερα (11/02) για κυβέρνηση και τραπεζίτες προκειμένου να γεφυρώσουν τις μεταξύ τους διαφορές.
Σήμερα αναμένεται να «κλειδώσουν» οι αποφάσεις για το νέο καθεστώς για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά και την προστασίας της πρώτης κατοικίας, που θα αντικαταστήσει το νόμο Κατσέλη, ο οποίος λειτουργούσε ως «πλέγμα προστασίας» τα τελευταία εννέα χρόνια.
Η κυβέρνηση έχει καταρτίσει μια πρόταση για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά που προβλέπει υψηλά όρια προστασίας της πρώτης κατοικίας, συσχέτιση της δόσης με την αξία του ακινήτου, διαγραφή μέρους του δανείου για τους συνεπείς δανειολήπτες και επιδότηση της δόσης των πιο αδύναμων οικονομικά δανειοληπτών.
Οι τράπεζες όμως δεν συμφωνούν με το πλαίσιο αυτό και διαμηνύουν σε όλους τους τόνους πως τα κριτήρια ένταξης είναι περισσότερο διευρυμένα από όσο πρέπει και ως εκ τούτου εγκυμονεί ο κίνδυνος δημιουργίας νέας γενιάς «κόκκινων» δανείων από οφειλέτες που ακόμα και αν έχουν τη δυνατότητα αποπληρωμής των χρεών τους, θα θεωρήσουν το νέο πλαίσιο ως έμμεση μορφής «σεισάχθεια».
Κυβέρνηση και τραπεζίτες θα έχουν σήμερα συνάντηση στο Μέγαρο Μαξίμου, η οποία χαρακτηρίζεται ως «τελευταία ευκαιρία» για τη γεφύρωση των μεταξύ τους διαφορών, καθώς ο σχετικός νόμος θα πρέπει να κατατεθεί τις επόμενες ημέρες στη Βουλή για να ενεργοποιηθεί από την 1η Μαρτίου 2019.
Κατά πληροφορίες πριν από τη συνάντηση με τους τραπεζίτες θα προηγηθεί σύσκεψη του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα με κυβερνητικά στελέχη και συγκεκριμένα με τους κ.κ. Αλέκο Φλαμπουράρη, Δημήτρη Λιάκο, Γιάννη Δραγασάκη και Ευκλείδη Τσακαλώτο.
Να σημειωθεί πως προ διμήνου ο Πρωθυπουργός είχε συγκαλέσει σύσκεψη με τα μέλη της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών με αντικείμενο ξανά τον νόμο Κατσέλη. Σε εκείνη τη σύσκεψη οι τραπεζίτες πρότειναν η προστασία να διατηρηθεί για ακίνητα αξίας μέχρι 100.000 ευρώ και μετέφεραν στην κυβέρνηση ότι η προστασία δεν μπορεί να παρέχεται σε πρόσωπα με ετήσιο εισόδημα μεγαλύτερο των 20.000 ευρώ. Υποστήριξαν δε ότι το νέο πλαίσιο προστασίας θα πρέπει να προσφερθεί αυστηρά για στεγαστικά δάνεια και όχι για επιχειρηματικά.
Ωστόσο, το σχέδιο που κατήρτισε η κυβέρνηση και θα απασχολήσει τη σημερινή σύσκεψη κινείται πολύ μακριά από αυτές τις θέσεις. Είναι ενδεικτικό πως ο σχεδιασμός της κυβέρνησης περιλαμβάνει και τους ελεύθερους επαγγελματίες που υποθήκευσαν την κατοικία τους για την εξασφάλιση χρηματοδότησης και όχι μόνον τα νοικοκυριά.
Ως προς τα όρια προστασίας της πρώτης κατοικίας, το κυβερνητικό σχέδιο προβλέπει πως τα όρια προστασίας θα ξεκινούν από 150.000 ευρώ (αντικειμενική αξία) και θα διαμορφώνονται κατ’ ανώτατο όριο στα 250.000 ευρώ. Ως προς το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα του δανειολήπτη η κυβέρνηση έχει θέσει ως ανώτατο όριο τα 35.000 ευρώ, δηλαδή 75% υψηλότερα από αυτό που ήθελαν οι τράπεζες.
Οι αποφάσεις που θα ληφθούν σήμερα θα αποτελέσουν και την τελική κυβερνητική πρόταση που θα σταλεί προς ενημέρωση προς τους θεσμούς.
Άνοιξε ο δρόμος να επανέλθουν τα δώρα στο Δημόσιο. Απόφαση – βόμβα κουρεύει τα ποσά για μισθωτούς – συνταξιούχους. Το δώρο γίνεται επίδομα και μειώνεται σε 250 και 300 ευρώ.
Η καυτή πατάτα με τα δώρα στο Δημόσιο είναι στα χέρια της κυβέρνησης. Οι αποφάσεις των δικαστηρίων αποτελούν μονόδρομο και είτε η παρούσα είτε η επόμενη κυβέρνηση θα βρεθούν σε δύσκολη θέση.
Μια δημοσιονομική διέξοδο ωστόσο δίνει απόφαση της Ολομέλειας του Ανώτατου Δημοσιονομικού Δικαστηρίου που έκριναν πως ορθά καταργήθηκαν τα δώρα ύψους 800 ευρώ στις συντάξεις άνω των 2.500 ευρώ, κρίνοντας παράλληλα πως ούτε από την εγχώρια, ούτε και από τη διεθνή νομοθεσία προβλέπεται συγκεκριμένο ύψος δώρων…
Με την απόφαση αυτή μένει ανοιχτό παράθυρο για την κυβέρνηση, στην περίπτωση που υποχρεωθεί να επαναφέρει τα δώρα, να καθορίσει ποσά πολύ κάτω ακόμη και από τα “κομμένα” της τάξης των 500 + 250+250 ευρώ.
Η κυβέρνηση δηλαδή, σύμφωνα με την εφημερίδα “Ελεύθερος Τύπος” μπορεί να νομοθετήσει τα δώρα στο Δημόσιο σε μισθωτούς και συνταξιούχους ως έκτακτα βοηθήματα τα οποία μπορεί να είναι της τάξης των 250 και 300 ευρώ το χρόνο, πολύ κάτω δηλαδή σε σχέση με τα προηγούμενα ποσά.
Την ίδια ώρα και το Συμβούλιο της Επικρατείας κρίνοντας ότι οι μειώσεις των νόμων 4051 και 4093 θα πρέπει να σταματήσουν δεν καθόρισε με τις αποφάσεις του που μιλούν για επαναφορά των δώρων το ύψος που θα πρέπει αυτά να έχουν.
Κάπως έτσι η κυβέρνηση εάν υποχρεωθεί να επαναφέρει τα δώρα δεν φαίνεται υποχρεωμένη να επαναφέρει ποσά 800 και 1.000 ευρώ τον χρόνο, αλλά με την επίκληση του κινδύνου εκτροχιασμού των δημόσιων οικονομικών να δώσει πολύ πιο μικρά ποσά.
Σφίγγουν τον κλοιό στις ελληνικές τράπεζες οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και δανειστές. Έστειλαν τελεσίγραφο και καλούν τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα να ξεφορτωθούν τα ακίνητα που παίρνουν από πλειστηριασμούς. Αποτέλεσμα, θα είναι πρώην ιδιοκτήτες - δανειολήπτες να φοβούνται για μαζικές εξώσεις!
Κρυφή “βόμβα” για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες δέχονται ασφυκτικές πιέσεις από τους Ευρωπαίους δανειστές σχετικά με τα χαρτοφυλάκια των ακινήτων τους.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και ο SSM έστειλαν τελεσίγραφο στα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας και ζητούν από αυτά να… ξεφορτωθούν τα ακίνητα που παίρνουν από πλειστηριασμούς.
Όπως αναφέρει, η εφημερίδα Real News της Κυριακής (10.2.2019), οι δύο ευρωπαϊκοί θεσμοί διαμήνυσαν στις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών να υποβάλλουν τον Μάρτιο στη Φραγκφούρτη – έδρα της ΕΚΤ – πλάνα πώλησης των συγκεκριμένων ακινήτων.
Την ίδια στιγμή, οι ίδιες οι τράπεζες, μέσα στο 2019, αναμένεται να προχωρήσουν σε 25.000 πλειστηριασμούς και προγραμματίζουν 12.000 πωλήσεις ακινήτων, ενώ για το 2020 προβλέπεται να “βγουν” στο “σφυρί” 35.000 σπίτια και επαγγελματικά κτίρια.
Το γεγονός αυτό, δημιουργεί έντονο κύμα φόβου και ανησυχίας σε εκατοντάδες οικογένειες και επιχειρηματίες για για μαζικές εξώσεις.
Η βόμβα των ακινήτων αποτελεί σημείο τριβής μεταξύ των τραπεζών και του SSM (Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού), εδώ και αρκετούς μήνες, σημειώνει το δημοσίευμα και επισημαίνει:
Στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις με τα στελέχη της εποπτικής Αρχής, οι δανειστές τονίζουν στις διοικήσεις ότι οι τράπεζες δεν είναι εταιρίες real estate, το stock των ακινήτων ροκανίζει τα κεφάλαια, ενώ τα έξοδα συντήρησης και πληρωμής φόρων είναι τεράστια.
Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει ζητήσει να γίνονται πιο σύντομα, εντός 2 μηνών, οι εξώσεις των πρώην ιδιοκτητών / δανειοληπτών, από τη διεξαγωγή του πλειστηριασμού.
Και αυτό με το επιχείρημα ότι η διακράτηση των ακινήτων για μεγάλο χρονικό διάστημα κοστίζει στις ήδη επιβαρυμένες ελληνικές τράπεζες κεφάλαια και έξοδα.
Το πρόβλημα είναι ακόμη μεγαλύτερο, καθώς η αξία των ακινήτων ενεχύρων στα κόκκινα δάνεια έχει μειωθεί κατά 35% – 40% τα τελευταία χρόνια και δεν επαρκεί για να καλύψει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Συγκεκριμένα, σήμερα οι τράπεζες για κάθε 100 ευρώ δανείου έχουν – με βάση τους αυστηρούς εποπτικούς κανόνες – 105 ευρώ κάλυψη του: 55 ευρώ cash, δηλαδή, με δεσμευμένο κεφάλαιο και 50 ευρώ με κάλυψη από την αξία του ακινήτου.
Οι πωλήσεις χιλιάδων ακινήτων που παίρνουν τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα από πλειστηριασμούς θα γίνουν κατά βάση σε ξένες εταιρείες διαχείρισης, οι οποίες δεν προχωρούν σε μεμονωμένες εξαγορές, αλλά αγοράζουν πακέτα από ακίνητα, είτε μεμονωμένα είτε μαζί με τα κόκκινα δάνεια.
πηγή: εφημερίδα Real News
Facebook Twitter Google+
Άκρως επιφυλακτικοί ήταν οι Έλληνες τραπεζίτες μπροστά το ενδεχόμενο πλήρους άρσης των capital controls, προκρίνοντας να διατηρηθούν προς το παρόν ως έχουν.
Την άποψη αυτή διατύπωσαν οι επικεφαλής των ελληνικών τραπεζών κατά τη συνάντηση που είχαν με τον διοικητή της ΤτΕ Γιάννη Στουρνάρα, στην οποία συζητήθηκε ο οδικός χάρτης για την κατάργηση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων.
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι των ελληνικών τραπεζών συμφώνησαν πως πρέπει να συνεχιστεί η σταδιακή άρση των περιορισμών, αλλά εξέφρασαν την ανησυχία τους μπροστά στην προοπτική μιας άμεσης πλήρους απόσυρσης των μέτρων και δη του τρίτου πυλώνα, που έχει να κάνει με τη μεταφορά κεφαλαίων από την Ελλάδα στο εξωτερικό.
Αιτία είναι κυρίως η αβεβαιότητα που μπορεί να δημιουργηθεί λόγω των εκλογών, κρίνοντας ότι οι συνθήκες δεν είναι κατάλληλες για μία τέτοια κίνηση.
Παρά την αύξηση των καταθέσεων που καταγράφηκε το 2018, οι επικεφαλής υπογράμμισαν ότι η τυχόν άρση των περιορισμών και η ανακοπή αυτής της τάσης λόγων πολιτικής αβεβαιότητας θα ήταν δύσκολο να αναστραφεί και τάχθηκαν υπέρ της συνέχισης του διαλόγου για το θέμα.
Με πληροφορίες από Καθημερινή
Τι πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπίσει η Ελλάδα σχετικά με τα κέρδη των ομολόγων. Το πάγωμα των μεταρρυθμίσεων το μεγάλο αγκάθι σύμφωνα με το CNBC. Ορατό το ενδεχόμενο να μην πάρει ζεστό χρήμα τον Μάρτιο η Ελλάδα.
Ορατός είναι ο κίνδυνος να μην λάβει η Ελλάδα νέα δόση χρηματοδότησης τους επόμενους μήνες αναφορικά με τα κέρδη των ομολόγων σύμφωνα με το CNBC.
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ του CNBC, ο λόγος είναι πως οι μεταρρυθμίσεις που έχει υποσχεθεί η κυβέρνηση έχουν καθυστερήσει καθώς μπορεί η χώρα να μην βρίσκεται πλέον σε πρόγραμμα διάσωσης, αλλά έχει συμφωνήσει να εφαρμόσει κάποιες μεταρρυθμίσεις με αντάλλαγμα κάποια ελάφρυνση χρέους.
Σύμφωνα πάντα με το CNBC ανάμεσα στα συμφωνημένα είναι πως η Ελλάδα θα καρπωθεί τα κέρδη που έχουν αποκομίσει οι κεντρικές τράπεζες από την αγορά ελληνικών ομολόγων. Κέρδη τα οποία θα επιτρέψουν στην Ελλάδα να επενδύσει στην οικονομία της.
«Είναι πίσω στο πρόγραμμα σχετικά με αυτά που πρέπει να κάνουν», δήλωσε Ευρωπαίος αξιωματούχος στο CNBC και τον επόμενο μήνα θα γίνει συζήτηση στο Eurogroup για το αν η χώρα μας θα πάρει την πρώτη δόση από τα κέρδη των κεντρικών τραπεζών.
“Έτσι αν η Ελλάδα έχει μείνει πίσω στις μεταρρυθμίσεις στα μάτια του Eurogroup, αυτό δεν πρόκειται να γίνει τον Μάρτιο”, επεσήμανε στο CNBC ο ίδιος αξιωματούχος.
Η πρώτη μεταμνημονιακή έκθεση καταδεικνύει πως έχουν σημειωθεί καθυστερήσεις σε 16 μεταρρυθμίσεις για τις οποίες υπήρχε δέσμευση πως θα είχαν γίνει μέχρι τα τέλη του 2018.
Αυτές οι μεταρρυθμίσεις σύμφωνα με τον CNBC αφορούν μεταξύ άλλων τις ιδιωτικοποιήσεις και τα ληξιπρόθεσμα και πλέον θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου, οπότε και τα τεχνικά κλιμάκια των δανειστών θα έχουν δημοσιεύσει τη δεύτερη έκθεσή τους.
Μια έκθεση που θα είναι τεράστιας σημασίας για τους υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης, οι οποίοι θα αποφασίσουν στο Eurogroup του Μαρτίου αν θα εγκρίνουν τη δόση των 750 εκατ. ευρώ προς την Ελλάδα, η οποία θα είναι πρώτη από τις δύο ισόποσες δόσεις που η Αθήνα θα λάβει έως το 2022.