Στις συναντήσεις με τους θεσμούς, τις προηγούμενες μέρες, διαπιστώθηκε ότι μέτρα όπως οι πλειστηριασμοί ή η λειτουργία του εξωδικαστικού έχουν μικρό αποτέλεσμα, ενώ ο νόμος Κατσέλη έχει μπλοκάρει στα δικαστήρια «κόκκινα» δάνεια ύψους 15-18 δισ. ευρώ.
Αλλη μια χαμένη χρονιά για την οικονομία θα είναι το 2019, καθώς θα συνεχιστεί για το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου η πιστωτική ασφυξία, λόγω των προβλημάτων των τραπεζών, που θα γίνεται πιο αισθητή λόγω και του τεράστιου ιδιωτικού χρέους που ξεπερνά τα 220 δισ. ευρώ.
Η δεύτερη αξιολόγηση σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, που ολοκληρώθηκε τυπικά την Παρασκευή, έδειξε ότι εν όψει των εθνικών εκλογών η κυβέρνηση ασχολήθηκε πολύ με τα «σημειολογικά» της εξόδου από τα Μνημόνια αλλά καθόλου με την ουσία.
Η αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων, που μπλοκάρουν την τραπεζική χρηματοδότηση στην πραγματική οικονομία, υποτιμήθηκε σημαντικά ως θέμα, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει κεντρικό σχέδιο οριστικής αντιμετώπισης. Στις συναντήσεις με τους θεσμούς, τις προηγούμενες μέρες, διαπιστώθηκε ότι μέτρα όπως οι πλειστηριασμοί ή η λειτουργία του εξωδικαστικού έχουν μικρό αποτέλεσμα, ενώ ο νόμος Κατσέλη έχει μπλοκάρει στα δικαστήρια «κόκκινα» δάνεια ύψους 15-18 δισ. ευρώ.
Ως προσπάθεια επιτάχυνσης, το οικονομικό επιτελείο παρουσίασε με μεγάλη καθυστέρηση ένα περίγραμμα του σχεδίου για την παροχή κρατικών εγγυήσεων έναντι των κεφαλαιακών απωλειών των τραπεζών από τη δυναμική αξιοποίηση μη εξυπηρετούμενων δανείων, που αντιμετωπίστηκε με επιφύλαξη από τους θεσμούς. Τούτο διότι παρουσιάζει πολλά προβλήματα που θα πρέπει να λυθούν.
Ενα από αυτά, που προέκυψε κατά τη συζήτηση Δημοσίου και τραπεζών, είναι το υψηλό κόστος των εγγυήσεων που θα παρέχει το Δημόσιο. Η προμήθεια που θα πρέπει να δίνουν οι ελληνικές τράπεζες για να έχουν την κρατική εγγύηση θα φτάνει στο 4-4,2% του ύψους της εγγύησης, όσο δηλαδή και το ασφάλιστρο κινδύνου (CDS) που πληρώνουν οι τράπεζες. Τούτο διότι η Ελλάδα, σε αντίθεση με την Ιταλία που εφάρμοσε το αντίστοιχο μοντέλο, δεν είναι σε «επενδυτική» βαθμίδα και άρα οι εγγυήσεις της δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως «πρώτης ποιότητας». Οι τράπεζες ζητούν οι προμήθειες να μειωθούν στο μισό.
Το σχέδιο για τα «κόκκινα» δάνεια θα πρέπει να περάσει από την έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού, η οποία θα έχει να κρίνει την παροχή εγγυήσεων του κράτους σε τράπεζες στις οποίες το Δημόσιο κατέχει ήδη υψηλά ποσοστά. Αυτό θα απαιτήσει χρόνο και στήριξη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή πριν πάρει το πράσινο φως από την DG COM ώστε να μπει σε εφαρμογή.
Η κυβερνητική κόντρα που υπάρχει με την ηγεσία της ΤτΕ -η οποία έχει το σχέδιο για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων με τη χρήση αντί άμεσων εγγυήσεων την «εγγύηση» του θεσμοθετημένου αναβαλλόμενου φόρου, που προωθεί ο κ. Στουρνάρας- μάλλον μπερδεύει την εικόνα σχετικά με την εξυγίανση των ελληνικών τραπεζών.
Διαβάστε τη συνέχεια στην έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Το σχέδιο για τη διαχείριση των «κόκκινων δανείων» αναμένεται να καταθέσει η κυβέρνηση στα μέσα Γενάρη καθώς το ζήτημα αντιμετώπισης του ζητήματος επηρεάζει την πορεία δεσμεύσεων άρα κι εξόδου στις αγορές.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το λεγόμενο «ιταλικό μοντέλο» αναμένεται να είναι μια βασική πηγή «έμπνευση» για την αντιμετώπιση ενός μείζονος ζητήματος που απειλεί τη σταθερότητα του πιστωτικού σύστηματος. Το προς επεξεργασία σχέδιο βασίζεται :
- στη δημιουργία Εταιρίας Ειδικού Σκοπού (APS) και
- στην παροχή εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου για την έκδοση ομολόγων έναντι «απορρόφησης» προβληματικών δανείων 15- 20 δις ευρώ.
Το όλο θέμα συζητιέται και με τους θεσμούς ενώ και η Κομισιόν αναμένεται να τοποθετηθεί.
Όπως αναφέρει πηγή των Βρυξελλών, πρέπει πρώτα να ξεκαθαριστεί το θέμα των κόκκινων δανείων και μετά να βγει στις αγορές για δανεισμό. Σύμφωνα με πληροφορίες το γεγονός ότι η τιμή του ελληνικού 10ετούς ομολόγου κινείται στα όρια του 4,4%, σαφώς και δεν μπορεί να αποσυνδεθεί από τις αλλεπάλληλες αναταράξεις στη γειτονιά μας (Τουρκία, Ιταλία), ωστόσο η βασική πηγή ανησυχίας των επενδυτών παραμένει το εγχώριο πιστωτικό σύστημα.
«Όταν φανεί ότι πάμε προς επίλυση του προβλήματος των «κόκκινων» δανείων, τότε τα ομόλογα θα πάνε καλύτερα», εκτιμούν οι ίδιες πηγές, με φόντο τη δημοσίευση του στρατηγικού πλάνου του ΟΔΔΗΧ, που προβλέπει άντληση κεφαλαίων 3- 7 δις ευρώ από τις αγορές στη διάρκεια του έτους.
Πηγή: reporter.gr
Όσο και αν προσπαθούν κάποιοι να κρύψουν το πρόβλημα κάτω από το χαλί, αυτό φαντάζει ιδιαίτερα δύσκολο. Οι τράπεζες παρά τις σοβαρές προσπάθειες που καταβάλλουν δείχνουν ανήμπορες να τιθασεύσουν το εκρηκτικό πρόβλημα με τα «κόκκινα δάνεια».
Ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας, όσο και αν επισήμως δηλώνει, ότι οι τράπεζες είναι θωρακισμένες, εντούτοις ανησυχεί και την ανησυχία του αυτή προσπαθεί να την μετουσιώσει σε συγκεκριμένες προτάσεις να λυθεί το πρόβλημα. Οι τράπεζες από την πλευρά τους δείχνουν διατεθειμένες να συμβάλουν την επίλυση του θέματος.
Ωστόσο η προεκλογική περίοδος που διανύει η χώρα με τον λαϊκισμό να κυριαρχεί της λογικής, δυσκολεύει την κατάσταση.
Ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα που δείχνουν όμως ότι δεν υπάρχει ενιαία αντιμετώπιση του θέματος, είναι αυτό της πρώτης κατοικίας. Οι τράπεζες θέλουν να ρίξουν την αξία πάνω από την οποία θα πρέπει να βγαίνει σε πλειστηριασμό το ακίνητο, ενώ την ίδια ώρα η κυβέρνηση αναφέρει ότι σε αντικατάσταση του Νόμου Κατσέλη, που λήγει στο τέλος του έτους, θα φέρει άλλο πλαίσιο με το όριο για πλειστηριασμό να ανεβαίνει ακόμη και πάνω από τις 250.000 ευρώ, ενώ οι τράπεζες συζητούν κατ΄ απαίτηση του SSM τα 80.000 ευρώ. Η διαφορά είναι χαοτική, έστω και αν δεν είναι άμεσα συνδεδεμένα τα δύο θέματα.
Το πρόβλημα των τραπεζών αγγίζει και τον τελευταίο πολίτη της χώρας και αυτό θα πρέπει να το κατανοήσουν όλοι, πριν είναι αργά και φτάσουμε στο σημείο να συζητάμε για μία νέα κεφαλαιακή ένεση στις τράπεζες.
Η οικονομία απαιτεί λύσεις. Απαιτεί οι τράπεζες να επιστρέψουν στην κανονικότητα. Να δίνουν δάνεια στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά με καθαρά τραπεζικά κριτήρια. Να στηρίξουν την ανάπτυξη και να παράγουν από αυτή την δραστηριότητα κέρδη και να μην περιμένουν από την χρέωση ακόμη και της «καλημέρας» να αυξήσουν τα έσοδά τους. Το τελευταίο είναι παρασιτικό και η αλλαγή κατεύθυνσης για τις τράπεζες είναι πλέον ανάγκη και μονόδρομος και χρόνος δεν υπάρχει. Καλό θα είναι να το καταλάβουν όλοι οι εμπλεκόμενοι και μάλιστα … χθες.