Ένας εργοδότης έχει το δικαίωμα να παρακολουθεί τις διαδικτυακές επικοινωνίες των υπαλλήλων του εν ώρα εργασίας, αποφάνθηκε σήμερα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), απορρίπτοντας την προσφυγή ενός Ρουμάνου που απολύθηκε επειδή συνομιλούσε διαδικτυακά.
Ο ενάγων, ένας νεαρός μηχανικός, υποστήριζε ότι καταπατήθηκε το απόρρητο της ιδιωτικής ζωής του: απολύθηκε τον Αύγουστο του 2007, όταν ο εργοδότης του αντιλήφθηκε ότι χρησιμοποιούσε ένα λογισμικό ανταλλαγής μηνυμάτων για να συζητά όχι μόνο με τους συναδέλφους του, αλλά και με τον αδελφό του και την αρραβωνιαστικιά του.
Ο εσωτερικός κανονισμός της εταιρείας "απαγόρευε τη χρήση τέτοιων προγραμμάτων για προσωπικούς σκοπούς", διευκρίνισε το Δικαστήριο.
Ο απολυμένος μηχανικός είχε προσφύγει στα ρουμανικά δικαστήρια, χωρίς όμως να δικαιωθεί. Όπως και η ρουμανική δικαιοσύνη, οι Ευρωπαίοι δικαστές απέρριψαν τον ισχυρισμό ότι ο πρώην εργοδότης του παραβίαζε την ιδιωτική ζωή του και το απόρρητο της αλληλογραφίας του.
Δεν είναι καταχρηστικό "ένας εργοδότης να θέλει να επαληθεύσει ότι οι εργαζόμενοι εκτελούν τα επαγγελματικά καθήκοντά τους εν ώρα εργασίας", σημειώνει το ΕΔΑΔ στην απόφασή του. Επιπροσθέτως, ο εργοδότης έλεγξε τον λογαριασμό του νεαρού μηχανικού "πιστεύοντας ότι περιείχε τις επικοινωνίες του με πελάτες".
Πηγή: ΑΜΠΕ
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάνθηκε σήμερα ότι η ελληνική νομοθεσία, επιτρέποντας να εργάζονται οι γιατροί επί 24 ή και περισσότερες ώρες, αδιαλείπτως, αντιβαίνει στο δίκαιο της Ευρωπαικής Ένωσης.
Επίσης, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι αντίθετο προς το Ευρωπαϊκό Δίκαιο είναι και το γεγονός ότι η Ελλάδα παρέλειψε να εφαρμόσει εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας μη υπερβαίνουσα τις 48 ώρες και δεν καθιέρωσε ελάχιστο ημερήσιο χρόνο αναπαύσεως, ούτε περίοδο αντισταθμιστικής αναπαύσεως.
Η υπόθεση έφθασε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επειδή δέκα ενώσεις Ελλήνων γιατρών υπέβαλαν καταγγελίες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Κατά τις ενώσεις, οι γιατροί (μισθωτοί ή ασκούμενοι) υποχρεώνονταν, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, να εργάζονται κατά μέσο όρο εβδομαδιαίως από 60 έως 93 ώρες. Υποχρεώνονταν, επίσης, σε τακτική βάση, να εργάζονται έως και 32 ώρες, αδιαλείπτως, στον χώρο εργασίας, χωρίς να απολαύουν των ελάχιστων περιόδων ημερήσιας και εβδομαδιαίας αναπαύσεως ή των ισοδύναμων περιόδων αντισταθμιστικής αναπαύσεως.
Κατόπιν τούτου, η Επιτροπή άσκησε προσφυγή κατά της Ελλάδας λόγω παραβάσεως του Ευρωπαϊκού Δικαίου, ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Υποστήριξε ότι η Ελλάδα, παραλείποντας να προβλέψει και/ή να εφαρμόσει εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας μη υπερβαίνουσα τις 48 ώρες και παραλείποντας να καθιερώσει ελάχιστο ημερήσιο και εβδομαδιαίο χρόνο αναπαύσεως ή ισοδύναμη περίοδο αντισταθμιστικής αναπαύσεως που να διαδέχεται άμεσα τον χρόνο εργασίας, τον οποίο αυτή η περίοδος θεωρείται ότι αντισταθμίζει, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το δίκαιο της ΕΕ. Σημειώνεται, ότι κατά την κοινοτική οδηγία σχετικά με την οργάνωση του χρόνου εργασίας, η εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 48 ώρες κατά μέσο όρο, ενώ κάθε εργαζόμενος πρέπει να διαθέτει, ανά εικοσιτετράωρο, περίοδο αναπαύσεως ελάχιστης χρονικής διάρκειας ένδεκα συναπτών ωρών και, ανά περίοδο επτά ημερών, περίοδο συνεχούς αναπαύσεως ελάχιστης χρονικής διάρκειας 24 ωρών, στις οποίες προστίθενται οι 11 ώρες ημερήσιας αναπαύσεως.
Με τη σημερινή απόφασή του, το Ευρωπαικό Δικαστήριο υπενθυμίζει καταρχήν ότι η μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια της εργασίας των γιατρών αποτελεί ιδιαίτερης βαρύτητας κανόνα του εργατικού δικαίου της ΕΕ, ο οποίος πρέπει να εφαρμόζεται στην περίπτωση κάθε εργαζομένου ως ελάχιστη πρόβλεψη αποβλέπουσα στη διασφάλιση της προστασίας της υγείας και της ασφάλειάς του.
Εν προκειμένω, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι οι ώρες των ενεργών εφημεριών, καθώς και οι ώρες των εφημεριών ετοιμότητας κατά τις οποίες οι γιατροί παραμένουν στο νοσοκομείο προς παροχή ιατρικών υπηρεσιών, προστίθενται στις 35 ώρες τις οποίες προβλέπει το τακτικό εβδομαδιαίο ωράριο εργασίας. Πράγματι, σημειώνει το Ευρωδικαστήριο, ενώ τυπικώς προβλέπει τα ανώτατα όρια όσον αφορά την εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας, η ελληνική νομοθεσία προβλέπει επίσης ότι οι γιατροί υποχρεούνται να πραγματοποιούν μηνιαίως πλείονες εφημερίες ετοιμότητας, γεγονός που έχει ως συνέπεια, οσάκις αυτοί καλούνται στο νοσοκομείο προς παροχή ιατρικών υπηρεσιών, την επιμήκυνση της παραμονής τους στον χώρο εργασίας. Επιπλέον, επιτρέπει την επιβολή, υπό τη μορφή εφημεριών, πρόσθετου χρόνου εργασίας χωρίς να προβλέπει κανένα ανώτατο όριο σχετικώς.
Κατά συνέπεια, όπως αποφάνθηκε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, η ελληνική νομοθεσία έχει ως αποτέλεσμα να καθιστά δυνατή, όσον αφορά την εβδομαδιαία διάρκεια του χρόνου εργασίας, την υπέρβαση του ορίου των 48 ωρών, χωρίς να υφίσταται σαφής διάταξη η οποία να διασφαλίζει ότι οι ώρες των εφημεριών που πραγματοποιούν οι γιατροί στο νοσοκομείο δεν συνεπάγονται τέτοια υπέρβαση.
Όσον αφορά την ημερήσια ανάπαυση, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι εθνική νομοθεσία η οποία επιτρέπει ωράρια εργασίας δυνάμενα να διαρκέσουν 24 ώρες αδιαλείπτως δεν είναι συμβατή με το δίκαιο της ΕΕ. Βάσει της ελληνικής νομοθεσίας, όμως, γιατρός μπορεί να υποχρεωθεί να εργασθεί, οσάκις του τακτικού ωραρίου εργασίας έπεται άμεσα εφημερία, πέραν του εικοσιτετραώρου αδιάλειπτης εργασίας, μάλιστα, δε, έως και 32 ώρες αδιαλείπτως στην ειδική περίπτωση κατά την οποία νέο τακτικό ωράριο εργασίας αρχίζει αμέσως μετά από αυτήν την εφημερία. Η χορήγηση τέτοιων περιόδων αναπαύσεως απλώς σε «άλλες στιγμές», που δεν συνδέονται πλέον άμεσα με τον χρόνο εργασίας ο οποίος παρατάθηκε λόγω των πραγματοποιηθεισών υπερωριών, κατά το Ευρωδικαστήριο, δεν λαμβάνει υπόψη προσηκόντως την ανάγκη τηρήσεως των γενικών αρχών της προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων που συνιστούν το θεμέλιο του καθεστώτος της ΕΕ περί οργανώσεως του χρόνου εργασίας. Επομένως, η ελληνική νομοθεσία, καθόσον προβλέπει ότι η εικοσιτετράωρη ανάπαυση που πρέπει να χορηγείται σε γιατρό μετά από κάθε ενεργό εφημερία μπορεί να μεταφερθεί έως και μία εβδομάδα από της ημέρας πραγματοποιήσεως αυτής της εφημερίας, δεν είναι σύμφωνη με την οδηγία περί οργανώσεως του χρόνου εργασίας, κατέληξε το Ευρωδικαστήριο.
Καθημερινή
Προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας και στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, για την κατάργηση της έκπτωσης του συντελεστή ΦΠΑ στα νησιά και την παρακράτηση όλου του ποσοστού του ΦΠΑ, μελετά η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας.
Η Συνομοσπονδία ανακοίνωσε ότι θα αναθέσει σε νομικούς την διερεύνηση της δυνατότητας προσφυγής για παραβίαση της κοινοτικής νομοθεσίας και του Συντάγματος, με το σκεπτικό ότι τα νησιά θα έχουν βαρύ ανταγωνιστικό μειονέκτημα σε σχέση με την ηπειρωτική χώρα και την υπόλοιπη Ευρώπη.
Σε σχετική ανακοίνωση η ΕΣΕΕ καταδικάζει επίσης τη χρήση πλαστών ταμειακών μηχανών, φαινόμενο που έκανε την εμφάνισή του μέσα στις συνθήκες της κρίσης, ενώ για το θέμα της λειτουργίας των καταστημάτων τις Κυριακές (έχει τεθεί ως γνωστόν θέμα πλήρους απελευθέρωσης σύμφωνα με τις συστάσεις της εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ), επισημαίνει ότι εκκρεμεί σχετική απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Η ΕΣΕΕ ζητά επίσης να διερευνηθούν οι προϋποθέσεις συμφωνίας μεταξύ ΕΣΕΕ και Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών, Εθνικής Τράπεζας και άλλων πιστωτικών ιδρυμάτων για τις χαμηλότερες χρεώσεις χρήσης των πιστωτικών και χρεωστικών καρτών, με δυνατότητες προμήθειας «POS» στις μικρές επιχειρήσεις, ώστε να προσαρμοστούν το συντομότερο στις νέες συναλλακτικές συνθήκες.
Ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας Βασίλης Κορκίδης κατέθεσε εξάλλου χθες σε συνάντηση με τον Γενικό Γραμματέα Στρατηγικών και Ιδιωτικών Επενδύσεων Λόη Λαμπριανίδη, τις προτάσεις του εμπορίου για τον νέο αναπτυξιακό νόμο, ο οποίος αναμένεται τον Οκτώβριο.
Στις προτάσεις της ΕΣΕΕ επισημαίνεται ότι ένας από τους στόχους του νέου αναπτυξιακού πλαισίου πρέπει να είναι η υποκατάσταση των εισαγωγών από τις εξαγωγές, δεδομένου η χώρα παρουσιάζει έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών σε κλάδους και προϊόντα που παραδοσιακά ήμασταν πλεονασματικοί.
Ο κ. Κορκίδης τόνισε επιπλέον, ότι ο νέος νόμος πρέπει να αξιοποιήσει τα αποτελέσματα και τα πλεονεκτήματα των προηγούμενων σχετικών νόμων, όπως και να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που προέκυψαν από την εφαρμογή τους.
Τέλος για τη μορφή των κινήτρων η ΕΣΕΕ τονίζει ότι οι άμεσες ενισχύσεις είναι πάντα προτιμότερες, ωστόσο δεδομένης της συγκυρίας θα πρέπει να εξεταστούν φορολογικά κίνητρα, επιδότηση επιτοκίου, εγγύηση δανείων από το Δημόσιο κ.α.
ΑΠΕ-ΜΠΕ
Πρωτοβουλία του Δημάρχου Κω κ. Γιώργου Κυρίτση για να υπάρξει κοινή προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο πολιτών, παραγωγικών τάξεων, φορέων και της αυτοδιοίκησης στο Νότιο και Βόρειο Αιγαίο εκδηλώθηκε σήμερα.
Με επιστολή που απέστειλε σε όλους τους Δημάρχους των Κυκλάδων, της Δωδεκανήσου αλλά και στους Δημάρχους Λέσβου, Χίου, Σάμου, Ικαρίας, Οινουσσών, Λήμνου, Θάσου, Σαμοθράκης, Βόρειων Σποράδων και Σκύρου, ο Δήμαρχος Κω προτείνει κοινή προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στην περίπτωση κατάργησης των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ.
Ο κ.Κυρίτσης απευθύνει την ίδια επιστολή και προς τους Περιφερειάρχες αλλά και προς τα Επιμελητήρια και τους φορείς.
Επισημαίνει ότι οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ δεν είναι ούτε προνόμιο ούτε αποσπασματικό μέτρο και οι λόγοι που επέβαλλαν την θέσπιση τους, εξακολουθούν και υφίστανται. Τονίζει ότι οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ στηρίζουν την ανταγωνιστικότητα του τουριστικού μας προϊόντος, είναι ένα μέτρο εξισορρόπησης των ανισοτήτων αλλά και του υψηλού κόστους μεταφοράς προϊόντων, υπηρεσιών και προσώπων, από και προς τα νησιά.
Δεν αποτελεί ελληνική πρωτοτυπία. Μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ υπάρχουν και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με την επίκληση ιδιαίτερων γεωγραφικών χαρακτηριστικών.
‘’Στο θέμα της υπεράσπισης των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ , στο ζήτημα της διατήρησης της ανταγωνιστικότητας του τουρισμού και της τοπικής οικονομίας, δεν υπάρχουν κομματικές και παραταξιακές λογικές. Πρέπει να είμαστε όλοι ενωμένοι γιατί είναι ζήτημα επιβίωσης’’ επισημαίνει ο Δήμαρχος Κω.
Ο κ.Γιώργος Κυρίτσης, ουσιαστικά προανήγγειλε την πρόταση προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, κατά τη χθεσινή συνάντηση με τους εκπροσώπους των παραγωγικών τάξεων της Κω και τις δημοτικές παρατάξεις, λέγοντας χαρακτηριστικά:
‘’Αυτοί που μας απαιτούν ή μας ζητούν να καταργήσουμε τους μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ ή να αυξήσουμε το ΦΠΑ δεν θα συζητούσαν ποτέ να το κάνουν στις χώρες τους.
Θέλω να είμαι ξεκάθαρος.
Είμαι αποφασισμένος να δώσω μάχη. Ο Δήμος Κω θα δώσει μάχη για την υπεράσπιση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ, που ισχύουν στα νησιά μας.
Σε περίπτωση που επιχειρηθεί να γίνει νόμος του Κράτους η κατάργηση τους, θα προσφύγουμε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Γιατί υπάρχει ισχυρή νομιμοποιητική βάση που επιβάλλει την θέσπιση μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ. Λόγοι εξισορρόπησης γεωγραφικών, οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων.
Καταθέτω τη συγκεκριμένη πρόταση και θα ζητώ να συμμετέχουν και αυτοί στη συγκεκριμένη πρωτοβουλία.
Γιατί η προσπάθεια πρέπει να είναι κοινή.
Όλο το Αιγαίο πρέπει να συνενώσει τις δυνάμεις του, να διεκδικήσει το δίκιο του.
Γιατί οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ δεν είναι προνόμιο αλλά ζήτημα επιβίωσης και προοπτικής για την επόμενη μέρα.’’