Εντοπίστηκαν τα συντρίμμια του Τσέσνα που αγνοείται από χθες το απόγευμα στην περιοχή των Καλαβρύτων.
Άνδρες των σωστικών συνεργείων βρήκαν κομμάτια του αεροπλάνου στην περιοχή, 3 χλμ βόρεια από τον χώρο στάθμευσης του χιονοδρομικού κέντρου Καλαβρύτων. Νεκροί βρέθηκαν ο κυβερνήτης και ο συγκυβερνήτης του Τσέσνα.
Νεκρό εντοπίστηκε λίγο πριν από τις 8:30 το βράδυ στο φαράγγι του Βουραϊκού το 9χρονο παιδί, το οποίο αγνοείτο από αργά σήμερα το μεσημέρι, όταν κάτω από άγνωστες ακόμα συνθήκες, έπεσε από γέφυρα, κατά την διάρκεια πεζοπορίας.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το παιδί βρέθηκε σχετικά κοντά στο σημείο απ΄ όπου έπεσε, ύστερα από τις έρευνες που πραγματοποιούσαν στο φαράγγι άνδρες της ΕΜΑΚ, πυροσβέστες και αστυνομικοί.
Σχετικά με τις συνθήκες πτώσης του παιδιού, σύμφωνα με πληροφορίες, έξι ενήλικες μαζί με τρία παιδιά πραγματοποιούσαν σήμερα το μεσημέρι πεζοπορία στο φαράγγι του Βουραϊκού, όταν κάποια στιγμή το παιδί έπεσε, για άγνωστο ακόμα λόγο, από μεγάλο ύψος, κοντά στην περιοχή «Σιφώνι».
Ακολούθησε ενημέρωση των αρχών και στην περιοχή έσπευσαν άνδρες της 6ης και της 1ης ΕΜΑΚ που ξεκίνησαν τις έρευνες μέσα στο νερό, αλλά και σε δυσπρόσιτα σημεία.
Η σορός του παιδιού αναμένεται να ανασυρθεί από το φαράγγι και να μεταφερθεί με συρμό στην θέση «Νιάματα», προκειμένου να την παραλάβει ασθενοφόρο.
Με απίστευτες εκφράσεις επιτέθηκε στον Νίκο Φίλη και τους άθεους ο μητροπολίτης Καλαβρύτων και Αιγιαλείας, Αμβρόσιος.
Απευθυνόμενος στους πιστούς, το βράδυ της Μ. Παρασκευής στο Αίγιο, ο μητροπολίτης είπε ότι ο υπουργός Παιδείας ετοιμάζεται να καταργήσει το μάθημα Θρησκευτικών και να το κάνει μάθημα Θρησκειολογίας.
«Ενώπιόν σας, παρακαλώ τον Εσταυρωμένο Χριστό να σαπίσει το χέρι του Φίλη αν έχει υπογράψει τέτοια διατάγματα κι αν υπογράψει ακόμη περισσότερα», είπε ο μητροπολίτης και το επανέλαβε λίγο αργότερα, με τις ίδιες εκφράσεις.
Παράλληλα, επιτέθηκε και σε ομάδα άθεων που μέσω Facebook πρότεινε γεύματα με κρέας σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, ο κ. Αμβρόσιος ευχήθηκε «να γίνει δηλητήριο και να τους τρυπήσει το στομάχι» και «να γίνει πέτρα και να μην το χωνέψουν».
Κάποιοι από τους πιστούς αντέδρασαν, φωνάζοντας «αυτό δεν είναι αγάπη»
Περίπου στο 10ολεπτό
Eκδηλώσεις που πραγματοποιούνται ανά τη χώρα, κυρίως στα ελληνικά νησιά, όπου υπάρχει εκκλησία αφιερωμένη στην Ευαγγελίστρια, υπάρχουν ξεχωριστά έθιμα, που ίσως δεν είναι τόσο γνωστά.
Η λαμπαδηφορία στη Σκιάθο
Τα τελευταία χρόνια αναβιώνουν τα έθιμα «εωθινό» και «λαμπαδηφορία» από τον δήμο, την τοπική ομάδα Σώματος Ελληνικού Οδηγισμού και το Πνευματικό Κέντρο των εκκλησιών της Σκιάθου. Το εωθινό σημαίνει το εορταστικό ξύπνημα του νησιού και γινόταν ανήμερα της 25ης Μαρτίου στις 5.00το πρωί με τη συμμετοχή των μαθητών της ΣΤ΄ τάξης του τότε δημοτικού σχολείου. Ψέλνονταν τα ίδια εμβατήρια με αυτά του εθίμου της λαμπαδηφορίας («Ολη δόξα όλη χάρη» και «Της δόξας λάμπει γαλανό το φως στη χώρα»), καθώς και ύμνοι της Εκκλησίας προς τιμήν της απελευθέρωσης του γένους.
Στις 8.00 το βράδυ γινόταν η λαμπαδηφορία. Μαθητέςς και ενήλικες ξεχύνονταν στους δρόμους του νησιού με λαμπάδες και κεριά, ψάλλοντας τα δύο εμβατήρια («Ολη δόξα όλη χάρη» και «Της δόξας λάμπει γαλανό το φως στη χώρα»). Πρόκειται για ένα έθιμο που πηγάζει από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας και συνδυάζει την ανάσταση του Χριστού με την ανάσταση του γένους, παραλληλίζοντας το άγιο φως με το φως της ελευθερίας.
Η Βαγγελίστρα
Ιδιαίτερη αναφορά, επίσης, γι’ αυτή την ημέρα συναντάμε σε πολλά ιστορικά κείμενα για το πανηγύρι στο χωριό Φαρακλάτα της Κεφαλονιάς προς τιμή της Βαγγελίστρας.
Την προηγούμενη μέρα οι άνθρωποι πήγαιναν στην εκκλησία και σ’ ένα πανέρι τοποθετούσαν τέσσερα μικρά ψωμιά, έναν μεγάλο άρτο, ένα μπουκάλι λάδι και ένα μπουκάλι κρασί, για να εκκλησιαστούν. Μετά το τέλος της θείας λειτουργίας έπαιρναν πίσω τον μεγάλο άρτο, τον οποίο έκοβαν σε κομμάτια και τον μοίραζαν στους πιστούς, αφήνοντας το ψωμί, το λάδι και το κρασί στον ναό.
Όταν ολοκληρωνόταν ο εσπερινός, πραγματοποιούταν ολονυχτία, όπου οι κάτοικοι του χωριού «βαρούσαν τουφεκιές» ή έφερναν μπαρούτι από τον Μοριά και έριχναν πυροτεχνήματα. Στο κελί της εκκλησίας και όπου αλλού υπήρχε κόσμος μοιραζόταν φαγητό. Κάποιοι μάλιστα μαγείρευαν αλιάδα, το τυπικό φαγητό της ημέρας, μπακαλεόπιτα και κοφισόπιτα, ειδικά φτιαγμένες για το πανηγύρι που στηνόταν αμέσως μετά.
Το ξημέρωμα έβγαζαν λιτανεία την εικόνα της Βαγγελίστρας σε όλο το χωριό με τη συνοδεία της Φιλαρμονικής του Αργοστολίου, ενώ τα τελευταία χρόνια η λιτανεία πραγματοποιείται το απόγευμα της 25ης Μαρτίου.
Αξίζει, επίσης, να αναφέρουμε ότι τη συγκεκριμένη μέρα απαγορεύεται οι Κεφαλονίτες να βάλουν στο σπίτι τους λουλούδια ή χόρτα, διότι τον επόμενο χρόνο θα βρουν μέσα του φίδι, σύμφωνα πάντα με τη λαϊκή παράδοση.
Στο Ρουμλούκι της Ημαθίας
Η λέξη ρουμλούκι σημαίνει ελληνότοπος ή ελληνοχώρα. Το τοπωνύμιο αυτό δόθηκε στην περιοχή από Τούρκους κατακτητές, υποδεικνύοντας την αναγνώριση ως προς τον ελληνικό πληθυσμό που κατοικούσε στην περιοχή και η απελευθέρωσή της από τον τουρκικό ζυγό έγινε από τον ελληνικό στρατό στις 18 Οκτωβρίου του 1912. Σήμερα, Ρουμλούκι εννοούμε το τμήμα του κάμπου της Ημαθίας που διασχίζει ο ποταμός Αλιάκμονας και απλώνεται από τα υψώματα της Βέροιας μέχρι τον Λουδία και τον Θερμαϊκό.
Στην περιοχή Ρουμλούκι,την 25η Μαρτίου οι κάτοικοι έπρεπε απαραιτήτως να εκκλησιαστούν και κανείς μα κανείς δεν εργαζόταν. Μετά το πέρας της θείας λειτουργίας, ακόμη και κατά τη διάρκεια της τούρκικης κατοχής, ο δάσκαλος εκφωνούσε λόγο που τόνιζε τη διττή σημασία της ημέρας για τους ορθόδοξους Έλληνες, ενώ τη δημιουργία ελεύθερου ελληνικού κράτους οι υπόδουλοι Ρουμλουκιώτες τη χαρακτήριζαν ως Παλαιά Ελλάδα.
Στη συνέχεια, ο ιερέας τελούσε επιμνημόσυνη δέηση για τους νεκρούς αγωνιστές του 1821 και έπειτα οι μαθητές τραγουδούσαν τον Εθνικό Ύμνο και δημοτικά τραγούδια που αναφέρονταν στους ήρωες της Ελληνικής Επανάστασης. Μετά την απελευθέρωση της περιοχής, στις εκδηλώσεις για την 25η Μαρτίου συμπεριλαμβανόταν και η παρουσίαση σχετικών θεατρικών έργων.
Το μεσημέρι, οι Ρουμλουκιώτες έτρωγαν το καθιερωμένο γι’ αυτούς φαγητό της ημέρας, ταβά (ταψί) στο φούρνο με ψάρι γριβάδι και κρεμμύδια.
Στα Καλάβρυτα
Στα Καλάβρυτα, ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η αναπαράσταση της ορκωμοσίας των αγωνιστών και η κήρυξη της Επανάστασης. Ακολουθεί παρουσίαση εθνικών παραδοσιακών χορών, ενώ στις 24 του μήνα ο ηγούμενος της μονής συνηθίζεται να παραδίδει το λάβαρο της επανάστασης και ένα στεφάνι δάφνης στον πρώτο δαφνοδρόμο, για να μεταφερθούν στην Πάτρα προς στέψη του ανδριάντα Παλαιών Πατρών Γερμανός και στις 25 να επιστραφούν.
Ένα από μεγαλύτερα εγκλήματα της Ναζιστικής Γερμανίας κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Στις 13 Δεκεμβρίου του 1943 δυνάμεις της «Βέρμαχτ» σκότωσαν σχεδόν όλους τους άρρενες κατοίκους των Καλαβρύτων, σε αντίποινα για την εκτέλεση αιχμαλώτων Γερμανών στρατιωτών από τον ΕΛΑΣ.
Το τελευταίο ιδίως έτος της Κατοχής είχαν αυξηθεί δραματικά οι ακρότητες των κατακτητών, καθώς η κυριαρχία τους βρισκόταν υπό διαρκή αμφισβήτηση από την ελληνική αντίσταση και οι δυνάμεις τους δεν επαρκούσαν για να ελέγχουν τη χώρα. Η τύχη των Καλαβρύτων φαίνεται να προδιαγράφτηκε μετά την ήττα των Γερμανών από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ στη Μάχη της Κερπινής (20 Οκτωβρίου 1943), κατά την οποία σκοτώθηκαν δεκάδες Γερμανοί στρατιώτες και αιχμαλωτίστηκαν 78.
Τότε τέθηκε σε εφαρμογή από το γερμανικό στρατηγείο η «Επιχείρηση Καλάβρυτα» («Unternehmen Kalavryta»), με αντικειμενικό στόχο την περικύκλωση των ανταρτών στην ορεινή περιοχή των Καλαβρύτων και την εξόντωσή τους. Την εκτέλεση της αποστολής ανέλαβαν μονάδες της 117ης Μεραρχίας Κυνηγών, που έδρευε στην Πελοπόννησο και είχε επικεφαλής τον υποστράτηγο Καρλ φον Λε Ζουίρ (1898-1954).
Ο γερμανός στρατηγός με τις αριστοκρατικές ρίζες, έχοντας πληροφορηθεί την εκτέλεση των 78 γερμανών αιχμαλώτων από τους αντάρτες, διέταξε τους άνδρες του να μην διστάσουν να λάβουν τα πιο σκληρά αντίποινα εναντίον του άμαχου πληθυσμού της περιοχής. Ήταν, άλλωστε, πρακτική των αρχών κατοχής να εκτελούν για κάθε σκοτωμένο γερμανό στρατιωτικό πολλαπλάσιους έλληνες αμάχους.
Η «Επιχείρηση Καλάβρυτα» ξεκίνησε στις 4 Δεκεμβρίου, όταν οι γερμανικές δυνάμεις άρχισαν να συρρέουν στην ευρύτερη περιοχή των Καλαβρύτων από την Πάτρα, το Αίγιο, τον Πύργο και την Τρίπολη. Στο διάβα τους έκαιγαν χωριά και μοναστήρια (Μέγα Σπήλαιο και Αγία Λαύρα) και σκότωναν άοπλους πολίτες και μοναχούς.
Στις 9 Δεκεμβρίου έφθασαν στα Καλάβρυτα, δημιουργώντας ένα ασφυκτικό κλοιό γύρω από την πόλη. Καθησύχασαν τους κατοίκους, διαβεβαιώνοντας ότι στόχος τους ήταν αποκλειστικά η εξόντωση των ανταρτών και μάλιστα ζήτησαν από όσους την είχαν εγκαταλείψει να επιστρέψουν άφοβα πίσω στα Καλάβρυτα. Για να τους πείσουν ακόμη περισσότερο προχώρησαν στην πυρπόληση σπιτιών, που ανήκαν σε αντάρτες, και αναζήτησαν την τύχη των γερμανών τραυματιών της μάχης της Κερπινής.
Έξαφνα, όμως, το πρωί της Δευτέρας 13 Δεκεμβρίου συγκέντρωσαν όλο τον πληθυσμό στην κεντρική πλατεία και οδήγησαν τον άρρενα πληθυσμό άνω των 13 ετών σε μια επικλινή τοποθεσία, που ονομαζόταν «Ράχη του Καπή», ενώ τα γυναικόπαιδα τα κλείδωσαν στο σχολείο. Στη ράχη του Καπή εκτυλίχθηκε τις πρώτες μεταμεσημβρινές ώρες η τραγωδία, που οδήγησε σχεδόν όλο τον άρρενα πληθυσμό των Καλαβρύτων στο θάνατο. Με ριπές πολυβόλων οι Γερμανοί εκτέλεσαν τους συγκεντρωμένους, γύρω στους 800 ανθρώπους. Μόνο 13 Καλαβρυτινοί διασώθηκαν και αυτοί επειδή είχαν καλυφθεί από τα πτώματα των συμπολιτών τους και οι Γερμανοί τους θεώρησαν νεκρούς. Το σήμα για την εκτέλεση έδωσε με φωτοβολίδα από το κέντρο των Καλαβρύτων ο ταγματάρχης Χανς Εμπερσμπέργκερ και επικεφαλής του εκτελεστικού αποσπάσματος ήταν ο υπολοχαγός Βίλιμπαντ Ακαμπχούμπερ.
Κανείς από τους υπευθύνους του Ολοκαυτώματος των Καλαβρύτων δεν λογοδότησε στη Δικαιοσύνη. Ο στρατηγός Λε Ζουίρ πέθανε αιχμάλωτος των Σοβιετικών το 1954, ο Εμπερσμπέργκερ σκοτώθηκε στο Ανατολικό Μέτωπο και ο Ακαμπχούμπερ πέθανε στην Αυστρία το 1972, σε ηλικία 67 ετών. Μόνο ο κατοχικός στρατιωτικός διοικητής της Ελλάδας, στρατηγός Χέλμουτ Φέλμι (1885-1965), καταδικάσθηκε το 1948 σε κάθειρξη 15 ετών από το Δικαστήριο της Νυρεμβέργης για όλα τα εγκλήματα πολέμου του Γ’ Ράιχ στην Ελλάδα, αλλά μετά από τρία χρόνια αφέθηκε ελεύθερος. Στις 18 Απριλίου του 2000, ο τότε Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Γιοχάνες Ράου (1931-2006), επισκέφτηκε τα Καλάβρυτα και εξέφρασε τη βαθιά θλίψη του για την τραγωδία. Εντούτοις, δεν ανέλαβε την ευθύνη εξ ονόματος του γερμανικού κράτους και δεν αναφέρθηκε στο ζήτημα των αποζημιώσεων.
Πηγή sansimera.gr