Και επισήμως σε καθεστώς καθυστερημένων πληρωμών του ΔΝΤ στην ίδια κατηγορία με χώρες όπως η Ζιμπάμπουε, η Σομαλία και το Σουδάν έχει ενταχθεί από αργά χθες τα μεσάνυχτα η χώρα μας.
Η προδιαγεγραμμένη μη πληρωμή της δόσης από την Ελλάδα προς το ΔΝΤ ύψους 1,6 δισ. ευρώ επιβεβαιώθηκε και επίσημα με ανακοίνωση του εκπροσώπου Τύπου του Ταμείου που ήρθε παράλληλα με την επιβεβαίωση του αιτήματος της ελληνικής κυβέρνησης προς το Ταμείο για αναβολή της προθεσμίας πληρωμής της 30ης Ιουνίου.
Η ίδια η Γενική Διευθύντρια του ΔΝΤ έχει προ πολλού καταστήσει σαφές ότι η σύγκληση του ΔΣ του Ταμείου θα είναι άμεση, παρότι το καταστατικό του οργανισμού της δίνει θεωρητικά μία διορία 30 ημερών για να το πράξει. Με την κίνησή της αυτή η κ. Λαγκάρντ θέλει να στείλει μήνυμα προς την ελληνική κυβέρνηση να μην προσδοκά σε “περίοδο χάριτος”. Έτσι η κ.Κριστίν Λαγκάρντ αναμένεται να συγκαλέσει σήμερα το ΔΣ του Ταμείου προκειμένου να τους ενημερώσει τόσο για την εξέλιξη της μη πληρωμής της δόσης από την Ελλάδα όσο και του σχετικού αιτήματος της ελληνικής πλευράς, το οποίο σύμφωνα με πληροφορίες του TheToc είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα γίνει αποδεκτό από το Ταμείο. Το ΔΝΤ εδώ και τρεις δεκαετίες δεν έχει αποδεκτεί μία παράταση στις ημερομηνίες αποπληρωμής των δανείων του από χώρες, θεωρώντας την μία “κακή και αδιέξοδη πολιτική”.
Αν πάντως στην περίπτωση της Ελλάδας αποφασιστεί να γίνει μία εξαίρεση αυτή θα είναι μία διαδικασία που θα διαρκέσει εβδομάδες, όπως εξηγεί στο TheToc πηγή του Ταμείου και προϋποθέτει την έγκριση από το 70% των μελών που έχουν δικαίωμα ψήφου στο ΔΣ του Ταμείου. Η τελευταία φορά που το Ταμείο αποδέκτηκε μία τέτοια παράταση αντίστοιχη με αυτήν που ζητάει σήμερα η Αθήνα, ήταν στις περιπτώσεις των χωρών Νικαράγουα και Γουιάνα το 1982.
Τι σημαίνει πρακτικά η μη αποπληρωμή του ΔΝΤ
Σε πρακτικό επίπεδο η υπαγωγή της Ελλάδας στο αντίστοιχο καθεστώς υπερχρεωμένων χωρών του Τρίτου Κόσμου που αδυνατούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους, σημαίνει αυτομάτως ότι η Ελλάδα καθίσταται ανοχύρωτη απέναντι στις αγορές τόσο από την λήξη του ευρωπαϊκού προγράμματος όσο και τον αποκλεισμό της χώρας από το πρόγραμμα στήριξης του ΔΝΤ που είχε ημερομηνία λήξεως τον Μάρτιο του 2016, καθώς πλέον η Ελλάδα θεωρείται αποκλεισμένη από κάθε μορφή χρηματοδότησης του Ταμείου. Η κ. Λαγκάρντ έχει διαμηνύσει ότι προτίθεται να επιταχύνει τις διαδικασίες “αντεπίθεσης” προς την ελληνική πλευρά για την μη πληρωμή της δόσης, οι οποίες οδηγούν σε χρονικό ορίζοντας 15 μηνών σε πλήρη εγκατάλειψη της βοήθειας του ΔΝΤ προς την χώρας μας σε τεχνικό επίπεδο, σε χρονικό ορίζοντα 18 μηνών σε αποπομπή της Ελλάδας από τα όργανα εκπροσώπησής της, και σε ένα χρονικό ορίζοντα 24 μηνών σε πλήρη εκδίωξη της Ελλάδας ως μέλος του ΔΝΤ.
Θα θεωρηθεί χρεοκοπία;
Πάντως το ζητούμενο αυτήν την στιγμή είναι το κατά πόσο η μη πληρωμή της δόσης προς το Ταμείο θα θεωρηθεί ως χρεοκοπία της Ελλάδας. Οι απαντήσεις που δίνει το ΔΝΤ είναι διφορούμενες ως προς αυτό το ζητούμενο, άλλοτε υπονοώντας ότι συνιστά χρεοκοπία κι δηλώνοντας ότι αυτή η εξέλιξη δεν σηματοδοτεί την χρεοκοπία της χώρας. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι ο οίκος Fitch εξέδωσε την εκτίμηση ότι αυτή η εξέλιξη “δεν συνιστά από μόνη της μία χρεοκοπία”, αν και όλα θα κριθούν από τις κινήσεις της ΕΚΤ.
Θέμα αξιοπιστίας της κυβέρνησης θα θέσει η Λαγκάρντ
Σε πολιτικό επίπεδο πάντως, η κ. Λαγκάρντ βρίσκεται σε πλήρη σύμπνοια με τους Ευρωπαίους και ειδικότερα το Βερολίνο. Σύμφωνα με πληροφορίες του TheToc αναμένεται να θέσει- πιθανότατα και δημόσια- θέμα αξιοπιστίας της νέας ελληνικής κυβέρνησης, ακόμα κι αν βρεθούν σημεία σύγκλισης για μία συμφωνία. Το ΔΝΤ εγείρει σοβαρές πλέον ενστάσεις για το αν η Αθήνα θα θελήσει με ειλικρίνεια να εφαρμόσει αυτά τα συμφωνηθέντα- ακόμα κι αν εκ μέρους των δανειστών επιδειχθεί η θέληση να υπάρξει συμφωνία.
Όπως χαρακτηριστικά δηλώνει στο TheToc το πρώην διευθυντικό στέλεχος του Ταμείου, Ντέσμον Λάχμαν το Ταμείο δεν πρόκειται να επανέλθει σε διαπραγματεύσεις ουσίας με την Αθήνα για μία συμφωνία, αν πρώτα η ελληνική κυβέρνηση δεν αποδείξει έμπρακτα την αλλαγή στάσης της.
thetoc.gr
Την άποψη πως η Ευρώπη θα έπρεπε να τον ευχαριστεί εξέφρασε ο Βλαντιμίρ Πούτιν μιλώντας σε διεθνή πρακτορεία.
Ο Ρώσος πρόεδρος τόνισε ότι το σχέδιο κατασκευής αγωγού φυσικού αερίου σε ελληνικό έδαφος θα βοηθήσει τους Έλληνες να αποπληρώσουν τους διεθνείς δανειστές, σύμφωνα με το ρωσικό κρατικό πρακτορείο ΡΙΑ-Νόβοστι, που επικαλείται το Associated Press.
«Εάν η ΕΕ θέλει η Ελλάδα να αποπληρώσει τα χρέη της, τότε πρέπει να ενδιαφέρεται για μια αναπτυσσόμενη ελληνική οικονομία, που θα βοηθά να ξεπληρωθούν τα χρέη. Η ΕΕ πρέπει να μας χειροκροτά. Πού είναι το κακό στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στην Ελλάδα;»
iefimerida.gr
Σύμφωνα με τη γερμανική εφημερίδα Welt, η Γερμανίδα καγκελάριος Α. Μέρκελ επιθυμεί να κλείσει το ζήτημα της Ελλάδας πριν από τη Σύνοδο Κορυφής της Ομάδας G7 αυτό το Σαββατοκύριακο, και μάλιστα ενδέχεται να πετύχει τον στόχο της, διότι όπως ακούγεται στους κύκλους των διαπραγματεύσεων υπολογίζουν σε μια συμφωνία ως σήμερα.
Παράταση του τρέχοντος προγράμματος βοήθειας της Ελλάδας ως το φθινόπωρο βλέπει ο γερμανικός Τύπος
Όπως σημειώνουν η Frankfurter Allgemeine και η Die Welt, κύκλοι που πρόσκεινται στις διαπραγματεύσεις αναφέρουν ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση συζητείται μια νέα πρόταση. Σύμφωνα με αυτή, το τρέχον πρόγραμμα βοήθειας της Ελλάδας αναμένεται να παραταθεί στα τέλη του μήνα ως το φθινόπωρο.
«Τεχνικά αυτό το βήμα δεν μπορεί να αποφευχθεί. Δεν έχουμε άλλη δυνατότητα ώστε να περάσει η Ελλάδα το καλοκαίρι», επεσήμαναν κύκλοι από τις διαπραγματεύσεις, όπως αναφέρει η Welt.
Στην περίπτωση που αποφασιστεί παράταση του τρέχοντος προγράμματος, θα δοθούν νέα χρήματα στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με τη FAZ, οι πιστωτές της Ελλάδας επιθυμούν να θέσουν στη διάθεση της Αθήνας ένα μέρος των 10,9 δισεκ. ευρώ που προορίζονταν για την ανακεφαλαίοποίηση των ελληνικών τραπεζών. Σε αντάλλαγμα οι πιστωτές θα ζητήσουν, μεταξύ άλλων, προσθέτει η ίδια εφημερίδα, τη μείωση των όλων των συντάξεων κατά 1% του ΑΕΠ και τη συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων.
Όπως σημειώνει η Handelsblatt, κύκλοι της ΕΚΤ, της ΕΕ και του ΔΝΤ εκτιμούν ότι δεν θα επιτευχθεί συμφωνία για ένα τρίτο πρόγραμμα διάσωσης μέσα στον Ιούνιο. Γι' αυτό και θεωρούν ότι αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος να δοθούν νέα χρήματα στην Ελλάδα.
Πάντως, άλλη πηγή από τις διαπραγματεύσεις δήλωσε στη Welt ότι «ακόμη τίποτε δεν έχει αποφασιστεί». Η εφημερίδα όμως σχολιάζει ότι ένα μέρος του Eurogroup όπως και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να υποστηρίξουν την πρόταση αυτή.
Εξάλλου, εξηγεί η Welt, η Γερμανίδα καγκελάριος 'Αγγελα Μέρκελ επιθυμεί να κλείσει το ζήτημα της Ελλάδας πριν από τη σύνοδο κορυφής της Ομάδας G7 αυτό το Σαββατοκύριακο, καθώς θα ήθελε να αποφύγει να κυριαρχήσει στις συζητήσεις.
Και μάλιστα, σημειώνει η εφημερίδα, η Μέρκελ ενδέχεται να πετύχει τον στόχο της, διότι όπως ακούγεται στους κύκλους των διαπραγματεύσεων υπολογίζουν σε μια συμφωνία ως σήμερα. Επισήμως πάντως αυτή η εκτίμηση δεν επιβεβαιώνεται.
Πηγή ΑΠΕ ΜΠΕ
Μέσα στο καλοκαίρι, ίσως και τον Ιούλιο, αναμένεται η ΔΕΗ να προχωρήσει στις μειώσεις των τιμολογίων ηλεκτρικού ρεύματος για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις και ενώ η Ελλάδα, όπως προκύπτει από στοιχεία της Eurostat, βρίσκεται στην πέμπτη υψηλότερη θέση της ΕΕ σε ό,τι αφορά το ύψος των αυξήσεων που έγιναν στο δεύτερο εξάμηνο του 2014.
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Εθνους», η διοίκηση της εταιρείας έχει στη διάθεσή της τα αποτελέσματα μελέτης που περιγράφει αναλυτικά τα κόστη λειτουργίας της επιχείρησης καθώς και της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά και τα άμεσα, όπως και τα μακροπρόθεσμα μέτρα που μπορεί να λάβει για τον περιορισμό των δαπανών.
Οι ίδιες πηγές αναφέρουν στο «Εθνος» πως δεν τίθεται ζήτημα περαιτέρω μείωσης των μισθολογικών εξόδων, τα οποία τα τελευταία χρόνια έχουν συμπιεστεί δραματικά. Η ΔΕΗ θα είναι σε θέση, λένε οι πληροφορίες, να ανακοινώσει αυτές τις δράσεις εξοικονόμησης δαπανών καθώς και τα νέα χαμηλότερα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος εντός της θερινής περιόδου, πιθανόν και τον Ιούλιο.
Δεν έχει αποσαφηνιστεί αν οι μειώσεις θα είναι οριζόντιες για τους πελάτες της χαμηλής τάσης, αλλά και τι θα γίνει με τις τιμές της κιλοβατώρας για τους μεγάλους καταναλωτές της υψηλής και μέσης τάσης (βιομηχανίες), οι οποίοι επιδιώκουν διαμόρφωση τιμολογίων ανάλογα με το προφίλ της επιχείρησης.
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat η Ελλάδα είναι στην πέμπτη θέση της ΕΕ σε ό,τι αφορά το ποσοστό αύξησης των τιμολογίων ρεύματος. Για την ακρίβεια την περίοδο β' εξαμήνου 2014-2013 τα νοικοκυριά πλήρωσαν κατά μέσο όρο το ρεύμα ακριβότερα κατά 5,2%.
Στην ΕΕ οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος για τις οικογένειες αυξήθηκαν κατά μέσο όρο 2,9%. Μεγάλο μέρος στην τελική τιμή που πληρώνει ο καταναλωτής καταλαμβάνουν οι φόροι και τα τέλη. Το μέσο ποσοστό επί της συνολικής αξίας που πληρώνουν οι Ευρωπαίοι πολίτες είναι 32%.
Οι υψηλότερες αυξήσεις, σύμφωνα με τη Eurostat, καταγράφονται στη Γαλλία (10,2%), στο Λουξεμβούργο (5,6%), στην Ιρλανδία (5,4%), στην Ελλάδα (5,2%), την Πορτογαλία (4,7%), στο Ηνωμένο Βασίλειο (4,6%), στην Ισπανία (4,1%), στη Δανία (3,2%) κ.ο.κ. Αντίθετα οι μεγαλύτερες μειώσεις, στο δεύτερο εξάμηνο της περασμένης χρονιάς, σημειώθηκαν στη Μάλτα (-26,2%), την Τσεχία (-10,2%), την Ουγγαρία (-9,9%), την Ολλανδία (-9,6%), τη Σλοβακία (-9,2%) και στο Βέλγιο (-7,8%).
Τιμές
Τις χαμηλότερες τιμές ρεύματος τις πληρώνουν οι Βούλγαροι (9 ευρώ ανά 100 κιλοβατώρες), οι Ούγγροι (11,5 ευρώ ανά 100 κιλοβατώρες) και τις υψηλότερες οι Δανοί (30,4 ευρώ ανά 100 κιλοβατώρες) και οι Γερμανοί (29,7 ευρώ ανά 100 κιλοβατώρες). Οι Ελληνες ως προς το ύψος της τιμής βρίσκονται στην 11η θέση, με την τιμή των 100 κιλοβατωρών να διαμορφώνεται στα 17,9 ευρώ.
Οι φόροι και τα τέλη επιβαρύνουν σε σημαντικό ποσοστό τις τιμές. Ετσι στη Δανία το μερίδιο αυτό φτάνει στο 57% της τελικής τιμής, στη Γερμανία το 52%, ενώ στην Ελλάδα αντιστοιχεί στο 32%. Η Μάλτα και το Ηνωμένο Βασίλειο έχουν τους χαμηλότερους φόρους στην τιμή ρεύματος, καθώς αυτοί ανέρχονται μόλις στο 5%.
Στους ηγέτες της ΕΕ εναπόκειται η απόφαση για συμφωνία, μετά τις σημαντικές παραχωρήσεις της Ελλάδας στη διαπραγμάτευση, τονίζει ο Ελληνας πρωθυπουργός με άρθρο του στη γαλλική Le Monde με τίτλο «Η Ευρώπη βρίσκεται σε σταυροδρόμι».
Ο Αλέξης Τσίπρας τονίζει ότι η προσπάθεια επιβολής πολιτικών στις χώρες που είναι σε πρόγραμμα αντιστοιχεί με κατάργηση της Δημοκρατίας και τονίζει ότι πιθανή δημιουργία μίας Ευρώπης δύο ταχυτήτων θα απειλήσει την οικονομία σε όλο το Δυτικό Κόσμο.
Λίγες ώρες πριν τις επαφές που θα έχει με την Γερμανία καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ και τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ, ο Ελληνας πρωθυπουργός στέλνει μήνυμα για το πολιτικό διακύβευμα της διαπραγμάτευσης μεταξύ της Ελλάδας και των δανειστών, τονίζοντας ότι η ευθύνη δεν βαρύνει τους θεσμούς που -πλην της Κομισιόν- δεν λογοδοτούν στους λαούς καθώς δεν είναι αιρετοί, αλλά στους ηγέτες των χωρών μελών της ΕΕ.
Να αποκαταστήσουμε την αλήθεια για την καθυστέρηση
«Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η ελληνική πλευρά δεν κάνει τίποτα για την επίτευξη συμφωνίας γιατί προσέρχεται στις διαπραγματεύσεις με αδιαλλαξία και χωρίς προτάσεις. Έχουν όμως έτσι τα πράγματα; ... Δεδομένης της ιστορικής στιγμής στην οποία ζούμε, όχι μόνο για το μέλλον της Ελλάδας αλλά και για εκείνο της Ευρώπης, θα ήθελα να αποκαταστήσω την αλήθεια και να ενημερώσω με τρόπο υπεύθυνο την ευρωπαϊκή και παγκόσμια κοινή γνώμη για τις προθέσεις και τις πραγματικές προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης», λέει ο κ.Τσίπρας.
«Πρέπει να πούμε τα πράγματα ως έχουν: εάν δεν έχει υπάρξει ακόμη συμφωνία με τους εταίρους, αυτό δεν οφείλεται στην δική μας αδιαλλαξία ούτε σε ακατανόητες προτάσεις της ελληνικής πλευράς. Οφείλεται στην εμμονή ορισμένων εκπροσώπων των θεσμών που επιμένουν σε παράλογες λύσεις και αδιαφορούν για το δημοκρατικό αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών στην Ελλάδα αλλά και για τη δημόσια αναγνώριση από τους ευρωπαϊκούς και διεθνείς θεσμούς που εμφανίζονται έτοιμοι να δείξουν ευελιξία για να σεβαστούν το αποτέλεσμα της κάλπης», συνεχίζει, για να προσθέσει: «Μπορώ να συμπεράνω ότι το Ελληνικό ζήτημα δεν αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα, αλλά είναι το θέμα που βρίσκεται στο κέντρο μιας σύγκρουσης ανάμεσα σε δύο αντίθετες στρατηγικές για το μέλλον της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης».
Κλειδί η Δημοκρατία και η ενότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας
«Η πρώτη είναι η εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης στο πλαίσιο της ισότητας και της αλληλεγγύης μεταξύ των λαών και των πολιτών της. Εκείνοι που υποστηρίζουν αυτή τη στρατηγική θα πρέπει να θυμούνται ότι είναι απαράδεκτο να αναγκάσουν τη νέα ελληνική κυβέρνηση να εφαρμόσει τις ίδιες πολιτικές με την εκείνες που επιχείρησε η απερχόμενη κυβέρνηση και απέτυχε εντελώς. Διαφορετικά, θα πρέπει να αφαιρέσετε το δικαίωμα των εκλογών σε όλες τις χώρες που υπόκεινται σε πρόγραμμα λιτότητας. Θα πρέπει επίσης να δεχτούμε ότι οι πρωθυπουργοί και οι κυβερνήσεις κατόπιν απαίτησης από τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς θεσμούς , ότι οι πολίτες θα στερούνται το δικαίωμά τους να ψηφίζουν μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος. Πρέπει να έχουμε επίγνωση ότι αυτό θα ισοδυναμούσε με κατάργηση της δημοκρατίας στην Ευρώπη και την αρχή μιας απαράδεκτης ρήξης στο εσωτερικό της ΕΕ. Τέλος, όλα αυτά θα οδηγήσουν στη γέννηση ενός τεχνοκρατικού τέρατος και στην απομόνωσης της Ευρώπης και των βασικών αξιών της», προειδοποιεί ο κ.Τσίπρας.
«Η δεύτερη στρατηγική οδηγεί σε διαταραχή και διάσπαση της ζώνης του ευρώ και ως εκ τούτου της ΕΕ. Το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση θα ήταν η δημιουργία μιας ζώνης του ευρώ δύο ταχυτήτων, όπου ο πυρήνας θα επιβάλει σκληρούς κανόνες λιτότητας και προσαρμογής. Αυτός ο πυρήνας επιβάλλει επίσης την τοποθέτηση ενός υπερ-υπουργού Οικονομικών της ζώνης του ευρώ που θα απολαμβάνει τεράστια δύναμη και θα έχει το δικαίωμα να απορρίψει τους εθνικούς προϋπολογισμούς, ακόμη και των κυρίαρχων κρατών, τα οποία δεν συμμορφώνονται με τα δόγματα του νεοφιλελευθερισμού».
Πρώτο θύμα όσων αντιδρούν η Ελλάδα
Ο Ελληνας πρωθυπουργός συνεχίζει λέγοντας ότι «για όλες τις χώρες που αρνούνται να υποκύψουν σε αυτή τη νέα δύναμη, η λύση είναι πολύ απλή: αυστηρή τιμωρία, υποχρεωτική λιτότητα, και, επιπλέον, περιορισμό κινήσεων των κεφαλαίων, πειθαρχικές κυρώσεις, πρόστιμα, ακόμη και τη δημιουργία ενός παράλληλου νομίσματος με το ευρώ. Αυτή τη νέα Ευρώπη επιδιώκουν να χτίσουν. Η Ελλάδα είναι το πρώτο θύμα. Ήδη παρουσιάζεται ως ένα κακό παράδειγμα στα άλλα κράτη και λαούς της Ευρώπης, ως ανυπάκουη, που δεν θα πρέπει να την ακολουθήσουν».
Τονίζει επίσης ότι «το βασικό πρόβλημα είναι ότι αυτή η δεύτερη στρατηγική συνεπάγεται μεγάλους κινδύνους και εκείνοι που τη στηρίζουν δεν φαίνεται να το καταλαβαίνουν αυτό. Αυτή η δεύτερη στρατηγική μπορεί να είναι η αρχή του τέλους, δεδομένου ότι αλλάζουν τη νομισματική πολιτική της ζώνης του ευρώ. Επιπλέον, εγκαινίασαν μια διαδικασία οικονομικής και πολιτικής αβεβαιότητας που θα μπορούσε επίσης να μετατρέψει σε βάθος χρόνου τις οικονομικές και πολιτικές ισορροπίες σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο».
«Σήμερα, η Ευρώπη βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι. Μετά από σημαντικές παραχωρήσεις από την ελληνική κυβέρνηση, η απόφαση εναπόκειται όχι πλέον στους θεσμούς που με εξαίρεση την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν εκλέγονται και δεν είναι υπόλογοι στο λαό, αλλά στα χέρια των ηγετών της Ευρώπης», καταλήγει ο κ.Τσίπρας.
Ολόκληρο το άρθρο του Ελληνα πρωθυπουργού στη γαλλική εφημερίδα:
Στις 25 του περασμένου Γενάρη ο ελληνικός λαός πήρε μια γενναία απόφαση. Τόλμησε να αμφισβητήσει το μονόδρομο της σκληρής λιτότητας του μνημονίου και να επιδιώξει μια νέα συμφωνία. Μια νέα συμφωνία που επιτρέπει στην Ελλάδα να επιστρέψει στην ανάπτυξη εντός του ευρώ με ένα οικονομικό πρόγραμμα βιώσιμο, χωρίς τα λάθη του παρελθόντος.
Αυτά τα λάθη, άλλωστε, τα πλήρωσε ακριβά ο ελληνικός λαός, αφού μέσα σε πέντε χρόνια η ανεργία σκαρφάλωσε στο 28% (60% για τους νέους), το μέσο εισόδημα μειώθηκε κατά 40%, ενώ η Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, έγινε η χώρα της Ε.Ε. με τον υψηλότερο δείκτη κοινωνικής ανισότητας.
Και το χειρότερο: Το πρόγραμμα αυτό, παρά τα βαρύτατα πλήγματα στον κοινωνικό ιστό, δεν κατάφερε την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Το δημόσιο χρέος εκτινάχθηκε από το 124% στο 180% του ΑΕΠ, η ελληνική οικονομία -παρά τις βαριές θυσίες του λαού της- παραμένει εγκλωβισμένη σε ένα κλίμα διαρκούς αβεβαιότητας, που γεννούν οι ανέφικτοι στόχοι δημοσιονομικής εξισορρόπησης που την υποχρεώνουν να πορεύεται σε έναν φαύλο κύκλο λιτότητας και ύφεσης.
Βασικός στόχος της νέας ελληνικής κυβέρνησης τους τελευταίους τέσσερις μήνες είναι να δοθεί τέλος σε αυτό τον φαύλο κύκλο, τέλος σε αυτή την αβεβαιότητα. Μια αμοιβαία επωφελής συμφωνία που θέτει ρεαλιστικούς στόχους πλεονασμάτων, ενώ ταυτόχρονα επαναφέρει την ατζέντα της ανάπτυξης και των επενδύσεων, μια οριστική λύση στο ελληνικό ζήτημα, είναι σήμερα πιο ώριμη και πιο αναγκαία από ποτέ.
Μια τέτοια συμφωνία, εξάλλου, θα σημάνει και το τέλος της ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης που ξέσπασε επτά χρόνια πριν, κλείνοντας τον κύκλο της αβεβαιότητας για την Ευρωζώνη.
Σήμερα η Ευρώπη έχει τη δυνατότητα να πάρει αποφάσεις που θα πυροδοτήσουν μια ραγδαία ανάκαμψη της ελληνικής και της ευρωπαϊκής οικονομίας, δίνοντας τέλος στα σενάρια περί Grexit, που εμποδίζουν μια μακροπρόθεσμη σταθεροποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας και μπορούν ανά πάσα στιγμή να κλονίσουν την εμπιστοσύνη, τόσο των πολιτών όσο και των επενδυτών στο κοινό μας νόμισμα.
Λένε, όμως, πολλοί ότι η ελληνική πλευρά δεν βοηθάει σ' αυτή τη κατεύθυνση γιατί προσέρχεται στις διαπραγματεύσεις αδιάλλακτη και χωρίς προτάσεις.
Είναι πράγματι έτσι;
Επειδή οι στιγμές είναι κρίσιμες, ίσως και ιστορικές, όχι μόνο για το μέλλον της Ελλάδας αλλά και για την πορεία της Ευρώπης, θα ήθελα με τη σημερινή μου παρέμβαση να αποκαταστήσω την αλήθεια και να ενημερώσω υπεύθυνα την παγκόσμια κοινή γνώμη για τις πραγματικές προθέσεις και θέσεις της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Η ελληνική κυβέρνηση, στη βάση της απόφασης του Eurogroup της 20ης του Φλεβάρη, έχει καταθέσει ένα ευρύτατο πακέτο μεταρρυθμιστικών προτάσεων, με στόχο μια συμφωνία που θα συνδυάζει τόσο το σεβασμό στην ετυμηγορία του ελληνικού λαού όσο, όμως, και το σεβασμό στους κανόνες και τις αποφάσεις που διέπουν τη λειτουργία της Ευρωζώνης.
Βασική κατεύθυνση των προτάσεών μας είναι η δέσμευση σε χαμηλότερα -και ως εκ τούτου εφικτά- πρωτογενή πλεονάσματα το 2015 και το 2016 και σε υψηλότερα για τα επόμενα χρόνια, δεδομένου ότι προσδοκούμε ανάλογη αύξηση των ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.
Εξίσου βασικό σημείο των προτάσεών μας είναι η δέσμευση για αύξηση των δημοσίων εσόδων, μέσω, όμως, αναδιανομής των βαρών από τα χαμηλά και μεσαία στα υψηλά εισοδήματα, που μέχρι σήμερα απέφευγαν να πληρώσουν το δικό τους μερίδιο για την αντιμετώπιση της κρίσης, καθώς στη χώρα μου προστατεύτηκαν αποτελεσματικά, τόσο από την πολιτική ελίτ, όσο και από τα «στραβά μάτια» της τρόικα.
Από την πρώτη στιγμή της νέας διακυβέρνησης, άλλωστε, δείξαμε αυτές τις προθέσεις και την αποφασιστικότητά μας, νομοθετώντας συγκεκριμένη ρύθμιση που αντιμετωπίζει την απάτη των τριγωνικών συναλλαγών, εντατικοποιώντας τους τελωνειακούς και φορολογικούς ελέγχους, ώστε να περιορίσουμε ουσιαστικά το λαθρεμπόριο και τη φοροδιαφυγή.
Για πρώτη φορά μετά από χρόνια καταλογίσαμε τα οφειλόμενα χρέη των ιδιοκτητών των μέσων ενημέρωσης προς το ελληνικό δημόσιο.
Η αλλαγή κλίματος στη χώρα είναι σαφής και αποδεικνύεται από το γεγονός ότι και τα δικαστήρια επιταχύνουν το έργο τους για την απονομή δικαιοσύνης σε υποθέσεις μεγάλης φοροδιαφυγής. Οι ολιγάρχες, με άλλα λόγια, που είχαν συνηθίσει στην προστασία του πολιτικού συστήματος έχουν, πλέον, πολλούς λόγους να χάνουν τον ύπνο τους.
Δεν είναι, όμως, μόνο οι βασικές κατευθύνσεις, αλλά και οι εξειδικευμένες προτάσεις που έχουμε καταθέσει στο πλαίσιο των συζητήσεων με τους θεσμούς που έχουν καλύψει ένα τεράστιο μέρος της απόστασης που μας χώριζε πριν από μερικούς μήνες. Συγκεκριμένα, η ελληνική πλευρά έχει αποδεχθεί την υλοποίηση σειράς θεσμικών μεταρρυθμίσεων, όπως η ενίσχυση της ανεξαρτησίας της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (ΓΓΔΕ) και της Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), παρεμβάσεις για την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης αλλά και παρεμβάσεις στις αγορές προϊόντων ώστε να αρθούν στρεβλώσεις και προνόμια.
Επίσης, παρά την κάθετη αντίθεσή μας στο μοντέλο ιδιωτικοποιήσεων που προωθείται από τους θεσμούς, γιατί δεν δημιουργεί αναπτυξιακή προοπτική και δεν μεταφέρει πόρους στην πραγματική οικονομία, αλλά στο, ούτως ή άλλως, μη βιώσιμο χρέος, αποδεχθήκαμε να ολοκληρώσουμε, με κάποιες μικρές τροποποιήσεις, το πρόγραμμα των ιδιωτικοποιήσεων, αποδεικνύοντας έμπρακτα την διάθεσή μας για βήματα προσέγγισης.
Συμφωνήσαμε, επίσης, να υλοποιήσουμε μια μεγάλη μεταρρύθμιση στο ΦΠΑ απλοποιώντας το σύστημα και ενισχύοντας την αναδιανεμητική διάσταση του φόρου, ώστε να επιτύχουμε αύξηση τόσο της εισπραξιμότητας όσο και των εσόδων.
Καταθέσαμε συγκεκριμένες προτάσεις μέτρων που θα επιφέρουν περαιτέρω αύξηση των εσόδων: Έκτακτη εισφορά στα πολύ υψηλά κέρδη, φόρο στο ηλεκτρονικό στοίχημα, εντατικοποίηση των ελέγχων των μεγαλοκαταθετών / φοροφυγάδων, μέτρα για την είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το δημόσιο, ειδικό φόρο πολυτελείας, διαγωνισμό για τις ραδιοτηλεοπτικές άδειες τις οποίες η τρόικα ξέχασε συμπτωματικά επί πενταετία και άλλα.
Τα μέτρα αυτά όχι μόνο αυξάνουν τα έσοδα, αλλά ταυτόχρονα δεν δημιουργούν υφεσιακό αποτέλεσμα, αφού δεν μειώνουν ακόμη περισσότερο την ενεργό ζήτηση και δεν προσθέτουν περισσότερα βάρη στα χαμηλά και μεσαία κοινωνικά στρώματα.
Συμφωνήσαμε, επιπλέον, να υλοποιήσουμε μια μεγάλη μεταρρύθμιση στο ασφαλιστικό σύστημα. Με την ενοποίηση ταμείων και την κατάργηση διατάξεων που κακώς επιτρέπουν τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, γεγονός που αυξάνει το πραγματικό όριο συνταξιοδότησης. Και όλα αυτά παρά το γεγονός ότι οι απώλειες των ασφαλιστικών ταμείων που έχουν δημιουργήσει το μεσοπρόθεσμο πρόβλημα βιωσιμότητάς τους, οφείλονται κατά κύριο λόγο σε πολιτικές επιλογές για τις οποίες σοβαρότατη ευθύνη φέρουν τόσο οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις όσο και κυρίως η τρόικα (μείωση των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων κατά 25 δισ. ευρώ μέσω του PSI αλλά και υψηλότατη ανεργία που οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στο ακραίο πρόγραμμα λιτότητας που εφαρμόζεται στη χώρα από το 2010).
Τέλος, και παρά τη δέσμευσή μας προς τους εργαζόμενους να αποκαταστήσουμε άμεσα την ευρωπαϊκή νομιμότητα στην αγορά εργασίας που αποδιαρθρώθηκε πλήρως την τελευταία πενταετία υπό το πρόσχημα της ανταγωνιστικότητας, αποδεχθήκαμε να υλοποιήσουμε την εργασιακή μεταρρύθμιση μόνο μετά από διαβούλευση με τον ILO, που ήδη έχει τοποθετηθεί θετικά στις προτάσεις της ελληνικής κυβέρνησης.
Με δεδομένα τα παραπάνω εύλογα αναρωτιέται κανείς γιατί αυτή η επιμονή σε μονότονες δηλώσεις θεσμικών αξιωματούχων ότι η Ελλάδα δεν καταθέτει προτάσεις; Ποιον σκοπό εξυπηρετεί αυτή η παρατεταμένη στάση ρευστότητας προς την Ελληνική οικονομία, τη στιγμή μάλιστα που η Ελλάδα έχει αποδείξει ότι θέλει να σεβαστεί τις εξωτερικές της υποχρεώσεις, πληρώνοντας από τον Αύγουστο του 2014 περισσότερα από 17 δισ. ευρώ σε τόκους και χρεολύσια (περίπου 10% του ΑΕΠ της) χωρίς καμία απολύτως εξωτερική χρηματοδότηση; Και, τέλος, ποια η σκοπιμότητα των συντονισμένων διαρροών ότι δεν είμαστε κοντά σε μια συμφωνία που θα βάλει ένα τέλος στην πανευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομική και πολιτική αβεβαιότητα που συντηρείται εξαιτίας του ελληνικού ζητήματος;
Η ανεπίσημη απάντηση από την μεριά ορισμένων είναι ότι δεν είμαστε κοντά σε συμφωνία επειδή η ελληνική πλευρά εμμένει στις θέσεις της για την αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και αρνείται να προχωρήσει στην περαιτέρω μείωση των συντάξεων.
Οφείλω, λοιπόν, ορισμένες διευκρινήσεις.
Σ' ό,τι αφορά το πρώτο ζήτημα, η θέση της ελληνικής πλευράς είναι ότι δεν είναι δυνατόν η νομοθεσία προστασίας των εργαζομένων στην Ελλάδα να μην ανταποκρίνεται στα ευρωπαϊκά στάνταρ ή, πολύ περισσότερο, να παραβιάζει κατάφωρα την ίδια την ευρωπαϊκή εργατική νομοθεσία. Αυτό που ζητάμε δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτά που ισχύουν σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Και γι' αυτό άλλωστε, πρόσφατα, προχώρησα και σε κοινή δήλωση για το θέμα με τον Πρόεδρο Ζ. Κλ. Γιούνγκερ.
Σ' ό,τι αφορά το δεύτερο ζήτημα, αυτό των συντάξεων, η θέση της ελληνικής κυβέρνησης είναι απολύτως τεκμηριωμένη και λογική. Στην Ελλάδα οι συντάξεις έχουν μειωθεί σωρευτικά στα χρόνια του μνημονίου από 20% μέχρι και 48%, ενώ αυτή τη στιγμή το 44,5% των συνταξιούχων παίρνουν σύνταξη κάτω από το σταθερό όριο της σχετικής φτώχειας, ενώ και ένα ποσοστό, περίπου 23,1% των συνταξιούχων, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, ζει σε κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού.
Είναι, λοιπόν, προφανές ότι αυτή η εικόνα, αποτέλεσμα της μνημονιακής πολιτικής, δεν μπορεί να γίνει ανεκτή όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για οποιαδήποτε πολιτισμένη χώρα.
Ας πούμε λοιπόν τα πράγματα με το όνομά τους.
Η μη επίτευξη συμφωνίας, μέχρι στιγμής, δεν οφείλεται σε μια υποτιθέμενη άτεγκτη, αδιάλλακτη και ακατανόητη στάση της Ελλάδας. Αλλά στην επιμονή ορισμένων θεσμικών παραγόντων να καταθέτουν προτάσεις παράλογες και να δείχνουν παντελή αδιαφορία τόσο στην πρόσφατη δημοκρατική επιλογή του ελληνικού λαού, όσο και στη δημόσια παραδοχή και των τριών θεσμών ότι θα υπάρξει η αναγκαία ευελιξία, ώστε να γίνει σεβαστή η λαϊκή ετυμηγορία.
Για ποιο λόγο όμως αυτή η επιμονή ;
Μια πρώτη αβίαστη σκέψη θα ήταν ότι η επιμονή οφείλεται στην επιθυμία ορισμένων να μη παραδεχθούν τα λάθη τους και να επιβεβαιώσουν εαυτούς παραγνωρίζοντας την αποτυχία τους. Εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε τη δημόσια παραδοχή, πριν από λίγα χρόνια, του ΔΝΤ ότι έσφαλε στον υπολογισμό της ύφεσης που θα προκαλούσε το μνημονιακό πρόγραμμα. Ωστόσο θεωρώ ότι αυτή είναι μια ρηχή προσέγγιση. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι το μέλλον της Ευρώπης εξαρτάται από το πείσμα ή την εμμονή κάποιων παραγόντων.
Καταλήγω, λοιπόν, στο συμπέρασμα ότι το ζήτημα της Ελλάδας δεν αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα, αλλά αποτελεί το επίκεντρο της σύγκρουσης δύο εκ διαμέτρου αντίθετων στρατηγικών για το μέλλον της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Η πρώτη στρατηγική επιδιώκει την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης σε ένα πλαίσιο ισότητας και αλληλεγγύης μεταξύ των λαών και των πολιτών της. Οι υπέρμαχοι αυτής της στρατηγικής ξεκινούν από το δεδομένο ότι δεν είναι δυνατόν να ζητείται από την νέα ελληνική κυβέρνηση να κάνει τα ίδια με την προηγούμενη –η οποία, δεν πρέπει να ξεχνάμε, απέτυχε παταγωδώς. Και ξεκινούν από αυτό το δεδομένο, γιατί διαφορετικά θα έπρεπε να καταργήσουμε τις εκλογές σε όσες χώρες βρίσκονται σε πρόγραμμα. Να αποδεχτούμε, δηλαδή, να διορίζονται οι υπουργοί και οι πρωθυπουργοί από τους θεσμούς και οι πολίτες να αποστερούνται από το δικαίωμα του εκλέγειν μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος.
Καταλαβαίνουν ότι κάτι τέτοιο σημαίνει την ολοκληρωτική κατάργηση της δημοκρατίας στην Ευρώπη, το τέλος κάθε προσχήματος και την αρχή μιας διάσπασης και ενός απαράδεκτου διχασμού της Ενωμένης Ευρώπης. Σημαίνει εν τέλει την αρχή για την δημιουργία ενός τεχνοκρατικού τερατουργήματος, που θα οδηγήσει σε μια Ευρώπη εντελώς ξένη προς τις ιδρυτικές της αξίες.
Η δεύτερη στρατηγική επιδιώκει ακριβώς αυτό: Τη διάσπαση και τον διχασμό της Ευρωζώνης και συνακόλουθα της Ε.Ε.
Πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι η δημιουργία μιας Ευρωζώνης δύο ταχυτήτων, όπου ο σκληρός πυρήνας θα θέτει σκληρούς κανόνες λιτότητας και προσαρμογής και θα διορίζει έναν Υπερυπουργό Οικονομικών της Ευρωζώνης με απεριόριστη εξουσία, με τη δυνατότητα δηλαδή να απορρίπτει ακόμη και προϋπολογισμούς κυρίαρχων κρατών που δεν ευθυγραμμίζονται με τα δόγματα του ακραίου νεοφιλελευθερισμού.
Για όσες χώρες δε αρνούνται να υποκύψουν στην νέα εξουσία η λύση θα είναι απλή: Σκληρή τιμωρία. Υποχρεωτική λιτότητα. Και, ακόμη περισσότερο, περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων, πειθαρχικές κυρώσεις, πρόστιμα, ακόμη και παράλληλο νόμισμα. Έτσι οικοδομείται η νέα ευρωπαϊκή εξουσία με πρώτο θύμα την Ελλάδα η οποία στο μυαλό αρκετών αποτελεί χρυσή ευκαιρία παραδειγματισμού για όλους τους υποψήφιους απείθαρχους.
Το πρόβλημα, όμως, που δεν φαίνεται να λαμβάνει υπόψη της η δεύτερη αυτή στρατηγική είναι το υψηλό ρίσκο που επωμίζεται και τους τεράστιους κινδύνους που εγκυμονεί. Διότι όχι μόνο διακινδυνεύει να αποτελέσει την αρχή του τέλους για το εγχείρημα της ενωμένης Ευρώπης, μετατρέποντας την ευρωζώνη από νομισματική ένωση σε ζώνη συναλλαγματικών ισοτιμιών, αλλά επίσης πυροδοτεί και μια διαδικασία οικονομικής και πολιτικής αβεβαιότητας που είναι πολύ πιθανό να μετασχηματίσει πλήρως τις οικονομικές και πολιτικές ισορροπίες σε ολόκληρη τη Δύση.
Η Ευρώπη, λοιπόν, βρίσκεται σε σταυροδρόμι. Μετά από τις σοβαρές παραχωρήσεις της ελληνικής κυβέρνησης η απόφαση είναι στα χέρια όχι των θεσμών που άλλωστε -με εξαίρεση την Ευρωπαϊκή Επιτροπή- δεν εκλέγονται και δεν λογοδοτούν στους λαούς, αλλά στα χέρια των ηγετών της Ευρώπης.
Ποια στρατηγική θα επικρατήσει; Εκείνη του ρεαλισμού για μια Ευρώπη της αλληλεγγύης, της ισότητας και της δημοκρατίας ή η στρατηγική της ρήξης και της διχοτόμησης;
Αν κάποιοι, πάντως, νομίζουν ή, θέλουν να πιστεύουν, ότι η απόφαση αυτή αφορά αποκλειστικά και μόνο την Ελλάδα διαπράττουν μεγάλος λάθος. Θα τους πρότεινα απλώς να ξαναδιαβάσουν το αριστούργημα του Χέμινγουεϊ: «Για ποιον χτυπά η καμπάνα;».
ethnos.gr