Το ενδεχόμενο να βάλει «πλαφόν» στο ύψος των ληξιπρόθεσμων επιχειρηματικών οφειλών που θα ρυθμίζονται προς τις τράπεζες και το Δημόσιο, προκειμένου να προχωρήσει το νομοσχέδιο για τα «κόκκινα» δάνεια εξετάζει το υπουργείο Ανάπτυξης.
Οι ενστάσεις που έγειρε η τρόικα αναφορικά με τις επιπτώσεις που θα υπάρξουν στην κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών καθώς και στα δημοσιονομικά, από τις διαγραφές κεφαλαίων δανείων αλλά και προστίμων και προσαυξήσεων προς το Δημόσιο, αναγκάζουν το υπουργείο Ανάπτυξης να προχωρήσει σε ασκήσεις επί χάρτου προκειμένου να κάνει ολοκληρωμένη παρουσίαση στους δανειστές, αλλά και για να καταλήξει στις τελικές αποφάσεις.
Όπως έγραψε χθες η «Η» το νομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης για τα «κόκκινα» δάνεια ξεμπλόκαρε μετά τη συμφωνία του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης και της τρόικας να προχωρήσουν οι διατάξεις του νομοσχεδίου που αφορούν σε 109.000 επιχειρήσεις με υπερήμερες οφειλές προς τις τράπεζες, το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία και για τις 1.000 με τις μεγαλύτερες οφειλές να ακολουθήσει μία πιο προσεκτική αξιολόγηση.
Έτσι, το υπουργείο Ανάπτυξης αναμένεται να προχωρήσει σε ασκήσεις προσομοίωσης ως προς τις συνέπειες της διαγραφής χρεών στους μεγαλοοφειλέτες. Αν οι επιπτώσεις είναι σημαντικές και ιδίως ως προς τα έσοδα του κράτους και τα ασφαλιστικά ταμεία, τότε η κυβέρνηση θα κάνει νομοθέτημα με πιο αυστηρά κριτήρια και πιο σκληρούς όρους ως προς τη συμμετοχή των μεγάλων στη ρύθμιση των χρεών. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο για να ξεχωρίσουν οι 1.000 από τις υπόλοιπες 109.000 επιχειρήσεις τότε θα μπει ένα ανώτατο όριο ως προς το ύψος των χρεών.Δεν αποκλείεται, όμως, λένε οι πληροφορίες, σε περίπτωση που η άσκηση βγάλει ανεκτά συμπεράσματα, τότε το νομοσχέδιο να κατατεθεί όπως αρχικώς είχε ετοιμαστεί.
Τι προέβλεπε το νομοσχέδιο
Με τις διατάξεις του νομοσχεδίου που είχε ετοιμάσει το υπουργείο Ανάπτυξης προβλέπονταν διαδικασίες «εξπρές» για «κούρεμα» κεφαλαίων και τόκων από καθυστερούμενα δάνεια μικρών επιχειρηματιών, αλλά ακόμη και 120 άτοκες μηνιαίες δόσεις για την αποπληρωμή χρεών προς τις εφορίες και τα ασφαλιστικά ταμεία, αφού σβηστούν πρόστιμα και προσαυξήσεις της περιόδου της κρίσης 2010-2013.
Στα 18 άρθρα του νομοσχεδίου περιλαμβάνονταν και πιο γρήγοροι τρόποι εξυγίανσης των μεγαλύτερων επιχειρήσεων. Πρόκειται για εκείνες που έχουν προσωπικό πάνω από 10 άτομα και κύκλο εργασιών άνω των 900.001 ευρώ αλλά αν και θέλουν να ρυθμίσουν τις οφειλές τους εντούτοις σκοντάφτουν... στην απροθυμία ορισμένων εκ των πιστωτών τους. Και για τις περιπτώσεις αυτές οριζόταν η διαγραφή προστίμων και προσαυξήσεων από χρέη προς το Δημόσιο όπως και το «κούρεμα» απαιτήσεων των τραπεζών αλλά την έγκριση θα τη έδινε δικαστική απόφαση. Αυτή θα εκδιδόταν μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Με τις «γενναίες» ρυθμίσεις τραπεζών και δημοσίου έπαυαν αυτόματα τα όποια διωκτικά μέτρα σε βάρος των μικρών και μεγάλων οφειλετών, οι οποίοι θα μπορούν και πάλι να εκδίδουν επιταγές. Σε ό,τι αφορά τις μεγάλες επιχειρήσεις με προσωπικό άνω των εννέα εργαζομένων και τζίρο άνω των 900.000 ευρώ, το σχέδιο νόμου χώριζε αυτούς τους οφειλέτες σε δύο περιπτώσεις.
Η πρώτη προέβλεπε την υπαγωγή στην έκτακτη διαδικασία ρύθμισης των επιχειρήσεων αλλά χωρίς να είναι δεσμευτική για όλους τους πιστωτές.
Όπως περιέγραφαν οι σχετικές διατάξεις «κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα και εφόσον έχει το κέντρο των συμφερόντων του στην Ελλάδα μπορεί να αιτείται προς το αρμόδιο δικαστήριο (Πολυμελές Πρωτοδικείο) τη ρύθμιση των υποχρεώσεών του. Απαιτείται όμως σε αυτή να συναινούν πιστωτές που εκπροσωπούν τουλάχιστον το 50% του συνόλου των απαιτήσεων, στο οποίο περιλαμβάνεται το 30% των τυχόν εμπραγμάτως ή με ειδικό προνόμιο ή προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων απαιτήσεων ή με άλλης μορφής εξασφαλιστική συμφωνία ως προς περιουσιακό στοιχείο.
Επίσης χρειάζεται να συναινούν δύο ή περισσότερα πιστωτικά ιδρύματα (συμπεριλαμβανομένων εταιρειών χρηματοδοτικής μίσθωσης ή πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων) και οι απαιτήσεις τους εκπροσωπούν ποσό ίσο τουλάχιστον προς 30% του συνόλου των απαιτήσεων».
Η δεύτερη περίπτωση είχε να κάνει πάλι με τις μεγάλες επιχειρήσεις που θα έμπαιναν στη διαδικασία της ρύθμισης αλλά δεσμεύοντας όλους τους πιστωτές. Όπως περιέγραφαν οι διατάξεις: «Στην περίπτωση αυτή μπορεί και πάλι να αιτείται ρύθμισης κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα, εφόσον στη ρύθμιση αυτή συναινούν πιστωτές που εκπροσωπούν το 60% του συνόλου των απαιτήσεων, στο οποίο περιλαμβάνεται το 40% των τυχόν εμπραγμάτως ή με ειδικό προνόμιο ή προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων απαιτήσεων ή με άλλης μορφής εξασφαλιστική συμφωνία ως προς περιουσιακό στοιχείο».
imerisia.gr