Νέα δεδομένα στο πολιτικό σκηνικό – με την επιρροή Βερολίνου και Βρυξελλών - δημιουργεί αφ' ενός η τοποθέτηση Τσίπρα ότι δεν θα δεσμευτεί από τις συμφωνίες των προκατόχων του σε περίπτωση εκλογικής νίκης και αφ' ετέρου οι κόκκινες γραμμές που έχουν θέσει οι κυβερνητικοί εταίροι για το θέμα της αλλαγής του συνδικαλιστικού νόμου και του ανοίγματος του ασφαλιστικού, αναφέρει ρεπορτάζ της Καθημερινής.
Σύμφωνα με αυτό, η κυβέρνηση θα επιδιώξει μία συμφωνία με τους εταίρους για την «μετά-μνημονιακή Ελλάδα», η οποία θα «παγώσει» και θα ενεργοποιηθεί μόνο σε περίπτωση εκλογής προέδρου της Δημοκρατίας από την παρούσα Βουλή, δηλαδή αν η κυβέρνηση δεν πέσει με αφορμή την προεδρική εκλογή και εξαντλήσει τη θητεία της.
Το δημοσίευμα αναφέρει πως φιλοδοξία της κυβέρνησης ήταν να έχει πετύχει τρεις στόχους ως το τέλος του χρόνου:
- Να έχει ολοκληρώσει τη διαπραγμάτευση με την τρόικα, ενδεχόμενο που δεν φαίνεται να επιτυγχάνεται καθώς η τρόικα πιέζει για θέματα που αποτελούν αυτή τη στιγμή «κόκκινες γραμμές» για την συγκυβέρνηση.
- Να έχει πετύχει έναν εσωτερικό συμβιβασμό μεταξύ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ ώστε η όποια συμφωνία να ψηφιστεί στη Βουλή.
- Να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους για τη «μεταμνημονιακή εποχή», με επίκεντρο τη δημιουργία υβριδικής γραμμής πίστωσης, αλλά και ένα πλαίσιο δεσμεύσεων που θα πρέπει να αναλάβει η χώρα για το 2015 ώστε να έχει πρόσβαση στα κεφάλαια που θα δεσμευθούν.
Το δίλημμά των βουλευτών
Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ, ο αρχικός σχεδιασμός ήταν τα τρία αυτά βήματα να έχουν ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του χρόνου και η συμφωνία με τους εταίρους, είτε να έχει υπογραφεί και από τις δύο πλευρές, είτε να υπάρξει μία «επιστολή προθέσεων» της Αθήνας προς τις Βρυξέλλες πριν την ψηφοφορία για Πρόεδρο.
Ωστόσο, κατά πληροφορίες, το τελευταίο δεκαήμερο τα δεδομένα τείνουν να αλλάξουν, μετά και τη ρητή θέση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλ. Τσίπρα, κατά την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης από τη Βουλή, ότι δεν πρόκειται να αναγνωρίσει καμία συμφωνία που θα υπογράψει με τους εταίρους η παρούσα κυβέρνηση.
Επιπλέον στενός συνεργάτης του κ. Τσίπρα, ανέφερε την εβδομάδα που πέρασε πως, την επόμενη συμφωνία με τους εταίρους «δεν θα την υπογράψουν Σαμαράς και Βενιζέλος, αλλά ο λαός».
Η τοποθέτηση του κ. Τσίπρα, η οποία κατεγράφη τόσο από το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες, όσο και από το ΔΝΤ, οδηγεί σε ένα διαφορετικό τοπίο: Η κυβέρνηση θα επιμείνει στην επίτευξη συμφωνίας με την ΕΕ, αλλά αυτή δεν θα υπογραφεί πριν από τη διαδικασία της προεδρικής εκλογής.
Επί της ουσίας, δηλαδή, ψηφίζοντας για Πρόεδρο της Δημοκρατίας ο κάθε βουλευτής θα καλείται να πει «ναι» ή «όχι» στη μετάβαση της χώρας στη μεταμνημονιακή εποχή, αλλά και στις συζητήσεις για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, που επίσης θα έχουν δρομολογηθεί.
Εάν εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας, η συμφωνία για την προληπτική γραμμή πίστωσης –που ούτως ή άλλως έχει ετήσια διάρκεια– θα τεθεί σε ισχύ.
Σε διαφορετική περίπτωση, θα αποτελέσει το διακύβευμα των προσεχών εκλογών, με τους πολίτες να καλούνται να επιλέξουν μεταξύ αυτής και της επαναδιαπραγμάτευσης από μηδενική βάση για διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους που επαγγέλλεται ο ΣΥΡΙΖΑ.
Τα δύσκολα «προαπαιτούμενα»
Τέλος, το ρεπορτάζ της Καθημερινής, σημειώνει ότι «προαπαιτούμενο» προκειμένου η κυβέρνηση να ολοκληρώσει τη διαπραγμάτευση για τη «μεταμνημονιακή εποχή» είναι να ολοκληρωθεί η τρέχουσα αξιολόγηση της τρόικας, αλλά και τα όποια μέτρα συμφωνηθούν να «περάσουν» από τη Βουλή.
Ωστόσο, μέχρι στιγμής, ανοιχτό παραμένει το ασφαλιστικό, όπου η τρόικα επιμένει στη θέση για αύξηση του αριθμού των ενσήμων για την καταβολή της κατώτατης σύνταξης.
Επίσης, ανοικτό παραμένει το ζήτημα του νέου συνδικαλιστικού νόμου, με αιχμή όχι μόνον το λεγόμενο «λοκ άουτ», αλλά και τη διαδικασία λήψης απόφασης για την κήρυξη απεργιών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το ΔΝΤ έχει διαμηνύσει πως δεν θα επιστρέψει, εάν δεν έχει αποσαφηνιστεί πλήρως από την ελληνική πλευρά το εύρος της επερχόμενης διαπραγμάτευσης, αλλά και το πεδίο πιθανού συμβιβασμού.