Το δέκατο τμήμα του Τουρκικού Συμβουλίου της Επικρατείας αποφάσισε ότι η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε μουσείο από την τότε κυβέρνηση του Κεμάλ Ατατούρκ το 1934 (περίοδος Μεσοπολέμου) ήταν παράνομη και ως εκ τούτου δίνει σήμερα το «πράσινο φως» για τη μετατροπή της εκ νέου σε τόπο λατρείας των μουσουλμάνων (όπως ήταν από την πτώση της Κωνσταντινούπολης στον Μωάμεθ τον Πορθητή το 1453 μέχρι το 1934).
Γράφει ο Αθανάσιος Ε. Δρούγος*
Η απόφαση -αν και αναμενόμενη- εκτιμάται ότι θα έχει ευρύτερες επιπτώσεις, σε μία ιδιαίτερα κρίσιμη χρονική περίοδο που η Αγκυρα έχει πολλά ανοικτά μέτωπα στις διεθνείς σχέσεις, ενώ εμπλέκεται σε υπολογίσιμο αριθμό πολεμικών επιχειρήσεων σε Μεσοποταμία και βορειαφρικανική ακτή.
Επιπλέον παρέχεται η ευχέρεια των κινήσεων στον Τούρκο πρόεδρο να την υλοποιήσει (κάτι που ο ίδιος επιθυμεί), αφού το ισχυρό προεδρικό καθεστώς τού παρέχει τεράστια προνόμια. Αν και η περίπτωση του κορυφαίου ορθόδοξου ναού δεν εντάσσεται στα ελληνοτουρκικά ζητήματα, είναι σίγουρο ότι θα έχει επιπτώσεις και παρενέργειες και στις διμερείς μας σχέσεις, αφού και η συγκεκριμένη τουρκική ενέργεια είναι προκλητική και αποτελεί «χτύπημα» στους απανταχού χριστιανούς. Η όλη υπόθεση είναι πλέον διαθέσιμη στον Ερντογάν και τις στρατηγικές του επιλογές.
Μεθόδευση
Είναι σημαντικό να επισημανθεί από την αρχή ότι το θέμα της επιστροφής της Αγια-Σοφιάς σε τζαμί -ειδικά αυτή τη φορά-υποστηριζόταν έντονα από εκτεταμένες ψυχολογικές ως και επιρροής επιχειρήσεις του καθεστώτος Ερντογάν, ενώ συμμετείχαν ενεργά οι κορυφαίοι υπουργοί του (Αμυνας-Εξωτερικών-Οικονομικών-Ενέργειας-Θρησκευτικών Υποθέσεων-Δικαιοσύνης) καθώς και υψηλόβαθμα στελέχη του κυβερνώντος κόμματος AKP και του συνοδοιπόρου κόμματος της Εθνικιστικής Δράσης (των Γκρίζων Λύκων) του ακροδεξιού ηγέτη.
Επιπλέον και η «λύκαινα» Μεράλ Ακσενέρ του Καλού Κόμματος υποστήριζε τις μαξιμαλιστικές θέσεις της τουρκικής προεδρίας στο θέμα της Αγια-Σοφιάς, ενώ και η κεμαλική αντιπολίτευση δεν ήταν έντονα μαχητική κατά της μετατροπής της ιστορικής εκκλησίας του 6ου αιώνα σε τζαμί, οπότε απλά κινήθηκε σε γενικόλογες αναφορές.
Η κοινή γνώμη διαμορφώθηκε από τον Ερντογάν αυτή τη φορά κατάλληλα, μέσω δημοσκοπήσεων, που έδιναν τεράστια ποσοστά υποστήριξης στη θέση ότι ήρθε η ώρα να επιστρέψει ο ορθόδοξος ναός σε καθεστώς τζαμιού (ας ληφθεί υπόψη ότι είναι στα περίπου 20 τουρκικά μνημεία πολιτιστικής παρουσίας και πρώτος σε ετήσια επισκεψιμότητα τουριστών από όλο τον κόσμο).
Αδιαφορία
Παρά τις επιστολές του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Μάικ Πομπέο προς τον Ερντογάν να μην αλλάξει το ισχύον καθεστώς, παρά την τοποθέτηση του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, του Ρώσου Πατριάρχη Κυρίλλου, διαφόρων πολιτικών ηγετών της Ε.Ε. αλλά και της δυναμικής και εμπεριστατωμένης συνέντευξης του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου στην εφημερίδα «Washington Post», η θέση της τουρκικής προεδρίας και κυβέρνησης δεν μετατοπίστηκε καθόλου.
Αυτό αποτελεί άλλη μία περίπτωση εξασθένισης και αδυναμίας των ξένων ηγετών στο να μπορούν να επηρεάσουν τον Ερντογάν σε κρίσιμες πολιτικές και άλλες αποφάσεις. Αυτό το έχουμε δει στην περίπτωση της προμήθειας του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400 από την Aγκυρα (όπου δεν αποδέχθηκε τις αμερικανικές θέσεις), στις μαζικές παραβιάσεις με πολεμικά και υδρογραφικά-πλωτά γεωτρύπανα στην κυπριακή ΑΟΖ, στις συνεχείς εισβολές στο συριακό έδαφος, καθώς και στην αποστολή εκστρατευτικού στρατιωτικού σώματος στη Λιβύη (παρά τις αντιδράσεις πολλών διεθνών παραγόντων). Επιπρόσθετα δεν έδωσε την πρέπουσα σημασία (αν και η αντίδραση ήταν σχετικά αργά) στην ανακοίνωση της UNESCO, στον κατάλογο της οποίας ανήκει ο ιστορικός ναός ως τμήμα της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς με παγκόσμιες προεκτάσεις.
Στρατηγική
Η ευθεία και εμφανέστατη πρόκληση της αλλαγής καθεστώτος στην Αγια-Σοφιά αναμφίβολα στοχεύει στην περαιτέρω ενίσχυση των ισλαμογενών και σκληροπυρηνικών ισλαμικών τάσεων στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της Τουρκίας, ενώ πληροφορίες μου φέρουν να είχε ενημερώσει υψηλόβαθμα πρόσωπα στον Οργανισμό Ισλαμικής Ενότητας, καθώς και τους προέδρους του Πακιστάν και Αζερμπαϊτζάν, τον Εμίρη του Κατάρ και τον πρωθυπουργό της Μαλαισίας. Μέσω τέτοιων κινήσεων ο Ερντογάν -ειδικά σε μία λεπτεπίλεπτη οικονομική κατάσταση της χώρας του-,επιδιώκει να εμφανίζεται σε παγκόσμιο επίπεδο ως ο ισχυρός μουσουλμάνος ηγέτης που ξεπερνά την προσωπικότητα του Κεμάλ και ότι «οι υποσχέσεις του δεν είναι μόνο λόγια αλλά και έργα». Το γεγονός ότι όλα πλέον κρίνονται από τον ίδιο (και σε αυτό το θέμα) ενισχύει τη θέση του, ενώ εντάσσω και τη σημερινή εξέλιξη στο θέμα της Αγια-Σοφιάς στο πλαίσιο των αναθεωρητικών ενεργειών της Αγκυρας, καθώς πλησιάζουμε στα 100 χρόνια από τη Συνθήκη της Λωζάννης του 1923. Ολα είναι ενταγμένα στη συνολική αναθεωρητική πολιτική ατζέντα του Τούρκου προέδρου στους τομείς της θρησκείας, της γεωγραφίας, της Ιστορίας, της πολιτικής και του δικαίου (προφανώς όπως αυτός το εκλαμβάνει).
Αξίζει να επισημανθεί ότι ανήμερα της απόφασης για την Αγια-Σοφιά συντονισμένα -όπως πάντα- γνωστά στελέχη του AKP σε προφορικές και γραπτές παρεμβάσεις τους τόνιζαν ότι η Αγια-Σοφιά -πέραν των θρησκευτικών αλλαγών- θα «διατηρήσει»(!) τον μουσειακό χαρακτήρα της, ενώ χρησιμοποιούσαν περίτεχνα λεξιλόγιο όπου μεταξύ άλλων ανέφεραν ότι «είναι απόφαση του Τουρκικού Εθνους» και ότι «έρχεται η άνοιξη για το ναό». Σε αυτή την κατηγορία επίσημων προπαγανδιστών εντάσσω τον υπουργό Δικαιοσύνης Αμπντουλκαντίρ Γκιουλ , τον γαμπρό του και υπουργό Οικονομικών Μπεράτ Αλμπαϊράκ που επικαλέστηκε τον γνωστό Τούρκο ποιητή Φαζίλ Κισακουρέκ και τη γνωστή ρήση του «Υπόψη νέοι μου. Δεν γνωρίζω αν θα γίνει σήμερα ή αύριο ,αλλά η Αγια-Σοφιά θα ανοίξει».
Η Δύση
Τη συνολική στάση Ερντογάν και σε αυτό το θέμα οι ηγέτες των δυτικών κρατών (έστω και αν τα κράτη τους είναι σε φάση παρακμής και ενδογενών αδυναμιών) θα πρέπει να την επαναξιολογήσουν, γιατί η συμπεριφορά του «έχει υπερκεράσει όλα τα ανεκτά όρια». Και επειδή η Τουρκία είναι από τις χώρες που έχουν λόγο και παρουσία σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης μέσω ισχυρών και προπαγανδιστικών ισλαμικών κύκλων, συμμάχων της κρατών ως και ευέλικτης διπλωματίας, χρειάζεται να παρακολουθούμε με ορθάνοικτα τα μάτια μας τις επερχόμενες εξελίξεις. Και ο Ελληνισμός να προετοιμάζεται για ακόμα μεγαλύτερες προκλήσεις από την ερντογανική Τουρκία, ειδικά σε βάρος των εθνικών κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
*Ο Δρ Αθανάσιος Ε. Δρούγος είναι Διεθνολόγος-Γεωστρατηγικός Αναλυτής
Από την έντυπη έκδοση