Με το άρθρο 4 παράγρ. 1 του ν. 2703/1999 (ΦΕΚ 72/Α/8.4.1999) καθιερώθηκε η 9η Μαΐου, ημέρα λήξης του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ως ημέρα πανελλαδικού εορτασμού της Εθνικής Αντίστασης 1941-1944 κατά του ναζισμού και του φασισμού, για την έμπρακτη απόδοση της οφειλόμενης τιμής προς τους πολεμιστές, τους αγωνιστές, τους νεκρούς και τα θύματα του αγώνα του Ελληνικού Λαού εναντίον των εχθρικών στρατευμάτων κατοχής.
ΤΟ ΥΠΕΣΔΑ εξέδωσε εγκύκλιο απευθυνόμενη προς του Περιφερειάρχες, αναφέροντας τα εξής:
«Κατά το φετινό εορτασμό, τη Δευτέρα 9 Μαΐου 2016, το σχετικό πρόγραμμα πρέπει να περιλαμβάνει:
α) Γενικό σημαιοστολισμό σε ολόκληρη τη Χώρα από την όγδοη πρωινή ώρα μέχρι τη δύση του ηλίου, την ημέρα της εορτής.
β) Τέλεση δοξολογίας στις έδρες των Περιφερειών & Περιφερειακών Ενοτήτων και εκφώνηση ομιλίας, στο χώρο κατάθεσης στεφάνων.
γ) Κατάθεση στεφάνων στις έδρες των Περιφερειών & Περιφερειακών Ενοτήτων.
Εκ μέρους της Εθνικής Αντίστασης, στεφάνι θα καταθέσουν εκπρόσωποι όλων των οργανώσεων οι οποίες έλαβαν ενεργά μέρος, στον αγώνα και την αντίσταση κατά των δυνάμεων κατοχής.
δ) Φωταγώγηση όλων των καταστημάτων του δημοσίου, των Ο.Τ.Α., καθώς και των καταστημάτων των Ν.Π.Δ.Δ. και των Τραπεζών, από τη δύση του ηλίου της 9ης Μαΐου μέχρι τις πρωινές ώρες της επομένης.
ε) Στις τελετές των παραγράφων (β) και (γ), εφόσον αυτό είναι δυνατόν, θα παραστούν και οι φιλαρμονικές των οικείων Δήμων.
Ύστερα από τα παραπάνω, παρακαλούμε να επιμεληθείτε για την έγκαιρη έκδοση του σχετικού προγράμματος εορτασμού της ημέρας λήξης του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, προκειμένου ο εορτασμός της ημέρας αυτής να ανταποκρίνεται στην ιδιαίτερη σημασία της και
στις γενικότερες συνθήκες της Χώρας».
Όσο προχωρά η έρευνα των αστυνομικών της Κρατικής Ασφάλειας για το χθεσινοβραδινό επεισόδιο σε ψητοπωλείο στο Μοναστηράκι ενισχύονται οι αρχικές υποψίες ότι τα άτομα που δέχθηκαν την επίθεση ανήκουν σε πυρήνα ακροδεξιών οργανώσεων της Γερμανίας.
Οι ίδιες πηγές της αστυνομίας αναφέρουν πως τα συγκεκριμένα άτομα παρά το γεγονός ότι επιμένουν να ισχυρίζονται πως ήρθαν στην Αθήνα για «τουρισμό» πριν από δύο ημέρες, τα στοιχεία που έχουν στα χέρια τους φανερώνουν πως βρίσκονται στη χωρά μας για να συμμετέχουν στην αυριανή πορεία για την επέτειο των Ιμίων που διοργανώνει η Χρυσή Αυγή. «Δεν είναι η πρώτη φορά που έρχονται ακροδεξιοί από τη Γερμάνια για τον συγκεκριμένο σκοπό. Πέρσι καταφέραμε να αποτρέψουμε τη σύρραξη.
Φέτος όμως οι αντιεξουσιαστές είχαν καλύτερη ενημέρωση και εντόπισαν τα άτομα στο Μοναστηράκι» αναφέρει στο enikos.gr ανώτατος αξιωματικός της Κατεχάκη. Προβληματισμό προκαλεί επίσης το γεγονός πως οι Γερμανοί δεν επιθυμούν να καταθέσουν μηνύσεις τονίζοντας αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. πως δεν το κάνουν για να μην αποκαλύψουν το λόγο που βρίσκονται στην Ελλάδα. Πληροφορίες αναφέρουν πως εκτός από τους Γερμανούς ακροδεξιούς στη χώρα αναμένονται νεοναζί από την Αγγλία, τη Γάλλια, την Αυστρία και την Πολώνια.
enikos.gr
Τη θλιβερή επέτειο για την πτώση του ελικοπτέρου του Πολεμικού Ναυτικού στα Ίμια επέλεξε ο αρχηγός της Χρυσής Αυγής, Νίκος Μιχαλολιάκος για να προκαλέσει για ακόμη μια φορά.
Ο Ν. Μιχαλολιάκος προσερχόμενος στη συγκέντρωση οπαδών του κόμματός του στα γραφεία της Μεσογείων χαιρέτισε τους συγκεντρωμένους υψώνοντας με τον φασιστικό τρόπο το χέρι του και αμαυρώνοντας ουσιαστικά τη θυσία των τριών αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού.
Ο αμετανόητος αρχηγός της εγκληματικής οργάνωσης, επέτρεψε στο ναζιστικό του παρελθόν όταν με κείμενά του αλλά και με παρουσίες του, αποθέωνε τον Χίτλερ και τη ναζιστική Γερμανία, ύψωνε το χέρι και χαιρετούσε ναζιστικά, μιλούσε κατά της Δημοκρατίας την οποία βεβαίως χρησιμοποιεί ως μέλος του Κοινοβουλίου. Δεν είναι η πρώτη φορά που προκαλεί ο Μιχαλολιάκος και η παρέα του στη Χρυσή Αυγή που προσβάλλουν την ιστορική μνήμη και τα εκατομμύρια των νεκρών από τους Ναζί αλλά και που συνεχίζουν να προκαλούν αμαυρώνοντας τη μνήμη των τριών παλικαριών που χάθηκαν εκείνη τη νύχτα στα Ιμια.
Ένα από μεγαλύτερα εγκλήματα της Ναζιστικής Γερμανίας κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Στις 13 Δεκεμβρίου του 1943 δυνάμεις της «Βέρμαχτ» σκότωσαν σχεδόν όλους τους άρρενες κατοίκους των Καλαβρύτων, σε αντίποινα για την εκτέλεση αιχμαλώτων Γερμανών στρατιωτών από τον ΕΛΑΣ.
Το τελευταίο ιδίως έτος της Κατοχής είχαν αυξηθεί δραματικά οι ακρότητες των κατακτητών, καθώς η κυριαρχία τους βρισκόταν υπό διαρκή αμφισβήτηση από την ελληνική αντίσταση και οι δυνάμεις τους δεν επαρκούσαν για να ελέγχουν τη χώρα. Η τύχη των Καλαβρύτων φαίνεται να προδιαγράφτηκε μετά την ήττα των Γερμανών από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ στη Μάχη της Κερπινής (20 Οκτωβρίου 1943), κατά την οποία σκοτώθηκαν δεκάδες Γερμανοί στρατιώτες και αιχμαλωτίστηκαν 78.
Τότε τέθηκε σε εφαρμογή από το γερμανικό στρατηγείο η «Επιχείρηση Καλάβρυτα» («Unternehmen Kalavryta»), με αντικειμενικό στόχο την περικύκλωση των ανταρτών στην ορεινή περιοχή των Καλαβρύτων και την εξόντωσή τους. Την εκτέλεση της αποστολής ανέλαβαν μονάδες της 117ης Μεραρχίας Κυνηγών, που έδρευε στην Πελοπόννησο και είχε επικεφαλής τον υποστράτηγο Καρλ φον Λε Ζουίρ (1898-1954).
Ο γερμανός στρατηγός με τις αριστοκρατικές ρίζες, έχοντας πληροφορηθεί την εκτέλεση των 78 γερμανών αιχμαλώτων από τους αντάρτες, διέταξε τους άνδρες του να μην διστάσουν να λάβουν τα πιο σκληρά αντίποινα εναντίον του άμαχου πληθυσμού της περιοχής. Ήταν, άλλωστε, πρακτική των αρχών κατοχής να εκτελούν για κάθε σκοτωμένο γερμανό στρατιωτικό πολλαπλάσιους έλληνες αμάχους.
Η «Επιχείρηση Καλάβρυτα» ξεκίνησε στις 4 Δεκεμβρίου, όταν οι γερμανικές δυνάμεις άρχισαν να συρρέουν στην ευρύτερη περιοχή των Καλαβρύτων από την Πάτρα, το Αίγιο, τον Πύργο και την Τρίπολη. Στο διάβα τους έκαιγαν χωριά και μοναστήρια (Μέγα Σπήλαιο και Αγία Λαύρα) και σκότωναν άοπλους πολίτες και μοναχούς.
Στις 9 Δεκεμβρίου έφθασαν στα Καλάβρυτα, δημιουργώντας ένα ασφυκτικό κλοιό γύρω από την πόλη. Καθησύχασαν τους κατοίκους, διαβεβαιώνοντας ότι στόχος τους ήταν αποκλειστικά η εξόντωση των ανταρτών και μάλιστα ζήτησαν από όσους την είχαν εγκαταλείψει να επιστρέψουν άφοβα πίσω στα Καλάβρυτα. Για να τους πείσουν ακόμη περισσότερο προχώρησαν στην πυρπόληση σπιτιών, που ανήκαν σε αντάρτες, και αναζήτησαν την τύχη των γερμανών τραυματιών της μάχης της Κερπινής.
Έξαφνα, όμως, το πρωί της Δευτέρας 13 Δεκεμβρίου συγκέντρωσαν όλο τον πληθυσμό στην κεντρική πλατεία και οδήγησαν τον άρρενα πληθυσμό άνω των 13 ετών σε μια επικλινή τοποθεσία, που ονομαζόταν «Ράχη του Καπή», ενώ τα γυναικόπαιδα τα κλείδωσαν στο σχολείο. Στη ράχη του Καπή εκτυλίχθηκε τις πρώτες μεταμεσημβρινές ώρες η τραγωδία, που οδήγησε σχεδόν όλο τον άρρενα πληθυσμό των Καλαβρύτων στο θάνατο. Με ριπές πολυβόλων οι Γερμανοί εκτέλεσαν τους συγκεντρωμένους, γύρω στους 800 ανθρώπους. Μόνο 13 Καλαβρυτινοί διασώθηκαν και αυτοί επειδή είχαν καλυφθεί από τα πτώματα των συμπολιτών τους και οι Γερμανοί τους θεώρησαν νεκρούς. Το σήμα για την εκτέλεση έδωσε με φωτοβολίδα από το κέντρο των Καλαβρύτων ο ταγματάρχης Χανς Εμπερσμπέργκερ και επικεφαλής του εκτελεστικού αποσπάσματος ήταν ο υπολοχαγός Βίλιμπαντ Ακαμπχούμπερ.
Κανείς από τους υπευθύνους του Ολοκαυτώματος των Καλαβρύτων δεν λογοδότησε στη Δικαιοσύνη. Ο στρατηγός Λε Ζουίρ πέθανε αιχμάλωτος των Σοβιετικών το 1954, ο Εμπερσμπέργκερ σκοτώθηκε στο Ανατολικό Μέτωπο και ο Ακαμπχούμπερ πέθανε στην Αυστρία το 1972, σε ηλικία 67 ετών. Μόνο ο κατοχικός στρατιωτικός διοικητής της Ελλάδας, στρατηγός Χέλμουτ Φέλμι (1885-1965), καταδικάσθηκε το 1948 σε κάθειρξη 15 ετών από το Δικαστήριο της Νυρεμβέργης για όλα τα εγκλήματα πολέμου του Γ’ Ράιχ στην Ελλάδα, αλλά μετά από τρία χρόνια αφέθηκε ελεύθερος. Στις 18 Απριλίου του 2000, ο τότε Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, Γιοχάνες Ράου (1931-2006), επισκέφτηκε τα Καλάβρυτα και εξέφρασε τη βαθιά θλίψη του για την τραγωδία. Εντούτοις, δεν ανέλαβε την ευθύνη εξ ονόματος του γερμανικού κράτους και δεν αναφέρθηκε στο ζήτημα των αποζημιώσεων.
Πηγή sansimera.gr