Η Ανγκελα Μέρκελ γίνεται 60 χρόνων. Αυτά τα γενέθλια δεν θα περάσουν απαρατήρητα. Οπως και στα 50ά της έτσι και τώρα η Μέρκελ θα υποδεχθεί την ερχόμενη Πέμπτη τους περίπου χίλιους προσκεκλημένους της με την ομιλία ενός γερμανού ιστορικού. Αυτή τη φορά δεν προτίμησε κάποιον από τους καθιερωμένους σταρ του κλάδου, αλλά έναν νέο, σχετικά άγνωστο ιστορικό, τον Γιούργκεν Οστερχάμελ, ειδικευμένο στην παγκόσμια ιστορία του 19ου και του 20ού αιώνα.
«Είναι βέβαιο ότι το επιτελείο της Μέρκελ συζήτησε άπειρες φορές με τον Οστερχάμελ το θέμα της ομιλίας» λέει ο ιστορικός στο Πανεπιστήμιο Χούμπολτ του Βερολίνου Χένφριντ Μίνκλερ. Η παγκοσμιοποίηση που θα είναι το θέμα του πανηγυρικού αποτελεί κεντρική αναφορά της Μέρκελ και της πολιτικής της.
Η Ανγκελα Μέρκελ είναι καγκελάριος της Γερμανίας εδώ και εννέα χρόνια. Αλλά μέχρι τώρα δεν έχει συνδέσει το όνομά της με ένα συγκεκριμένο πολιτικό έργο, όπως ο προκάτοχός της Γκέρχαρτ Σρέντερ με τη μεταρρυθμιστική Ατζέντα 2010. Ισως αυτό να οφείλεται στο γεγονός ότι η Μέρκελ - με εξαίρεση την τετραετία της συγκυβέρνησης με τους Φιλελευθέρους - κυβερνά στο πλαίσιο ενός μεγάλου συνασπισμού με τους Σοσιαλδημοκράτες, κάτι που εμπεριέχει τον «συστημικό εξαναγκασμό σε συναινέσεις». Και οι συμβιβασμοί είναι η μεγάλη τέχνη της Μέρκελ, στη Γερμανία και στην Ευρώπη.
Κατά τη διάρκεια της ευρωκρίσης, η Μέρκελ ταυτίστηκε με το αποκρουστικό πρόσωπο της Γερμανίας. Είναι λάθος, λέει ο Μίνκλερ, «η Μέρκελ είναι ευτύχημα για τη Γερμανία και την Ευρώπη». Στην καγκελάριο και στο στυλ πολιτικής της οφείλεται το γεγονός ότι ενώ η Γερμανία - χωρίς επιλογή της κυβέρνησής της - παίζει κυρίαρχο ρόλο στον γεωγραφικό, πολιτικό και οικονομικό χάρτη της ηπείρου, δεν έχει συμπτυχθεί ως αντίδραση ένα αντιηγεμονικό - αντιγερμανικό μέτωπο.
Ο γερμανός ιστορικός φέρνει το παράδειγμα της ελληνικής κρίσης. «Στο αποκορύφωμα της κρίσης οι διαδηλωτές και τα μίντια στην Ελλάδα εμφάνιζαν τη Μέρκελ με ναζιστική στολή και χιτλερικό μουστάκι, αλλά αυτές οι συγκρίσεις δεν έπιασαν». Η εξήγηση που δίνει είναι ότι «επιχειρήθηκε να στιγματιστεί η Μέρκελ με κάτι, το οποίο δεν ταίριαζε καθόλου με τον δικό της τρόπο άσκησης πολιτικής». Τα αντιγερμανικά ανακλαστικά που ξύπνησαν δεν έχουν ως «δομικό αίτιο» τη συγκεκριμένη πολιτική της Μέρκελ, αλλά είναι έκφραση των ανισοτήτων που έχουν προκύψει μέσα σε μια μεταλλαγμένη ΕΕ. Αν στη θέση της Μέρκελ τα τελευταία πέντε χρόνια ήταν ένας πολιτικός όπως ο Σρέντερ, που ακολουθούσε πολιτική πυγμής, θα προξενούσε εντελώς διαφορετικές αντιδράσεις στην Ευρώπη.
ΕΥΡΩΠΗ ΧΩΡΙΣ ΟΡΑΜΑΤΑ. Η εκτίμηση αυτή έχει σχέση και με τη διάγνωση που κάνει για τη συνολική κατάσταση της Ευρώπης. «Η σημερινή ΕΕ είναι τόσο μεγάλη και τόσο περίπλοκη, που έχει καταστεί ανεπίδεκτη οραμάτων» λέει ο Μίνκλερ. Η επιδίωξη οποιουδήποτε οράματος θα ευνοήσει κάποιες χώρες εις βάρος κάποιων άλλων και θα έχει διαλυτική επίδραση στην ΕΕ, ενώ «οι φυγόκεντρες δυνάμεις είναι ισχυρότερες από τις κεντρομόλες». Η Μέρκελ δεν είναι η κλασική περίπτωση ηγέτη, δεν έχει ίχνος από τη φιλαρέσκεια και τη ματαιοδοξία που χαρακτηρίζουν τέτοιες προσωπικότητες. Η Μέρκελ, λέει ο Μίνκλερ, είναι η «προσωποποίηση των πολιτικών συσχετισμών της εποχής της». Δεν ανήκει στους «πολιτικούς από κούνια», αν κάτι τη διακρίνει, είναι η ικανότητα να ακούει τους συμβούλους της και να διασφαλίζει πλειοψηφίες για αυτό που κρίνει σωστό.
Στην πολιτική αρένα μπήκε στα 35 της χρόνια, σε μεγάλη ηλικία για την καριέρα που ακολούθησε. Δεν είναι οι σπουδές Φυσικής που προσδιόρισαν το πολιτικό προφίλ της. Σημαντικότερη θεωρεί ο Μίνκλερ την κοινωνικοποίησή της στην κομμουνιστική Ανατολική Γερμανία, σε ένα αυταρχικό και ανελεύθερο καθεστώς όπου έμαθε να παρατηρεί και να περιμένει. Η Μέρκελ, λέει, «δεν θα πάρει ποτέ το πρώτο τρένο ούτε το τελευταίο. Αλλά θα μπει στο προτελευταίο τρένο».
Μόνο δύο φορές στην πολιτική της διαδρομή έκανε η Μέρκελ ασυνήθιστες, για την ίδια, δραστικές επιλογές: όταν εκθρόνισε τον Χέλμουτ Κολ δημοσιεύοντας άρθρο στη «Φρανκφούρτερ Αλγκεμάινε Τσάιτουνγκ» για την ανάγκη νέας αρχής του CDU και όταν έκανε στροφή προς τις εναλλακτικές πηγές ενέργειας μετά τη Φουκουσίμα. Και τις δύο φορές ακολούθησε τις επιλογές της σχεδόν με θρησκευτική προσήλωση. Μπορεί λοιπόν και αλλιώς, όταν το αποφασίσει.