• Η προβληματική κατάσταση της οικονομίας στην Ευρωζώνη επιβαρύνεται. Οι τρεις μεγάλες οικονομίες της Ε.Ε δεν δείχνουν ευοίωνα σημάδια. Η συνεχιζόμενη πολιτική λιτότητας παράγει ύφεση, ανεργία, μείωση των εισοδημάτων, ενισχύει τον ευρωσκεπτικισμό και δημιουργεί φυγόκεντρες τάσεις.
Η αλλαγή πολιτικής με έμφαση στην ανάπτυξη, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, είναι αναγκαία συνθήκη για τον υπέρβαση της κρίσης. Τα όποια μέτρα διαρθρωτικής προσαρμογής και οι συνακόλουθες μεταρρυθμίσεις αποδίδουν μόνο σε ένα οικονομικό πλαίσιο που τροφοδοτεί την ανάπτυξη.
• Λύσεις όπως τα ευρωομόλογα, η αύξηση των πανευρωπαϊκών δημοσίων δαπανών, η λήψη μέτρων προσφοράς χρήματος, η μείωση της φορολογικής πίεσης προς τα νοικοκυριά χαμηλής και μεσαίας αγοραστικής δύναμης, αποτελούν αδήριτη ανάγκη.
•Είμαστε αταλάντευτα ευρωπαϊστές. Για αυτό είμαστε σταθερά υπέρ της αλλαγής της πορείας της Ευρώπης. Για να κατοχυρωθεί το κοινό της μέλλον.
Σε καμία φάση της κρίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε τις ελληνικές ιδιαιτερότητες και τις ευθύνες για την δική μας υστέρηση. Πληρώσαμε όμως και πληρώνουμε πολλαπλάσιο κοινωνικό κόστος λόγω αυτών των πολιτικών λιτότητας που δημιούργησαν περιβάλλον οικονομικής ασφυξίας. Μετά από τέσσερα και πλέον έτη εφαρμογής μνημονιακών προγραμμάτων πρέπει άμεσα να διεκδικήσουμε και να απαιτήσουμε μείζονες μεταβολές.
•Βασικός στόχος και συνάμα διεκδίκηση της ελληνικής κυβέρνησης οφείλει να είναι η κατοχύρωση της αυτονομίας της ελληνικής πολιτικής και η μετεξέλιξη της επιτήρησης της τρόικα σε έλεγχο αποτελεσμάτων.
Εγκαίρως η Δημοκρατική Αριστερά είχε κάνει λόγο για την ανάγκη συντεταγμένης απεμπλοκής από το μνημόνιο στο θεσμικό επίπεδο. Ο δανεισμός της χώρας από το ευρωσύστημα μάς υποχρεώνει σε μια ευρωπαϊκή παρακολούθηση της οικονομίας. Όμως αυτή η παρακολούθηση δεν μπορεί να έχει το πλέγμα εξουσίας και επιβολής που όρισε η παρουσία της τρόικας, πέραν βεβαίως και του αναμφισβήτητου γεγονότος των αρνητικών επιπτώσεων που είχαν πολλές εμμονές της. Είναι απαραίτητο να υπάρξει ένας νέος τύπος σχέσης - κατά το πρότυπο συνεργασίας με άλλες χώρες – που θα επιτρέπει στην ελληνική κυβέρνηση να σχεδιάζει και να εφαρμόζει, με πολιτική αυτονομία, μέτρα και ρυθμίσεις για την επίτευξη των στόχων που έχουν συμφωνηθεί.
Αυτή η αυτονομία της κυβέρνησης δεν πρέπει να σχετίζεται με το πού θα πραγματοποιείται ο έλεγχος – εδώ ή στο εξωτερικό. Ούτε βεβαίως συγκροτείται από τα στοιχεία της επικοινωνιακής διαχείρισης και της εικόνας. Αντίθετα είναι ζήτημα ουσίας.
Στόχος για εμάς αυτής της αυτονομίας δεν είναι να λυθούν τα χέρια του ελληνικού πολιτικού συστήματος για να ανοίξει τους κρουνούς των πελατειακών σχέσεων, των προσωποποιημένων και συλλογικών εκδουλεύσεων και της ικανοποίησης αιτημάτων διαφόρων ομάδων πίεσης και συμφερόντων. Αυτό θα ήταν καταστροφικό και θα διαιώνιζε τον φαύλο κύκλο της κρίσης.
Στόχος είναι η αλλαγή του μίγματος οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής ώστε να υπάρξει δημοσιονομική προσαρμογή με αποδοτικό και δίκαιο τρόπο και να οδηγηθούμε στη δημοκρατική έξοδο από την κρίση.
•Η χώρα βρίσκεται στο μέσον μιας δύσκολης μακράς και με πολλά εμπόδια πορείας. Δεν μπορούν να συνεχιστούν οι ίδιες πολιτικές. Δεν βοηθούν όμως και πολιτικές επαγγελίες που παραγνωρίζουν τους αντικειμενικούς περιορισμούς.
Όσο λάθος είναι είναι ένα «success story» με 30% ανεργία, άλλο τόσο λάθος είναι μια δογματική καταστροφολογία, που υποτιμά τις αλλαγές που χρειάζεται ο τόπος και κυριαρχείται από στερεότυπα του παρελθόντος. Οι μεταρρυθμίσεις που σήμερα προωθούνται πρέπει να αντικατασταθούν από δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις που θα ανακόψουν την καθοδική πορεία, θα αντιμετωπίσουν τις παθογένειες και θα οδηγήσουν σε ένα νέο μοντέλο κοινωνικοοικονομικής οργάνωσης.
•Έχουμε μπροστά μας μια κρίσιμη αξιολόγηση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.
Η ελληνική κυβέρνηση δεν πρέπει επ’ ουδενί να δεχθεί τη λήψη νέων μέτρων περαιτέρω μείωσης μισθών, συντάξεων και επιδομάτων. Μέτρων που θα απομειώσουν τα ήδη αποσαρθρωμένα εργασιακά δικαιώματα. Που θα χαραμίσουν το περιβάλλον στο βωμό της φάστ τράκ ανάπτυξης. Που θα απορρυθμίσουν αντί να αναδιοργανώσουν το δημόσιο τομέα. Που θα οδηγήσουν σε καταστροφή τους δανειολήπτες. Που θα υποβαθμίσουν τους ήδη επιβαρυμένους τομείς της υγείας και της παιδείας.
Η κυβέρνηση πρέπει να είναι ανυποχώρητη σε τέτοιες πιέσεις και να αξιοποιήσει τη σύσσωμη αντίδραση των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων της χώρας. Να πιέσει για τις αναγκαίες αλλαγές στο πρόγραμμα προσαρμογής ώστε να υπάρξει μετατόπιση της δημοσιονομικής προσαρμογής, από μέτρα λιτότητας σε πολιτικές καταπολέμησης της κακοδιαχείρισης στο δημόσιο, στην περιστολή της φοροδιαφυγής και στην προώθηση της ανάπτυξης.
•Κρίσιμο ζήτημα είναι η διαφάνεια και η χρηστή διαχείριση του δημοσίου χρήματος, ώστε να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των δημόσιων παρεμβάσεων προς όφελος της κοινωνίας και του γενικού συμφέροντος. Η κρίση μετατρέπεται σταδιακά σε ευκαιρία για τους κατέχοντας ή όσους έχουν προνομιακή πρόσβαση στους δημόσιους πόρους, για να επιβάλλουν, με αποφάσεις που λαμβάνονται τόσο εκτός αλλά και εντός Ελλάδας, την αναδιάταξη της ολιγαρχικής διάταξης της οικονομίας και να εγκαταστήσουν ένα μοντέλο ιεραρχικών επιχειρηματικών συμφερόντων. Αυτό πρέπει να αλλάξει με αιχμή τη διαχείριση του ΕΣΠΑ, αλλά και τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος με τρόπο που να υπηρετεί την οικονομία και τις επιχειρήσεις.
•Είναι απαραίτητο ένα εθνικό σχέδιο που δεν θα στοχεύει μόνο στη βελτίωση των ποσοτικών δεικτών και στην εξωστρέφεια, αλλά μεσοπρόθεσμα θα ωθήσει την οικονομία σε μια ευρωπαϊκού τύπου - ανοικτών ανταγωνιστικών αγορών - οικονομία όπου συλλογικοί θεσμοί, όπως ο κοινωνικός διάλογος, θα διασφαλίζουν μια κοινωνία δικαιοσύνης και ισότητας.
Αυτό το σχέδιο περιλαμβάνει μια μεγάλη και δίκαιη φορολογική μεταρρύθμιση που θα ελαφρύνει τα βάρη των συνεπών φορολογούμενων, θα αντικαταστήσει τη σημερινή υπεροφορολογηση με τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης με την καταπολέμηση στην πράξη της φοροδιαφυγής.
Περιλαμβάνει επίσης τη θέσπιση ρυθμίσεων που θα διοχετεύουν πόρους σε κοινωνική πολιτική για τους ανέργους και όσους ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, για ένα νέο στοχευμένο κοινωνικό κράτος πρόνοιας.
•Κρίσιμο ζήτημα είναι η διαδικασία αναδιάρθρωσης του χρέους. Το χρέος δεν αντιμετωπίζεται με υπεραισιόδοξα και εκτός πραγματικότητας σενάρια πρωτογενών πλεονασμάτων, υπερβολικά έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις και
εξωπραγματικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Χρειάζεται μια τολμηρή και ουσιαστική αναδιάρθρωσή του.
Κάθε καθυστέρηση στην αντιμετώπιση του θέματος, είναι σε βάρος της Ελληνικής οικονομίας. Από αυτήν άλλωστε θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό η δυνατότητα της χώρας να ανακάμψει, να ασκήσει κοινωνική πολιτική και να αποκαταστήσει αδικίες και ακρότητες των προηγούμενων ετών.
Η χώρα πρέπει να επιδιώξει άμεσα μια νέα συμφωνία με τους εταίρους που θα καταστήσει το χρέος βιώσιμο.
Δεν βοηθούν εδώ θέσεις που υποβαθμίζουν το θέμα, υποστηρίζοντας ότι το χρέος ήδη έχει καταστεί βιώσιμο με τα πεπραγμένα των προηγούμενων κυβερνήσεων. Ούτε βεβαίως βοηθούν οι θέσεις ότι το χρέος μπορεί να διαγραφεί στο μεγαλύτερο μέρος του μονοκονδυλιά και πολύ περισσότερο μονομερώς.
Στόχος πρέπει να είναι η προώθηση ενός πακέτου μέτρων που θα μειώσουν το συνολικό ποσό, θα ελαφρύνουν την ετήσια επιβάρυνση στον προϋπολογισμό και θα ομαλοποιήσουν τη μέση ετήσια πληρωμή. Δεν φτάνει μόνο η μακρόχρονη χρονική μετακύληση των ομολόγων που κατέχει η ΕΚΤ, η επιστροφή των κερδών που απεκόμισαν η Ευρωπαϊκή Τράπεζα και οι κρατικές τράπεζες και η μείωση των επιτοκίων. Χρειάζεται η αναδρομική εγγραφή του ποσού της ανακεφαλαιοποίησης των Τραπεζών στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) και παράλληλα μια ευρωπαϊκή αμοιβαιοποίηση μέρους του χρέους.
Παράλληλα, πρέπει να διεκδικηθεί ένα ευρωπαϊκό επενδυτικό πρόγραμμα «τύπου Μάρσαλ» με ενίσχυση – και όχι μείωση – των δημοσίων επενδύσεων και παροχή εγγυήσεων και ρευστότητας στην αγορά, με χρηματοδότηση της οικονομίας από τις ανακεφαλαιοποιημένες Τράπεζες και με την προσέλκυση σοβαρών και μεγάλων ιδιωτικών επενδύσεων. Ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ανάπτυξης και απασχόλησης έτσι ώστε να συγκεντρωθούν οι αναγκαίοι πόροι, για να επιτευχθούν μεσοπρόθεσμα ισχυροί και σταθεροί ρυθμοί ανάπτυξης, να αναταχθεί η οικονομία, να
δημιουργηθούν θέσεις εργασίας και να τροφοδοτηθούν τα έσοδα του κράτους μέσα από την οικονομική μεγέθυνση.
Πιστεύουμε ότι αυτά τα δύο θέματα πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο εθνικής διεκδίκησης και να συγκροτηθούν ευρύτερες συμπαρατάξεις σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο για την προώθησή τους.
•Πέραν όμως των ζητημάτων που πρέπει να τεθούν και να διεκδικηθούν στη σχέση μας με τους δανειστές, υπάρχει σειρά ζητημάτων που κρίνονται με βάση τον εσωτερικό συσχετισμό δυνάμεων και εδώ η στάση μας είναι σαφής και αδιαπραγμάτευτη.
Πέραν των οικονομικής φύσης ζητημάτων υπάρχουν θέματα εξίσου σημαντικά. Δεν μπορώ από αυτό το βήμα να μην καταδικάσω απερίφραστα τις ομοφοβικές και ρατσιστικές επιθέσεις που λαμβάνουν χώρα. Είναι ανησυχητικές ενδείξεις πως η κοινωνία μας συντηρητικοποιείται, πως ο μισαλλόδοξος λόγος βρίσκει ευήκοα ώτα. Η παρατηρούμενη έξαρση ρατσιστικών επιθέσεων δεν είναι άσχετη με την άνοδο του ναζιστικού μορφώματος που αποτελεί εχθρό της ανοιχτής, ελεύθερης, ανεκτικής και φιλικής προς όλες και όλους κοινωνίας. Θα είμαστε σταθερά απέναντί τους.
Η δικαστική αντιμετώπιση της εγκληματικής δράσης της είναι αναγκαία, αλλά όχι επαρκής. Η αντιμετώπισή της απαιτεί ένα κοινό δημοκρατικό μέτωπο και συγκεκριμένες πολιτικές για τη μετανάστευση, το ρατσισμό, και την κοινωνική προστασία. Είναι υποχρέωση όλων των δυνάμεων της δημοκρατίας να εργασθούν συντονισμένα και πολυδιάστατα για την αντιμετώπιση του επικίνδυνου αυτού φαινομένου
Στο σημείο αυτό έχει θέση η σύγχρονη αντιρατσιστική νομοθεσία, η οποία, με την κατάλληλη ποινική μεταχείριση των εγκληματιών ρατσισμού, μπορεί και πρέπει να στείλει μήνυμα μηδενικής ανοχής στα εγκλήματα μίσους. Είχαμε επιμείνει και επιμένουμε στο ζήτημα του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου.
Για το λόγο αυτό κατακρίναμε τις παλινωδίες και τις συνεχείς αναβολές. Σε ζητήματα δικαιωμάτων δεν χωρούν εκπτώσεις και υπεκφυγές. Αυταρχικές προσεγγίσεις, συντηρητικές απόψεις και ρυθμίσεις που παγιώνουν την ανισότητα, τον αποκλεισμό και την μισαλλοδοξία δεν θα γίνουν ανεκτές. Παλεύουμε για τις δικές μας αντιλήψεις που διαμορφώνουν μια δίκαιη και ανοιχτή κοινωνία.
•Σε ό,τι αφορά τώρα στο ζήτημα της ανάδειξης του νέου προέδρου της Δημοκρατίας και στα σενάρια που διακινούνται, ας επαναλάβω την πάγια άποψή μας.
Πρώτον, κανένα παιχνίδι με τους θεσμούς δεν είναι αποδεκτό. Κανένα κομματικό μικροσυμφέρον δεν μπορεί να κατισχύσει των θεσμών. Η ελληνική δημοκρατία είναι μία ώριμη δημοκρατία που έχει σταδιακά κατακτήσει με το χρόνο αυτό το επίπεδο.
Δεύτερον, το θέμα της εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας είναι ζήτημα ευρύτερων συναινέσεων. Θα κριθεί στον κατάλληλο χρόνο και αυτός ο χρόνος δεν είναι τώρα.
Τρίτον, το ζήτημα του Προέδρου της Δημοκρατίας θα κριθεί σε συνάρτηση με τις πολιτικές που ασκούνται.
•Η χώρα χρειάζεται μια προοδευτική πολιτική εξόδου από την κρίση.
Προοδευτική πολιτική για τη ζωή των πολιτών σημαίνει:
•Μείωση της ανεργίας κατά 10% τα επόμενα τρία χρόνια με ένα ισχυρό επενδυτικό πρόγραμμα.
•Σταδιακή αύξηση μισθών και όχι μόνο κέρδη για λίγους. Αποκατάσταση του ευρωπαϊκού κεκτημένου στα εργασιακά δικαιώματα.
•Ανασυγκρότηση του δημοσίου, χωρίς το φόβο των απολύσεων για όσους κάνουν καλά τη δουλειά τους.
•Συντάξεις αξιοπρεπούς διαβίωσης και όχι καθημερινός φόβος μείωσής τους.
•Ρευστότητα στην πραγματική οικονομία ώστε οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες να μπορούν να σχεδιάσουν ξανά την επιχείρησή τους
•Ευκαιρίες στη νέα γενιά που πρέπει να μείνει και να δημιουργήσει εδώ ,στην Ελλάδα.
•Απλό, δίκαιο και αναπτυξιακό φορολογικό σύστημα, με ειλικρινή καταπολέμηση της φοροδιαφυγής,
•Άμεσος ανασχεδιασμός της εκπαίδευσης , με στόχο την αποκατάσταση ίσων ευκαιριών για όλους τους νέους, στη μόρφωση και στην απασχόληση.
•Εξυγίανση και αναβάθμιση της λειτουργίας του πολιτικού συστήματος.
•Διάλογος για την προοδευτική διακυβέρνηση και το χώρο του δημοκρατικού σοσιαλισμού.
Πήραμε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες με συγκεκριμένο περιεχόμενο. Προτείναμε πολιτικές που αποτελούν μια δέσμη προτάσεων για μια προοδευτική διακυβέρνηση για τη χώρα. Για την ευρωπαική πορεία της χώρας με δημοκρατία και υπεράσπιση της κοινωνίας.
Παρουσιάσαμε 12 συγκεκριμένα σημεία ως πλαίσιο αυτής της πρότασης διακυβέρνησης και καλέσαμε όλες τις προοδευτικές δυνάμεις να εξετάσουν τα περιθώρια συμφωνιών και συνεργασιών.
Στα σημεία αυτά εμπεριέχεται η αντίληψή μας για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και αλλαγές.
Αυτά τα 12 σημεία είναι σημεία εκκίνησης ενός διαλόγου για να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις εφαρμογής προοδευτικών πολιτικών.
•Δεν συμφωνούμε με την καλλιέργεια αυταπατών για αλλαγή των πολιτικών με την επίδειξη μιας δήθεν ριζοσπαστικής στάσης. Όμως, θεωρούμε αναγκαίο να διευκρινιστεί με δημόσιο τρόπο το τι εννοούμε προοδευτικό σήμερα.
•Προοδευτική πολιτική για εμάς δεν είναι μια άκριτη επιδοματική πολιτική στο έδαφος συνεχόμενων ελλειμμάτων. Δεν είναι η επιστροφή σε έναν ξεπερασμένο κρατισμό, ενώ είναι η αναζήτηση μιας νέας ισορροπίας ανάμεσα σε κράτος – κοινωνία και αγορά. Προοδευτική πολιτική δεν είναι η ικανοποίηση όλων ανεξαιρέτως των αιτημάτων συμπεριλαμβανομένων και των πλέον άδικων, των συντεχνιακών καθώς και εκείνων των διαφόρων ομάδων συμφερόντων. Προοδευτική πολιτική δεν συνιστά η απομόνωση από την Ε.Ε και η απομάκρυνση από το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
•Δικός μας στόχος είναι μέσα από το διάλογο να υπάρξουν οι μέγιστες δυνατές συμπτώσεις για μια νέα πορεία της χώρας. Ταυτόχρονα, διατηρώντας την πολιτική και οργανωτική μας αυτονομία επιδιώκουμε με δημόσιο τρόπο να αναδείξουμε το πολιτικό περιεχόμενο των δυνητικών συνεργασιών στις σύγχρονες συνθήκες.
•Κόκκινη κλωστή που διαπερνά αυτή την προσπάθεια μας είναι να επηρεάσουμε την πορεία των πολιτικών πραγμάτων για την άσκηση ρεαλιστικών προοδευτικών πολιτικών. Όπως το 2012 συμβάλλαμε στην αποτροπή της χρεοκοπίας με τη συμμετοχή μας στη συγκρότηση της
κυβέρνησης εθνικής ευθύνης έτσι και σήμερα επιδιώκουμε να οδηγηθεί η χώρα στην αναγκαία υπεύθυνη αλλαγή πολιτικών. Να οδηγηθεί σε προοδευτική διακυβέρνηση.
•Θα επιμείνουμε στο διάλογο για τη συγκρότηση ενός τρίτου προοδευτικού πόλου, επιδιώκοντας τη συνάντηση των δυνάμεων της προοδευτικής κεντροαριστεράς, του δημοκρατικού σοσιαλισμού και της πολιτικής οικολογίας. Είμαστε ανοιχτοί να συζητήσουμε με όλα τα κόμματα και τις κινήσεις αυτού του χώρου. Σπεύδω ωστόσο να σημειώσω ότι ο διάλογος αυτός δεν πρέπει και δεν μπορεί να γίνει σε κενό πολιτικής. Κάθε συζήτηση για το αύριο δεν μπορεί παρά να συμπεριλαμβάνει και τη συζήτηση για το σήμερα. Δεν μπορεί παρά να αφορά την πορεία της χώρας και τη ζωή των πολιτών.
•Συνέδριο της ΔΗΜΑΡ
Σε αυτό το πολιτικό κοινωνικό και οικονομικό κλίμα και περιβάλλον η Δημοκρατική Αριστερά διοργανώνει το συνέδριό της. Ένα συνέδριο με συγκεκριμένους στόχους, σημαντικό για την συλλογικότητά μας και την κοινή μας πορεία.
Η Δημοκρατική Αριστερά με την οργανωτική της αυτοτέλεια θα συνεχίσει την πορεία της, θα αποσαφηνίζει τη στρατηγική της με τρόπο δημοκρατικό και συλλογικό. Θα είναι ένα συνέδριο ανοιχτό, ένα συνέδριο διαλόγου που εν πολλοίς θα κρίνει το μέλλον του κόμματός μας.
•Η Δημοκρατική Αριστερά για να υπάρξει χρειάζεται υπερβάσεις.
•Άρση κάθε αμφισημίας του λόγου μας, ενιαία έκφραση που δεν θα καταπιέζει τις διαφοροποιήσεις, θα αποτρέπει όμως την εικόνα διάλυσης και συνεχών διαφωνιών. Ναι στην πολυφωνία και στη δυνατότητα διαφοροποίησης, όχι στη απαξίωση της συλλογικής ενιαίας έκφρασης.
•Τόλμη στο λόγο και τις προτάσεις πολιτικής, με στόχο το κοινό καλό, το δημόσιο συμφέρον και όχι την ικανοποίηση των διεκδικήσεων διάφορων ομάδων πίεσης και συμφερόντων.
•Ανανέωση και στα πρόσωπα και στις πολιτικές. Νέα πρόσωπα, νέες πολιτικές, νέες προσεγγίσεις, απαλλαγμένες από ιδεοληψίες και κατάλοιπα των περασμένων δεκαετιών.
•Ανοιχτοί σε συμμαχίες και συνεργασίες. Η Δημοκρατική Αριστερά ήταν και παραμένει κόμμα των συνεργασιών και των ευρύτερων συναινέσεων.
Προχωράμε.