Μια πρώτου μεγέθους έκπληξη είχαμε ήδη στο Μουντιάλ της Ρωσίας, καθώς αποκλείστηκε η Παγκόσμια Πρωταθλήτρια Γερμανία, ενώ κι η Αργεντινή πέρασε... με τα χίλια ζόρια.
Η Γερμανία δεν αποκλείστηκε απλά: έχασε από την Νότια Κορέα, μια ομάδα κατώτερη σε όλα τα επίπεδα από τα «πάντσερ» που ήθελαν απλά ένα γκολ για να προκριθούν.
Κι όμως, η γερμανική ποδοσφαιρική μηχανή κόλλησε για δεύτερη φορά σε ρωσικό έδαφος και πλέον η ποδοσφαιρική Γερμανία ζει την δική της.... Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα, 75 χρόνια μετά, φεύγοντας με την ουρά στα σκέλια από ρωσικό έδαφος.
Ο Δαβίδ-Κορέα νίκησε τον Γολιάθ-Γερμανία με δυο γκολ στο τέλος του αγώνα: Στο 91’ ο Κιμ σούταρε από κοντά, ωστόσο το γκολ ακυρώθηκε ως οφσάιντ, πριν επέμβει το… VAR, που έδειξε λάθος του Κρόος, από τον οποίο και προήλθε η πάσα, για να μετρήσει κανονικά!
Πλέον οι Γερμανοί έπρεπε να πετύχουν 2 γκολ, γι' αυτο και ο τερματοφύλακας Μάνουελ Νόιερ ανέβηκε στην αντίπαλη περιοχή, μήπως και γίνει το «θαύμα». Αντίθετα, σε μια κόντρα, σε κενή εστία, ο Σον εκμεταλλεύτηκε το κενό και διαμόρφωσε το τελικό 2-0, που άφησε εκτός ομίλων τη Γερμανία, για πρώτη φορά στα χρονικά!
Είχε προηγηθεί το βράδυ της Τρίτης το... παρολίγο κάζο ενός άλλου φαβορί, της Αργεντινής, η οποία τελικά κατάφερε να... σώσει την παρτίδα, προσωρινά τουλάχιστον, επικρατώντας με 2-1 της Νιγηρίας και κατακτώντας μία θέση στους «16» του Μουντιάλ της Ρωσίας.
Η "Κατάρα των πρωταθλητών";
Ο αναπάντεχος αποκλεισμός της Γερμανίας από το Μουντιάλ της Ρωσίας έφερε στην επιφάνεια την κακή παράδοση που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία χρόνια με τους κατόχους του τροπαίου στο αμέσως επόμενο Μουντιάλ.
Με μοναδική εξαίρεση τη Βραζιλία, η οποία μετά την κατάκτηση του τίτλου το 2002 έφτασε ως τα προημιτελικά, τέσσερα χρόνια αργότερα στη Γερμανία, οι υπόλοιπες ομάδες που ανέβηκαν στην κορυφή του κόσμου τα τελευταία είκοσι χρόνια, απέτυχαν παταγωδώς στην αμέσως επόμενη διοργάνωση, καθώς αποκλείστηκαν από τη φάση των ομίλων: η Γαλλία το 2002 πήρε μόλις ένα βαθμό σε τρία ματς, η Ιταλία το 2010 έκανε δύο ισοπαλίες και μία ήττα, ενώ η Ισπανία το 2014 αποχαιρέτησε με μία νίκη και δύο ήττες.
Ο αποκλεισμός της γίνεται ακόμη πιο πικρός για την "Νασιοναλμανσάφτ" αν αναλογιστούμε πως σε όλες τις μεταπολεμικές διοργανώσεις αρχής γενομένης από το 1954 (δεν είχαν μετάσχει το 1950 στη Βραζιλία), τα «πάντσερ» δεν έχουν μείνει ποτέ εκτός οκτάδας, είτε ως Δυτική Γερμανία (έως το 1990), είτε ως εναία Γερμανία. Στο διάστημα αυτό, που καλύπτει 60 χρόνια και 16 Μουντιάλ, η «νατσιονάλμσαφτ» έχει κατακτήσει τέσσερις φορές το τρόπαιο και ήταν φιναλίστ άλλες τόσες, ενώ μετράει άλλες τέσσερις συμμετοχές σε ημιτελικούς.
FT: Tα «μικρά ψάρια», το ποδόσφαιρο και οι μεγάλες χώρες
Ο υπόλοιπος κόσμος αρχίζει άραγε να φτάνει τις μεγάλες χώρες; Εξαρτάται. Αν μιλάμε για την παραγωγικότητα στην οικονομία, η απάντηση είναι δύσκολη. Αν όμως μιλάμε για αποτελέσματα στο ποδόσφαιρο, το πράγμα αλλάζει.
Αφήνοντας προς στιγμήν στην άκρη το ποδόσφαιρο, ας επικεντρωθούμε στο βιοτικό επίπεδο των κατοίκων του πλανήτη. Η «σύγκλιση» - η ιδέα ότι οι φτωχές χώρες αναπτύσσονται πιο γρήγορα από τις πλούσιες – είναι μια σημαντική ιδέα.
Σε μια πολύ φτωχή χώρα, η απόδοση μερικών απλών επενδύσεων είναι λογικά πολύ υψηλή. Η σύνδεση δύο πόλεων με έναν ασφαλτοστρωμένο δρόμο είναι σημαντικότερη από την προσθήκη μιας λωρίδας σε έναν υπάρχοντα δρόμο. Το ίδιο ισχύει για τα λιμάνια και τις σιδηροδρομικές γραμμές. Το κεφάλαιο θα πρέπει έτσι να ρέει προς τις φτωχότερες χώρες κι εκείνες να αναπτύσσονται ταχύτερα από τις πλούσιες.
Ετσι λέει τουλάχιστον η θεωρία. Και ακούγεται λογικό όταν εξετάζει κανείς την εντυπωσιακή πρόοδο της Ιαπωνίας και της Γερμανίας μετά τον πόλεμο, της Νότιας Κορέας τις δεκαετίες του 1970 και 1980, της Κίνας, ακόμη και της Αιθιοπίας.
Όταν οι φτωχές χώρες αναπτύσσονται γρήγορα, οι άνθρωποι βγαίνουν από τη φτώχεια και οι παγκόσμιες ανισότητες μειώνονται. Αν λοιπόν η σύγκλιση ήταν η φυσική κατάσταση των πραγμάτων, θα αποτελούσε ένα πολύ καλό νέο. Η ιστορία όμως είναι διαφορετική. Την περίοδο 1820-1990 οι αποκλίσεις στην παγκόσμια οικονομία μεγάλωσαν. Και οι πλούσιες χώρες αύξησαν το μερίδιό τους στο παγκόσμιο εισόδημα από 20% σε 70%.
Εκτοτε η τάση έχει αντιστραφεί. Όπως επισημαίνει όμως ο Ρίτσαρντ Μπάλντουιν στο βιβλίο του «Η μεγάλη σύγκλιση», η αποκατάσταση της ισορροπίας αφορά μερικές μόνο χώρες. Από το 1970 ως το 2010, έξι μεγάλες αναπτυσσόμενες χώρες (Κίνα, Κορέα, Ινδία, Πολωνία, Ινδονησία και Ταϊλάνδη) αύξησαν το μερίδιό τους στο παγκόσμιο βιομηχανικό προϊόν από 0 σε 25%. Το μερίδιο των χωρών της G7 μειώθηκε από 65% σε 50%. O υπόλοιπος κόσμος έχει μείνει στάσιμος.
ΟΙ οικονομολόγοι εγκατέλειψαν έτσι την ιδέα της σύγκλισης ως οικουμενικού φαινομένου. Αντ’αυτού μιλούν για «υπό συνθήκη σύγκλιση» (conditional convergence). Η σύγκλιση δεν θα σώσει τη Βενεζουέλα ούτε τη Βόρεια Κορέα από τις καταστροφικές κυβερνήσεις, θα συμβεί όμως με έναν κατάλληλο συνδυασμό πολιτικής, θεσμών και τύχης. Το ποιος είναι αυτός ο συνδυασμός και γιατί ορισμένες χώρες δυσκολεύονται να τον πετύχουν παραμένει ένα ανοιχτό ερώτημα.
Ο καθηγητής Ντάνι Ρόντρικ έχει ανακαλύψει ενδείξεις ότι η απόλυτη σύγκλιση (unconditional convergence) συμβαίνει μεν, αλλά όχι για ολόκληρες οικονομίες, παρά για ορισμένους τομείς στις οικονομίες αυτές, όπως είναι τα μακαρόνια, τα πλεκτά ρούχα ή οι πλαστικές σακούλες. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της παραγωγικότητας κατά 4-8% τον χρόνο. Οποιαδήποτε επιχείρηση σχετίζεται με αυτή τη διαδικασία μπορεί να αναπτυχθεί γρήγορα, ανεξάρτητα από την πορεία της τοπικής οικονομίας.
Και έτσι φτάνουμε στο ποδόσφαιρο. Δύο οικονομολόγοι, η Μέλανι Κράουζε και ο Στέφαν Σιμάνσκι, αποφάσισαν να εξετάσουν κατά πόσον η υπόθεση της απόλυτης σύγκλισης ισχύει και για το ανδρικό ποδόσφαιρο. Η απάντησή τους είναι θετική. Το παλιό κλισέ ότι δεν υπάρχουν εύκολοι αγώνες στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο είναι σήμερα πολύ πιο ακριβές απ’ό,τι το 1950.
Ισως να μην πρέπει να εκπλησσόμαστε. Όπως συμβαίνει και με τη βιομηχανία, ο ανταγωνισμός είναι σκληρός και οι καλές ιδέες αντιγράφονται. Το υψηλής κλάσης ποδόσφαιρο προσφέρει επίσης μιας παγκόσμια αγορά εργασίας. Ενας καλός παίκτης από μια αδύναμη εθνική ομάδα περνά τον περισσότερο χρόνο του σε έναν κορυφαίο σύλλογο μαζί με διαιτολόγους, προπονητές και παίκτες παγκόσμιας κλάσης. Είναι λογικό η εθνική ομάδα της χώρας του να αποκομίζει κέρδη.
Μπορεί κανείς να βγάλει διάφορα συμπεράσματα από όλα αυτά. Για την αυξανόμενη σημασία της γνώσης στην παγκοσμιοποίηση, ας πούμε. Για τις ευεργετικές συνέπειες του ανταγωνισμού. Για τα πλεονεκτήματα της μετανάστευσης. Το καλύτερο απ’όλα όμως είναι να βλέπουμε ποδόσφαιρο. Πρόκειται για ένα ανταγωνιστικό άθλημα που μπορούμε όλοι να απολαμβάνουμε.
Φωτογραφία: Reuters
thetoc.gr