Την οριοθέτηση των περιοχών και τη χορήγηση στεγαστικής συνδρομής για την αποκατάσταση των ζημιών σε κτίρια από τον σεισμό της 19ης Ιουλίου 2019, σε περιοχές της Περιφέρειας Αττικής, περιλαμβάνει ΚΥΑ που δημοσιεύτηκε σε ΦΕΚ.
Ο /Η ιδιοκτήτης/-τρια (ψιλός κύριος, επικαρπωτής ή ο/η έχων/-ουσα την πλήρη κυριότητα) ή ο/η διαχειριστής/-τρια (σε περίπτωση διηρημένης ιδιοκτησίας) κτιρίου, που έχει πληγεί από το σεισμό της 19ης Ιουλίου 2019, εφόσον επιθυμεί τον έλεγχο του και την έκδοση έκθεσης αυτοψίας, πρέπει να υποβάλει στην αρμόδια υπηρεσία αίτηση για διενέργεια αυτοψίας στο πληγέν κτίριο, εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως της παρούσας απόφασης.
Η αίτηση αυτή θα συνοδεύεται από τίτλους ιδιοκτησίας, οδοιπορικό σκαρίφημα και φωτογραφίες του πληγέντος κτιρίου. Οι φωτογραφίες θα φέρουν το όνομα και την υπογραφή του/της ιδιοκτήτη/-τριας
Δικαιούχοι είναι οι ιδιοκτήτες/-τριες οι οποίοι/-ες την ημέρα του συμβάντος έχουν την πλήρη ή τη ψιλή κυριότητα κτιρίων που έχουν υποστεί βλάβες από το συμβάν και χρήζουν επισκευής ή ανακατασκευής.
Η Σ.Σ. συνίσταται από 80% Δωρεάν Κρατική Αρωγή (Δ.Κ.Α.) που χορηγείται από την αρμόδια Υπηρεσία και από 20% Άτοκο Δάνειο (Α.Δ.) που χορηγείται από τα πιστωτικά ιδρύματα στους/στις δικαιούχους δανειολήπτες/-τριες.
Τον δρόμο για να πάρουν οι οικογένειες των θυμάτων του Διστόμου τις εισπράξεις από τα εισιτήρια των ιταλικών σιδηροδρόμων ως πολεμικές επανορθώσεις, άνοιξε δικαστήριο της Ιταλίας.
Απόφαση – σταθμός του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ιταλίας ανοίγει το δρόμο, για να εισπράξουν τις πολεμικές επανορθώσεις από τις θηριωδίες των ναζί, οικογένειες θυμάτων του Διστόμου, με τις εισπράξεις από τα εισιτήρια των ιταλικών σιδηροδρόμων, στα οποία έχουν συμμετοχή και οι Γερμανοί.
Οπως εξήγησε στις «Δικογραφίες» ο δημοσιογράφος Δημήτρης Μιχούδης, που ζει και εργάζεται στη Ρώμνη, το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο της γειτονικής χώρας με την υπ΄αριθμόν 21995/2019 απόφαση του, απέρριψε την προσφυγή της εταιρίας γερμανικών σιδηροδρόμων, που ζητούσαν να μην κατασχεθούν οι εισπράξεις από τα εισιτήρια των ιταλικών σιδηροδρόμων, προκειμένου να δοθούν για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις των κατοίκων του Διστόμου».
Συγκεκριμένα, το δικαστήριο άναψε το πράσινο φως, στο να κατασχεθούν οι εισπράξεις από τα εισιτήρια των ιταλικών σιδηροδρόμων, στα οποία είχε μερίδιο και ο γερμανικός σιδηρόδρομος, καθώς κάποιες γραμμές του ανήκουν.
«Στην Ελλάδα, αυτή διαδικασία είναι γνωστή ως: κατάσχεση εις χείρας τρίτου, καθώς το δικαστήριο με την υπ΄αριθμόν 21995/2019, έδωσε τη δυνατότητα να κατασχεθούν αγαθά της Γερμανίας στην Ιταλία και παράλληλα έδωσε την ευχέρεια στους συγγενείς και τις οικογένειες των θυμάτων εγκλημάτων πολέμου, που έγιναν από ναζιστές στη διάρκεια του Β παγκοσμίου πολέμου, να εισπράξουν τις γερμανικές επανορθώσεις».
Οι κάτοικοι του Διστόμου είχαν προσφύγει και στο παρελθόν στα ιταλικά δικαστήρια, τα οποία του δικαίωσαν αρχικά, δίνοντας τους το «πράσινο φως» για να κατασχεθεί ένα ακίνητο στη λίμνη Κόμο. Οι αποφάσεις των ιταλικών δικαστηρίων είχαν προσκρούσει ωστόσο, στη συνέχεια, στην απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, που έκρινε ότι, το ακίνητο στη λίμνη Κόμο ήταν πολιτιστική κληρονομιά.
Οι οικογένειες θυμάτων του Διστόμου ανέθεσαν την υπόθεσή τους στον Γερμανό δικηγόρο Γιόαχιμ Λάου, ο οποίος κατέθεσε σχετικές αγωγές στο ιταλικό συνταγματικό δικαστήριο, απορρίπτοντας την επιχειρηματολογία περί «ασυλίας» του κράτους στη συγκεκριμένη περίπτωση. «Η δική μου επιχειρηματολογία είναι ότι τα θεμελιώδη δικαιώματα δεν πρέπει να θεωρούνται υποδεέστερα από τις κοινές αρχές του διεθνούς δικαίου», δήλωσε ο ίδιος.
πηγή news247.gr
Για περισσότερα από 20 χρόνια οι Ελλάδα, Ιταλία και Πολωνία σίγησαν, επιχειρηματολογεί η ομοσπονδιακή κυβέρνηση – Διαφορετική άποψη έχει ωστόσο η επιστημονική υπηρεσία της γερμανικής βουλής και αμφισβητεί σε πρόσφατο πόρισμά της ότι η γερμανική στάση συνάδει με το διεθνές δίκαιο
«Σε αντίθεση με την Πολωνία η Ελλάδα δεν παραιτήθηκε ποτέ από τη διεκδίκηση πολεμικών επανορθώσεων από τη Γερμανία», γράφει η Süddeutsche Zeitung επιγράφοντας άρθρο της «Χαιρετίσματα από τη Χάγη»: H Ελλάδα, της οποίας ο νέος πρωθυπουργός αναφέρθηκε κατά την επίσκεψή του στο Βερολίνο στο ακόμα ανοιχτό ζήτημα των επανορθώσεων, ουδέποτε δήλωσε μεταπολεμικά ότι με την κατά καιρούς καταβολή αποζημιώσεων από τη Γερμανία έκλεισε οριστικά το κεφάλαιο των διεκδικήσεων πολεμικών επανορθώσεων. Κι όμως το Βερολίνο θεωρεί, σιωπηρά, δεδομένη μια παραίτηση από περαιτέρω διεκδικήσεις. Επικαλείται μάλιστα τη συμφωνία 2+4 του 1990, με την οποία οι Σύμμαχοι κλείνουν το κεφάλαιο των δικών τους διεκδικήσεων πολεμικών επανορθώσεων από τη Γερμανία, ισχυριζόμενο ότι Ελλάδα, Ιταλία και Πολωνία δεν διατύπωσαν τότε κάποια ένσταση.
Για περισσότερα από 20 χρόνια οι εν λόγω χώρες σίγησαν, επιχειρηματολογεί η ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Διαφορετική άποψη έχει ωστόσο η επιστημονική υπηρεσία της γερμανικής βουλής και αμφισβητεί σε πρόσφατο πόρισμά της ότι η γερμανική στάση συνάδει με το διεθνές δίκαιο. Στο πόρισμα τονίζεται μάλιστα ότι για την Ελλάδα υπάρχουν περιθώρια διεκδίκησης αποζημιώσεων. Όχι όμως και για την Πολωνία.
Η Süddeutsche Zeitung καταλήγει σημειώνοντας ότι στην τελευταία απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης για τις γερμανικές αποζημιώσεις το 2012 οι δικαστές απέρριψαν μεν την προσφυγή από την Ιταλία. Σημείωναν ωστόσο, χωρίς να έχουν καμία νομική υποχρέωση να το κάνουν, ότι όπως η γερμανική ομοσπονδιακή κυβέρνηση υποχρεώθηκε να δημιουργήσει το 2000 για επιζώντες θύματα καταναγκαστικής εργασίας ένα ταμείο καταβολής αποζημιώσεων έτσι και τώρα, παρά το γεγονός ότι έχουν περάσει πολλές δεκαετίες, ίσως να είχε νόημα να δημιουργηθεί ένα παρόμοιο ταμείο για άλλες ομάδες θυμάτων που ενδεχομένως να παραμελήθηκαν στο παρελθόν. Ακόμα κι αν από νομικής άποψης το Βερολίνο δεν υποχρεούται να το πράξει, σημειώνει το δικαστήριο».
Σε διαδήλωση νεοναζί στην Αθήνα ο επικεφαλής της AfD στο Βρανδεμβούργο
Με τίτλο «Πως ο Κάλμπιτς εξηγεί τα ταξίδι του σε διαδήλωση νεοναζί στην Αθήνα» το περιοδικό Der Spiegel δημοσιεύει, μια μέρα πριν τις τοπικές εκλογές στο Βρανδεμβούργο, άρθρο για τον επικεφαλής της Εναλλακτικής για τη Γερμανία στο Βρανδεμβούργο Αντρέας Κάλμπιτς, ο οποίος σύμφωνα με ρεπορτάζ του γερμανικού περιοδικού διατηρούσε στενούς δεσμούς με την γερμανική ακροδεξιά. Το Der Spiegel σημειώνει μεταξύ άλλων ότι «τον Ιανουάριο του 2007 συμμετείχε σε διαδήλωση της «Πατριωτικής Συμμαχίας» στην Αθήνα από κοινού με κορυφαία στελέχη του γερμανικού νεοναζιστικού κόμματος NPD μεταξύ των οποίων και τότε πρόεδρός του Ούντο Φόιγκτ.
Απαντώντας εγγράφως σε ερώτηση του γερμανικού περιοδικού ο επικεφαλής της AfD στο Βρανδεμβούργο παραδέχεται ότι συμμετείχε στην διαδήλωση, η οποία ωστόσο τον άφησε μάλλον αδιάφορο, τόσο ως προς τους στόχους, όσο και ως προς τους συμμετέχοντες. Εκτός αυτού ο Αντρέας Κάλμπιτς υποστηρίζει ότι ουδέποτε ήταν μέλος του NPD, ουδέποτε δραστηριοποιήθηκε για το κόμμα και ούτε είχε προσωπικές επαφές με μέλη του. Ο γερμανός πολιτικός υπογραμμίζει τέλος ότι παραμένει πιστός στο γερμανικό Σύνταγμα και πως τηρεί, με συνέπεια, αποστάσεις από οποιοδήποτε ακροδεξιό πολιτικό στόχο».
Πηγή: Deutsche Welle
Με την κατάργηση της υποχρέωσης του εργοδότη να επικαλείται έναν βάσιμο λόγο απόλυσης, το καθεστώς επιστρέφει σε εκείνο που ίσχυε πριν τον Μάιο του 2019.
Μέχρι τότε ίσχυε το καθεστώς της αναιτιολόγητης απόλυσης στο πλαίσιο του οποίου ο εργοδότης είχε το δικαίωμα να απολύσει έναν εργαζόμενο χωρίς να χρειάζεται να επικαλεστεί έναν βάσιμο λόγο, καταβάλλοντας πάντα τη νόμιμη αποζημίωση.
Η καταβολή της αποζημίωσης του εργαζόμενου είναι επιβεβλημένη σε κάθε περίπτωση και με το παλαιό και με το καινούριο καθεστώς.
Το Μάιο του 2019 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ νομοθέτησε την αιτιολογημένη απόλυση, ένα καθεστώς που ισχύει από τη δεκαετία του 1960 σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία, Ισπανία, Βέλγιο, Ολλανδία κ.λπ.
Με την αιτιολογημένη απόλυση, ο εργοδότης είχε την υποχρέωση να αιτιολογήσει το λόγο της απόλυσης, καταβάλλοντας ασφαλώς και την αποζημίωση.
Οι εργοδοτικές οργανώσεις ήταν αντίθετες στη ρύθμιση αυτή.
Η διαφορά ήταν ότι το βάρος της απόδειξης του λόγου απόλυσης μεταφέρθηκε στον εργοδότη. Με την αιτιολογημένη απόλυση θα έπρεπε ο εργοδότης να επικαλεστεί και να αποδείξει τη βασιμότητα της απόλυσης, ότι υπήρχε σοβαρός λόγος.Βάσιμοι λόγοι απόλυσης μπορούσαν να είναι είτε προσωπικοί (π.χ. ανεπάρκεια του εργαζομένου) είτε οικονομικοί (οικονομικά προβλήματα της επιχείρησης). Καθιστούσε δύσκολη την απόλυση, διότι εάν αποδεικνυόταν ότι ο λόγος δεν ήταν σοβαρός, ο εργοδότης θα υποχρεούτο να επαναπροσλάβει τον εργαζόμενο ή να του παράσχει πρόσθετη αποζημίωση.
Μετά την κατάργηση της ρύθμισης αυτής, η οποία τελικά ίσχυσε μόνο για τρεις μήνες, η κατάσταση επανέρχεται στο προηγούμενο καθεστώς, ήτοι ο εργοδότης έχει το δικαίωμα να απολύσει χωρίς να επικαλεστεί κάποιο λόγο, καταβάλλοντας βεβαίως τη νόμιμη αποζημίωση.
Εάν ο εργαζόμενος θέλει να αμφισβητήσει την απόλυση, θα πρέπει να προσφύγει στα δικαστήρια και να αποδείξει ότι υπάρχει καταχρηστικότητα στην διακοπή της σχέσης εργασίας, οπότε ο εργοδότης θα πρέπει να τον επαναπροσλάβει.
Η αιτιολογημένη απόλυση στην πράξη ήταν ένα εμπόδιο για να προχωρούν επιχειρήσεις-εργοδότες που ήταν κερδοφόροι (και άρα δεν μπορούσαν να επικαλεστούν οικονομικούς λόγους) σε απολύσεις εργαζομένων.
Δεδομένου ότι η βασιμότητα της απόλυσης ή όχι δεν σχετιζόταν με την αποζημίωση του εργαζομένου, η ρύθμιση προστάτευε πρακτικά εργαζόμενους με λίγα χρόνια εργασίας, που είχαν μικρή αποζημίωση και άρα πιθανόν να προτιμούσαν να διατηρήσουν τη θέση εργασίας, παρά να εισπράξουν μια μικρή αποζημίωση και να αποχωρήσουν.
Όπως επισημαίνει ο νομικός - εργατολόγος Απόστολος Τσαλαπάτης:
«Το καθεστώς της αιτιολογημένης απόλυσης είναι ένα κεκτημένο του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη και ισχύει σε όλες τις χώρες της «παλαιάς Ευρώπης» ήτοι των 12 μελών της Ε.Ε. (τότε ΕΟΚ) πριν τη διεύρυνση. Το καθεστώς ισχύει από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 για τη Γαλλία και τη Γερμανία και κατόπιν για όλα τα άλλη κράτη μέλη πλην της Ελλάδας.
Η αιτιολογημένη απόλυση, με κάποιο βάσιμο λόγο, αποτελούσε πάγια απαίτηση της ΓΣΕΕ και των ελληνικών συνδικάτων από τη μεταπολίτευση και μετά.
Εντέλει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο του 2016 κύρωσε τον αναθεωρημένο κοινωνικό χάρτη που ήταν το πρώτο βήμα ώστε κάποτε να επιβληθεί η αιτιολόγηση της απόλυσης και στην Ελλάδα και εν τέλει προεκλογικά, την άνοιξη του 2019, νομοθετήθηκε η αιτιολογημένη απόλυση στην Ελλάδα με καθυστέρηση 35 ετών.
Η παρούσα κυβέρνηση με την αιτιολογία ότι η αναγραφή του λόγου της απόλυσης συνοδεύει το εργασιακό ιστορικό του εργαζομένου κατάργησε το νόμο του ΣΥΡΙΖΑ και έτσι η απόλυση στην Ελλάδα ξαναγίνεται αναιτιολόγητη.
Όταν δηλαδή απολύεται ένας εργαζόμενος ο εργοδότης δεν είναι υποχρεωμένος να αναφέρει το λόγο για τον οποίον τον απέλυσε, και έτσι η απόλυση παραμένει ανέλεγκτη δικαστικά».
Αποζημιώθηκε επιβάτης πλοίου για απώλεια αποσκευής με την παρέμβαση του Συνηγόρου του Καταναλωτή.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση, καταναλώτρια προσέφυγε στην Ανεξάρτητη Αρχή «Συνήγορος του Καταναλωτή», καταγγέλλοντας ότι ο ανήλικος γιός της κατά το ταξίδι του με πλοίο από την Άνδρο προς τη Ραφήνα, στο πλαίσιο σχολικής εκδρομής, απώλεσε την αποσκευή του.
Ειδικότερα, το πλήρωμα του υπέδειξε να αφήσει τη βαλίτσα του στο γκαράζ του πλοίου και, κατά την άφιξή του στο λιμάνι της Ραφήνας, την αναζήτησε και δεν τη βρήκε. Το αποτέλεσμα ήταν ότι αναγκάστηκε να συνεχίσει το ταξίδι του με το σχολείο προς τα Ιωάννινα που ήταν ο προορισμός της σχολικής εκδρομής, χωρίς τα ρούχα και τα προσωπικά του αντικείμενα.
Το αίτημα της καταναλώτριας ήταν η καταβολή αποζημίωσης ύψους 500 ευρώ για την απώλεια της αποσκευής και των προσωπικών ειδών του ανήλικου τέκνου της.
Η εταιρεία αρχικά απάντησε ότι δεν φέρει καμία ευθύνη και ότι η μέριμνα για κάθε αποσκευή αποτελεί ευθύνη του επιβάτη. Ωστόσο, ο Συνήγορος του Καταναλωτή επισήμανε στην εταιρεία ότι, σύμφωνα με τη νομοθεσία για τα δικαιώματα των επιβατών κατά τις θαλάσσιες μεταφορές (ν. 4195/2013), ο μεταφορέας ευθύνεται για τη ζημία που προκαλείται στον επιβάτη, εξαιτίας απώλειας ή φθοράς των αποσκευών του, με την εξαίρεση των αποσκευών καμπίνας, εκτός αν αποδείξει ότι το συμβάν που προκάλεσε την απώλεια ή τη φθορά δεν οφείλεται σε υπαιτιότητά του. Για την οφειλόμενη αποζημίωση ως προς τη φθορά ή απώλεια των αποσκευών προβλέπεται ποσοτικός περιορισμός ύψους 730 ευρώ περίπου.
Στην προκείμενη περίπτωση, με βάση τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, η αποσκευή είχε παραδοθεί για φύλαξη σε χώρο ευθύνης της εταιρείας, μετά από υπόδειξη του προσωπικού της, το οποίο όφειλε να επιτηρεί τον χώρο αυτόν.
Τελικά, κατόπιν των ανωτέρω, η εταιρεία αποζημίωσε την αιτούσα με το ποσό των 500 ευρώ που διεκδικούσε με την αναφορά της.