Ερευνητές του Πανεπιστημίου Macquarie στην Αυστραλία συμπέραναν ότι η παχυσαρκία αποτελεί ασθένεια του εγκεφάλου, η οποία επιδεινώνεται σημαντικά με την υιοθέτηση μιας τυπικής δυτικής διατροφής. Σύμφωνα με την παρουσίασή τους, στο ετήσιο συνέδριο του Society for the Study of Ingestive Behaviour στην Πορτογαλία, οι επιστήμονες χώρισαν τα άτομα που συμμετείχαν στο πείραμα σε δύο ομάδες.
Η πρώτη ακολούθησε μια διατροφή υψηλή σε ζάχαρη και λιπαρά και χαμηλή σε φρούτα, λαχανικά και φυτικές ίνες, ενώ η δεύτερη ομάδα έτρωγε πιο υγιεινά γεύματα.
Αυτό που διαπίστωσαν ήταν ότι τα άτομα της πρώτης ομάδας μάθαιναν με χαμηλότερο ρυθμό και είχαν χειρότερη μνήμη από εκείνους που ακολουθούσαν υγιεινή διατροφή, ενώ είχαν μεγαλύτερη επιθυμία για κατανάλωση σνακ όταν ήταν χορτάτοι, σε αντίθεση με εκείνους της δεύτερης ομάδας. Η σύνδεση ανάμεσα στη μάθηση και τη μνήμη και στην παχυσαρκία έγκειται σε έναν παράγοντα-κλειδί για τον έλεγχο της ποσότητας του φαγητού: το πόσο καλά θυμάται ο εγκέφαλος ότι ο οργανισμός έχει χορτάσει.
Ερευνες σε πειραματόζωα
Οι επιστήμονες θεωρούν ότι η δυτική διατροφή επηρεάζει την περιοχή του ιππόκαμπου του εγκεφάλου, εμποδίζοντας την ικανότητα για μπλοκάρισμα των αναμνήσεων που δεν είναι πλέον χρήσιμες. Κανονικά οι αναμνήσεις του φαγητού βρίσκονται στο μπροστινό μέρος του εγκεφάλου όταν κάποιος πεινάει, αλλά μπλοκάρονται όταν ο οργανισμός νιώθει χορτασμένος. Ωστόσο αυτή η διαδικασία φαίνεται να μη λειτουργεί εξίσου σωστά μεταξύ εκείνων που ακολουθούν μια διατροφή υψηλή σε λιπαρά και ζάχαρη.
Ερευνες σε πειραματόζωα έχουν δείξει στο παρελθόν τη συγκεκριμένη σύνδεση. «Παρότι είχαν χορτάσει, ήθελαν ακόμα να καταναλώσουν γλυκά και λιπαρά τρόφιμα», ανέφερε ο ερευνητής Τούκι Ατουκουαγέφιο του Πανεπιστημίου Macquarie, προσθέτοντας: «Αυτό που ήταν ακόμα πιο ενδιαφέρον ήταν ότι αυτό το αποτέλεσμα σχετιζόταν άμεσα με τις επιδόσεις τους στις λειτουργίες της μάθησης και της μνήμης, κάτι που δείχνει ότι υπάρχει σύνδεση ανάμεσα σε αυτά τα δύο μέσω του ιππόκαμπου».
Στο μεταξύ, πολλές προηγούμενες έρευνες έχουν προειδοποιήσει για τους κινδύνους της παχυσαρκίας και της τυπικής δυτικής διατροφής για τον ανθρώπινο εγκέφαλο. Μεσήλικες που είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο από όσους έχουν φυσιολογικό βάρος να εμφανίσουν τη νόσο Αλτσχάιμερ και άλλες μορφές άνοιας.
Επίσης παιδιά μικρής ηλικίας, ακόμα και επτά ετών, μπορεί να υποφέρουν από ασθενή μνήμη επειδή τρέφονται με τον δυτικό τρόπο, καταναλώνοντας τρόφιμα υψηλά σε ζάχαρη και λιπαρά.
Ενδιαφέροντα είναι και τα ευρήματα ερευνών σε ποντίκια. Μία από αυτές έχει δείξει ότι η δυτική διατροφή μπορεί να εξασθενήσει τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό, ο οποίος βοηθάει στην προστασία του εγκεφάλου από τα επιβλαβή στελέχη του αίματος.
Μια πρόσφατη έρευνα του Ερευνητικού Κέντρου για τον Διαβήτη στο Μίσιγκαν των ΗΠΑ διαπίστωσε ότι οι νευρώνες που απελευθερώνουν την ορμόνη MCH, η οποία καθιστά κάποιον πιο επιρρεπή στην υπερκατανάλωση φαγητού, ήταν σε μεγαλύτερη αφθονία σε παχύσαρκα πειραματόζωα και οι ποσότητές της στον εγκέφαλό τους αυξάνονταν όταν αυτά βρίσκονταν σε ένα περιβάλλον πλούσιο σε υψηλά σε ζάχαρη ερεθίσματα.
ethnos.gr
Σύμφωνα με δημοσίευμα της Telegraph και το clickatlife.gr, κάποιες χώρες φαίνεται πως έχουν το κρέας νούμερο 1 στη διατροφή τους και κάποιες άλλες όχι και τόσο. Ας τις γνωρίσουμε μέσα από επίσημα στοιχεία.
Οι περισσότεροι πιθανόν να μην εκπλαγούν όταν μάθουν ότι οι Αμερικανοί είναι αυτοί που λένε το πιο ηχηρό «ναι» στο κρέας, με τον κάθε κάτοικο των Η.Π.Α. να καταναλώνει κατά μέσο όρο 120,2 κιλά κρέατος το χρόνο, σύμφωνα με στοιχεία του 2009, από τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών.
Στη 2η θέση της λίστας βρίσκουμε –περιέργως- το Κουβέιτ της Μέσης Ανατολής, το οποίο ακολουθείται από την Αυστραλία, η οποία καταναλώνει 111,5 κιλά κρέατος ανά άτομο το χρόνο. Οι Μπαχάμες, το Λουξεμβούργο, η Νέα Ζηλανδία, η Αυστρία η Γαλλική Πολυνησία, οι Βερμούδες και η Αργεντινή ολοκληρώνουν το top 10, με την Αργεντινή που είναι τελευταία στη δεκάδα, να καταναλώνει 98,3 κιλά κρέας το άτομο ανά έτος.
Αυτό που αξίζει να πούμε είναι ότι ανάμεσα στις πιο… διψασμένες για κρέας χώρες, βρίσκονται κι αυτές με το μεγαλύτερο δείκτη παχυσαρκίας, με τις Η.Π.Α να είναι 12ες, το Κουβέιτ 9ο, οι Μπαχάμες 10ες, η Νέα Ζηλανδία 24η και η Αυστραλία 26η στη λίστα παχυσαρκίας.
Οι πιο φτωχές χώρες βλέπουν σπάνια κρέας στο πιάτο τους
Στον αντίποδα, οι πιο χορτοφάγες χώρες του κόσμου είναι το Μπαγκλαντές με μόλις 4 κιλά κατανάλωσης κρέατος ανά άτομο το χρόνο, με την Ινδία να ακολουθεί με 4,4 κιλά ανά άτομο το χρόνο και το top 10 να συμπληρώνουν φτωχές χώρες, όπως το Μπουρούντι, η Σρι Λάνκα, η Ρουάντα, η Σιέρα Λεόνε, η Ερυθραία, η Μοζαμβίκη, η Γκάμπια και το Μαλάουι.
Κι αν αναρωτιέστε για την Ελλάδα, να σας πούμε ότι το κάθε άτομο στη χώρα μας καταναλώνει 74,8 κιλά κρέατος το χρόνο, αρκετά λιγότερο από την Ιταλία που φτάνει τα 90,7 κιλά ανά άτομο το έτος, τη Γαλλία που φτάνει τα 86,7, την Ισπανία που φτάνει τα 97 κιλά και τη Γερμανία που φτάνει τα 88,1 κιλά ανά άτομο.
Ο Αντώνης Τηγάνης είναι καθηγητής και Αναπληρωτής Προϊστάμενος Έρευνας του Τμήματος Βιοχημείας και Μοριακής Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Monash. Είναι υπεύθυνος του Εργαστηρίου Τηγάνης, το οποίο είναι ένα εργαστήριο Μοριακής σηματοδότησης και ανθρωπίνων νοσημάτων.
Στόχος του είναι η αποκάλυψη των «μονοπατιών» που σχετίζονται με τις ανθρώπινες ασθένειες όπως η παχυσαρκία, ο διαβήτης και οι διαταραχές του μεταβολισμού.
Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Μελβούρνης. To 1999 με επιχορήγηση από το Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας Υγείας και Ιατρικής της Αυστραλίας δημιούργησε ένα εργαστήριο, που επικεντρωνόταν στη ρύθμιση και λειτουργία της πρωτεϊνικής φωσφατάσης τυροσίνης (ΡΤΡ).
Το 2000 ίδρυσε ένα ανεξάρτητο εργαστήριο με το όνομα του, Tiganis Laboratory, στο Τμήμα Βιοχημείας και Μοριακής Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Monash. Είναι επίσης Αναπληρωτής Προϊστάμενος (Έρευνας) του Τμήματος Βιοχημείας και Μοριακής Βιολογίας και κύριος ερευνητής του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας Υγείας και Ιατρικής της Αυστραλίας. Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα είναι η κατανόηση των δικτύων μοριακής σηματοδότησης στις ανθρώπινες ασθένειες και επικεντρώνεται στους ρόλους των προτείνων στον μεταβολισμό, στον καρκίνο και στην προσαρμοστική ανοσία.
Ο Τηγάνης και η ομάδα του ερευνούν τη σύνδεση μεταξύ δύο ορμονών, που σύμφωνα με τον ίδιο έχουν δώσει στους επιστήμονες νέες ιδέες για το πώς ο εγκέφαλος ρυθμίζει το σωματικό λίπος.
Η διαδικασία που αναπτύχθηκε από τον ομογενή επιστήμονα σχετίζεται με τη λεπτίνη, μια ορμόνη που παράγεται από το λίπος που ενεργεί για να καταστείλει την πείνα και την ινσουλίνη, η οποία παράγεται από το πάγκρεας σε συνάρτηση με τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα μετά από ένα γεύμα. Και οι δύο ορμόνες μεταφέρουν στον εγκέφαλο το ποσό της ενέργειας που αποθηκεύεται στο σώμα και πόσο περισσότερο είναι πιθανό να αποθηκευθεί ως αποτέλεσμα της κατανάλωσης. Μόλις τα επίπεδα ενέργειας ληφθούν από τον εγκέφαλο, το σώμα μετατρέπει το λευκό αποθηκευμένο λίπος σε καφέ λίπος (ενεργειακές καύσεις).
Ο Τηγάνης έχει δει αποτελέσματα σε μελέτες πάνω σε ποντίκια, που υποδεικνύουν πως αυτή η διαδικασία είναι η αιτία αύξησης του βάρους και της παχυσαρκίας.
ellines.com