Mπακαλιάρος συνοδεία σκορδαλιάς. Σε ποιες , όμως, άλλες περιπτώσεις καταλύεται η νηστεία της Σαρακοστής
Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι η παλαιότερη και πιο αυστηρή χρονική περίοδος νηστείας για την ορθόδοξη εκκλησία. Στην έναρξη της καθιέρωσης της, περί τον 4ο αιώνα μ.Χ., προβλεπόταν μάλιστα κατά τα μοναχικά πρότυπα ξηροφαγία, με τους πιστούς να τρώνε μόνο μια φορά την ημέρα κι αυτή μετά τις 3 το μεσημέρι.
Μέσα στην περίοδο της Τεσσαρακοστής η νηστεία καταλύεται, διαφοροποιείται δηλαδή, τρεις φορές, δίνοντας μια ευκαιρία στους πιστούς για ενδυνάμωση μιας και η νηστεία αυτή είναι η πιο αυστηρή.
Η πρώτη από αυτές τις εξαιρέσεις είναι ανήμερα της εορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, όπως έχει καθιερωθεί η 25η Μαρτίου. Πρόκειται για μια χαρμόσυνη εορτή μέσα στην περίοδο του πένθους της Σαρακοστής και επειδή είναι θεομητορική εορτή, αφιερωμένη στην Παναγία και ως εκ τούτου ιδιαίτερα σημαντική, καταλύονται το ψάρι, το έλαιο και ο οίνος.
Όσον αφορά τη δεύτερη ημέρα διαφοροποίησης της νηστείας, αυτή είναι η Κυριακή των Βαΐων, η οποία είναι Δεσποτική εορτή, αφιερωμένη δηλαδή στον επίγειο βίο του Ιησού, οπότε οι πιστοί καταναλώνουν και πάλι ψάρι, λάδι και κρασί.
Κατάλυση του λαδιού γίνεται και τη Μεγάλη Πέμπτη, εις ανάμνηση της παραδόσεως του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας από τον Ιησού Χριστό. Μάλιστα, τη Μεγάλη Πέμπτη τελείται και η Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, η οποία τελείται μόλις 10 φορές το χρόνο.
Το έθιμο του μπακαλιάρου
Παραδοσιακό έδεσμα της ημέρας του Ευαγγελισμού, η οποία έχει πια διττή σημασία για τον Ελληνισμό, καθώς συμπίπτει από το 1838 με τον εορτασμό της Επανάστασης του 1821, είναι ο μπακαλιάρος και μάλιστα συνοδεία της γνωστής σκορδαλιάς.
Η εξήγηση για τη γευστική αυτή συνήθεια είναι αρκετά απλή κι έχει να κάνει κυρίως με την αδυναμία των κατοίκων της ενδοχώρας να προμηθεύονται άμεσα και οικονομικά φρέσκο ψάρι. Παρά το ότι ο μπακαλιάρος δεν είναι ένα «ελληνικό» ψάρι, καθώς απαντάται κυρίως στις ακτές του βορειοανατολικού Ατλαντικού, το γεγονός ότι γίνεται παστός τον καθιστά ένα τρόφιμο φθηνό κι εύκολο στη συντήρηση.
Ο μπακαλιάρος έφτασε στο ελληνικό τραπέζι περί τον 15ο αιώνα και καθιερώθηκε άμεσα ως το εθνικό φαγητό της 25ης Μαρτίου, καθώς με εξαίρεση τα νησιά μας, το φρέσκο ψάρι αποτελούσε πολυτέλεια για τους φτωχούς κατοίκους της ηπειρωτικής Ελλάδας. Έτσι, ο παστός μπακαλιάρος, που δεν χρειαζόταν ιδιαίτερη συντήρηση, αποτέλεσε την εύκολη και φθηνή συνάμα λύση, έθιμο που κρατά μέχρι τις μέρες μας.
Την Κυριακή της Ορθοδοξίας εορτάζουμε την ανάμνηση του κορυφαίου γεγονότος της εκκλησιαστικής μας ιστορίας, της αναστηλώσεως των ιερών εικόνων, το οποίο επισυνέβη το 843 μ.Χ. στο Βυζάντιο, χάρις στην αποφασιστική συμβολή της βασιλίσσης και μετέπειτα αγίας Θεοδώρας, συζύγου του αυτοκράτορα Θεοφίλου (840 – 843 μ.Χ.).
Αναφερόμαστε στη μεγάλη εικονομαχική έριδα, η οποία συντάραξε κυριολεκτικά την Εκκλησία μας για περισσότερα από εκατό χρόνια.
Το 726 μ.Χ. ο αυτοκράτωρ Λέων ο Γ’ ο Ίσαυρος (717 – 741 μ.Χ.) αποφάσισε να επιφέρει στο κράτος ριζικές μεταρρυθμίσεις. Μια από αυτές ήταν η απαγόρευση προσκύνησης των ιερών εικόνων, επειδή, παίρνοντας αφορμή από ορισμένα ακραία φαινόμενα εικονολατρίας, πίστευε πως η χριστιανική πίστη παρέκλινε στην ειδωλολατρία. Στην ουσία όμως εξέφραζε δικές του ανεικονικές απόψεις, οι οποίες ήταν βαθύτατα επηρεασμένες από την ανεικονική ιουδαϊκή και ισλαμική πίστη. Η αναταραχή ήταν αφάνταστη. Η αυτοκρατορία χωρίστηκε σε δύο φοβερά αντιμαχόμενες ομάδες, τους εικονομάχους και τους εικονολάτρες. Οι διώξεις φοβερές. Μεγάλες πατερικές μορφές ανάλαβαν να υπερασπίσουν την ορθόδοξη πίστη. Στα 787 μ.Χ. συγκλήθηκε η Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος, η οποία διατύπωσε με ακρίβεια την οφειλόμενη τιμή στις ιερές εικόνες. Σε αυτή επίσης διευκρινίστηκαν και άλλα δυσνόητα σημεία της χριστιανικής πίστεως, έτσι ώστε να έχουμε πλήρη αποκρυστάλλωση του ορθοδόξου δόγματος και να ομιλούμε για θρίαμβο της Ορθοδοξίας μας.
Η εικόνα στην Ορθοδοξία μας δεν αποτελεί αντικείμενο λατρείας, αλλά λειτουργεί αποκλειστικά ως μέσον τιμής του εικονιζόμενου προσώπου. Ακόμα και ο Χριστός μπορεί να εικονισθεί, διότι έγινε άνθρωπος. Μάλιστα όποιος αρνείται τον εικονισμό του Χριστού αρνείται ουσιαστικά την ανθρώπινη φύση Του! Οι μεγάλοι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας, που αναδείχθηκαν μέσα από τη λαίλαπα της εικονομαχίας, διατύπωσαν το ορθόδοξο δόγμα με προσοχή και ευλάβεια.
Η προσκύνηση της ιερής εικόνας του Χριστού και των άλλων ιερών προσώπων του Χριστιανισμού δεν είναι ειδωλολατρία, όπως κατηγορούνταν από τους εικονομάχους, διότι η τιμή δεν απευθύνεται στην ύλη, αλλά στο εικονιζόμενο πρόσωπο, καθότι «η της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει» (Μ.Βασίλειος P . G . 32,149) και «Προσκυνούμεν δε ταις εικόσιν ου τη ύλη προσφέροντες την προσκύνησιν, αλλά δι΄αυτών τοις εν αυταίς εικονιζομένοις» (Ι. Δαμασκ. P . G .94 1356). Η ευλογία και η χάρη που λαμβάνει ο πιστός από την προσκύνηση των ιερών εικόνων δίνεται από το ζωντανό ιερό πρόσωπο και όχι από την ύλη της εικόνας.
Η εικόνα έχει τεράστια ποιμαντική χρησιμότητα. Μια εικόνα, σύμφωνα με γλωσσική έκφραση, αξίζει περισσότερο από χίλιες λέξεις. Αυτό σημαίνει ότι μέσω της εκκλησιαστικής εικονογραφίας οι πιστοί βοηθούνται να αναχθούν στις υψηλές πνευματικές θεωρίες και στο θείον.
Βεβαίως η ηρεμία δεν αποκαταστάθηκε, διότι εξακολουθούσαν να βασιλεύουν εικονομάχοι αυτοκράτορες. Στα 843 η ευσεβής αυτοκράτειρα Θεοδώρα, επίτροπος του ανήλικου γιου της Μιχαήλ του Γ΄, έθεσε τέρμα στην εικονομαχική έριδα και συνετέλεσε στο θρίαμβο της Ορθοδοξίας.
Οι Πατέρες όρισαν να εορτάζεται ο θρίαμβος του ορθοδόξου δόγματος την πρώτη Κυριακή των Νηστειών για να δείξει στους πιστούς πως ο πνευματικός μας αγώνας θα πρέπει να συνδυάζεται με την ορθή πίστη για να είναι πραγματικά αποτελεσματικός. Νηστεία και ασκητική ζωή έχουν και άλλες αιρέσεις ή θρησκείες, και μάλιστα με πολύ αυστηρότερους κανόνες άσκησης. Όμως αυτό δε σημαίνει ότι μπορούν αυτοί οι άνθρωποι να σωθούν και να ενωθούν με το Θεό. Η σωτηρία είναι συνώνυμη με την αλήθεια, αντίθετα η πλάνη και το ψεύδος οδηγούν σε αδιέξοδα και εν τέλει στην απώλεια.
Οι γονείς του ονομαζόταν Ευφημιανός και Αγλαΐα. Ήταν πλούσιοι και καταγόταν από αρχοντική γενιά. Όμως με μεγάλη γενναιοδωρία διέθεταν την τεράστια περιουσία τους για την ανακούφιση των πτωχών, των ορφανών και των αδυνάτων. Από μικρή ηλικία ο Άγιος Αλέξιος ένοιωσε την επιθυμία να υπηρετήσει τον Κύριο. Όμως ο πατέρας του τον ανάγκασε να νυμφευθεί. Συμφώνησε όμως με τη μέλλοντα σύζυγό του να διατηρήσουν την παρθενία τους, γι` αυτό και την ώρα του γάμου έφυγε κρυφά από τη Ρώμη και κατέφυγε στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας όπου έζησε δεκαοκτώ έτη φορώντας φθαρμένα και παλαιά ενδύματα και εμπνεόμενος από την αγάπη και την φιλευσπλαχνία των χριστιανών της περιοχής. Στη συνέχεια ο Άγιος Αλέξιος επέστρεψε στην πατρίδα του και εγκαταστάθηκε κοντά στο πατρικό του σπίτι. Ήταν ακόμη στη ζωή οι γονείς του, οι οποίοι όμως δεν τον αναγνώρισαν. Όταν πλησίασε το μακάριο τέλος του, ο Άγιος Αλέξιος έγραψε σ` ένα κομμάτι χαρτί το όνομα του και την καταγωγή του. Μετά την κοίμησή του ο αυτοκράτορας Ονώριος διάβασε το σημείωμα και αποκαλύφθηκε ποιος ήταν. Ήταν ένας άνθρωπος του Θεού.
Ο βασιλεύς Ονώριος και ο Αρχιεπίσκοπος μετέφεραν το τίμιο λείψανο του αγίου στο μέσο της πόλεως και κάλεσαν όλο το λαό για να έλθει να προσκυνήσει και να λάβει ευλογία. Όσοι προσέρχονταν και ασπάζονταν το τίμιο λείψανο, άλαλοι, κουφοί, τυφλοί, λεπροί, δαιμονισμένοι, όλοι θεραπεύονταν. Βλέποντας αυτά τα θαύματα οι πιστοί δόξαζαν τον Θεό. Ήταν τόσος ο κόσμος που προσερχόταν για να δει το τίμιο λείψανο, που δεν μπορούσαν να το μεταφέρουν στο ναό του Αγίου Βονιφατίου για να το ενταφιάσουν. Έριξαν ακόμη και χρυσό και άργυρο στον κόσμο για να του αποσπάσουν την προσοχή, αλλά μάταια. Όταν πια μεταφέρθηκε το τίμιο λείψανο στο ναό, για επτά μέρες γιόρταζαν πανηγυρικά και στην γιορτή συμμετείχαν οι γονείς και η νύφη. Στη συνέχεια τοποθετήθηκε το τίμιο λείψανο σε θήκη φτιαγμένη από χρυσό, άργυρο και πολύτιμους λίθους. Αμέσως άρχισε να ευωδιάζει και να αναβλύζει μύρο, το οποίο έγινε ίαμα και θεραπεία για όλους.
Η Κάρα του αγίου βρίσκεται στη Μονή Αγίας Λαύρας Καλαβρύτων. Απότμημα Κάρας βρίσκεται στη Μονή Γεν. Θεοτόκου – Πελαγίας Ακραιφνίου Βοιωτίας. Αποτμήματα του Ιερού Λειψάνου του αγίου βρίσκονται, επίσης, στη Μονή Εσφιγμένου Αγίου Όρους, στη Μονή Κύκκου Κύπρου και στη Λαύρα Αγίου Αλεξάνδρου Νέβσκι Αγίας Πετρουπόλεως.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ ῥίζης ἐβλάστησας, περιφανοῦς καί κλεινῆς, ἐκ πόλεως ἤνθησας, βασιλικῆς καί λαμπρᾶς, Ἀλέξιε πάνσοφε· πάντων δ᾽ ὑπερφρονήσας, ὡς φθαρτῶν καί ῥεόντων, ἔσπευσας συναφθῆναι, τῷ Χριστῷ καί Δεσπότῃ. Αὐτόν οὖν ἐκδυσώπει ἀεί, ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.
Το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Απόκρεω, λέγεται - «Σάββατο των Ψυχών» ή Ψυχοσάββατο. Είναι το πρώτο από τα δύο Ψυχοσάββατα του έτους (το δεύτερο επιτελείται το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής).
Ο λόγος που το καθιέρωσε η Εκκλησία μας, παρ' ότι κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένο στους κεκοιμημένους, είναι ο εξής: Επειδή πολλοί κατά καιρούς απέθαναν μικροί ή στην ξενιτιά ή στη θάλασσα ή στα όρη και τους κρημνούς ή και μερικοί, λόγω πτώχειας, δεν αξιώθηκαν των διατεταγμένων μνημοσυνών, «οι θείοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι θέσπισαν το μνημόσυνο αυτό υπέρ πάντων των άπ' αιώνος εύσεβώς τελευτησάντων Χριστιανών».
Επειδή την Κυριακή της Απόκρεω ποιούμε ανάμνηση της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού και οι κεκοιμημένοι μας ακόμη δεν κρίθηκαν, τους μνημονεύουμε σήμερα και, επικαλούμενοι το άπειρο έλεος Του, παρακαλούμε τον Θεό με το μνημόσυνο πού κάνουμε, να τους αναπαύσει. Συγχρόνως δε, ενθυμούμενοι και εμείς το θάνατο και «διεγειρόμεθα προς μετάνοιαν...».
Σήμερα 01 Μαρτίου τιμάται από την Εκκλησία η Αγία Ευδοκία η από Σαμαρειτών η Οσιομάρτυς.
Η αγία Ευδοκία γεννήθηκε στη Ηλιούπολη της επαρχίας Λιβανησίας, της Φοινίκης, την εποχή του Τραϊανού.
Πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής της στην αμαρτία και την ακολασία, παρασύροντας με την εκτυφλωτική της ομορφιά πολλούς άνδρες στη αμαρτωλή ζωή, ενώ συγχρόνως συγκέντρωσε πολλά χρήματα. Η χάρη όμως του Θεού ευδόκησε, ώστε να συμβεί θαυμαστή αλλαγή στην ψυχή της. Μετά από μία σοβαρή ασθένεια, η αγία Ευδοκία εγκατέλειψε την πόλη και την αμαρτία της, για να επιστρέψει εκεί ένα χρόνο αργότερα. Επιθυμώντας όμως να παραμείνει άγνωστη, εγκαταστάθηκε στην άκρη της πόλης. Εκεί γνώρισε κάποιον μοναχό, μετανόησε και έγινε χριστιανή και βαπτίστηκε από τον επίσκοπο Θεόδοτο. Από τότε άλλαξε η ζωή της, χάρισε όλη της τη περιουσία στο φιλανθρωπικό έργο της τοπικής εκκλησίας και πήγε σε κάποιο μοναστήρι, όπου έζησε βίο ασκητικό ως τη στιγμή που την συνέλαβαν οι πρώην εραστές της και την οδήγησαν στο Αυριλιανό για να δικαστεί. Η αγία Ευδοκία όμως με την προσευχή της, κατόρθωσε να αναστήσει το νεκρό παιδί του βασιλιά και να προσελκύσει και τον ίδιο στο Χριστιανισμό. Αργότερα οδηγήθηκε μπροστά στον ηγεμόνα Διογένη, ο οποίος την άφησε ελεύθερη, αφού η αγία και πάλι θαυματούργησε. Τελικά, η αγία Ευδοκία αποκεφαλίσθηκε από το Βικέντιο και έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου.
Αποτμήματα της Αγίας βρίσκονται στις Μονές Σίμωνος Πέτρας Αγίου Όρους, Φανερωμένης Σαλαμίνος, Αγίας Λαύρας Καλαβρύτων και Βουλκάνου Μεσσηνίας και στη Λαύρα Αγίου Αλεξάνδρου Νέβσκι Αγίας Πετρουπόλεως.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Φόβον ἔνθεον, ἀναλαβοῦσα, κόσμου ἔλιπες, τὴν εὐδοξίαν, καὶ τῷ Λόγῳ Εὐδοκία προαέδραμες, οὐ τὸν ζυγὸν τὴ σαρκί σου βαστάσασα, ὑπερφυῶς ἠγωνίσω δι’ αἵματος. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.