Με την υπ’ αρίθμ. 15/2018 απόφαση του Ε’ Τμήματος του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών ακυρώθηκε η από 21.11.2013 απόφαση (πρακτικό) του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛ.ΑΣ.), με την οποία επιβλήθηκε η πειθαρχική ποινή της αργίας με απόλυση 6 μηνών σε αστυφύλακα της Κω για πειθαρχικά παραπτώματα, στα οποία υπέπεσε στις 16.9.2009.
Πιο συγκεκριμένα ο αστυφύλακας καθʼ ον χρόνο υπηρετούσε σε Αστυνομικό Τμήμα ως δόκιμος, εντός του αστυνομικού καταστήματος, την 16.9.2009 και μεταξύ των ωρών 19:00΄-20:00΄, σε χρόνο που δεν προσδιορίζεται επακριβώς, ενήργησε σωματική έρευνα επί προσαχθέντος ανηλίκου, με ιδιαίτερα εξονυχιστικό τρόπο, αν και τέτοιο επίπεδο έρευνας δεν ήταν απαραίτητο στην προκειμένη περίπτωση, υποχρεώνοντάς τον να αποβάλει τα ενδύματα που φορούσε και να μείνει με το εσώρουχο, αφού προηγουμένως του έδωσε ανάλογες εντολές, με σκοπό να διαπιστώσει αν αυτός έφερε ή όχι αντικείμενα πρόσφορα για απόδραση ή αυτοτραυματισμό κατά την παραμονή του στο Αστυνομικό Τμήμα ή αν έφερε ή όχι πειστήρια τέλεσης του αδικήματος που είχε διαπράξει προγενέστερα σε ζημία του (φθορές στην ιδιωτική μοτοσικλέτα του αιτούντος) και για το οποίο η Υπηρεσία του ενεργούσε έρευνα, με τη συμμετοχή του.
Ο αστυφύλακας κατά την κρίση του Πειθαρχικού Συμβουλίου είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση, να μεταχειριστεί με άψογο τρόπο τον ύποπτο, περαιτέρω όφειλε να συμπεριφερθεί στον ανήλικο με στοργή.
Το Πειθαρχικό Συμβούλιο αποφάνθηκε ότι η προαναφερόμενη αξιόποινη πράξη αντιβαίνει στο υπηρεσιακό καθήκον του, ενώ δεν προέκυψε δόλος, αλλά αποσκοπώντας σε νόμιμη υπηρεσιακή ενέργεια, ήτοι σε αστυνομική σωματική έρευνα υπερέβη τα όρια του ελέγχου και παρεκτράπη αυτών κατά την σωματική έρευνα του ανηλίκου, παράβαση για την οποία του επέβαλε πειθαρχική ποινή αργίας με απόλυση έξι μηνών.
Περαιτέρω, μετά την έκδοση του προσβαλλόμενου πρακτικού, εκδόθηκε την 21.10.2016 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου Πλημμελημάτων, μεταβατική Έδρα Κω, η οποία κατέστη αμετάκλητη και για την οποία ο αστυφύλακας κρίθηκε αθώος των ποινικών αδικημάτων της προσβολής ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της απλής σωματικής βλάβης και της παράβασης καθήκοντος.
Ειδικότερα, κρίθηκε αθώος του ό,τι άσκησε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του παράνομη σωματική ή ψυχολογική βία στον ανήλικο.
Στην κρίση αυτή κατέληξε το ποινικό δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη ό,τι δεν αποδείχθηκε πως ο αιτών εξανάγκασε τον ανήλικο να βγάλει όλα τα ρούχα του και να μείνει με το εσώρουχο, βασιζόμενο στο ότι ο ίδιος ο ανήλικος δεν ήταν σε θέση να βεβαιώσει ποιος από τους κατηγορουμένους αστυνομικούς του επέβαλε να γδυθεί και να μείνει με το εσώρουχο, όπως ισχυρίστηκε, σύμφωνα δε με την μαρτυρία του αστυνομικού, ο οποίος εκτελούσε χρέη αξιωματικού υπηρεσίας στο Α.Τ. την ημέρα εκείνη, ο αιτών δεν συμμετείχε στη διαδικασία ελέγχου των προσαχθέντων προσώπων.
Το Διοικητικό Δικαστήριο, επιγενομένης αθωώσεως του αιτούντος με αμετάκλητη απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, με την οποία διαπιστώθηκε ανυπαρξία των πραγματικών περιστατικών, που συνιστούν την αντικειμενική υπόσταση του πειθαρχικού παραπτώματος, για το οποίο επιβλήθηκε σε βάρος του η ένδικη πειθαρχική ποινή, έκρινε ότι κλονίζεται η αιτιολογία της προσβαλλόμενης αποφάσεως και για το λόγο αυτό, ακύρωσε την απόφαση και διέταξε την αναπομπή της στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, προκειμένου αυτό να κρίνει εκ νέου την πειθαρχική υπόθεση του, συνεκτιμώντας και την προαναφερόμενη αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου.
Πηγή:www.dimokratiki.gr