Οι εκλογές του Ιανουαρίου οδήγησαν στη συγκρότηση μιας νέας κυβέρνησης, με επικεφαλής τον κ. Τσίπρα, η οποία συγκέντρωσε από τα πρώτα της βήματα τεράστια κοινωνική αποδοχή.

Σήμερα, δυόμισι μήνες μετά, τα σημάδια απομείωσης αυτής της κυριαρχίας, τα οποία ήδη είχαν καταγραφεί από τον Μάρτιο, είναι εντονότερα, χωρίς όμως να ανατρέπουν τη μετεκλογική εικόνα. 

Οσοι πιστεύουν ότι τα πράγματα στη χώρα πηγαίνουν προς τη σωστή κατεύθυνση ανέρχονται στο 49% (από το 56% του προηγούμενου μήνα και το 24% που είχε καταγραφεί προεκλογικά). Ο διαχρονικός δείκτης για την «κατεύθυνση των πραγμάτων στη χώρα» παραμένει ακόμη θετικός, αλλά η απώλεια 20 ποσοστιαίων μονάδων μέσα σε δυόμισι μήνες είναι σημαντική. Η κάμψη αυτή είναι λογική με την έννοια ότι οι αβεβαιότητες για την πορεία της χώρας παραμένουν και σταδιακά ενισχύονται. Εξάλλου, αυτό φαίνεται και από την περαιτέρω άνοδο του ποσοστού όσων δηλώνουν ότι νιώθουν μάλλον ανησυχία για το μέλλον (60% από 45% προεκλογικά) παρά ελπίδα (39% από 50%). 

Το κοινωνικό και ιδίως το οικονομικό κλίμα είναι βέβαιο ότι έχουν μεταστραφεί.


Ο δείκτης οικονομικής εμπιστοσύνης υποχωρεί και πάλι, με τις προσδοκίες για το μέλλον της οικονομίας να κινούνται για δεύτερο συνεχόμενο μήνα σε αρνητικό ισοζύγιο, από το +13 του Φεβρουαρίου στο -6 τώρα.

Η αξιολόγηση της κυβέρνησης, αν και συνεχίζει να κινείται σε υψηλά επίπεδα, έχει μειωθεί σημαντικά. Οι θετικές γνώμες, από το μετεκλογικό 76%, κινούνται τώρα στο 55%. 

Ακόμη και οι αξιολογήσεις για τον πρωθυπουργό, κ. Τσίπρα, καταγράφουν μείωση από το μετεκλογικό 81% στο 68%. Ωστόσο, σημειώνουμε ότι, έστω και αυτό το ποσοστό (το 68% της θετικής αξιολόγησης του πρωθυπουργού) δεν έχει ιστορικό προηγούμενο στα δημοσκοπικά δεδομένα. Εξάλλου, η δημοφιλία του συνεχίζει να παραμένει στο 80%.

ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΙ

Τα σημάδια αυτά, της κάμψης του γενικού κλίματος και της μείωσης της ιδιαίτερα υψηλής αποδοχής της κυβέρνησης, αντανακλώνται πολύ λιγότερο στο κομματικό σύστημα και στους συσχετισμούς που διαμορφώθηκαν μετεκλογικά. Είναι γνωστό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ συνέχισε την αλματώδη άνοδο της επιρροής του και μετεκλογικά και δείχνει να διατηρεί αυτή την υπεροχή. Η σταδιακή κοινωνική απόσυρση της εμπιστοσύνης από την κυβέρνηση δεν μεταφράζεται αυτομάτως σε ενίσχυση άλλων κομματικών επιλογών. Το φαινόμενο αυτό έχει παρατηρηθεί πολλές φορές στο παρελθόν. Η αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών απαιτεί πρωτοβουλίες οι οποίες είναι δύσκολο να αναληφθούν στο σημερινό περιβάλλον και με τόσο πρόσφατη την εκλογική καταγραφή. 

Η πρόθεση ψήφου για τον ΣΥΡΙΖΑ κινείται στο 38,1% και η εκτίμηση ψήφου στο 45,6% (από το 47,8% του Μαρτίου). Ωστόσο, δεν θα πρέπει να νομίζεται ότι, αν προέκυπτε θέμα νέας πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, οι εξελίξεις και οι συσχετισμοί θα εξελίσσονταν «ομαλά». Οι αιτιάσεις που θα οδηγούσαν σε πρόωρες εκλογές θα μπορούσαν να αλλάξουν άρδην τους συσχετισμούς. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το κομματικό σύστημα βρίσκεται σε έντονα μεταβατική φάση και όσο θα διαρκεί η πολύπλευρη κρίση, τίποτα δεν μπορεί να αποκλεισθεί.


Η Ν.Δ. κινείται ακόμη χαμηλά (στην εκτίμηση ψήφου 20,9%) και δεν αποτελεί προς το παρόν απειλή για την πρωτοκαθεδρία του ΣΥΡΙΖΑ. 
Σημειώνουμε, επίσης, ότι τόσο το «Ποτάμι» όσο και το ΚΚΕ και το ΠΑΣΟΚ δείχνουν μικρή ανάκαμψη, αλλά τέτοιες διακυμάνσεις έχουν καταγραφεί ξανά στο παρελθόν. Επομένως, δεν αξιολογούνται ως σημαντικές οι τάσεις αυτές, αν δεν παραμείνουν σταθερά ανοδικές μέσα στους επόμενους μήνες. 

Κλείνοντας το σημείωμα αυτό, επισημαίνουμε ότι η κοινωνία εκφράζεται (και αυτό ίσως να είναι απολύτως λογικό) με ένα μαξιμαλιστικό τρόπο: Παραμένει σταθερά προσανατολισμένη στη συμμετοχή της χώρας στη ζώνη του ευρώ (με ποσοστό 82%) και ταυτόχρονα συνεχίζει να στηρίζει τη διαπραγματευτική τακτική της κυβέρνησης έναντι του Eurogroup και των «θεσμών» (με ποσοστό 58%). Το ερώτημα είναι αν η κυβέρνηση θα καταφέρει να ολοκληρώσει τη διαπραγμάτευση πριν να καταστούν πλειοψηφικές οι αρνητικές αξιολογήσεις. Γιατί η Ιστορία διδάσκει ότι, όταν χαθεί η πολιτική εμπιστοσύνη, δύσκολα μπορεί να παραχθεί αποδοτικό και αναγεννητικό πολιτικό έργο.

Στο 20,7% η «ψαλίδα» ΣΥΡΙΖΑ-Ν.Δ.

Ανω του 20% παραμένει η διαφορά μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων στην πρόθεση ψήφου των πολιτών, σημειώνοντας ωστόσο πτώση από την προηγούμενη μέτρηση, στην οποία είχε καταγραφεί στο 23,5%. Συγκεκριμένα, στην πρόθεση ψήφου ο ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνει 38,1% (από 41,9%) και ακολουθούν η Ν.Δ. με 17,4% (από 18,4%), το «Ποτάμι» με 6,3% (από 4,9%), η Χρυσή Αυγή με 4,6% (από 5,3%), το ΚΚΕ με 4,2% (από 3,9%), το ΠΑΣΟΚ με 3,6% (από 3%), οι ΑΝΕΛ με 3,2% (από 3,8%), η Ενωση Κεντρώων με 1,8% (από 1,9%) και το ΚΙΔΗΣΟ με 1,5% (από 2%). Στην εκτίμηση ψήφου η διαφορά μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων είναι 24,7% , με το κυβερνών κόμμα να συγκεντρώνει 45,6% και τη Ν.Δ. 20,9%.

Τρίτο κόμμα είναι το «Ποτάμι» με 7,5% και ακολουθούν η Χρυσή Αυγή με 5,5%, το ΚΚΕ με 5%, το ΠΑΣΟΚ με 4,3%, οι ΑΝΕΛ με 3,8%, η Ενωση Κεντρώων με 2,2% και το ΚΙΔΗΣΟ με 1,7%. Θετικοί, αν και με σημαντικές αυξομειώσεις για την κυβέρνηση, παραμένουν και οι περισσότεροι ποιοτικοί δείκτες. Για παράδειγμα, η πλειοψηφία των ερωτηθέντων, σε ποσοστό 49% (από 56%), θεωρεί ότι η χώρα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, σε αντίθεση με το 41% (από 36%) που πιστεύει ότι κινείται προς τη λάθος, ενώ το 82% (από 84%) δηλώνει υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ.

Οι πολίτες, πάντως, συνεχίζουν να αξιολογούν αρνητικά κατά 67% τη σημερινή οικονομική κατάσταση της χώρας, έναντι 6% (από 9%) θετικά και 26% (από 23%) ουδέτερα. Παράλληλα, αυτοί που πιστεύουν ότι οι οικονομικές συνθήκες θα μείνουν ίδιες καταγράφονται στο 30%, αυτοί που ελπίζουν ότι θα καλυτερέψουν στο 30% και αυτοί που εκτιμούν ότι θα χειροτερέψουν στο 36%. Αντίστοιχα, το 60% εκφράζει ανησυχία για το μέλλον και το 39% ελπίδα.


Συσπείρωση και συμφωνία για τον τρόπο διαπραγμάτευσης με τους «θεσμούς»

Συσπειρωμένοι πέριξ της κυβέρνησης φαίνεται ότι είναι οι πολίτες στην πλειοψηφία τους για τη διαπραγμάτευση που βρίσκεται σε εξέλιξη με τους «θεσμούς», εκφράζοντας την εμπιστοσύνη τους για τον τρόπο με τον οποίο αυτή πραγματοποιείται. Ειδικότερα, το 58% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι μάλλον συμφωνεί με τον τρόπο διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης, σε αντίθεση με το 33% που μάλλον διαφωνεί. Το σημαντικό είναι ότι από αυτούς που συμφωνούν το 84% είναι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ, το 24% ψηφοφόροι της Ν.Δ., το 46% ψηφοφόροι της Χ.Α., το 35% ψηφοφόροι του «Ποταμιού», το 70% ψηφοφόροι του ΚΚΕ, το 23% ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ και το 73% ψηφοφόροι των Ανεξάρτητων Ελλήνων. Συμπληρωματική της παραπάνω εικόνας είναι και η πρόβλεψη της συντριπτικής πλειοψηφίας των ερωτώμενων (81%) ότι η χώρα θα παραμείνει στη ζώνη του ευρώ, έναντι του 11% που προβλέπει ότι θα επιστρέψει στη δραχμή.

Σε σχέση με την εικόνα της αξιολόγησης της κυβέρνησης, το 55% (από 62%) πιστεύει ότι είναι θετική η πορεία της κυβέρνησης, σε αντίθεση με το 38% (από 29%) που υποστηρίζει ότι είναι αρνητική. Την ίδια ώρα, ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά συνεχίζει να συγκεντρώνει ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, στην αξιολόγησή του από τους πολίτες. Ειδικότερα, το 68% (από 72%) των ερωτηθέντων έχει θετική γνώμη για τον τρόπο με τον οποίο ασκεί τα καθήκοντά του, ενώ το 26% (από 22%) έχει αρνητική.


Κρατάει την πρωτιά ο Τσίπρας 

Συνεχίζει να είναι ιδιαίτερα δημοφιλής ο πρωθυπουργός στις δημοτικότητες των πολιτικών αρχηγών, διατηρώντας την πρώτη θέση της κατάταξης, με ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά. Συγκεκριμένα, οι θετικές γνώμες για τον κ. Αλέξη Τσίπρα καταγράφονται στο 80% (από 80%) και ακολουθούν στη δεύτερη θέση ο πρόεδρος των Ανεξάρτητων Ελλήνων και υπουργός Εθνικής Αμυνας, Πάνος Καμμένος με 48% (από 43%), ο πρόεδρος του «Ποταμιού», Σταύρος Θεοδωράκης, με 46% (από 43%) , ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, με 36% (από 30%), ο πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Αντώνης Σαμαράς, που πέφτει στην πέμπτη θέση της κατάταξης με 32% (από 36%), ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος αυξάνει ελάχιστα τα ποσοστά του στο 20% (από 19%) και ο αρχηγός της Χρυσής Αυγής, Νίκος Μιχαλολιάκος, με 15% (από 10%).


Η οικονομία φοβίζει τους πολίτες

Την ανησυχία τους για την πορεία της οικονομίας της χώρας μας εκφράζουν οι πολίτες, μέσα από τις απαντήσεις τους στο ερώτημα «ποιο είναι το σημαντικότερο πρόβλημα της χώρας;». Το 57% απαντά «η οικονομία» και ακολουθούν οι απαντήσεις «η ανεργία» με 34%, «η διακυβέρνηση της χώρας και γενικότερα οι πολιτικοί» με 16%, «τα οικονομικά των πολιτών» με 15%, «η διαφθορά» με 10%, «η ιατρική περίθαλψη» με 6%, «η υποανάπτυξη και η Παιδεία» με 4%, «οι αλλοδαποί» με 4%, «η φοροδιαφυγή» με 3%, «η εξωτερική πολιτική» με 2%, «η λειτουργία του δημόσιου τομέα» με 2% και «η εγκληματικότητα» με 1%.


Ο Πρόεδρος 

H εικόνα του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλου, φαίνεται ισχυρή έναντι των πολιτών δεδομένου ότι οι θετικές γνώμες για αυτόν φθάνουν στο 62%. Ιδιαίτερα δημοφιλής, ωστόσο, αποδεικνύεται και ο υπουργός Οικονομικών. Συγκεκριμένα, ο Γιάνης Βαρουφάκης καταγράφει ποσοστό 68% στις θετικές γνώμες, έναντι 31% στις αρνητικές. Αντίθετα, διχασμένοι εμφανίζονται οι πολίτες για την πρόεδρο της Βουλής, Ζωή Κωνσταντοπούλου, καθώς το 51% έχει θετική άποψη, ενώ το 45% αρνητική.

Για «κλίμα τρομοϋστερίας» κάνει λόγο ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, Γαβριήλ Σακελλαρίδης σημειώνοντας ότι «η Κυβέρνηση θα διασφαλίσει το κράτους δικαίου και τις δημοκρατικές αξίες, τόσο στο Πανεπιστήμιο όσο και στην υπόλοιπη κοινωνία»

«Εδώ και μέρες καλλιεργείται ένα κλίμα γενικευμένης τρομοϋστερίας, παρουσιάζοντας τη δημοκρατία σε "κατάσταση πολιορκίας", μεγεθύνοντας περιθωριακά γεγονότα», σημειώνει.

«Τόσο η τηλεοπτική πραγματικότητα, όσο και η ακροδεξιά ρητορεία του κ. Σαμαρά, βρίσκονται σε απόλυτη διάσταση με την αντικειμενική πραγματικότητα», τονίζει ο κ. Σακελλαρίδης και υπογραμμίζει:

«Δεν αρκούν ούτε τα ''πλάνα-κονσέρβα'' από τα επεισόδια της Μ. Τρίτης, που προβάλλονταν καθόλη την πασχαλινή περίοδο, ούτε και οι ανακοινώσεις της αντιπολίτευσης για να πείσουν τον κόσμο ότι περιθωριακές πράξεις βίας καθορίζουν τα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας. Άλλωστε, στην ίδια χώρα ζούμε όλοι και όλες και γνωρίζουμε ότι στο παρελθόν έχουν σημειωθεί πολύ μεγαλύτερες εντάσεις που δεν έλαβαν παρόμοια δημοσιότητα».

«Σε κάθε περίπτωση η Κυβέρνηση θα διασφαλίσει το κράτους δικαίου και τις δημοκρατικές αξίες, τόσο στο Πανεπιστήμιο όσο και στην υπόλοιπη κοινωνία. Δεν πρόκειται, όμως, να υποκύψει στα ακροδεξιά κελεύσματα και στην ατζέντα του "φόβου" και της "ανασφάλειας" την οποία κάποιοι προσπαθούν να καλλιεργήσουν», καταλήγει ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης.

enikos.gr

Το σενάριο των πρόωρων εκλογών επαναφέρει στο τραπέζι η η γερμανική «Bild», σε μία ακόμη νέα πρόκληση, τονίζοντας ότι η Αθήνα εξετάζει αυτή τη λύση «εν μέσω κρίσιμων συνομιλιών για νέα βοήθεια δισεκατομμυρίων αλλά και σοβαρών μεταρρυθμίσεων».

Στο δημοσίευμα τονίζεται ότι ο Αλέξης Τσίπρας προηγείται με 40% στις τελευταίες δημοσκοπήσεις και με αυτό το προβάδισμα σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων θα οδηγήσει τη χώρα του σε νέες εκλογές με σκοπό να κερδίσει την αυτοδυναμία του κόμματός του.

Η «Bild» προχωρά ένα βήμα παραπέρα, αποδίδοντας τους ισχυρισμούς της σε δηλώσεις Ελληνα υπουργού που βεβαίως δεν κατονομάζει.

«Δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε» φέρεται να ανέφερε ο υπουργός, σημειώνοντας ότι «εάν η ΕΕ μείνει σταθερή στις θέσεις της πρέπει να αντισταθούμε γιατί ο ελληνικός λαός μας στηρίζει».

Στο δημοσίευμα αναφέρεται επίσης ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν εξοργιστεί με το σενάριο αυτό.
Στο πλαίσιο αυτό, φιλοξενείται και δήλωση ενός εκ των πολλών αντιπροέδρων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του Γερμανού Αλεξάντερ Γκράφ, ο οποίος αναφέρει ότι: «Νέες εκλογές στην Ελλάδα θα αποτελέσουν ένα δημοψήφισμα για το Ευρώ και η σίγουρη επανεκλογή του ΣΥΡΙΖΑ θα οδηγήσει σε Grexit».

Ακροβασία μεταξύ των ρόλων του παρατηρητή, του σχολιαστή και του υπουργού κάνει για πολλοστή φορά το τελευταίο διάστημα ο Γιάννης Πανούσης.

Μετά το επίμαχο άρθρο στα «ΝΕΑ» που προκάλεσε εσωτερική αναταραχή και έριδες με άλλα μέλη της κυβέρνησης ο Γιάννης Πανούσης με νέα συνέντευξή του...εγκαλεί και καλεί τον πρωθυπουργό να επιλέξει «με ποιους θα πάει» δηλώνοντας σχεδόν απειλητικά ότι γνωρίζει από βελούδινα διαζύγια.

Οι αντιεξουσιαστές θέλουν νεκρό

Η κατάσταση με τους αντιεξουσιαστές στα Εξάρχεια έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο, προειδοποιεί ο αναπληρωτής υπουργός δημόσιας τάξης και εκφράζει φόβους για νεκρούς με στόχο να δημιουργηθεί η αφορμή ενός νέου Δεκέμβρη, όπως το 2008 με τον θάνατο του Αλέξη Γρηγορόπουλου.

Σε συνέντευξή του στη Real News, ο Γιάννης Πανούσης τονίζει ότι «ηρθε η ώρα του Τσίπρα» καλώντας τον πρωθυπουργό να παρέμβει σχολιάζοντας ότι μόνο αυτός μπορεί να δώσει λύση: «Με ποιους θα πάει, με το 4% των έξαλλων ή το 32% των συντηρητικών και προοδευτικών πολιτών που τον εξέλεξε;» διερωτάται ο υπουργός και δηλώνει ότι «το θέμα είναι πλέον πολιτικό» και ότι «η πολιτεία δεν μπορεί να διαπραγματεύεται με τρομοκράτες».

Παράλληλα, ο αναπληρωτής υπουργός Προστασίας του Πολίτη απειλεί εμμέσως πλην σαφώς με παραίτηση σημειώνοντας ότι «Εάν συνεχιστεί η αοριστία δεν έχει νόημα η παρουσία μου στο υπουργείο. Γνωρίζω από βελούδινα διαζύγια».

«Τα προβλήματα της Ελλάδας οφείλονται στην αρχιτεκτονική του ευρώ», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Βαρουφάκης μιλώντας σε διεθνές συνέδριο οικονομολόγων με τίτλο "Νέα οικονομική σχέση" που πραγματοποιείται στην έδρα του ΟΟΣΑ στο Παρίσι.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι συνομιλητές με τον υπουργό ήταν ο μεγαλοεπενδυτής Τζορτζ Σόρος και ο οικονομολόγος Τζ. Στίγκλιτς. Αίσθηση προκάλεσε η δήλωση του κ. Βαρουφάκη σχετικά με το τι άλλαξε με τις μεταρρυθμίσεις που έγιναν στα χρόνια του μνημονίου. Οπως είπε: Οι «μεταρρυθμίσεις» στην Ελλάδα είχαν τόση επιτυχία όσο η... επιστροφή της δημοκρατίας στο Ιράκ.

Ο Έλληνας υπουργός συμμετείχε σε πάνελ του συνεδρίου με κεντρικό τίτλο «Πολιτική με άλλα μέσα; Θεσμοί της ευρωζώνης και Εθνική Κυριαρχία στις Διαπραγματεύσεις για τη Διάσωση Τραπεζών» και όπως τόνισε “οι ηθικολόγοι που κουνούν το δάχτυλο δεν βοηθούν ούτε στην αντιμετώπιση της κρίσης, ούτε στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης”.


Στην πρώτη του παρέμβαση στο συνέδριο ο κ. Βαρουφάκης επισήμανε ότι είναι λάθος η διάσωση των τραπεζών σε ένα κράτος όπως η Ελλάδα όπου η παραγωγική βάση δεν είναι ισχυρή.

Κατά το διάλογο που είχε, πάντως, με το γνωστό οικονομολόγο Τ. Στίγκλιτζ στο συνέδριο του Ινστιτούτου για τη Νέα Οικονομική Σκέψη, ο υπουργός Οικονομικών επέμεινε ότι οι μεταρρυθμίσεις στην ελληνική οικονομία πρέπει να λάβουν άλλη μορφή από αυτή που εισηγούνται και επέβαλαν οι δανειστές το προηγούμενο χρονικό διάστημα.

Συγκεκριμένα, υποστήριξε ότι η αγορά εργασίας δεν χρειάζεται απορρύθμιση αλλά ρύθμιση, φέρνοντας ως παράδειγμα την ενεργοποίηση των συλλογικών συμβάσεων, που ως γνωστόν έχουν μπει στο στόχαστρο των εταίρων.

Σύμφωνα με το Γ. Βαρουφάκη, μόνο εάν εφαρμοστούν κανόνες, θα ανταμειφθούν οι εργοδότες που λειτουργούν ως τώρα by the book και θα χτυπηθεί η "μαύρη" εργασία, η οποία πλήττει τα Ταμεία, τα φορολογικά έσοδα αλλά τα χαρτοφυλάκια δανείων των τραπεζών.

Όσον αφορά, δε, στο άλλο μέτωπο, των ιδιωτικοποιήσεων, ο υπουργός Οικονομικών τόνισε ότι μπορεί να παραχωρείται το management σε ιδιώτες αλλά υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις ήτοι τη δέσμευση των ιδιωτών ότι θα προχωρούν σε επενδύσεις, τη διατήρηση μεριδίου από το Δημόσιο έτσι ώστε να χρηματοδοτείται το ασφαλιστικό σύστημα, καθώς και την προστασία των εργαζομένων σε αυτές τις επιχειρήσεις που θα ιδιωτικοποιούνται.

Συμβιβασμός
Εμφανίστηκε αισιόδοξος για την πορεία των διαπραγματεύσεων λέγοντας χαρακτηριστικά πως “είμαι σίγουρος ότι θα φτάσουμε σε συμφωνία μέχρι τις 24 Απριλίου”.
Ο κ. Βαρουφάκης ερωτηθείς για το εάν υπάρχει εμπιστοσύνη ανάμεσα στην Αθήνα και τις Βρυξέλλες, τόνισε πως έχουν γίνει όλα τα απαραίτητα βήματα για τη δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης και πως αυτό το κλίμα μέσω των διαπραγματεύσεων έχει ενισχυθεί σημαντικά.

Παράλληλα, ο κ. Βαρουφάκης έδωσε διαβεβαιώσεις πως η κυβέρνηση δεν ψάχνει οποιαδήποτε λύση μέσα από τη Ρωσία, αλλά εντός του ευρωπαϊκού πλαίσιου, δίνοντας έτσι μία απάντηση στις επικρίσεις για την επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στη Ρωσία.

Ερωτηθείς για το εάν η κυβέρνηση είναι έτοιμη για συμβιβασμούς και για το πολιτικό κόστος από κάτι τέτοιο, ο κ. Βαρουφάκης δήλωσε πρόθυμος για συμβιβασμούς, αλλά χωρίς αυτό να σημαίνει πως θα υποχωρήσει ατάκτως από τις θέσεις της.

Όπως είπε, υπάρχει επιτακτική ανάγκη για εφαρμογή σημαντικών μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα για την αναμόρφωση τόσο του κράτους όσο και της οικονομίας, αλλά και για την αντιμετώπιση των συνεπειών από την ύφεση τόσων ετών.

Επικριτικός
Επέκρινε ακόμη τους Ευρωπαίους, σημειώνοντας ότι δεν δέχονται ακόμη και σήμερα να κάνουν αυτοκριτική για τα λάθη τους, ενώ δεν έχει αποδώσει η στρατηγική τους για την αντιμετώπιση της κρίσης στην Ελλάδα με τα μνημόνια.

Αναφερόμενος στη συζήτηση περί εξόδου κάποιας χώρας από την ΕΕ σημείωσε ότι «το γεγονός ότι καμία χώρα δεν θα έπρεπε να ενταχθεί στην ΕΕ όπως σχεδιάστηκε δεν σημαίνει ότι πρέπει και να αποχωρήσει, αλλά αντίθετα θα πρέπει να υπάρξει ανασχεδιασμός (σ.σ. της ΕΕ)».

Για τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν στην Ελλάδα τόνισε: «Όταν οι Έλληνες ακούν την λέξη "μεταρρύθμιση" σκέφτονται τα ακόλουθα: "Θα μου κόψουν τη σύνταξη, Θα αυξήσουν τους φόρους μου"» συμπλήρωσε ο υπουργός.

Οπως είπε, στην Ελλάδα σημείωσε ότι «υπήρχε μια μακρά περίοδος μεγάλων αλλαγών ή καλύτερα παράλογου πλουτισμού».

«Το μεγάλο ερώτημα είναι αν υπό αυτό το πλαίσιο μπορούμε να πούμε ότι πήραμε το μάθημά μας οικονομικής ιστορίας και μπορούμε να αποφύγουμε μελλοντικά προβλήματα. Μπορώ να απαντήσω αμέσως: Οχι δεν πήραμε το μάθημά μας. Εχουμε ακόμα πολλή δουλειά» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βαρουφάκης. Για να βγούμε από την κρίση χρειαζόμαστε επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος, ένα αξιόπιστο επενδυτικό πρόγραμμα και μία ουσιαστική συζήτηση για το θέμα του χρέους, τόνισε και επανέλαβε: «Δεν μας ενδιαφέρει μόνο η επόμενη δόση του δανείου».

Απατώντας σε ερώτηση του Τζ. Στίγκλιτς για το κατά πόσο η δομή της Ευρωζώνης είναι λανθασμένη, όχι λόγω κρίσης, αλλά εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο έχει δημιουργηθεί ο κ. Βαρουφάκης υπογράμμισε ότι «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εάν υπήρξαν οι Ηνωμένες Πολιτείες Ευρώπης δεν θα είμαστε εδώ. Δεν θα υπήρχε η κρίση. Πιστεύω ότι πολλοί Ευρωπαίοι θα ήθελαν να ζουν τις Ηνωμένες Πολιτείες Ευρώπης. Δυστυχώς ο τρόπος που σχεδιάσαμε την Ευρωζώνη «ζητούσε» μία κρίση σαν αυτή.

Οι ιδρυτές της Ευρωζώνης – Φ. Μιτεράν, Χ. Κολ – δεν είχαν την πρόθεση να δημιουργήσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες Ευρώπης αλλά να δημιουργήσουν μία οικονομική ένωση. Είχαν την ιδέα να φέρουν πιο κοντά τις χώρες της Ευρωζώνης σε όλα τα επίπεδα και ευελπιστούσαν ότι οι διάδοχοί τους θα είχαν την πολιτική θέληση να προχωρήσουν σε μία ουσιαστική πολιτική ένωση.

Όμως οι πολιτικές που εφαρμόζονται αυτή τη στιγμή δεν προωθούν το ενδεχόμενο δημιουργίας Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης».
Νωρίτερα, ο κ. Βαρουφάκης είχε πρόγευμα με τον γενικό γραμματέα του ΟΟΣΑ, Ανχέλ Γκουρία.

ferriesingreece2

kalimnos

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot