Επιπλέον, βάσει των όσων προβλέπει η ίδια απόφαση, υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και Κ.Β.Σ. των χρήσεων 2006-2010 για τις οποίες δεν έχουν προκύψει μέχρι στιγμής «συμπληρωματικά στοιχεία» από τα οποία να αποδεικνύεται ότι τα πραγματικά εισοδήματα των φορολογουμένων ήταν μεγαλύτερα από αυτά που προσδιορίστηκαν σε προηγούμενους ελέγχους ή ότι οι δηλώσεις που υποβλήθηκαν ήταν ανακριβείς, θεωρούνται επίσης για την Α.Α.Δ.Ε. ως παραγεγραμμένες.
Ουσιαστικά, με την πράξη αυτή του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. υιοθετείται πλήρως το «δια ταύτα» της απόφασης 1738/2017 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας με το οποίο κρίθηκαν αντισυνταγματικές οι νομοθετηθείσες την περίοδο 2013-2016 παρατάσεις των προθεσμιών παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να διενεργήσει φορολογικούς ελέγχους και να εκδώσει πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρων σε υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και Κ.Β.Σ. για τις οποίες είχαν εκπνεύσει τόσο η κανονική περίοδος 5ετούς παραγραφής όσο και οι περίοδοι 10ετούς και 15ετούς παραγραφής που προβλέπουν οι ισχύουσες διατάξεις σε ειδικές περιπτώσεις.
Ως εκ τούτου, όλες οι υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων που περιλαμβάνονται στις λίστες μεγαλοκαταθετών του εσωτερικού και του εξωτερικού (λίστα Λανγκάρντ, λίστα Μπόργιανς, λίστα «65 cd», λίστα εμβασμάτων κ.λπ), οι οποίες αφορούν στο έτος 2000 θεωρούνται οριστικά παραγεγραμμένες και δεν πρόκειται ποτέ πια να ελεγχθούν από τις υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε.. Οριστικά παραγεγραμμένες θεωρούνται από την Α.Α.Δ.Ε. και οι υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος των προσώπων αυτών οι οποίες αφορούν στα έτη 2001-2005, εφόσον όμως για τα έτη αυτά οι εν λόγω φορολογούμενοι έχουν υποβάλει κανονικά τις προβλεπόμενες φορολογικές δηλώσεις.
Αντιθέτως, όλες οι υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος των ιδίων προσώπων, οι οποίες αφορούν στα έτη 2006-2016 είναι ακόμη «ανοικτές» για έλεγχο και για επιβολή φόρων και προστίμων από τις αρμόδιες φορολογικές αρχές, δεδομένου ότι για τις συγκεκριμένες υποθέσεις η 5ετής προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να ασκήσει έλεγχο έχει παραταθεί για άλλα 5 έτη, δηλαδή έχει γίνει 10ετής. Ο λόγος για τον οποίο έχει συμβεί αυτό, είναι επειδή τα στοιχεία των κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών των συγκεκριμένων προσώπων, τα οποία περιλαμβάνονται στις σχετικές λίστες, θεωρούνται «συμπληρωματικά στοιχεία» που περιήλθαν εκ των υστέρων, μετά την πάροδο της 5ετίας, εις γνώσιν των αρμόδιων φορολογικών αρχών και αποδεικνύουν ότι τα προσδιορισθέντα από προηγούμενους ελέγχους εισοδήματα ή ότι τα δηλωθέντα εισοδήματα υπολείπονται των πραγματικών.
Επίσης, «ανοικτές» για έλεγχο παραμένουν και οι υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος των ετών 2011-2016 των ιδίων προσώπων, καθώς η κανονική 5ετής περίοδος παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να ελέγξει τις υποθέσεις αυτές δεν έχει ακόμη εκπνεύσει.
Πάντως, η περίοδος παραγραφής για χιλιάδες από τις παραπάνω υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος των ετών 2006 και 2011 βρίσκεται φέτος στο τελευταίο έτος της. Αυτό σημαίνει ότι η προθεσμία παραγραφής λήγει για τις υποθέσεις αυτές στις 31-12-2017 – σε 100 περίπου μέρες - και δεν επιτρέπεται πλέον, βάσει της απόφασης του Σ.τ.Ε., να παραταθεί. Ως εκ τούτου πολλές από τις υποθέσεις αυτές θα παραγραφούν στο τέλος του τρέχοντος έτους, αφού οι υπηρεσίες της Α.Α.Δ.Ε. δεν θα προλάβουν να τις ελέγξουν.
Τι ισχύει γενικότερα για τις χρήσεις που μπορούν να ελεγχθούν
Γενικότερα, με βάση την απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., προκύπτει ότι το δικαίωμα του Δημοσίου να διενεργήσει φορολογικούς ελέγχους, να εκδώσει πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου εισοδήματος και να καταλογίσει πρόστιμα και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής εξακολουθεί να ισχύει:
- Για υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και Κ.Β.Σ. των χρήσεων 2001-2005 για τις οποίες δεν είχαν υποβληθεί οι σχετικές φορολογικές δηλώσεις. Η προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος ελέγχου του έτους 2001 λήγει πάντως στις 31-12-2017, δηλαδή σε περίπου 100 μέρες και δεν επιτρέπεται πλέον να παραταθεί.
- Για υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και Κ.Β.Σ. των χρήσεων 2006-2010 για τις οποίες, από το 2012 έως σήμερα περιήλθαν εις γνώσιν των φορολογικών αρχών «συμπληρωματικά στοιχεία» από τα οποία προκύπτει ότι τα πραγματικά εισοδήματα ήταν μεγαλύτερα από αυτά που είχαν προσδιοριστεί σε προηγούμενους ελέγχους ή ότι οι δηλώσεις που υποβλήθηκαν ήταν ανακριβείς. Η προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος ελέγχου του έτους 2006 λήγει πάντως στις 31-12-2017, δηλαδή σε περίπου 100 μέρες και δεν επιτρέπεται πλέον να παραταθεί.
- Για υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και Κ.Β.Σ. των χρήσεων 2008 και μετά οι οποίες δεν είχαν παραγραφεί την 1η-1-2014 (λόγω μη παρόδου της πενταετούς περιόδου παραγραφής) και για τις οποίες, σύμφωνα με το νέο Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών (ν. 4174/2013) ισχύει 20ετής περίοδος παραγραφής λόγω εντοπισμού φοροδιαφυγής.
- Για υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και Κ.Β.Σ. των χρήσεων 2011-2013 και των φορολογικών ετών 2014-2016 για τις οποίες δεν έχει ακόμη εκπνεύσει η 5ετής περίοδος παραγραφής. Η προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος ελέγχου του έτους 2011 λήγει πάντως στις 31-12-2017, δηλαδή σε περίπου 100 μέρες και δεν επιτρέπεται πλέον να παραταθεί.
Με την απόφαση που εξέδωσε ο κ. Πιτσιλής δίδει εντολές στο Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.), στο Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π.) και στις Δ.Ο.Υ, από τις εκκρεμείς υποθέσεις που έχουν επιλεγεί να ελεγχθούν, να προτεραιοποιήσουν περαιτέρω και να ελέγξουν τις ακόλουθες υποθέσεις:
α) Υποθέσεις των διαχειριστικών περιόδων (χρήσεων) 2001-2005 για τις οποίες έχει διαπιστωθεί ότι δεν έχουν υποβληθεί δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος ή δηλώσεις απόδοσης παρακρατούμενων φόρων. Για τις υποθέσεις αυτές ισχύει 15ετής περίοδος παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να διενεργήσει έλεγχο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 84 του ν.2238/1994. Η προθεσμία της 15ετούς παραγραφής για τις υποθέσεις αυτές αρχίζει να «μετρά» από το τέλος του έτους εντός του οποίου έπρεπε να είχαν υποβληθεί οι δηλώσεις, δηλαδή από τις 31-12-2002 για τη χρήση του 2001, από τις 31-12-2003 για τη χρήση του 2002 από τις 31-12-2004 για τη χρήση του 2003, από τις 31-12-2005 για τη χρήση του 2004 και από τις 31-12-2006 για τη χρήση του 2005. Συνεπώς, για τη χρήση του 2001 το δικαίωμα ελέγχου του Δημοσίου παραγράφεται στις 31-12-2017 (ακριβώς 15 χρόνια μετά την 31η-12-2002), για τη χρήση του 2002, το δικαίωμα παραγράφεται στις 31-12-2018 κ.ο.κ.
β) Υποθέσεις των διαχειριστικών περιόδων (χρήσεων) 2006-2010 για τις οποίες, μετά την πάροδο της κανονικής πενταετούς προθεσμίας παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για έλεγχο, περιήλθαν εις γνώσιν των αρμοδίων φορολογικών αρχών «συμπληρωματικά στοιχεία», που αποδεικνύουν ότι τα πραγματικά εισοδήματα των φορολογουμένων υπερβαίνουν αυτά που είχαν προσδιοριστεί σε προηγούμενους ελέγχους ή ότι οι δηλώσεις που υπέβαλαν ήταν ανακριβείς. Για τις υποθέσεις αυτές, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 84 και της παραγράφου 2 του άρθρου 68 του ν.2238/1994, η περίοδος παραγραφής έχει παραταθεί από τα 5 στα 10 έτη και έχει αρχίσει να «μετρά» από το τέλος του έτους στο οποίο υποβλήθηκε η δήλωση φορολογίας εισοδήματος κάθε ελεγχόμενου, δηλαδή από 31-12-2007 για τη χρήση του 2006 κ.ο.κ.
γ) Υποθέσεις των διαχειριστικών περιόδων (χρήσεων) 2008 και μετά, για τις οποίες η προθεσμία παραγραφής παρατάθηκε από τα 5 στα 20 έτη λόγω διαπίστωσης μεγάλης φοροδιαφυγής, με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 36 του ν.4174/2013. Για τις υποθέσεις αυτές η κανονική προθεσμία παραγραφής των 5 ετών δεν είχε λήξει την 1η-1-2014 που τέθηκε σε ισχύ ο ν. 4174/2013 (νέος Κώδικας Φορολογικών Διαδικασιών).
δ) Υποθέσεις των διαχειριστικών περιόδων (χρήσεων) 2011-2016 για τις οποίες η κανονική πενταετής περίοδος παραγραφής δεν έχει ακόμη λήξει, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 69 του ν. 2238/1994 και της παραγράφου 1 του άρθρου 36 του ν.4174/2013.
Τα παραπάνω ισχύουν για τις φορολογίες εισοδήματος και Κ.Β.Σ., καθόσον για τις φορολογίες Φ.Π.Α., κεφαλαίου και τελών χαρτοσήμου ισχύουν διαφορετικοί χρόνοι παραγραφής.
Ως εκκρεμείς υποθέσεις ελέγχου νοούνται οι προτεραιοποιημένες υποθέσεις, για τις οποίες δεν έχουν εκδοθεί οριστικές πράξεις διορθωτικού προσδιορισμού φόρων και προστίμων μέχρι τις 15 Σεπτεμβρίου 2017
dikaiologitika.gr
Ανάσα με έως και 120 δόσεις για χρέη προς το Δημόσιο
- Ως και 36 οι δόσεις για οφειλές μέχρι 3.000 ευρώ
- Ως 95% το κούρεμα σε πρόστιμα ως 85% στους τόκους
- Δείτε ποιες είναι οι προϋποθέσεις
Η εγκύκλιος της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων δίνει ανάσα ακόμη και σε όσους έχουν ήδη υπαχθεί σε άλλη ρύθμιση των χρεών τους προς το Δημόσιο.
Η ίδια ρύθμιση δίνει τη δυνατότητα και για συμψηφισμό των χρεών με οφειλές του Δημοσίου προς μια επιχείρηση.
Με τη ρύθμιση δίνεται η δυνατότητα για έως και 120 δόσεις, ενώ όσοι έχουν “λίγα” χρλεη, δηλαδή μέχρι και 3.000 ευρώ, μπορούν να εξοφλήσουν σε 36 δόσεις με ελάχιστη κατάβολή σε κάθε δόση τα 50 ευρώ.
Παράλληλα η ρύθμιση προβλέπει “κούρεμα” ως και 95% στα πρόστιμα για παραβάσεις και ως 85% σε τόκους για εκπρόθεσμη καταβολή.
Αναλυτικά όσα προβλέπει η εγκύκλιος
- Εφόσον το συνολικό ύψος της βασικής βεβαιωμένης έως τις 31/12/2016 οφειλής προς το Δημόσιο είναι έως 3.000 ευρώ (στο οποίο δεν προσμετρούνται τυχόν οφειλές που έχουν ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση σύμφωνα με τους ν. 4152/2013, 4174/2013,4305/2014 και 4321/2015 των οποίων οι όροι τηρούνται), προβλέπεται ότι:
i) η αποπληρωμή τους (και των προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής) γίνεται τμηματικά σε 36 μηνιαίες δόσεις κατ' ανώτατο όριο,
ii) η ελάχιστη μηνιαία δόση ορίζεται σε 50 ευρώ,
iii) δεν υφίσταται δυνατότητα διαγραφής κανενός ποσού.
- Για βασικές οφειλές άνω των 3.000 και έως 20.000 ευρώ:
i) η αποπληρωμή αυτών και των επ' αυτών προσαυξήσεων ή τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, γίνεται τμηματικά σε 120 μηνιαίες δόσεις κατ' ανώτατο όριο,
ii) η ελάχιστη μηνιαία δόση είναι 50 ευρώ,
iii) δεν υφίσταται δυνατότητα διαγραφής βασικής οφειλής.
- Εάν στη σύμβαση αναδιάρθρωσης προβλέπεται διαγραφή οφειλών προς το Δημόσιο, αυτή γίνεται κατά σειρά παλαιότητας, από την παλαιότερη οφειλή προς τη νεότερη, με κριτήριο το πότε δημιουργήθηκαν και βεβαιώθηκαν, και όχι με βάση τον χρόνο λήξης της νόμιμης προθεσμίας καταβολής αυτής, είτε η καταβολή γίνεται εφάπαξ, είτε σε δόσεις. Η διαγραφή των οφειλών τελεί υπό τον όρο της ολοσχερούς αποπληρωμής των ρυθμιζόμενων οφειλών προς κάθε πιστωτή και της μη απώλειας, ακύρωσης ή ανατροπής της σύμβασης αναδιάρθρωσης.
- Ως έσοδα για την ικανότητα αποπληρωμής, προκειμένου για φυσικά πρόσωπα, λαμβάνονται υπόψη μόνο τα πραγματικά εισοδήματα φορολογητέα ή μη, όπως κέρδη από άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, της πιο κερδοφόρας χρήσης της τελευταίας τριετίας πριν από την υποβολή της αίτησης του οφειλέτη, μισθοί, ενοίκια, τόκοι και άλλα. Δεν λαμβάνονται υπόψη τα τεκμαρτά εισοδήματα, όπως εισόδημα από δωρεάν παραχώρηση ακινήτων, τεκμήρια διαβίωσης και άλλα.
- Στις περιπτώσεις συμμετοχής του Δημοσίου, ως πιστωτή, στη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών κατά τις διατάξεις του ν. 4469/2017, ο εκπρόσωπος του Δημοσίου υπερψηφίζει ορισμένη πρόταση οφειλέτη, ή αντιπρόταση πιστωτή, για αναδιάρθρωση οφειλών που τίθεται σε ψηφοφορία.
- Δεν επιτρέπονται:
*παροχή περιόδου χάριτος για την αποπληρωμή οφειλών προς το Δημόσιο και
*ικανοποίηση απαιτήσεων του Δημοσίου με άλλα ανταλλάγματα (π.χ. σπίτια) αντί για χρήματα.
- Εάν ο οφειλέτης έχει ήδη προχωρήσει ρύθμιση χρεών στην εφορία, ο εκπρόσωπος του Δημοσίου αποδέχεται τροποποίηση της ρύθμισης, εφόσον αυτή περιορίζεται μόνο στην επαύξηση του αριθμού των δόσεων της υφιστάμενης ρύθμισης, έως το μέγιστο όριο των 120 δόσεων.
- Προβλέπεται αναστολή μέτρων είσπραξης σε βάρος οφειλετών, στις εξής περιπτώσεις:
1. Λόγω υποβολής αίτησης στον εξωδικαστικό:
Από την ημερομηνία που ο συντονιστής της διαδικασίας (που ορίζεται από το κράτος) ενημερώσει την αρμόδια εφορία ή τελωνείο ότι ο οφειλέτης έχει καταθέσει αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση, αναστέλλονται αυτοδικαίως όλα τα μέτρα είσπραξης, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης, κατά του αιτούντα οφειλέτη και μόνο για τις οφειλές που υπάγονται σε εξωδικαστική ρύθμιση. Απαγορεύεται επίσης και η λήψη οποιουδήποτε άλλου ασφαλιστικού μέτρου.
Η αναστολή ισχύει κατ' αρχήν για χρονικό διάστημα έως 70 ημερών και δύναται να παραταθεί για χρονικό διάστημα έως 4 επιπλέον μηνών, κατόπιν έκδοσης σχετικής δικαστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας του οφειλέτη και κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παράγραφο 3 του ιδίου άρθρου. Πρόωρη παύση της αναστολής επέρχεται:
α. αυτοδικαίως, εφόσον η διαδικασία περαιωθεί ως άκαρπη είτε λόγω έλλειψης απαρτίας, είτε για οποιονδήποτε άλλο λόγο
β. αυτοδικαίως, εφόσον ληφθεί σχετική απόφαση της απόλυτης πλειοψηφίας των συμμετεχόντων πιστωτών και
γ. κατόπιν έκδοσης δικαστικής του Μονομελούς Πρωτοδικείου της Περιφέρειας εντός της οποίας έχει έδρα ο οφειλέτης, μετά από αίτηση οποιουδήποτε πιστωτή (και ως εκ τούτου και της φορολογικής διοίκησης), εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της παραγράφου 4 του ιδίου άρθρου.
Ωστόσο, κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται η λήψη ασφαλιστικού μέτρου, εάν με αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της απομάκρυνσης ή αφαίρεσης ή μετακίνησης κινητών πραγμάτων της επιχείρησης ή εν γένει εξοπλισμού, η οποία δεν έχει συμφωνηθεί και ενέχει κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη.
Πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης που διενεργούνται μετά την κοινοποίηση του αντιγράφου της αίτησης υπαγωγής, είναι άκυρες και ως εκ τούτου η Φορολογική Διοίκηση οφείλει να τις ανακαλεί.
2. Λόγω υποβολής αίτησης δικαστικής επικύρωσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών:
Από την κατάθεση της αίτησης για την επικύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών στο αρμόδιο δικαστήριο, αναστέλλονται αυτοδίκαια τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης, κατά του αιτούντα οφειλέτη και μόνο για τις οφειλές που ρυθμίζονται από τη σύμβαση, καθώς και η λήψη ασφαλιστικών μέτρων. Ειδικά για την περίπτωση που κατά τον χρόνο κατάθεσης της αίτησης για τη δικαστική επικύρωση της σύμβασης, εκκρεμεί εναντίον του οφειλέτη διαδικασία αναγκαστικής ή διοικητικής εκτέλεσης, αυτή αναστέλλεται με την κοινοποίηση εκ μέρους του οφειλέτη, της αίτησης για την επικύρωση της σύμβασης στην αρμόδια για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης.
Η αναστολή ισχύει έως την έκδοση της δικαστικής απόφασης σχετικά με την επικύρωση ή μη της συμφωνίας. Επισημαίνεται πάντως, ότι η συζήτηση της αίτησης για την επικύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, προσδιορίζεται εντός δύο μηνών από την κατάθεση, ενώ η απόφαση του αρμόδιου δικαστηρίου δημοσιεύεται εντός τριών μηνών από την ημερομηνία της συζήτησης.
Η αναστολή μέτρων καταλαμβάνει, τόσο τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης όσο και τα ασφαλιστικά μέτρα. Ως εκ τούτου, δεν επιτρέπεται επί των οφειλών αυτών η εγγραφή υποθήκης προς διασφάλισή τους.
Κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται: (α) η εγγραφή προσημείωσης υποθήκης ή άλλο ασφαλιστικό μέτρο που έχει συμφωνηθεί με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών και (β) η λήψη ασφαλιστικού μέτρου, εάν με αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της απομάκρυνσης ή αφαίρεσης ή μετακίνησης κινητών πραγμάτων της επιχείρησης ή εν γένει εξοπλισμού, η οποία δεν έχει συμφωνηθεί και ενέχει κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη.
-Στον οφειλέτη μπορεί να χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας.
-Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά την έναρξη ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου. Τυχόν υπόλοιπο ποσό επιστρέφεται στον οφειλέτη, μετά από έλεγχο.
- Αυτοδίκαιη ανατροπή της σύμβασης επέρχεται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής σύμφωνα με τα στοιχεία βεβαίωσης μαζί με τους αναλογούντες τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, εάν ο οφειλέτης:
α) δεν καταβάλει δόσεις της σύμβασης αναδιάρθρωσης ή καταβάλει μερικώς δόσεις προς τη Φορολογική Διοίκηση, όπως αυτές προσδιορίζονται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, έως τη συμπλήρωση του ποσού που αντιστοιχεί σε 3 δόσεις,
β) δεν υποβάλλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ, εφόσον υπέχει σχετική υποχρέωση, καθ' όλη τη διάρκεια της σύμβασης, το αργότερο εντός 3 μηνών από την πάροδο της προθεσμίας υποβολής τους ή εντός 3 μηνών από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, εφόσον η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει πριν την έναρξη ισχύος της σύμβασης,
γ) παραλείψει να εξοφλήσει ή να τακτοποιήσει με νόμιμο τρόπο, με αναστολή είσπραξης ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής, τις οφειλές του προς το Δημόσιο ή υπέρ τρίτων, που εισπράττονται από τη Φορολογική Διοίκηση, οι οποίες βεβαιώθηκαν μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2016 εντός 90 ημερών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος ή, σε περίπτωση δικαστικής επικύρωσης, από την ημερομηνία επικύρωσης της σύμβασης αναδιάρθρωσης ή, προκειμένου για οφειλές που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες μετά την έναρξη ισχύος ή την επικύρωση της σύμβασης, εντός 60 ημερών από τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους.
Επισημαίνεται ότι το Δημόσιο υποχρεούται να γνωστοποιήσει αμελλητί την επέλευση της αυτοδίκαιης ανατροπής της σύμβασης σε όλους τους πιστωτές. Η σύμβαση αναδιάρθρωσης μπορεί να ακυρωθεί ως προς όλους τους πιστωτές, συμπεριλαμβανομένου του Δημοσίου, με δικαστική απόφαση κατόπιν αίτησης τρίτου πιστωτή.
newsit.gr