«Ημουν σε καθεστώς ομηρίας», λέει στην «Καθημερινή» ο Ηλίας Σταύρου, πρώην υποψήφιος βουλευτής της Χρυσής Αυγής και επιστημονικός συνεργάτης της στη Βουλή, για τις απειλές και τον ψυχολογικό πόλεμο που δεχόταν όταν ζήτησε να αποχωρήσει από τη νεοναζιστική οργάνωση αφού είχε συμπληρώσει εννέα χρόνια στους κόλπους της.
«Πήγαν να με θάψουν επαγγελματικά και κοινωνικά με συκοφαντίες», προσθέτει.
Χθες ο κ. Σταύρου κατέθεσε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση κατά του αρχηγού της Χρυσής Αυγής Νίκου Μιχαλολιάκου, του βουλευτή Ηλία Κασιδιάρη και των διαχειριστών της ιστοσελίδας της οργάνωσης, ενώ θα καταθέσει και αγωγή. Μέρος της αποζημίωσης που διεκδικεί λέει ότι θα τη διαθέσει σε οργανώσεις που βοηθούν ανθρώπους ανεξαρτήτως εθνικότητας.
Στις 11 Ιουνίου ο κ. Σταύρου προσήλθε αυτοβούλως στις ανακρίτριες Ιωάννα Κλάπα και Μαρία Δημητροπούλου, που χειρίζονται την έρευνα για την υπόθεση της Χρυσής Αυγής, και κατέθεσε επωνύμως. «Κατήγγειλα πρώτα τον εαυτό μου», λέει. «Μπορεί να μη διέπραξα κάποιο ποινικό αδίκημα, αλλά με τη ρητορική μου και με το γεγονός ότι έφερα κόσμο στη Χρυσή Αυγή συντελούσα στην επίτευξη των επιδιώξεών της. Νιώθω ντροπή για το πολιτικά εγκληματικό παρελθόν μου».
Ο κ. Σταύρου είχε πει στις ανακρίτριες ότι στη Χρυσή Αυγή επικρατούσε η άποψη πως οι επιθέσεις κατά μεταναστών ήταν ένα είδος «παράσημου». Είχε μιλήσει μεταξύ άλλων και για τη δομή της Χρυσής Αυγής, αλλά και την ιδεολογία του εθνικοσοσιαλισμού που τη διέπει, με σημείο αναφοράς τη μεσοπολεμική Γερμανία. Ακόμη είχε καταθέσει ότι το οπτικοακουστικό υλικό από κάθε δράση της οργάνωσης ουσιαστικά χρησίμευε ως «μέσο φακελώματος και οιονεί εκβιασμού». Και είχε παραδώσει το κινητό του τηλέφωνο, μία σημαία με σύμβολο της οργάνωσης και μία με τη σβάστικα.
Ο 27χρονος σήμερα Σταύρου έγινε υποστηρικτής της οργάνωσης στη Θεσσαλονίκη ως πρωτοετής φοιτητής Νομικής και ορκίστηκε ως μέλος της έξι χρόνια αργότερα στο όρος Φαλακρό το 2011. Στις εκλογές του 2012 βγήκε πρώτος σε σταυρούς στην Ημαθία, τον τόπο καταγωγής του, ωστόσο η Χρυσή Αυγή δεν έλαβε έδρα εκεί. Εάν εκλεγόταν, θα ήταν ο νεότερος βουλευτής σε αυτή τη σύνθεση του Κοινοβουλίου. Επειτα διορίστηκε στη Βουλή ως επιστημονικός συνεργάτης του βουλευτή Β΄ Θεσσαλονίκης Πολύβιου Ζησιμόπουλου.
«Το πόσο αντισυστημικοί είναι φαινόταν κάποια βράδια όταν έβγαιναν οι βουλευτές μαζί με συνεργάτες της Βουλής και έκαναν λογαριασμούς εκατοντάδων ευρώ σε εστιατόρια. Την επομένη, γράφοντας εγώ την ομιλία, οι βουλευτές μιλούσαν για το Μνημόνιο και τη φτώχεια του ελληνικού λαού», λέει σήμερα.
Σταδιακά, ο κ. Σταύρου άρχισε να αποστασιοποιείται από την οργάνωση και σήμερα λέει ότι «η βία είναι σύμφυτη με την ιδεολογία του εθνικοσοσιαλισμού». Τον Ιούνιο του 2013 είχε ζητήσει εγγράφως να αποχωρήσει – ακολουθώντας πιστά τη στρατιωτικού τύπου δομή της οργάνωσης. Η απάντηση ήρθε στο κινητό του τηλέφωνο. Οπως έχει ο ίδιος καταθέσει, η Ουρανία Μιχαλολιάκου τον ενημέρωσε με γραπτό μήνυμα ότι ο γενικός γραμματέας της Χρυσής Αυγής δεν επιθυμεί την αποχώρησή του. Ακολούθησαν, όπως λέει ο κ. Σταύρου, απειλές και πιέσεις μέχρι και την κατάθεσή του στις ανακρίτριες.
Κλεισμένος σε ένα σπίτι
Εγκατέλειψε οριστικά την οργάνωση τον περασμένο Δεκέμβριο. «Ο θάνατος της μητέρας μου με ώθησε να μιλήσω. Η κατάσταση που βίωσα αυτούς τους μήνες που μεσολάβησαν (από το αίτημα αποχώρησης) σαφώς και επιδείνωσε την κατάσταση της υγείας της, με δύο εγκεφαλικά επεισόδια, βλέποντας να είμαι κλεισμένος σε ένα σπίτι και να μην μπορώ να κάνω βήμα εξαιτίας μιας συμμορίας δολοφόνων που καμώνεται το πολιτικό κόμμα», προσθέτει.
Μετά την κατάθεσή του στις ανακρίτριες, η Χρυσή Αυγή με δημοσιεύματα στην ιστοσελίδα της τον αποκάλεσε ψυχικά άρρωστο και διαταραγμένο. «Η εποχή που χρησιμοποιούσαν την απειλή, τη βία, το ψέμα και τη συκοφαντία ως μεθόδους έχει τελειώσει», δήλωσε χθες στις τηλεοπτικές κάμερες το πρώην μέλος, μετά την κατάθεση της μήνυσης για συκοφαντική δυσφήμηση.
Οι διώξεις κατά της Χρυσής Αυγής μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα αποτέλεσαν, όπως αναφέρει στην «Καθημερινή», άλλη μια αφορμή για να μπορέσει να μιλήσει επωνύμως. «Ηταν ένα σωτήριο βήμα», λέει και αναρωτιέται «πόσα άλλα παιδιά έχουν τραβήξει ό,τι και εγώ και δεν μπορούν να μιλήσουν;».