Ο εργαζόμενος σε ένα ξενοδοχείο στην Ελλάδα εισπράττει περίπου το 50% του ποσού που κοστίζει στην επιχείρηση, έναντι 77% στην Κύπρο.
Την ίδια στιγμή, στην Ελλάδα, οι φόροι και οι ασφαλιστικές εισφορές που προκύπτουν από τη λειτουργία ενός ξενοδοχείου είναι υπερδιπλάσιες των αντίστοιχων στην Κύπρο: Συγκεκριμένα από τα 100 ευρώ του πελάτη ενός 4άστερου ξενοδοχείου μαζικού τουρισμού στη χώρα μας, τα 33,4 ευρώ αφορούν φόρους και ασφαλιστικές εισφορές έναντι 16,1 ευρώ στην Κύπρο.
Σε μία προσπάθεια να αποτιμήσει τις υπέρμετρες φορολογικές επιβαρύνσεις στον τουρισμό ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων συγκρίνει το φορολογικό καθεστώς που διέπει τις τουριστικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα σε σχέση με βασικούς ανταγωνιστές της στη Μεσόγειο, όπως η Κύπρος, η Τουρκία, η Κροατία, η Ισπανία και η Ιταλία. Η μελέτη λαμβάνει ως παράδειγμα τη λειτουργία ενός παραθεριστικού ξενοδοχείου 4 αστέρων στην αγορά μαζικού τουρισμού, με τιμή πώλησης διανυκτέρευσης τα 100 ευρώ. Με βάση τους φορολογικούς συντελεστές της, η Κύπρος έχει αυτή την στιγμή το καλύτερο φορολογικό πλαίσιο και άρα -από φορολογικής άποψης- είναι ο διεθνώς πλέον ανταγωνιστικός προορισμός.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζει το Sete Intelligence η κατανομή για κάθε 100 ευρώ που πληρώνει ο πελάτης για μια διανυκτέρευση σε αμοιβές, έξοδα, φόρους και λειτουργικό κέρδος (ΚΠΦΤΑ, κέρδος προ φόρων τόκων και αποσβέσεων) έχουν στη χώρα μας ως εξής: 28,9 ευρώ αφορούν τα έξοδα λειτουργίας, 17,1 ευρώ σε καθαρές αμοιβές εργαζομένων, 16,8 ευρώ σε ασφαλιστικές εισφορές, 16,6 ευρώ σε ΦΠΑ και τέλη, ενώ 20,5 ευρώ είναι το λειτουργικό κέρδος. Η χώρας μας αναδεικνύεται »πρωταθλήτρια» ως προς τους φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές (33,4 ευρώ), έναντι 16,1 ευρώ στην Κύπρο, 23,5 ευρώ στην Τουρκία, 24,3 ευρώ στην Ισπανία, 28,8 στην Ιταλία και 28,2 ευρώ στην Κροατία.
Επιπλέον, στην Ελλάδα το λειτουργικό κέρος είναι κατά 30% χαμηλότερο από την Κύπρο ενώ, παράλληλα, η φορολογία Κερδών και Μερισμάτων είναι υπερτριπλάσια. Επιπλέον, με το ίδιο κόστος μισθοδοσίας για την επιχείρηση, ο εργαζόμενος στην Κύπρο εισπράττει περισσότερο από 50% υψηλότερη καθαρή αμοιβή σε σχέση με τον αντίστοιχο στην Ελλάδα.
Οι τουριστικοί φορείς επισημαίνουν ότι μόνο στην Ελλάδα το άθροισμα καθαρών αμοιβών εργαζομένων και κερδών είναι σχεδόν ισόποσο με το άθροισμα φόρων και εισφορών – 37,6 ευρώ έναντι 33,4 ευρώ. Αντίθετα στην Ισπανία (46,8 ευρώ / 24,3 ευρώ), στην Τουρκία (47,6 ευρώ / 23,5 ευρώ) και στην Κύπρο (55 ευρώ / 16,1 ευρώ) οι επιχειρήσεις λειτουργούν κυρίως για τους επιχειρηματίες και τους εργαζόμενους και όχι για τα κρατικά / ασφαλιστικά έσοδα. Σε μικρότερο βαθμό το ίδιο ισχύει και για Ιταλία (42,3 ευρώ / 28,8 ευρώ) και Κροατία (43 ευρώ / 28,1 ευρώ).
Συμπερασματικά η υπερφορολόγηση οδηγεί σε:
-Επιχειρήσεις που λειτουργούν για να εισφέρουν στο κράτος και όχι να αμείβουν τους εργαζόμενους και τους επιχειρηματίες, με επακόλουθο πολύ μειωμένα κίνητρα για επιχειρείν και εργασία.
-Μειωμένες απολαβές για τους εργαζόμενους: Αν στην Ελλάδα ίσχυαν οι φορολογικοί συντελεστές της Κύπρου, το διαθέσιμο εισόδημα των εργαζομένων θα ήταν υψηλότερο κατά 50%.
-Μικρότερη σεζόν: Λόγω των φορολογικών επιβαρύνσεων η τιμή με την οποία θα ανοίξει για να λειτουργήσει (ή δεν θα κλείσει) ένα ξενοδοχείο στην Ελλάδα είναι 16% υψηλότερη από αυτήν που θα ίσχυε αν οι φορολογικοί συντελεστές ήταν οι ίδιοι με της Κύπρου. Προφανώς, σε μια αγορά με έντονες εποχιακές διακυμάνσεις, με τους ισχύοντες συντελεστές το ελληνικό ξενοδοχείο μπαίνει στην αγορά πολύ αργότερα και βγαίνει πολύ νωρίτερα, λειτουργώντας μόνο όταν οι τιμές είναι υψηλές (high season).
-Μειωμένη ανταγωνιστικότητα: Προκειμένου οι εργαζόμενοι στα ελληνικά ξενοδοχεία να έχουν τις ίδιες αμοιβές με τους συναδέλφους τους στα κυπριακά και το λειτουργικό κέρδος στα ξενοδοχεία στην Ελλάδα να είναι το ίδιο με της Κύπρου, η τιμή δωματίου για τον πελάτη πρέπει να είναι 34% υψηλότερη.
Μειωμένες ή καθόλου επενδύσεις: τα λειτουργικά κέρδη δεν επαρκούν για την αποπληρωμή των τοκοχρεωλυτικών δόσεων των δανείων. Αυτό οδηγεί σε ένα φαύλο κύκλο με μειωμένη ανταγωνιστικότητα στο μέλλον και άρα μειωμένη απασχόληση και οικονομική δραστηριότητα, καθώς και μειωμένα φορολογικά και ασφαλιστικά έσοδα.
Οπως επισημαίνουν οι τουριστικοί φορείς, οι επιπτώσεις αυτές πλήττουν ιδιαίτερα τους πλέον αδύναμους, δηλαδή αυτούς που δεν διαθέτουν κάποιο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, είτε με μορφή ίδιου brand name είτε με μορφή brand name προορισμού, που θα τους επιτρέψει να μετακυλήσουν (μέρος ή όλη) την υψηλότερη φορολόγηση στον τελικό πελάτη.
Η όξυνση της εποχικότητας και η δυσανάλογα μεγάλη επιβάρυνση των αδυνάτων στην αγορά, αποκτάει ιδιαίτερη σημασία ενόψει της θεσμοθετημένης εφαρμογής του τέλους διανυκτέρευσης από 1ης Ιανουαρίου 2018 με ενιαίο τρόπο ανεξαρτήτως εποχής και προορισμού. Δηλαδή το τέλος διανυκτέρευσης, ιδιαίτερα με την μορφή σταθερού ποσού ανά διανυκτέρευση, που θα αποτελεί δυσανάλογα μεγάλη επιβάρυνση για τις μονάδες με χαμηλές τιμές, θα πλήξει κατ’ εξοχήν τους αδύνατους και θα συμβάλλει στην όξυνση της εποχικότητας.
newmoney.gr