Xαμός επικράτησε στην τουρκική βουλή, κατά τη διάρκεια της συζήτησης για τον προϋπολογισμό του 2018. Η συνεδρίαση διακόπηκε για πέντε λεπτά, όταν βουλευτές πιάστηκαν στα χέρια!
Στο βήμα βρισκόταν ο αντιπρόεδρος του αντιπολιτευόμενου CHP, Οζγκούρ Οζέλ. Από κάτω, οι βουλευτές του ΑΚΡ, με μπροστάρη τον κ. Ουσάκ ζητούσαν να δοθεί χρόνος στον βουλευτή Μουσά Τσαμ να μιλήσει.
Ο Οζέλ τους αγνόησε, ο Ουσάκ επέμεινε και ο Οζέλ σχολίασε «ξέρω τι βλάκας είσαι, γι’ αυτό έχω κόψει τις επαφές μαζί σου.
Τότε, εκείνος, σηκώθηκε από το έδρανο, κατευθύνθηκε προς το μέρος του και… άρχισε το σόου.
Βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος (AKP), εισέβαλαν στο κέντρο της αίθουσας και πιάστηκαν στα χέρια, με τους βουλευτές του CHP, σπρώχνοντας ο ένας τον άλλον γύρω από το κεντρικό βήμα του Κοινοβουλίου.
Μετά από λίγο τα πράγματα ηρέμησαν και διατάχθηκε προσωρινή διακοπή της συνεδρίασης.
Το AKP με τις «πλάτες» των ακροδεξιών εθνικιστών του MHP, προωθεί την υιοθέτηση των σχετικών τροποποιήσεων του συντάγματος, οι οποίες σύμφωνα με τον Ερντογάν θα ενισχύουν την άσκηση της εξουσίας, αποτρέποντας την προσφυγή σε εύθραυστες κυβερνήσεις συνεργασίας, όπως συνέβαινε στο πρόσφατο παρελθόν.
Τόσο το αντιπολιτευόμενο κόμμα CHP, του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, όσο και το φιλοκουρδικό HDP, φοβούνται ότι οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις θα κλιμακώσουν τον αυταρχισμό άσκησης της προεδρικής εξουσίας.
“Τορπίλισε” τις ελληνοτουρκικές σχέσεις ο Πρωθυπουργός της Τουρκίας, Μπιναλί Γιλντιρίμ, υποστηρίζοντας ότι το καθεστώς στο Αιγαίο είναι υπό αμφισβήτηση.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης για τον προϋπολογισμό στη Βουλή, ο Τούρκος Πρωθυπουργός, Μπιναλί Γιλντιρίμ, κλήθηκε να απαντήσει σε μία σειρά ερωτήσεων του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ανάμεσα στις οποίες το θέμα που έθεσε για τα 18 «υπό ελληνική κατοχή» νησιά του Αιγαίου και για την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης.
Στην κατηγορία του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος ότι η τουρκική Κυβέρνηση έχει “δωρίσει” στην Ελλάδα νησιά του Αιγαίου, ο Γιλντιρίμ απάντησε ότι υπάρχει ένα “γκρίζο καθεστώς” όσον αφορά 132 βραχονησίδες στο Αιγαίο, ενώ επικαλέστηκε την κρίση των Ιμίων ως ενδεικτική των προθέσεων της Τουρκίας, όπως μεταδίδει η ανταποκρίτρια του ΑΝΤ1 στη γειτονική χώρα, Μαρία Ζαχαράκη.
«Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής μας ούτε ένα πετραδάκι δεν αφήσαμε να φύγει από τα νησιά του Αιγαίου. Η πρώτη διαμάχη για τα νησιά του Αιγαίου ήταν στην κρίση των Ιμίων και τότε η Τουρκία έδειξε ξεκάθαρα τη θέση της σε αυτό το θέμα», είπε χαρακτηριστικά.
Ρίχνοντας ακόμη περισσότερο …λάδι στη φωτιά, ο Τούρκος Πρωθυπουργός είπε πως «Το Αιγαίο δεν είναι ούτε ελληνική ούτε τουρκική λίμνη. Το Αιγαίο δεν είναι πεδίο αντιπαράθεσης, το Αιγαίο είναι μία θάλασσα σημαντική, ώστε να αναπτυχθούν ακόμη περισσότερο οι σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας. Γι’ αυτό θα κάνουμε ό,τι χρειαστεί προκειμένου να μην ζημιωθούν ούτε στο ελάχιστο τα δικαιώματα και τα συμφέροντα της Τουρκίας. Η Τουρκία δεν είναι μία χώρα που θα αφήσει κάτι αναπάντητο. Αυτό ας το γνωρίζουν όλοι!».
Ο Μπιναλί Γιλντιρίμ υπεραμύνθηκε της τροποποίησης της Συνθήκης της Λωζάνης, επειδή η Ελλάδα -όπως είπε- δεν την εφαρμόζει σωστά στη μειονότητα της Δυτικής Θράκης. «Παρόλο που τα δικαιώματα των ομοεθνών μας καθορίζονται ξεκάθαρα στη Συνθήκη της Λωζάννης, η Ελλάδα αποφεύγει να τα εφαρμόσει. Δεν επιτρέπει ούτε ακόμη και τη χρήση της λέξης “Τούρκος”, δεν επιτρέπει τον αυτο-καθορισμό της ταυτότητάς τους, δεν επιτρέπει την εκλογή μουφτήδων», είπε στη Βουλή και αποκρούοντας τις επικρίσεις της αντιπολίτευσης για τη στάση του Προέδρου Ερντογάν κατά την επίσκεψη του στην Ελλάδα, ο Γιλντιρίμ ανέφερε: «Επομένως, πού είναι το λάθος να λέμε σε μία χώρα που δεν εφαρμόζει μία συνθήκη κατά γράμμα ούτε στο …σπίτι της, ότι πρέπει αυτή να αλλάξει; Αυτό σημαίνει εθνική στάση/ευθύνη».
Τέλος, ο Τούρκος Πρωθυπουργός αναφέρθηκε και στο Κυπριακό, υποστηρίζοντας πως πρέπει να σταματήσει να είναι εμπόδιο στην ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας. Έφθασε μάλιστα στο σημείο να αποδώσει τη μη ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. στο δημοψήφισμα που έγινε στην Κύπρο και στην άρνηση της ελληνοκυπριακής πλευράς.
ant1news.gr
Εισβολή στην Αγία Σοφία πραγματοποίησαν την Δευτέρα, τούρκοι εθνικιστές, διαμαρτυρόμενοι για την αναγνώριση της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ από τον αμερικανό πρόεδρο, Ντόναλντ Τραμπ.
Η αστυνομία της Κωνσατντινούπολης προχώρησε σε προσαγωγές ατόμων που εισέβαλαν στη Αγία Σοφία, ενώ πρέπει να σημειωθεί .
Σύμφωνα με τα τουρκικά μέσα, πρόκειται για οπαδούς της ακροδεξιάς οργάνωσης Alperen – παρακλάδι των Γκρίζων Λύκων – οι οποίοι εισήλθαν στην Αγία Σοφία για να πραγματοποιήσουν εκεί την προσευχή τους και να αντιδράσουν με αυτό τον τρόπο στην αναγνώριση, εκ μέρους των ΗΠΑ, της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ.
Αιγαίο, Κύπρος, Λωζάννη αλλά και η μειονότητα στη Θράκη είναι τα θέματα με τα οποία καταπιάστηκε ο Τούρκος Πρόεδρος σε νέα συνέντευξή του, στο »Βήμα της Κυριακής» αυτή τη φορά.
Τι λέει για τις διεκδικήσεις για το Αιγαίο: «Η οριοθέτηση των θαλάσσιων δικαιοδοσιών δεν είναι το μοναδικό θέμα που προκύπτει από το Αιγαίο. Υπάρχουν πολλά ζητήματα προς επίλυση τα οποία συνδέονται μεταξύ τους. Ως δυο παραλιακές χώρες του Αιγαίου, μπορούμε να επιλύσουμε αυτά τα προβλήματα με μία προσέγγιση που να λαμβάνει υπ’ όψιν τα δικαιώματα και τα συμφέροντα και των δυο πλευρών. Ομοίως η λύση που θα επιτευχθεί πρέπει να είναι περιεκτική και δίκαιη και για τις δυο πλευρές. Μόνο μια τέτοια λύση μπορεί να είναι βιώσιμη και μόνιμη. Εκ φύσεως τα θέματα αυτά τα συζητάμε με τον κ. Παυλόπουλο και τον κ. Τσίπρα.
Πιο χαμηλούς τόνους κράτησε ο Τ. Ερντογάν σε σχέση με τη Συνθήκη της Λωζάννης: »Η Συνθήκη της Λωζάννης είναι η βασική συμφωνία, η οποία ρυθμίζει τις σχέσεις μας με την Ελλάδα και ορισμένες άλλες χώρες. Η Τουρκία δεσμεύεται και σέβεται την Λωζάννη, όπως και όλες τις άλλες συμφωνίες και υποχρεώσεις της. Ξεκινώντας δε από τις μειονότητες έως σήμερα έχει εφαρμόσει την Συνθήκη με ευαισθησία. Από την άλλη πλευρά κατά διαστήματα τυγχάνει να αντιμετωπίζουμε δυσκολίες, προβλήματα ή λανθασμένες εφαρμογές, είτε σε διμερές επίπεδο είτε σε άλλα ζητήματα. Τα θέματα τα οποία έχουμε εκφράσει μέχρι σήμερα όσον αφορά τη Λωζάννη πρέπει να εξεταστούν στο πλαίσιο των ζητημάτων αυτών. Υπάρχει διαφορά μεταξύ των σημερινών συνθηκών, προβλημάτων και των μεθόδων λύσεων με αυτά που υπήρχαν πριν από 94 χρόνια».
Ιδιαίτερα σκληρός εμφανίζεται, ωστόσο ο κ. Ερντογάν αναφορικά με το Κυπριακό, τονίζοντας ότι οι Ελληνοκύπριοι «εξακολουθούν ακόμα να βλέπουν την Κύπρο ως ένα ελληνικό νησί», αυτό είναι ένα «όνειρο που δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ».
«Οι διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού συνεχίζονται εδώ και 50 χρόνια. Στη διάρκεια αυτού του μισού αιώνα, οι θέσεις όλων των πλευρών εκφράστηκαν επανειλημμένα μέχρι και την παραμικρή λεπτομέρεια. Η εικόνα δε που εμφανίζεται κάθε φορά είναι ότι οι Ελληνοκύπριοι έχουν σοβαρό πρόβλημα όσον αφορά την κατανομή της εξουσίας σε ένα πιθανό συνεταιρικό κράτος. Αυτοί εξακολουθούν να βλέπουν την Κύπρο ως ελληνικό νησί. Εξάλλου ο λόγος της κατάρρευσης της Δημοκρατίας του 1960 σε μόλις τρία χρόνια ήταν αυτός. Θα ήθελα να πω ξεκάθαρα πως αυτό το όνειρο των Ελληνοκύπριων δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ. Οι Τουρκοκύπριοι δεν πρόκειται να υποβαθμιστούν ποτέ σε καθεστώς «μειονότητας» στο νησί στο οποίο είναι «συνιδιοκτήτες», όπως επιθυμούν οι Ελληνοκύπριοι. Όσο δεν υπάρχει αλλαγή προς μια νοοτροπία που να έχει βάση την πολιτική ισότητα των Τουρκοκύπριων, οι διαπραγματεύσεις για επίλυση είναι καταδικασμένες».
Ο κ. Ερντογάν, αναφέρει, επίσης, στη συνέντευξή του καθαρά δύο φορές τον όρο «τουρκική μειονότητα» και απαιτεί αυτή να έχει τη δυνατότητα να αναγνωριστούν τόσο η «εθνική» της ταυτότητα όσο επίσης τα δικαιώματά της στην εκπαίδευση και στις θρησκευτικές ελευθερίες.
«Απαιτούμε να δοθεί η δυνατότητα στη μειονότητα να επωφεληθεί από τα απαραίτητα δικαιώματα και τις ελευθερίες σύμφωνα με τις διεθνείς συμφωνίες, τις αποφάσεις του ΕΔΑΔ και των σύγχρονων διεθνών κανόνων. Και αυτό το κάνουμε με διαφανή τρόπο. Σήμερα η τουρκική μειονότητα δυστυχώς αντιμετωπίζει προβλήματα σε τομείς όπως η αναγνώριση της εθνικής της ταυτότητας, η εκπαίδευση και οι θρησκευτικές ελευθερίες. Η προσδοκία της χώρας μας είναι η επίλυση αυτών των προβλημάτων και η αφαίρεση τους από την ημερήσια διάταξη των διμερών σχέσεων».
Πηγή:www.dimokratiki.gr
Ιδιαίτερα αμφιλεγόμενα είναι τα αποτελέσματα της επίσκεψης του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στην Αθήνα.
Πέρα από την ενίσχυση των οικονομικών, εμπορικών και τουριστικών δεσμών που αποτελούν τομείς χαμηλής πολιτικής, στα εθνικά θέματα υψηλής πολιτικής όχι απλά δεν σημειώθηκε κάποια πρόοδος αλλά επιβεβαιώθηκε η ένταση μεταξύ των δύο μερών.
Από αυτή την άποψη ο στόχος της συνάντησης, για εποικοδομητική επικοινωνία και τη δημιουργία ενός θετικού κλίματος, δεν επετεύχθη. Αντιθέτως η επικοινωνιακή πολεμική ήταν εμφανής σε όλα τα επίπεδα και στις ουσιαστικές διαφορές των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Όπως θα έπρεπε να ήταν αναμενόμενο, ο πρόεδρος Ερντογάν άδραξε κάθε δυνατή ευκαιρία –ακόμα και εν μέσω μιας μίνι διάλεξης Διεθνούς Δικαίου από τον Έλληνα πρόεδρο– για να εκφράσει τις τουρκικές θέσεις και να διευρύνει την ατζέντα των διμερών θεμάτων κάνοντας λόγο –μεταξύ άλλων– για επικαιροποίηση της Συνθήκης της Λωζάνης. Οι απόψεις του Τούρκου προέδρου για το εν λόγω θέμα δεν αποτελούν είδηση αλλά αυτή τη φορά εκφράστηκαν με τον πιο επίσημο τρόπο εντός Ελλάδας και, σε συνάρτηση με τη στάση του ιδιαίτερα στο θέμα της δυτικής Θράκης, περιπλέκουν τη σχέση των δύο χωρών και τη δυναμική των όποιων προσπαθειών επίλυσης των διμερών προβλημάτων.
Οι δηλώσεις του Έλληνα πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα κατά τη κοινή διάσκεψη τύπου ήταν ομολογουμένως καίριες και ορθές τόσο για το ζήτημα του Κυπριακού όσο και για τις θρησκευτικές μειονότητες, όπως εξ άλλου θα ανέμενε κανείς. Βεβαίως και ο Ερντογάν πρόβαλλε σταθερά και αμετάκλητα την τουρκική γραμμή για όλα τα ζητήματα επιρρίπτοντας ξανά ευθύνες στους Ελληνοκύπριους για το αδιέξοδο στο Κυπριακό αλλά και την απόρριψη του Σχεδίου Ανάν στο δημοψήφισμα του 2004. Επικοινωνιακά, πέρα από την εμφανή κόπωση και ενίοτε τον εκνευρισμό, η γλώσσα του σώματος του Ερντογάν χαρακτηριζόταν από μια αυτοαντίληψη εξουσίας, κάποτε αδιαφορία και απαξίωση μπροστά στις Ελληνικές θέσεις.
Πάντως κοιτάζοντας τα πράγματα εντελώς ψυχρά, η κατ’ επανάληψη πρόσκληση του Ερντογάν σε διάλογο για την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών που περιλαμβάνουν και τα θέματα της Συνθήκης της Λωζάνης λειτουργεί εν μέρει υπέρ του. Στο βαθμό που δημιουργεί την εντύπωση ότι η Τουρκία είναι ανοικτή στο διάλογο και διατηρεί μια διαλλακτική στάση. Ωστόσο πολλά από τα θέματα για τα οποία ο Ερντογάν προτείνει διάλογο και διαπραγμάτευση είναι για την ίδια την Ελλάδα μη διαπραγματεύσιμα και δεν αποτελούν μέρος της διμερούς ατζέντας, γι’ αυτό και ο διάλογος σε αυτή την περίπτωση θα σήμαινε τη δημιουργία νέων προβλημάτων και όχι την επίλυση παλιών. Οι δηλώσεις όμως του Ερντογάν αποτελούν πλέον γεγονός και διπλωματικό πλήγμα στην Ελλάδα.
Επιπλέον η κατά τα άλλα διαχρονική τουρκική προσέγγιση δείχνει ακόμα μια φορά ότι η Άγκυρα προκρίνει έναν διάλογο που έχει βάση πολιτική και όχι νομική. Με άλλα λόγια, μπορεί η Συνθήκη της Λωζάνης ως τέτοια να μην γίνεται να αναθεωρηθεί ή να επικαιροποιηθεί «στα χαρτιά», εντούτοις, κάποιες από τις πτυχές τις θα μπορούσαν να αναθεωρηθούν εκ των πραγμάτων εάν μεταβληθούν τα επί του εδάφους δεδομένα ή εάν προκύψει διμερής συμφωνία για συγκεκριμένα θέματα. Κάπου εδώ διαφαίνεται και η αδυναμία της ελληνικής πλευράς η οποία εξ ανάγκης προβάλλει το Διεθνές Δίκαιο με κάθε ευκαιρία αδυνατώντας να προσμετρήσει πως η πολιτική και η εθνική ισχύς παρεμβάλλεται στην ερμηνεία και διαμόρφωση του Διεθνούς Δικαίου. Άρα ποια μαθήματα είναι πιο σημαντικά, αυτά του Δικαίου που κάνει η Ελλάδα στην Τουρκία ή αυτά της πολιτικής που κάνει η Τουρκία στην Ελλάδα;
Τέλος δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτή τη στιγμή η Ελλάδα λειτουργεί για την Τουρκία ως πλατφόρμα και πύλη προς τη «Δύση» –τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Το «δυτικό» αυτό βήμα χρησιμοποίησε ο Ερντογάν για να μιλήσει για τη Λωζάνη χτυπώντας «μ’ ένα σμπάρο δυό τρυγόνια»: αφενός την Ελλάδα και τα μεταξύ τους ζητήματα, αφετέρου τους άλλους δυτικούς της εταίρους και τα ανοιχτά-φλέγοντα ζητήματα της Μέσης Ανατολής (βλ. Συρία, Ιράκ, Κουρδικό) που σχετίζονται επίσης με τη Συνθήκη της Λωζάνης και τη γεωπολιτική της ευρύτερης περιοχής.
Το ερώτημα είναι, πώς θα μπορούσε η Ελλάδα να εκμεταλλευτεί τον ρόλο και τη σημασία που εκ των πραγμάτων απέκτησε τόσο για την Δύση όσο και για την Τουρκία διευρύνοντας και ξεπερνώντας τη συνηθισμένη της ρητορική και πολιτική που παραμένει σχεδόν εξαρτώμενη από την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας και τις τουρκο-ευρωπαϊκές σχέσεις;
*O Ζήνωνας Τζιάρρας ειναι Μεταδιδακτορικός Ερευνητής, Τμήματος Κοινωνικών & Πολιτικών Επιστημών, Πανεπιστημίου Κύπρου

ferriesingreece2

kalimnos

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot