Στην έρευνα του Απριλίου το ΙΟΒΕ εξέτασε (όπως κάνει σε τριμηνιαία βάση) τρία επιπρόσθετα ζητήματα που εξειδικεύουν την πρόθεση για μείζονες αγορές
Στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 7 μηνών έφθασε τον Απρίλιο το ποσοστό των Ελλήνων που «μόλις τα βγάζουν πέρα», όπως προκύπτει από την έρευνα οικονομικής συγκυρίας του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ).
Η αναλογία των πολιτών που οριακά καλύπτουν τις υποχρεώσεις και τις ανάγκες τους ανήλθε στο 65% (δηλαδή, σχεδόν 2 στους 3), σημειώνοντας άλμα τριών ποσοστιαίων μονάδων σε σύγκριση με τον Μάρτιο και αποδεικνύοντας ότι οι κυβερνητικοί ισχυρισμοί για βελτίωση της οικονομίας και της κατάστασης των νοικοκυριών είναι εντελώς αβάσιμοι. Ίδιου εύρους άλμα σημείωσε τον Απρίλιο, σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, το ποσοστό των νοικοκυριών που αδυνατούν να αποταμιεύσουν, φθάνοντας το 87%.
Σύμφωνα με την έρευνα, που πραγματοποιήθηκε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.500 καταναλωτών, αρκετά πιθανή θεωρεί την αποταμίευση τους επόμενους 12 μήνες μόνο το 11% των ερωτηθέντων και πολύ πιθανή το 1%. Οι καταναλωτές που δηλώνουν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ ήταν τον Απρίλιο 14% του συνόλου (από 16% τον Μάρτιο), ενώ όσοι δηλώνουν ότι «έχουν χρεωθεί» φθάνουν το 9% (από 11% τον προηγούμενο μήνα). Επιπλέον, από το 65% των ερωτηθέντων που ανέφερε ότι τα βγάζει πέρα μετά βίας, το 11% (από 9% τον Μάρτιο) έχει αναγκαστεί να καταφύγει στις αποταμιεύσεις του. Ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες υποχώρησε σημαντικά τον Απρίλιο στις -71,2 μονάδες, έναντι -67,5 μονάδων ένα μήνα νωρίτερα.
Το 42% των νοικοκυριών τον Απρίλιο (έναντι 44% τον Μάρτιο) περίμενε ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασής του το προσεχές 12μηνο και μόλις 10% (από 11% τον Μάρτιο) προέβλεπε μικρή βελτίωση.
Ισχνή μειοψηφία παραμένουν οι καταναλωτές που δηλώνουν πρόθεση για λίγο περισσότερες μείζονες αγορές (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.): αντιστοιχούν μόλις στο 6% του συνόλου. Η πλειοψηφία, και συγκεκριμένα το 38%, δηλώνει ότι οι προοπτικές για μείζονες αγορές είναι πολύ λιγότερες, το 41% σχεδόν αμετάβλητες και το 14% λίγο λιγότερες.
Στην έρευνα του Απριλίου το ΙΟΒΕ εξέτασε (όπως κάνει σε τριμηνιαία βάση) τρία επιπρόσθετα ζητήματα που εξειδικεύουν την πρόθεση για μείζονες αγορές:
– Το 94,5% των καταναλωτών στην Ελλάδα δηλώνει ότι δεν είναι πιθανό να αγοράσει αυτοκίνητο το προσεχές 12μηνο, έναντι ποσοστού 92,3% τον Ιανουάριο.
– Μόλις το 2,8% των νοικοκυριών δηλώνει ότι ίσως να προβεί σε αγορά ή κατασκευή κατοικίας τον επόμενο χρόνο. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό είναι ενισχυμένο σε σύγκριση με το 0,9% του Ιανουαρίου.
– Στο 10,6% διευρύνθηκε τον Απρίλιο, από 9,5% τον Ιανουάριο, το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν ότι είναι αρκετά ή πολύ πιθανό να πραγματοποιήσουν σημαντικές δαπάνες βελτίωσης/ανανέωσης της κατοικίας τους το προσεχές 12μηνο.
Βάσει της έρευνας, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης ανέκαμψε εκ νέου τον Απρίλιο, αλλά σε μικρό βαθμό: διαμορφώθηκε στις -30,9 μονάδες, από -31,6 μονάδες τον Μάρτιο. «Η ενίσχυση υποστηρίζεται από όλους τους δείκτες οι οποίοι διαμορφώνουν την καταναλωτική εμπιστοσύνη, εκτός των εκτιμήσεων των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών τους τελευταίους 12 μήνες, οι οποίες ουσιαστικά δεν μεταβλήθηκαν», παρατηρούν οι αναλυτές του ΙΟΒΕ και προσθέτουν: «Ευρύτερα, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης παρουσιάζει μικρή διακύμανση στο πρόσφατο τρίμηνο ελαφρώς χαμηλότερα των -30 μονάδων, κατόπιν της συνεχούς αύξησής του επί 7 μήνες. Αυτή η σταθεροποιητική τάση αναδεικνύει ότι η τονωτική επίδραση του εκλογικού κύκλου έχει ολοκληρωθεί. Ο δείκτης συντηρεί την ενίσχυση που κατέγραψε έως τον Ιανουάριο από άλλες εξελίξεις, όπως π.χ. η έκδοση 10ετούς ομολόγου τον Μάρτιο και προσφάτως, η μερική πρόωρη αποπληρωμή μέρους του δημοσίου χρέους στο ΔΝΤ, η οποία αποτυπώνεται στις προβλέψεις για την οικονομική κατάσταση της χώρας».
Η έρευνα δείχνει επίσης ότι τον Απρίλιο:
– Βελτιώθηκαν οι προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση της χώρας. Ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση περιμένει το 46% (ποσοστό σχεδόν αμετάβλητο σε σχέση με το 45% του Μαρτίου), αλλά το ποσοστό εκείνων που αναμένουν σταθερότητα αυξήθηκε στο 27%, έναντι 18% τον Μάρτιο.
– Το 45% των ερωτηθέντων προβλέπει μικρή ή αισθητή άνοδο της ανεργίας. Μικρή μείωση της ανεργίας προβλέπει το 22%. Και τα δύο ποσοστά παρέμειναν αμετάβλητα σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα.
– Συνεχίστηκε η ανησυχία των νοικοκυριών για την αύξηση του πληθωρισμού. Άνοδο τιμών, με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό, προβλέπει το 38% (έναντι 39% τον Μάρτιο), ενώ σταθερότητα προβλέπει το 35% (από 37% τον Μάρτιο).
Παρά την ανάκαμψη του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης, οι Έλληνες καταναλωτές είναι για άλλον ένα μήνα οι πιο απαισιόδοξοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση.Τουλάχιστον, η απόσταση που τους χωρίζει από τους υπόλοιπους πεσιμιστές μειώθηκε. Την πεντάδα των απαισιόδοξων συμπληρώνουν οι Βούλγαροι (-26,2 μονάδες τον Απρίλιο από -25,4 τον Μάρτιο), οι Ιταλοί (-13,4 από -13,1), οι Ρουμάνοι (-12,6 από -13,7) και οι Γάλλοι (-11,1 από -10,8). Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης ο μέσος δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης υποχώρησε στις -7,7 μονάδες τον Απρίλιο (από -7,1 τον προηγούμενο μήνα) και σε επίπεδο ευρωζώνης μειώθηκε στις -7,9 (από -7,2). Ανοδική τάση σημειώθηκε σε 11 χώρες, ενώ θετικό πρόσημο διατηρούν 6 κράτη της Ε.Ε.: η Τσεχία, η Δανία, η Λιθουανία, το Λουξεμβούργο, η Πολωνία και η Φινλανδία. Όπως διευκρινίζει το ΙΟΒΕ, η αλλαγή της σύνθεσης του δείκτη είχε ως αποτέλεσμα ορισμένες χώρες που είχαν σταθερά θετικό πρόσημο τα τελευταία χρόνια, όπως η Σουηδία, να έχουν πλέον αρνητικό πρόσημο και το αντίστροφο.
Το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνουν ότι «μόλις τα βγάζουν πέρα» το τελευταίο 7μηνο
Απρίλιος 2019: 65%
Μάρτιος 2019: 62%
Φεβρουάριος 2019: 63%
Ιανουάριος 2019: 64%
Δεκέμβριος 2018: 60%
Νοέμβριος 2018: 57%
Οκτώβριος 2018: 62%
Πηγή: Μηνιαίες Έρευνες Οικονομικής Συγκυρίας ΙΟΒΕ
Για τρίτο συνεχόμενο μήνα αυξήθηκε το ποσοστό των πολιτών που καλύπτουν οριακά τις ανάγκες τους - Το 85% των καταναλωτών αδυνατεί να αποταμιεύσει και το 43% προβλέπει επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης το επόμενο 12μηνο
Αυξημένο για τρίτο συνεχόμενο μήνα ήταν τον Ιανουάριο το ποσοστό των Ελλήνων που «μόλις τα βγάζουν πέρα», σύμφωνα με την έρευνα οικονομικής συγκυρίας του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ). Η αναλογία των πολιτών που οριακά καλύπτουν τις υποχρεώσεις και τις ανάγκες τους έφθασε το 64% τον πρώτο μήνα της φετινής χρονιάς, από 60% τον Δεκέμβριο και 57% τον Νοέμβριο του 2018. Παράλληλα, άπιαστο όνειρο παραμένει η αποταμίευση για το 85% των Ελλήνων, ποσοστό σχεδόν αμετάβλητο σε σύγκριση με τον περασμένο Δεκέμβριο (86%). Όπως είναι φανερό, η κυβερνητική παροχολογία και η αποφυγή της νέας περικοπής των συντάξεων πέρασαν και... δεν ακούμπησαν τα νοικοκυριά.
Σύμφωνα με την έρευνα, αρκετά πιθανή θεωρεί την αποταμίευση τους επόμενους 12 μήνες μόνο το 12% των ερωτηθέντων και πολύ πιθανή το 1%. Οι καταναλωτές που δηλώνουν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ ήταν τον Ιανουάριο 15% του συνόλου (από 14% τον Δεκέμβριο), ενώ όσοι δηλώνουν ότι «έχουν χρεωθεί» φθάνουν το 10% (από 12% τον τελευταίο μήνα του 2018). Επιπλέον, από το 64% των ερωτηθέντων που ανέφερε ότι τα βγάζει πέρα μετά βίας, το 11% (από 13% τον Δεκέμβριο) έχει αναγκαστεί να καταφύγει στις αποταμιεύσεις του. Ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες παρέμεινε τον Ιανουάριο στις -68,4 μονάδες.
Ισχνή μειοψηφία εξακολουθούν να είναι οι καταναλωτές που δηλώνουν πρόθεση για λίγο περισσότερες μείζονες αγορές (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.): αντιστοιχούν μόλις στο 6% του συνόλου. Η πλειοψηφία, και συγκεκριμένα το 39%, δηλώνει ότι οι προοπτικές για μείζονες αγορές θα είναι πολύ λιγότερες, το 37% σχεδόν αμετάβλητες και το 17% λίγο λιγότερες.
Στην έρευνα του Ιανουαρίου το ΙΟΒΕ εξέτασε (όπως κάνει σε τριμηνιαία βάση) τρία επιπρόσθετα ζητήματα που εξειδικεύουν την πρόθεση για μείζονες αγορές:
- Το 92,3% των καταναλωτών στην Ελλάδα δηλώνει ότι δεν είναι πιθανό να αγοράσει αυτοκίνητο το προσεχές 12μηνο, έναντι ποσοστού 95,5% τον Οκτώβριο.
- Μόλις το 0,9% των νοικοκυριών δηλώνει ότι ίσως να προβεί σε αγορά ή κατασκευή κατοικίας τον επόμενο χρόνο (από 1,9% τον Οκτώβριο).
- Νέα υποχώρηση σημείωσε το ποσοστό των νοικοκυριών που δηλώνουν ότι είναι αρκετά ή πολύ πιθανό να πραγματοποιήσουν σημαντικές δαπάνες βελτίωσης/ανανέωσης της κατοικίας τους το προσεχές 12μηνο. Περιορίστηκε στο 9,5% από 10,9% τον Οκτώβριο.
Βάσει της έρευνας του ΙΟΒΕ, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης διαμορφώθηκε τον Ιανουάριο στις -28,3 μονάδες (από -31 μονάδες τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με τον νέο τρόπο υπολογισμού του δείκτη), που είναι το υψηλότερο επίπεδο από τον Νοέμβριο του 2009. «Η άνοδος αυτή εκπορεύεται από τη βελτίωση των εκτιμήσεων των νοικοκυριών για την τρέχουσα οικονομική τους κατάσταση, αλλά και από τις καλύτερες προβλέψεις τους για τη μελλοντική εξέλιξή της, καθώς και από την ενίσχυση των προβλέψεων για μείζονες αγορές», σχολιάζουν οι αναλυτές του ΙΟΒΕ και προσθέτουν: «Οι συγκεκριμένες τάσεις, πέρα από την πρόσφατη καταβολή του κοινωνικού μερίσματος και των αναδρομικών σε ειδικά μισθολόγια, καθώς και τη μη εφαρμογή της προγραμματισμένης περικοπής των συντάξεων, θεωρείται ότι οφείλονται στη σταδιακή είσοδο σε προεκλογική περίοδο. Η τελευταία επίδραση θα συνεχιστεί τους προσεχείς μήνες».
Η έρευνα δείχνει ότι τον Ιανούαριο:
- Το 44% των ερωτηθέντων προβλέπει μικρή ή αισθητή άνοδο της ανεργίας. Το ποσοστό παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο τους τελευταίους τέσσερις μήνες. Μικρή μείωση της ανεργίας προβλέπει το 24% (όσο και τους δύο προηγούμενους μήνες).
- Συνεχίστηκε η ανησυχία των νοικοκυριών για την αύξηση του πληθωρισμού. Άνοδο τιμών, με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό, προβλέπει το 39% (όσο και τον Δεκέμβριο), ενώ σταθερότητα προβλέπει το 35% (από 32% τον Δεκέμβριο).
Παρά την ενίσχυση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης, οι Έλληνες καταναλωτές είναι, για άλλον ένα μήνα, οι πιο απαισιόδοξοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση.Τουλάχιστον, η απόσταση που τους χωρίζει από τους υπόλοιπους πεσιμιστές μειώθηκε. Την πεντάδα των απαισιόδοξων συμπληρώνουν οι Βούλγαροι (-26 μονάδες τον Ιανουάριο από -24,5 τον Δεκέμβριο), οι Ρουμάνοι (-14,8 από -13,1), οι Γάλλοι (-13,8 από -17,5) και οι Βρετανοί (-11,3 από -10,4). Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο μέσος δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης υποχώρησε ελαφρά τον πρώτο μήνα του 2019 στις -7,8 μονάδες (από -7,6 τον Δεκέμβριο), ενώ στην ευρωζώνη βελτιώθηκε στις -7,9 (από -8,3). Ανοδική τάση σημειώθηκε τον Ιανουάριο σε 6 χώρες, ενώ θετικό πρόσημο διατηρούν 7 χώρες: η Τσεχία, η Δανία, η Ιρλανδία, η Λιθουανία, η Μάλτα, η Πολωνία και η Φινλανδία. Όπως διευκρινίζει το ΙΟΒΕ, η αλλαγή της σύνθεσης του δείκτη είχε ως αποτέλεσμα ορισμένες χώρες που είχαν σταθερά θετικό πρόσημο τα τελευταία χρόνια, όπως η Σουηδία, να έχουν πλέον αρνητικό πρόσημο και το αντίστροφο.
Σύμφωνα με την έρευνα, που πραγματοποιήθηκε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.500 καταναλωτών, η αποταμίευση θα παραμείνει άπιαστο όνειρο το προσεχές δωδεκάμηνο για το 86% των καταναλωτών, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην έρευνα του Νοεμβρίου είχε περιοριστεί στο 82%.
Ακόμα πιο απαισιόδοξα για τη δυνατότητά τους να αποταμιεύσουν τον επόμενο ένα χρόνο έγιναν τον Δεκέμβριο τα ελληνικά νοικοκυριά, παρά την κυβερνητική παροχολογία και την ακύρωση της περικοπής των συντάξεων.
Παράλληλα, το ποσοστό των καταναλωτών που δηλώνουν ότι «μόλις τα βγάζουν πέρα» αυξήθηκε στο 60%, από 57% τον Νοέμβριο, όπως προκύπτει από την έρευνα οικονομικού κλίματος του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) για τον τελευταίο μήνα του 2018.
Σύμφωνα με την έρευνα, που πραγματοποιήθηκε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.500 καταναλωτών, η αποταμίευση θα παραμείνει άπιαστο όνειρο το προσεχές δωδεκάμηνο για το 86% των καταναλωτών, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην έρευνα του Νοεμβρίου είχε περιοριστεί στο 82%.
Αρκετά πιθανή θεωρεί την αποταμίευση τους επόμενους 12 μήνες μόνο το 10% των ερωτηθέντων και πολύ πιθανή το 3%. Οι καταναλωτές που δηλώνουν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ μειώθηκαν στο 14% του συνόλου τον Δεκέμβριο, από 16% τον Νοέμβριο, ενώ όσοι δηλώνουν ότι «έχουν χρεωθεί» φθάνουν το 12%. Επιπλέον, από το 60% των ερωτηθέντων που ανέφερε ότι τα βγάζει πέρα μετά βίας, το 13% έχει αναγκαστεί να καταφύγει στις αποταμιεύσεις του. Ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες υποχώρησε τον Δεκέμβριο στις -68,4 μονάδες (από -66,1 τον προηγούμενο μήνα).
Μόλις 7% δηλώνει ότι θα κάνει μείζονες αγορές
Όπως είναι φυσικό υπ’ αυτές τις συνθήκες, ισχνή μειοψηφία παραμένουν οι καταναλωτές που δηλώνουν πρόθεση για λίγο περισσότερες μείζονες αγορές (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.): αντιστοιχούν μόλις στο 7% του συνόλου. Η πλειοψηφία, και συγκεκριμένα το 48%, δηλώνει ότι οι προοπτικές για μείζονες αγορές θα παραμείνουν σχεδόν αμετάβλητες. Πολύ λιγότερες αγορές προτίθεται να κάνει το 24% και ελαφρώς λιγότερες το 19%.
Βάσει της έρευνας του ΙΟΒΕ, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης διαμορφώθηκε τον Δεκέμβριο στις -35 μονάδες (από -35,8 μονάδες τον Νοέμβριο), που είναι το υψηλότερο επίπεδο από τον Μάρτιο του 2015. «Η νέα, μικρή οριακή άνοδος εκπορεύεται από την καλυτέρευση των προβλέψεων των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας, με τις προβλέψεις για τη δική τους οικονομική κατάσταση και για την ανεργία ουσιαστικά να μη μεταβάλλονται», διαπιστώνουν οι αναλυτές του ΙΟΒΕ και προσθέτουν: «Μετά από πέντε μήνες εκτός προγράμματος, φαίνεται ότι εμπεδώνεται σταδιακά η δυνατότητα της ελληνικής οικονομίας να λειτουργήσει ομαλά και, σε κάποιο βαθμό, αυτόνομα. Από την άλλη πλευρά, δεν έχουν σημειωθεί στην πρόσφατη περίοδο κάποιες οικονομικές εξελίξεις οι οποίες να υποδεικνύουν μια σαφή μεσοπρόθεσμη προοπτική, π.χ. η ανάκαμψη κάποιων δραστηριοτήτων, η έναρξη μιας σημαντικής (ξένης) επένδυσης. Τους προηγούμενους μήνες, η κάμψη της απαισιοδοξίας για τους υπόλοιπους παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν το συνολικό δείκτη προήλθε κυρίως από τη διαφαινόμενη μη εφαρμογή προγραμματισμένων για το 2019 μέτρων και την υλοποίηση φοροελαφρύνσεων».
Η έρευνα δείχνει ότι τον Δεκέμβριο:
– Το ποσοστό των νοικοκυριών που περιμένουν ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασής τους παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο στο 44% (από 45% τον Νοέμβριο), ενώ μικρή βελτίωση προσδοκά το 12%, έναντι 10% τον Νοέμβριο.
– Το 46% (από 50% τον Νοέμβριο) προβλέπει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, έναντι του 29% το οποίο αναμένει σταθερότητα (το αντίστοιχο ποσοστό του Νοεμβρίου ήταν 25%).
– Το 43% των ερωτηθέντων προβλέπει μικρή ή αισθητή άνοδο της ανεργίας. Το ποσοστό παρέμεινε αμετάβλητο τους τελευταίους τρεις μήνες του 2018. Μικρή μείωση της ανεργίας προβλέπει το 24% (όσο και τον Νοέμβριο).
– Συνεχίστηκε η ανησυχία των νοικοκυριών για την αύξηση του πληθωρισμού. Άνοδο τιμών, με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό, προβλέπει το 39% (τον Νοέμβριο το ποσοστό είχε φθάσει το 42%), ενώ σταθερότητα προβλέπει το 32% (από 33% τον Νοέμβριο).
Παρά την οριακή ενίσχυση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης, οι Έλληνες καταναλωτές είναι, για άλλον ένα μήνα, οι πιο απαισιόδοξοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Την πεντάδα των πεσιμιστών συμπληρώνουν οι Βούλγαροι (-29,5 μονάδες τον Δεκέμβριο από -31,1 τον Νοέμβριο), οι Ρουμάνοι (-20,7 από -21,5), οι Γάλλοι (-22,0 από -17,2), των οποίων η απαισιοδοξία ενισχύθηκε με φόντο το κίνημα των «κίτρινων γιλέκων», και οι Ούγγροι (-10,4 από -11,3). Ο μέσος δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης υποχώρησε τον τελευταίο μήνα του 2018 στις -6 μονάδες (από -3,7 τον Νοέμβριο) στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στις -6,2 (από -3,9) στην ευρωζώνη. Ανοδική τάση σημειώθηκε τον Δεκέμβριο σε 8 χώρες, ενώ θετικό πρόσημο διατηρούν 10 χώρες: οι σκανδιναβικές (Δανία, Σουηδία, Φινλανδία), το Λουξεμβούργο, η Τσεχία, η Γερμανία, η Μάλτα, η Ολλανδία, η Αυστρία και η Ιρλανδία.
Tο κυβερνητικό αφήγημα της καθαρής εξόδου δοκιμάζεται άγρια από την καθημερινότητα, με τους πολίτες να βιώνουν κάθε μέρα τα μνημονιακά μέτρα και τους περισσότερους από αυτούς να εξακολουθούν να στενάζουν κάτω από τον ζυγό της υπερφορολόγησης και της πιστωτικής ασφυξίας.
Αυτό αποδεικνύουν και τα αποκαλυπτικά στοιχεία που έρχονται στην δημοσιότητα, τα οποία κόντρα στις αισιόδοξες κυβερνητικές προβλέψεις, η έρευνα του ΙΟΒΕ, για τον Νοέμβριο, αποδομεί το success story του Αλέξη Τσίπρα και του Ευκλείδη Τσακαλώτου για την «καθαρή έξοδο» από το Μνημόνιο.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έρευνα του ΙΟΒΕ, το 57% των καταναλωτών «μόλις τα βγάζει πέρα», το 45% προβλέπει επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης το επόμενο 12μηνο, ενώ το 82% των νοικοκυριών δεν θα καταφέρει να αποταμιεύσει ούτε ένα ευρώ την ίδια περίοδο.
Η έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 1.500 καταναλωτών, δείχνει ότι μόλις το 13% των ερωτηθέντων θεωρεί αρκετά πιθανή την αποταμίευση το προσεχές 12μηνο και 2% τη θεωρεί πολύ πιθανή. Αντιθέτως, για το 15% δεν είναι πιθανή και για το 67% αδύνατη. Επιπλέον, από το 57% που οριακά τα βγάζει πέρα, το 14% έχει αναγκαστεί να καταφύγει στις αποταμιεύσεις του.
Καθόλου ενθαρρυντικά δεν είναι τα ποσοστά των καταναλωτών που δηλώνουν πρόθεση για λίγο περισσότερες μείζονες αγορές (επίπλων, ηλεκτρικών συσκευών κ.λπ.): ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί μόλις στο 7% του συνόλου. Η πλειοψηφία, και συγκεκριμένα το 49%, δηλώνει ότι οι προοπτικές για μείζονες αγορές θα παραμείνουν σχεδόν αμετάβλητες.
Πολύ λιγότερες αγορές προτίθεται να κάνει το 26% και ελαφρώς λιγότερες το 16%.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, οι αποταμιεύσεις του ιδιωτικού τομέα στα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα μειώθηκαν τον Οκτώβριο στα 131,484 δισ. ευρώ, από 131,712 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο και ενώ τον Νοέμβριο του 2014 έφθαναν τα 164 δισ. ευρώ.
Οι καταναλωτές που αναφέρουν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ αυξήθηκαν οριακά τον Νοέμβριο στο 16% του συνόλου, έναντι 14% τον Οκτώβριο. Ωστόσο, το ποσοστό εκείνων που ανέφεραν ότι έχουν χρεωθεί αυξήθηκε από το 11% στο 13%.
Ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες διαμορφώθηκε τον Νοέμβριο στις -66,2 μονάδες (από -69,3 τον προηγούμενο μήνα).
Παρά την ενίσχυση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης, οι Έλληνες καταναλωτές είναι για άλλον ένα μήνα οι πιο απαισιόδοξοι στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ακολουθούν οι Βούλγαροι (-31,1 μονάδες τον Νοέμβριο από -26,4 τον Οκτώβριο), οι Ρουμάνοι (-21,5 από -20,2), οι Ούγγροι (-11,3 από -9,2) και οι Γάλλοι (-17,2 από -11,3). Ο μέσος δείκτης υποχώρησε στις -3,7 μονάδες (από -2,7) στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στις -3,9 (από -2,7) στην ευρωζώνη.
Πηγή:www.dimokratiki.gr
Η έξοδος από τα Μνημόνια δεν φαίνεται ότι άλλαξε και πολλά πράγματα, όπως αποκαλύπτει η έρευνα του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) για τον Οκτώβριο του 2018.
Σύμφωνα με την έρευνα αυτή, το 62% των καταναλωτών δηλώνει ότι «μόλις τα βγάζει πέρα».
Από το 62% που οριακά τα βγάζει πέρα, το 11% έχει αναγκαστεί να καταφύγει στις αποταμιεύσεις του για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του.
Επίσης, όπως προκύπτει από την εν λόγω έρευνα, το 82% των νοικοκυριών στη χώρα δεν θα καταφέρει να αποταμιεύσει ούτε ένα ευρώ τους επόμενους 12 μήνες. Για το 12% δεν είναι πιθανή η αποταμίευση και για το 70% είναι απλά αδύνατη.
Μόλις το 13% των ερωτηθέντων θεωρεί αρκετά πιθανή την αποταμίευση το ερχόμενο 12μηνο και 1% τη θεωρεί πολύ πιθανή.
Οι καταναλωτές που αναφέρουν ότι αποταμιεύουν λίγο ή πολύ αυξήθηκαν οριακά τον Οκτώβριο στο 14% του συνόλου, έναντι 12% τον Σεπτέμβριο και ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες διαμορφώθηκε τον Οκτώβριο στις -69,3 μονάδες (από -75,3 τον Σεπτέμβριο).
Τι σκοπεύουν να καταναλώσουν
Υπό αυτό το πρίσμα μοιάζουν απολύτως λογικά και τα ευρήματα σχετικά με το τι προτίθενται να δαπανήσουν οι καταναλωτές το επόμενο διάστημα.
Το 41% των καταναλωτών προβλέπει ότι θα προβεί σε λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες το επόμενο 12μηνο. Μόλις το 8% αναμένει ότι θα αυξήσει τις δαπάνες.
Τα ποσοστά αυτά είναι, πάντως, βελτιωμένα σε σχέση με τον Σεπτέμβριο, όταν το 58% των καταναλωτών προέβλεπε ότι θα κάνει λιγότερες ή πολύ λιγότερες δαπάνες και μόλις 4% βρισκόταν στον αντίποδα.
Σε ότι αφορά τις μεγάλες δαπάνες, την αγορά αυτοκινήτου ή κατασκευή σπιτιού, οι καταναλωτές εμφανίζονται κάτι παραπάνω από επιφυλακτικοί.
Για τη συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών (95,5%) η αγορά αυτοκινήτου το προσεχές 12μηνο φαντάζει απλά απίθανη.
Ακόμη πιο μικρό το ποσοστό όσων σκέφτονται να αγοράσουν ή να κτασκευάσουν σπίτι μέσα στον επόμενο χρόνο: Μόλις το 1,9% φαίνεται να έχει τέτοια πρόθεση. Ωστόσο, ένα 10,9% των καταναλωτών, σκέφτεται να διαθέσει ένα ποσό για να ανακαινίσει και να βελτιώσει το σπίτι του.
Βελτιωμένος ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης
Το οξύμωρο είναι ότι όλα αυτά συμβαίνουν ενώ ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης τον Οκτώβριο βρέθηκε στο υψηλότερο σημείο των τελευταίων 3,5 ετών (-38,3 μονάδες, από -44,9 τον Σεπτέμβριο).
Πιο αναλυτικά:
Το 45% (από 55% τον Σεπτέμβριο) των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 8% (από 5%) προβλέπει μικρή βελτίωση.
Το 49% (από 60% τον Σεπτέμβριο) προβλέπει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας, έναντι του 27% το οποίο αναμένει εκ νέου σταθερότητα.
Το 43% (από 45% ένα μήνα νωρίτερα) προβλέπει μικρή ή αισθητή άνοδο της ανεργίας, ενώ το 23% (από 18%) των ερωτηθέντων να αναμένει μικρή ή αισθητή μείωσή της.
Το 38% (από 36% τον Σεπτέμβριο) προβλέπει εκ νέου άνοδο τιμών με τον ίδιο ή ταχύτερο ρυθμό και το 38% (από 42%) αναμένει σταθερότητα.
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, «το γεγονός ότι η χώρα βρίσκεται εκτός προγράμματος προσαρμογής μετά από οκτώ έτη και η συνεχής κάμψη της ανεργίας, θεωρούνται οι κύριοι παράγοντες ενίσχυσης της καταναλωτικής εμπιστοσύνης. Σε αυτές τις επιδράσεις προστέθηκε προσφάτως η θετική επενέργεια της πιθανολογούμενης χαλάρωσης ή μη εφαρμογής δημοσιονομικών μέτρων που είχαν προγραμματιστεί για το 2019».