Όποιος οδηγεί επικίνδυνα από αμέλεια τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο έτη ή χρηματική ποινή
Η κόπωση και η υπερβολική ταχύτητα αποτελούν τις συνηθέστερες αιτίες πρόκλησης ατυχημάτων κυρίως από οδηγούς φορτηγών, λεωφορείων και εταιρικών αυτοκινήτων.
Τα τροχαία συμβάντα αποτελούν εδώ και πολλά χρόνια, την πρώτη αιτία θανάτων όσον αφορά τα εργατικά ατυχήματα στις βιομηχανικές χώρες.
Ο νέος νόμος που θα ισχύει από Δευτέρα 1η Ιουλίου φιλοδοξεί να δημιουργήσει στους οδηγούς μια νέα συμπεριφορά στην οδήγηση, αφού οι συνέπειες είναι σοβαρές.
Ο νέος Ποινικός Κώδικας- Ν 4619/2019 (ΦΕΚ Α΄ 95/11.6.2019) που ψηφίσθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων στις στις αρχές του μήνα με έναρξη ισχύος την 1 Ιουλίου, ουσιαστικά καταργεί τον Ποινικό Κώδικα που ίσχυε από την 1 Ιανουαρίου 1951 και προβαίνει στη ριζική αναδιάρθρωση του συστήματος των ποινών, την κατάργηση αναχρονιστικών διατάξεων, την κατάργηση των πταισμάτων, καθώς και τον εξορθολογισμό των οικονομικών εγκλημάτων.
Έτσι σύμφωνα με τον νέο Κώδικα όποιος οδηγεί όχημα έχοντας καταναλώσει ποσότητα οινοπνεύματος ή έχοντας κάνει χρήση ναρκωτικών ουσιών ή είναι σωματικά και πνευματικά εξαντλημένος, ή οδηγεί όχημα σε εθνικές ή περιφερειακές οδούς αντίστροφα στο ρεύμα της εκάστοτε κατεύθυνσης, οδηγεί σε πεζοδρόμους, πεζοδρόμια ή πλατείες ή αν οδηγεί όχημα που είναι τεχνικά ανασφαλές ή με ανασφαλή τρόπο φορτωμένο τιμωρείται -αν δεν προβλέπονται βαρύτερες κυρώσεις σε άλλες διατάξεις- με φυλάκιση έως τρία έτη ή με χρηματική ποινή αν από την πράξη προέκυψε κοινός κίνδυνος σε ξένα πράγματα.
Τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους αν από την πράξη προέκυψε κίνδυνος για άνθρωπο, με κάθειρξη έως δέκα έτη αν η πράξη του είχε ως αποτέλεσμα τη βαριά σωματική βλάβη ανθρώπου, με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών αν είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο άλλου ανθρώπου. Αν προκλήθηκε θάνατος μεγάλου αριθμού ανθρώπων, το δικαστήριο μπορεί να επιβάλει ισόβια κάθειρξη.
Τέλος, όποιος οδηγεί επικίνδυνα από αμέλεια και από την πράξη του αυτή προέκυψε κοινός κίνδυνος για ξένα πράγματα ή για άνθρωπο, τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο έτη ή χρηματική ποινή.
Ο «Ε.Τ.» της Κυριακής ζήτησε την επιστημονική άποψη του δικηγόρου Αθηνών Κωνσταντίνου Γώγου, μέλους της Επιτροπής Επεξεργασίας Κωδίκων της Ενωσης Ποινικολόγων και Μαχόμενων Δικηγόρων, ο οποίος έχει επιμεληθεί και την έκδοση των νέων Κωδίκων.
Καταγγελίες από δικαστικές ενώσεις για παραγραφές αδικημάτων, προειδοποιήσεις από τις αστυνομικές αρχές για αθρόες αποφυλακίσεις κακοποιών και διαμαρτυρίες δικηγόρων έχει φέρει η ψήφιση του νέου Ποινικού Κώδικα.
Τι θα γίνει, όμως, από αύριο, που αλλάζει ριζικά το ποινικό σύστημα της χώρας έπειτα από 70 χρόνια; Θα βγει έξω ο Επαμεινώνδας Κορκονέας; Θα κυκλοφορούν ελεύθεροι οι κλέφτες; Θα αποφυλακιστούν τα μέλη της «17Ν»; Ο «Ε.Τ.» της Κυριακής ζήτησε την επιστημονική άποψη του δικηγόρου Αθηνών Κωνσταντίνου Γώγου, μέλους της Επιτροπής Επεξεργασίας Κωδίκων της Ενωσης Ποινικολόγων και Μαχόμενων Δικηγόρων, ο οποίος έχει επιμεληθεί και την έκδοση των νέων Κωδίκων.
Δολοφονία Γρηγορόπουλου
Στις 29 Ιουλίου αναμένεται να εκδοθεί η απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου σχετικά με τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου τον Δεκέμβριο του 2008 στο κέντρο της Αθήνας, από το όπλο του ειδικού φρουρού Επαμεινώνδα Κορκονέα. Ο τελευταίος βρίσκεται περίπου 11 χρόνια στη φυλακή, ενώ είχε καταδικαστεί σε πρώτο βαθμό σε ισόβια κάθειρξη. Μαζί του στο εδώλιο βρίσκεται και ο συνάδελφός και συνοδός του στην περιπολία εκείνη τη νύχτα Βασίλης Σαραλιώτης, που, αν και έχει καταδικαστεί σε 10 χρόνια κάθειρξης για συνέργεια στην ανθρωποκτονία, βρίσκεται εκτός φυλακής μέχρι την έκδοση απόφασης του Μικτού Ορκωτού Εφετείου.
Σημειώνεται ότι η εισαγγελική πρόταση ζητά απαλλαγή του Σαραλιώτη (σ.σ.: σε διαφορετική περίπτωση θα επιστρέψει στη φυλακή να εκτίσει ποινή) και μετατροπή της κατηγορίας για τον Κορκονέα από ανθρωποκτονία με πρόθεση σε ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο, δηλαδή την «ελαφρύτερη» μορφή δόλου που προβλέπεται.
«Το άρθρο που αφορά στο αδίκημα της ανθρωποκτονίας έχει τροποποιηθεί ριζικά με αποτέλεσμα να επιβάλλεται πλέον διαζευκτική ποινή είτε ισόβιας κάθειρξης είτε προσωρινής κάθειρξης από δέκα έως δεκαπέντε έτη. Η διαζευκτική ποινή από τη φύση της δημιουργεί πολλά ερωτηματικά για το πώς πρακτικά θα εφαρμοσθεί. Μία πρώιμη θεωρητική ανάλυση θα ήταν η εφαρμογή της πρόσκαιρης κάθειρξης στην περίπτωση της ανθρωποκτονίας από ενδεχόμενο δόλο» εξηγεί στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ο Κ. Γώγος, περιγράφοντας στη συνέχεια τι θα συνέβαινε με τον παλιό Κώδικα και τι ενδέχεται να συμβεί με τον καινούργιο.
«Στην επίδικη περίπτωση, η εισαγγελική πρόταση αφορούσε μετατροπή της κατηγορίας σε ανθρωποκτονία από ενδεχόμενο δόλο. Με τον παλαιό Κώδικα η συγκεκριμένη μετατροπή δεν επιδρούσε στο πλαίσιο ποινής, που παρέμενε ισόβια κάθειρξη. Με το νέο νομικό καθεστώς, ωστόσο, θα μπορούσε κάλλιστα να εφαρμοσθεί η επιεικέστερη διάταξη της πρόσκαιρης κάθειρξης και να «σπάσουν» τα ισόβια», αναφέρει, ενώ η ποινή θα μπορούσε να κατέβει χαμηλότερα με την αναγνώριση ενός ελαφρυντικού. Ωστόσο, εάν «σπάσουν» τα ισόβια και δοθεί μια χαμηλότερη ποινή, ο Επαμεινώνδας Κορκονέας θα έχει τη δυνατότητα να διεκδικήσει την αποφυλάκισή του υπό όρους, έχοντας, ήδη, εκτίσει μεγάλο μέρος της ποινής του.
Δολοφονία 6χρονης Στέλλας και Μάριου Παπαγεωργίου
Μόλις την περασμένη εβδομάδα ο 61χρονος πρώην αστυνομικός και πατέρας της 6χρονης Στέλλας, την οποία σκότωσε και στη συνέχεια πέταξε σε κάδο σκουπιδιών στην Αγία Βαρβάρα, σκηνοθετώντας στη συνέχεια ληστεία στο σπίτι της οικογένειας, καταδικάστηκε σε δεύτερο βαθμό σε ποινή 20 ετών και έξι μηνών, καθώς του αναγνωρίσθηκε το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου.
«Αν η υπόθεση δικαζόταν μετά την 1η Ιουλίου, θα μπορούσε να επιβληθεί πολύ μικρότερη ποινή. Αν υποθέσουμε ότι η επιβαλλόμενη ποινή πλέον μπορεί να ξεκινήσει για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας από τα δέκα έτη και με δεδομένη την αναγνώριση ελαφρυντικού, η επιβαλλόμενη ποινή (σε επίπεδο κατώτατου πλαισίου ποινής) θα μπορούσε να είναι τα πέντε έτη», εξηγεί ο δικηγόρος. Μάλιστα, στις αντιδράσεις που προκάλεσε η χορήγηση ελαφρυντικού στον κατηγορούμενο, η απάντηση βρίσκεται στην αλλαγή του Κώδικα, καθώς πλέον απαιτείται απλώς καθαρό ποινικό μητρώο και μάλιστα ακόμη και κάποιο πλημμέλημα μπορεί να μην επηρεάσει, ενώ μέχρι σήμερα η παροχή του συγκεκριμένου ελαφρυντικού απαιτούσε θετικές πράξεις κατά τη διάρκεια του βίου.
«Υπερπληθώρα αποφάσεων έχει εκδοθεί για το πότε μπορεί σε έναν κατηγορούμενο να χορηγηθεί το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου. Ο Αρειος Πάγος άλλωστε είχε εκδώσει αντιφατικές αποφάσεις με αποτέλεσμα να απαιτείται παρέμβαση για την επίτευξη λύσης επί του θέματος. Ο νέος Κώδικας προσπαθεί να επιλύσει το νομικό ζήτημα, καθώς μέχρι τώρα απαιτείτο όχι μόνο λευκό ποινικό μητρώο, αλλά και θετικές πράξεις του κατηγορουμένου για να μπορέσει να του αναγνωρισθεί ο πρότερος έντιμος βίος. Ετσι οδηγούμασταν πολλές φορές στο παράδοξο 80χρονος κατηγορούμενος που δεν είχε καταδικασθεί ποτέ να μην μπορεί να λάβει το ευεργέτημα με την αιτιολογία π.χ. ότι δεν έκανε δωρεές στη ζωή του. Ωστόσο, και η παρούσα τροποποίηση μοιάζει προβληματική, καθώς επί της ουσίας αναγνωρίζει ότι πρότερο έντιμο βίο έχει και ο κατάδικος για πλημμέλημα. Και είναι εύλογο να αναρωτηθεί κανείς πώς ταιριάζει η γραμματική ερμηνεία του άρθρου ως προς την «εντιμότητα» όταν ο ίδιος ο νομοθέτης αναγνωρίζει ότι είναι κατάδικος. «Ολίγον» έντιμος δεν μπορεί να εφαρμοσθεί και θα δημιουργήσει αντιφατικές αποφάσεις στο μέλλον», εξηγεί ο κ. Γώγος, υπογραμμίζοντας πως με τον νέο Κώδικα θα μπορεί να ζητήσει το συγκεκριμένο ελαφρυντικό «ευπροσώπως» ο οποιοσδήποτε.
Αλλαγές θα υπάρξουν κατά συνέπεια σε όλες τις αντίστοιχες υποθέσεις, όπως για παράδειγμα ενδεχομένως στην περίπτωση της δολοφονίας του Μάριου Παπαγεωργίου, με την απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου να αναμένεται στις 3 Ιουλίου. Ο φερόμενος ως «εγκέφαλος» της υπόθεσης έχει καταδικαστεί πρωτοδίκως σε ισόβια και 23 χρόνια κάθειρξη. Ωστόσο, πλέον σε περίπτωση πάντα καταδίκης, ο κατηγορούμενος μπορεί να διεκδικήσει ευκολότερα ελαφρυντικό, ενώ σχετικά με το αδίκημα της αρπαγής μειώνεται το μέγιστο όριο ποινής από είκοσι σε δεκαπέντε έτη με τον νέο Κώδικα.
Ο βιαστής της Δάφνης
Βαρύς έπεσε ο πέλεκυς της Δικαιοσύνης στον 53χρονο βιαστή της Δάφνης, ο οποίος με την αποτρόπαια δράση του είχε συγκλονίσει το Πανελλήνιο τον Μάιο του 2017, όταν αποκαλύφθηκε ότι είχε κακοποιήσει άγρια μια 23χρονη κοπέλα μέσα στο διαμέρισμά του. Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων του επέβαλε πρόσφατα κάθειρξη 42 ετών χωρίς να του αναγνωρίσει κανένα ελαφρυντικό. Τι θα γίνει όμως στον δεύτερο βαθμό; «Πρόκειται για μία δικογραφία με πολλαπλά αδικήματα. Γενικά αναφερόμενοι στο βιασμό, η διατύπωση του άρθρου έχει αλλάξει με τους νέους Κώδικες και η μέγιστη επιβαλλόμενη ποινή έχει περιοριστεί στα 15 έτη, από 20 που ισχύει σήμερα», υπογραμμίζει ο δικηγόρος.
Αλκέτ Ριζάι
Ενδιαφέρουσα περίπτωση αποτελεί ο Αλκέτ Ριζάι, ο οποίος με εξαίρεση τις δύο ολιγόμηνες αποδράσεις του βρίσκεται επί 16 χρόνια στη φυλακή. «Η υφ’ όρων απόλυση αφορά το σύνολο των κρατουμένων. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι υπάρχουν κάποιες ασφαλιστικές δικλίδες στη νέα διάταξη. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 106 ΠΚ η μη ορθή διαγωγή του κρατουμένου τίθεται ως ανασταλτικός παράγοντας για την απόλυσή του από τις φυλακές», αναφέρει ο κ. Γώγος, καταλήγοντας ότι πρόκειται για ζητήματα ουσίας που κρίνονται ανά περίπτωση από τον αρμόδιο εισαγγελέα και το δικαστικό συμβούλιο. «Πάντως, με το σημερινό καθεστώς μικραίνουν τα όρια για την υφ’ όρων απόλυση. Συγκεκριμένα, εφόσον έχουν εκτιθεί τα δεκαέξι έτη από τη συνολική ποινή δίνεται η δυνατότητα για υφ’ όρων απόλυση με την κατ’ οίκον έκτιση της ποινής. Το τωρινό καθεστώς απαιτούσε την έκτιση 25 ετών», καταλήγει.
Στα μαλακά και οι μικροκακοποιοί
Ανησυχία έχει προκαλέσει και η αλλαγή στη διάταξη της κλοπής με την ουσιαστική κατάργηση της «διακεκριμένης κλοπής». Πριν από την αναθεώρηση του Ποινικού Κώδικα, η κλοπή διωκόταν σε βαθμό κακουργήματος, «εάν είχε τελεστεί από δύο ή περισσότερους δράστες, που είχαν ενωθεί για να διαπράττουν κλοπές ή ληστείες» και «εάν η πράξη τελέστηκε από πρόσωπο που διαπράττει κλοπές ή ληστείες κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια ή αν η συνολική αξία των αντικειμένων της κλοπής υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ».
Με τον νέο Κώδικα καταργείται η διακεκριμένη περίπτωση, αφού μόνη προϋπόθεση για να θεωρηθεί κακούργημα η κλοπή είναι η αξία των κλοπιμαίων να υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ. «Πρακτικά αυτό σημαίνει για παράδειγμα ότι οι πορτοφολάδες στο μετρό θα αντιμετωπίζουν πλημμεληματική ποινή, ενώ ακόμα χειρότερα μια κλοπή με λεία 110.000 ευρώ θα δικάζεται στο αυτόφωρο τριμελές!», περιγράφει ο δικηγόρος.
17 Νοέμβρη: «Τα έγκλειστα μέλη της μπορούν να αιτηθούν την κατ’ οίκον έκτιση της ποινής τους»
Εκτός από τις αλλαγές στο ειδικό μέρος του Κώδικα, ανατροπές έρχονται και στο γενικό μέρος, αφού οι νέες νομοθετικές ρυθμίσεις αλλάζουν άρδην το σύστημα της υφ’ όρων απόλυσης.
Οπως εξηγεί ο Κωνσταντίνος Γώγος: «Ειδικότερη περίπτωση είναι η ποινική αντιμετώπιση της εκτέλεσης της ποινής των πολυϊσοβιτών, όπως στην περίπτωση της «17 Νοέμβρη». Ο νέος Ποινικός Κώδικας δίνει τη δυνατότητα στα έγκλειστα μέλη της οργάνωσης μετά την 1η Ιουλίου να αιτηθούν την κατ’ οίκον έκτιση της ποινής τους».
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το άρθρο 110 Α του νέου Ποινικού Κώδικα, όποιος εκτίει περισσότερες ποινές ισόβιας κάθειρξης μετά το 16ο έτος της έκτισης της ποινής του απολύεται με τον όρο του κατ’ οίκον περιορισμού. Με δεδομένο, επομένως, πως τα μέλη της «17Ν» ξεκίνησαν την εκτέλεση της ποινής τους το 2003, εντός του τρέχοντος έτους θα μπορούν να ζητήσουν την έξοδό τους από τη φυλακή. Ωστόσο, όπως επισημαίνει, «είναι άξιον προσοχής το γεγονός ότι ουδεμία σημασία έχει η άσκηση ποινικής δίωξης για άλλο αδίκημα, αφού η κατ’ οίκον έκτιση δεν αποκλείεται γι’ αυτόν το λόγο, αλλά μόνον αν υπάρχει άλλη αμετάκλητη καταδίκη κατά το χρόνο εκτέλεσης της ποινής. Σενάριο το οποίο απασχόλησε την κοινή γνώμη μετά την πρόταση της Εισαγγελίας για την υπόθεση Κουφοντίνα. Σε κάθε περίπτωση στο νέο άρθρο 105Β (παράγραφος 6) ορίζεται ότι ακόμα και για όσους έχουν πολλαπλές ισόβιες καθείρξεις ο μέγιστος χρόνος παραμονής στη φυλακή είναι τα 25 έτη».
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
Η κόπωση και η υπερβολική ταχύτητα αποτελούν τις συνηθέστερες αιτίες πρόκλησης ατυχημάτων κυρίως από οδηγούς φορτηγών, λεωφορείων και εταιρικών αυτοκινήτων. Τα τροχαία συμβάντα αποτελούν εδώ και πολλά χρόνια, την πρώτη αιτία θανάτων όσον αφορά τα εργατικά ατυχήματα στις βιομηχανικές χώρες.
Ο νέος νόμος φιλοδοξεί να δημιουργήσει στους οδηγούς μια νέα συμπεριφορά στην οδήγηση, αφού οι συνέπειες είναι σοβαρές.
Ο νέος Ποινικός Κώδικας- Ν 4619/2019 (ΦΕΚ Α΄ 95/11.6.2019) που ψηφίσθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων στις στις αρχές του μήνα με έναρξη ισχύος την 1 Ιουλίου, ουσιαστικά καταργεί τον Ποινικό Κώδικα που ίσχυε από την 1 Ιανουαρίου 1951 και προβαίνει στη ριζική αναδιάρθρωση του συστήματος των ποινών, την κατάργηση αναχρονιστικών διατάξεων, την κατάργηση των πταισμάτων, καθώς και τον εξορθολογισμό των οικονομικών εγκλημάτων.
Έτσι σύμφωνα με τον νέο Κώδικα όποιος οδηγεί όχημα έχοντας καταναλώσει ποσότητα οινοπνεύματος ή έχοντας κάνει χρήση ναρκωτικών ουσιών ή είναι σωματικά και πνευματικά εξαντλημένος, ή οδηγεί όχημα σε εθνικές ή περιφερειακές οδούς αντίστροφα στο ρεύμα της εκάστοτε κατεύθυνσης, οδηγεί σε πεζοδρόμους, πεζοδρόμια ή πλατείες ή αν οδηγεί όχημα που είναι τεχνικά ανασφαλές ή με ανασφαλή τρόπο φορτωμένο τιμωρείται -αν δεν προβλέπονται βαρύτερες κυρώσεις σε άλλες διατάξεις- με φυλάκιση έως τρία έτη ή με χρηματική ποινή αν από την πράξη προέκυψε κοινός κίνδυνος σε ξένα πράγματα. Τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους αν από την πράξη προέκυψε κίνδυνος για άνθρωπο, με κάθειρξη έως δέκα έτη αν η πράξη του είχε ως αποτέλεσμα τη βαριά σωματική βλάβη ανθρώπου, με κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών αν είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο άλλου ανθρώπου. Αν προκλήθηκε θάνατος μεγάλου αριθμού ανθρώπων, το δικαστήριο μπορεί να επιβάλει ισόβια κάθειρξη.
Τέλος, όποιος οδηγεί επικίνδυνα από αμέλεια και από την πράξη του αυτή προέκυψε κοινός κίνδυνος για ξένα πράγματα ή για άνθρωπο, τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο έτη ή χρηματική ποινή.
Πηγή: ΑΜΠΕ
Πώς επηρεάzονται οι υποθέσεις των Siemens, Novartis, Χρυσής Αυγής, Proton Bank, Ταχυδροµικού Ταµιευτηρίου
«Θα θέλαμε να ζητήσουµε διακοπή της δίκης εν όψει της ψήφισης του νέου Ποινικού Κώδικα, γιατί η µεταχείριση του εντολέα µας θα είναι διαφορετική σε περίπτωση που καταδικαστεί». Αυτή η φράση ακούγεται τον τελευταίο µήνα πολύ συχνά στις δικαστικές αίθουσες σε υποθέσεις που αφορούν οικονοµικά εγκλήµατα.
Οι νέες διατάξεις του Ποινικού Κώδικα ενδέχεται να φέρουν σηµαντικές αλλαγές σε εν εξελίξει δίκες, ενώ εδώ και µήνες ζητούνται σωρηδόν αναβολές από κατηγορουµένους ως καταχραστές του ∆ηµοσίου οι οποίοι απειλούνται ακόµη και µε ισόβια κάθειρξη. Η ισχύς των νέων κωδίκων αρχίζει από την 1η Ιουλίου, µε πολλές δίκες να βρίσκονται κοντά στο στάδιο της εισαγγελικής πρότασης, ενώ σε άλλες, όπως στη δίκη των κατηγορουµένων για τα «µαύρα» ταµεία της Siemens, η εισαγγελέας έχει κάνει την πρότασή της επί της ενοχής (µε βάση τον παλιό κώδικα), µε τις νέες διατάξεις, όµως, να καταλαµβάνουν τους κατηγορουµένους, αφού ο νέος κώδικας έχει αναδροµική ισχύ και για τις εκκρεµείς υποθέσεις. Τι µέλλει γενέσθαι;
Οπως λένε νοµικοί, είναι µονόδροµος για τους δικαστές να... κατεβάσουν τα µολύβια µέχρι τις 2 Ιουλίου, ώστε να αντιµετωπίσουν τη νέα πραγµατικότητα, αποφεύγοντας οποιαδήποτε ενδιάµεση διαδικασία. Παράλληλα, τόσο οι δικαστικοί λειτουργοί όσο και οι δικηγόροι θα έχουν ικανό χρόνο προετοιµασίας εν όψει των νέων δεδοµένων, αφού, όπως λένε στο «Εθνος της Κυριακής», όλοι οι συλλειτουργοί της Θέµιδος θα πρέπει να καθίσουν και πάλι στα θρανία!
Για τη δωροδοκία
Στις βασικές αλλαγές που φέρνει ο νέος Ποινικός Κώδικας βρίσκεται εκτός από την κατάργηση νόµου για τους καταχραστές του Δηµοσίου, που χρονολογείται από το 1950 και επέσυρε µέχρι και ισόβια, και το αδίκηµα της δωροδοκίας. Πλέον η δωροληψία δηµοσίου υπαλλήλου είναι πληµµέληµα όταν τελείται για πράξη που ανάγεται στα καθήκοντά του, για παράδειγµα όταν πάρει «δώρο» για να βγάλει µια πολεοδοµική άδεια γρηγορότερα. Ωστόσο, είναι κακούργηµα όταν η πράξη που κάνει είναι αντίθετη µε τα καθήκοντά του (για παράνοµη αιτία).
Στον νέο κώδικα εντάσσεται σαφέστερα η δωροδοκία στον ιδιωτικό τοµέα, ενώ η δωροδοκία πολιτικών προσώπων και δικαστών παραµένει κακούργηµα και για εκείνον που κάνει τη δωροδοκία και για εκείνον που λαµβάνει τον «µποναµά», µε τον τελευταίο, όµως, να τιµωρείται αυστηρότερα, µε ποινή µέχρι και 15 χρόνια. Στα οικονοµικής φύσεως αδικήµατα συναντάται και η απιστία, στην οποία, εάν η ζηµία υπερβαίνει τα 120.000 ευρώ, ο δράστης τιµωρείται µε κάθειρξη έως 10 έτη, ενώ αν έγινε σε βάρος του ∆ηµοσίου επιβάλλεται κάθειρξη τουλάχιστον από 10 έως 15 έτη.
Οι αλλαγές από 1η Ιουλίου
Μικρότερες ποινές για Χριστοφοράκο και τραπεζικά στελέχη
Το πλάισιο απειλούµενων ποινών λόγω των αλλαγών στο σύστηµα ποινών του ΠΚ αναµόρφωσε και τις ποινές στους ειδικούς ποινικούς νόµους όπως το ξέπλυµα βρώµικου χρήµατος. Η πράξη παραµένει κακούργηµα, αλλά τιµωρείται µε νέο πλαίσιο ποινής από 1 έως 6 χρόνια, ενώ στη διακεκριµένη του µορφή (κατ’ επάγγελµα και κατ’ εξακολούθηση) είναι κακούργηµα και τιµωρείται µε κάθειρξη από 10 έως 15 χρόνια.
Εάν δικαζόταν σήµερα ο Ακης Τσοχατζόπουλος, ο οποίος µε τις διατάξεις του παλαιού Ποινικού Κώδικα καταδικάστηκε σε κάθειρξη 19 ετών, σήµερα η ποινή του θα µπορούσε να φθάσει τα 15 χρόνια. Χαρακτηριστικότερο παράδειγµα υπόθεσης που επηρεάζεται είναι η δίκη για τις µίζες του γερµανικού κολοσσού της Siemens, για την οποία έναν µήνα νωρίτερα η εισαγγελέας της έδρας είχε κάνει την πρότασή της για τους κατηγορουµένους, που θα κληθεί, όπως φαίνεται, να ξανακάνει, συνυπολογίζοντας τα νέα δεδοµένα.
Οι αλλαγές που θα κληθεί να κάνει η εισαγγελική λειτουργός δεν θα επηρεάσουν, όπως λένε παράγοντες της δίκης, τον πρώην «στρατηγό» Θεόδωρο Τσουκάτο, για τον οποίο είχε προτείνει -ούτως ή άλλως- απαλλαγή για το αδίκηµα της συνέργειας σε δωροδοκία υπαλλήλων. Ωστόσο, βέβαιο πρέπει να θεωρείται ότι θα αντιµετωπιστούν µε βάση τις διατάξειςτου νέου κώδικα πρωταγωνιστές της υπόθεσης όπως ο Μιχάλης Χριστοφοράκος ή ο Χρήστος Καραβέλας, οι οποίοι κατηγορούνται και για ενεργητική δωροδοκία υπαλλήλων του ΟΤΕ, οι οποίοι θεωρούνταν δηµόσιοι υπάλληλοι.
Ο νέος κώδικας ξεκαθαρίζει ότι οι οργανισµοί κοινής ωφέλειας όπως ο ΟΤΕ δεν ανήκουν πλέον στον ευρύτερο τοµέα του ∆ηµοσίου. Μετά την κατάργηση του άρθρου 263Α του ΠΚ, που θεωρούσε πλασµατικά «δηµοσίους υπαλλήλους τους εργαζοµένους σε αυτά» (ενώ, στην πραγµατικότητα, ∆ηµόσιο είναι πλέον οι ΟΤΑ, τα υπουργεία και τα ΝΠ∆∆, και όχι τα ΝΠΙ∆ και οι ιδιωτικές τράπεζες), δεν µπορεί να έχει εφαρµογή ο ν. 1608/50 περί καταχραστών του ∆ηµοσίου (ο οποίος την ίδια ώρα καταργείται) και, συνεπώς, η ποινική µεταχείριση των κατηγορουµένων ενδέχεται να είναι επιεικέστερη.
Μετατροπή σε πλημμέλημα
Για τους κατηγορουµένους που αντιµετωπίζουν το αδίκηµα της ενεργητικής δωροδοκίας, εκείνους που «λαδώνουν» δηλαδή, εφόσον αυτή µετατραπεί σε πληµµέληµα, έχει παραγραφεί (ανάλογα µε τον χρόνο τέλεσής της). Ωστόσο, όπως εξηγούν νοµικοί στο «Εθνος της Κυριακής», «εάν η δωροδοκία είναι παραγεγραµµένη, το δικαστήριο δεν εµποδίζεται να καταδικάσει κάποιον για ξέπλυµα χρήµατος εάν κριθεί ένοχος και γι’ αυτήν τη πράξη (σ.σ.: παραγράφεται στα 20 χρόνια).
Η ανατροπή, ωστόσο, θεωρείται βέβαιη στην ποινική µεταχείριση των υπαλλήλων του ΟΤΕ που κατηγορούνται ότι «τα πήραν» (σ.σ.: παθητική δωροδοκία) ως υπάλληλοι του ∆ηµοσίου για την υπογραφή της σύµβασης 8002 του ΟΤΕ, καθώς πλέον δεν θεωρούνται δηµόσιοι υπάλληλοι. Αξίζει να σηµειωθεί πως µετά την κατάργηση ειδικού ποινικού νόµου περί καταχραστών του ∆ηµοσίου παραµένει ως επιβαρυντική περίσταση µια σειρά από αδικήµατα που στρέφονται ευθέως κατά του στενού δηµόσιου τοµέα, των ΝΠ∆∆ και των ΟΤΑ, η οποία φθάνει τα 15 χρόνια, και η παραγραφή τους είναι 20ετής. Για παράδειγµα, µια υπεξαίρεση 300.000 ευρώ σε µια ιδιωτική τράπεζα επισύρει ποινή κάθειρξης 5-10 χρόνια, ενώ µια ανάλογη υπεξαίρεση στο υπουργείο Πολιτισµού επισύρει ποινή από 10 έως 15 χρόνια.
Αλλαγές θα υπάρξουν, όµως, και στις δίκες για τα τραπεζικά σκάνδαλα, στην περίπτωση που υπάρξουν καταδίκες. Οι 35 κατηγορούµενοι στη δίκη του Ταχυδροµικού Ταµιευτηρίου αντιµετωπίζουν τις κατηγορίες της απιστίας και απάτης µε τις επιβαρυντικές διατάξεις του ν. 1608/1950 περί καταχραστών του ∆ηµοσίου και του ξεπλύµατος βρώµικου χρήµατος. Και σε αυτήν την περίπτωση, το πλαίσιο ποινής θα αλλάξει, αφού «σπάνε» τα ισόβια. Τα ίδια θα ισχύσουν και για τη δίκη της Proton Bank, µε βασική διαφορά ότι κάποιοι εκ των κατηγορουµένων βαρύνονται µε το αδίκηµα της ένταξης και της συγκρότησης εγκληµατικής οργάνωσης.
Εκεί ο νόµος διατηρεί την ποινή 5-10 ετών για τα µέλη, αλλά για τον «αρχηγό» η προβλεπόµενη ποινή κυµαίνεται από 5 έως 15 έτη – αλλαγή που επηρεάζει και τη δίκη της Χρυσής Αυγής, στην περίπτωση καταδίκης των κατηγορουµένων ως διευθυντικών στελεχών. Στο προσχέδιο του Ποινικού Κώδικα δεν υπήρχε η «διεύθυνση» ως επιβαρυντική περίσταση και, συνεπώς, ο διευθύνων είχε την ίδια ποινική ευθύνη και µεταχείριση µε το απλό µέλος, δηλαδή ποινή κάθειρξης 5-10 έτη. Ωστόσο, µετά τις αντιδράσεις επανήλθε η διεύθυνση ως διακεκριµένη µορφή του εγκλήµατος και τιµωρείται µε ποινή κάθειρξης από 5 έως 15 χρόνια. Με τον προηγούµενο κώδικα οι διευθυντές εγκληµατικής οργάνωσης τιµωρούνταν µε ποινή κάθειρξης έως 20 χρόνια, ωστόσο µε τον νέο κώδικα το ανώτατο όριο κάθειρξης δεν ξεπερνά τα 15 έτη.
Ψευδής βεβαίωση
Αυστηρότερο γίνεται το πλαίσιο του νόµου και για το αδίκηµα της ψευδούς βεβαίωσης, στο οποίο πλέον περιλαµβάνεται ως ιδιαίτερα διακεκριµένη µορφή του εγκλήµατος η τέλεση της πράξης κατά του ∆ηµοσίου, όταν το αντικείµενό της υπερβαίνει τα 120.000 ευρώ. Το αδίκηµα αυτό αφορά την υπόθεση της Novartis, για την οποία, σύµφωνα µε τη δίωξη που άσκησε η εισαγγελέας ∆ιαφθοράς, ο αρµόδιος υπάλληλος του υπουργείου, µέλος της ∆ιεύθυνσης Τιµών Φαρµάκου που βεβαίωσε την αυξηµένη τιµή του σκευάσµατος, είναι αντιµέτωπος µε την κατηγορία της ψευδούς βεβαίωσης.
Οµολογία ενοχής µε «δώρο» µειωµένη ποινή χωρίς δίκη
Με στόχο το διαρκές ζητούµενο, που δεν είναι άλλο από την επιτάχυνση απονοµής της δικαιοσύνης, τα µέλη της νοµοπαρασκευαστικής επιτροπής προχώρησαν σε αλλαγές και στις διατάξεις της Ποινικής ∆ικονοµίας, στον τρόπο δηλαδή µε το οποίο λειτουργούν τα δικαστήρια, στις αρµοδιότητές τους, αλλά και εκείνες των οργάνων τους, των δικαστών και εισαγγελέων. Το µοντέλο από το οποίο η επιτροπή υιοθέτησε κανόνες είναι κυρίως το γερµανικό, στο οποίο κυρίαρχος της ανακριτικής διαδικασίας είναι ο εισαγγελέας. Υιοθετήθηκαν, όµως, και νέες διαδικασίες, όπως η αποχή από την ποινική δίωξη, η ποινική συνδιαλλαγή και η ποινική διαπραγµάτευση.
Αποχή από τη δίωξη
Η προσωρινή αποχή από την άσκηση της δίωξης από τον εισαγγελέα µε την έγκριση του δικαστή θα γίνεται στα πληµµελήµατα µε απειλούµενη ποινή φυλάκισης µέχρι τρία χρόνια, υπό την προϋπόθεση ότι ο δράστης θα εκπληρώσει µέσα σε σύντοµο χρονικό διάστηµα ορισµένους όρους (π.χ. ουσιώδης προσπάθεια συµφιλίωσης µε το θύµα ή την καταβολή ενός ποσού σε ίδρυµα). Εάν ο κατηγορούµενος τηρήσει τους όρους, τότε θα υπάρξει αποχή από την άσκηση της δίωξης. Η αποχή προβλέπεται και για το κακούργηµα της υπεξαίρεσης και της απιστίας, µε την προϋπόθεση ότι ο δράστης θα αποκαταστήσει πλήρως τη ζηµία, καταβάλλοντας στον παθόντα -αποδεδειγµένα- το κεφάλαιο και τους τόκους υπερηµερίας.
Εάν ο δράστης δεν τελέσει µέσα σε τρία χρόνια το ίδιο αδίκηµα, τότε η αποχή από τη δίωξη σε βάρος του καθίσταται οριστική. Η ποινική διαπραγµάτευση έχει κεντρικό γνώρισµά της την ανταλλαγή της οµολογίας µε το «δώρο» της µειωµένης ποινής. Με δυο λόγια, πες ότι είσαι ένοχος και θα έχεις ελαφρύτερη ποινή. Εφαρµόζεται εδώ και πολλά χρόνια στη Γαλλία και τη Γερµανία, και αποδίδει καρπούς, αφού σε όλη την Ευρώπη στόχος είναι η αποφυγή της κλασικής ποινικής δίκης -λόγω µακράς διάρκειας-, αλλά και η αποσυµφόρηση των δικαστηρίων. Η διαπραγµάτευση θα γίνεται µε τον συνήγορο του κατηγορουµένου και τον εισαγγελέα, οι οποίοι θα πρέπει να συµφωνήσουν µε την ποινή που πρόκειται να επιβληθεί.
Ο εισαγγελέας θα είναι αυτός που θα αξιολογεί το έγκληµα, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τελέστηκε και την προσωπικότητα του δράστη, και θα κρίνει αν µπορεί η επίµαχη περίπτωση να ενταχθεί στον νέο θεσµό ή θα πρέπει να γυρίσει στην πεπατηµένη οδό, που δεν είναι άλλη από την κλασική δίκη. Εκτός διαπραγµάτευσης βγαίνουν, σε κάθε περίπτωση, τα αδικήµατα της τροµοκρατικής οργάνωσης, της ανθρωποκτονίας, της ληστείας µετά φόνου, αλλά και τα εγκλήµατα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και της οικονοµικής εκµετάλλευσης της γενετήσιας ζωής.
Τέλος, ενισχύεται η διαδικασία της ποινικής συνδιαλλαγής, η οποία δεν «περπάτησε» και αφορά στα οικονοµικά εγκλήµατα και στην ελαφρύτερη ποινική τους µεταχείριση, µε την προϋπόθεση ότι θα γίνει πλήρης αποκατάσταση της οικονοµικής βλάβης του θύµατος ή του ∆ηµοσίου.
Χωρίς να υιοθετεί την έννοια της συναίνεσης στην σεξουαλική πράξη, που επιτάσσουν τα διεθνή πρότυπα, αλλά με «βελτιώσεις» που όμως προκαλούν νέες αντιδράσεις, υποβιβάζοντας περιπτώσεις από κακούργημα σε πλημμέλημα, ορίζεται τελικά το έγκλημα του βιασμού στον νέο Ποινικό Κώδικα, που ψηφίζεται άμεσα από τη Βουλή.
Δικηγόροι που ασχολούνται με ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων επικρίνουν τον νέο ορισμό και αδυνατούν να καταλάβουν το σκεπτικό των διατάξεων, ενώ η Διεθνής Αμνηστία τον χαρακτηρίζει «απαράδεκτο» και ζητάει την απόσυρσή του.
Σύντομο ιστορικό
Η συζήτηση για τον νομικό ορισμό του βιασμού εντάθηκε στην Ελλάδα τον περασμένο Μάρτιο, όταν το υπουργείο Δικαιοσύνης έθεσε σε δημόσια διαβούλευση το σχέδιο για τον νέο Ποινικό Κώδικα. Τότε οργανώσεις και φορείς που ασχολούνται με το ζήτημα είδαν με έκπληξη να περιορίζεται ο ορισμός του εγκλήματος. Ενώ ο, υπάρχων ορισμός προβλέπει την ύπαρξη «σωματικής βίας» ή την «απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου», αυτός που παρουσιάστηκε περιόρισε τον «σπουδαίο και άμεσο κίνδυνο» σε «απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας».
Δηλαδή, όπως είχε σχολιάσει η Διεθνής Αμνηστία, που έκανε λόγο για οπισθοδρόμηση, «Με αυτόν τον τρόπο, οριοθετείται ακόμη περισσότερο η έννοια της απειλής (ως αποκλειστικά σωματικής), και κλείνει οποιοδήποτε περιθώριο διαφορετικής ερμηνείας». Μορφές βίας όπως η ψυχολογική, που θεωρείται και η πιο διαδεδομένη περίπτωση παρά τα όσα φαντάζεται κανείς για το συγκεκριμένο έγκλημα, ή άλλες περιστάσεις που θα μπορούσαν να κάνουν ένα δικαστήριο να κρίνει ότι όντως υπήρξε «σπουδαίος και άμεσος κίνδυνος» έφυγαν από το τραπέζι.
Οι αντιδράσεις στη δημόσια διαβούλευση ήταν έντονες, με μόνο αίτημα να εναρμονιστεί η Ελλάδα με τα διεθνή πρότυπα για τη βία κατά των γυναικών και να υιοθετήσει έναν νομικό ορισμό του βιασμού με βάση τη συναίνεση και όχι το μέγεθος της απειλής που ένιωσε το θύμα. Η έννοια της συναίνεσης, παρά τις παρεξηγήσεις που προκαλεί στη δημόσια συζήτηση, είναι απλή: «Για να κάνετε σεξ, πρέπει να ξέρετε ότι το άτομο που επιθυμείτε να κάνετε σεξ θέλει να κάνει σεξ μαζί σας. Σε περίπτωση αμφιβολίας, ρωτήστε. Εάν εξακολουθεί να υπάρχει αμφιβολία, σταματήστε» εξηγεί η Διεθνής Αμνηστία. Όταν έγινε η αλλαγή του ορισμού στη Σουηδία, ο πρωθυπουργός, Στέφαν Λόβφεν, τόνισε: «Θα έπρεπε να είναι προφανές. Το σεξ πρέπει να είναι συναινετικό. Αν δεν είναι συναινετικό, τότε είναι παράνομο. Αν δεν είστε σίγουροι, τότε να απέχετε». Σύμφωνα όμως με έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 2016, μπορεί το 96% των Ευρωπαίων να πιστεύει ότι η βία κατά των γυναικών είναι απαράδεκτη, αλλά το 22% θεωρεί ότι οι γυναίκες εφευρίσκουν ή υπερβάλλουν σε καταγγελίες για βιασμό και πάνω από ένας στους τέσσερις (27%) πιστεύει ότι η σεξουαλική επαφή χωρίς συναίνεση μπορεί να είναι δικαιολογημένη σε κάποιες περιπτώσεις.
Όπως είχε αναφέρει το TPP και στο προηγούμενο ρεπορτάζ, ο πιο απλός τρόπος είναι να παρομοιαστεί η συναίνεση στο σεξ με αυτήν σε ένα ποτήρι τσάι:
Παράλληλα, τον Μάρτιο του 2018 η ελληνική Βουλή ενέκρινε την Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, ένα νομικό κείμενο που στόχο έχει την καταπολέμηση της έμφυλης βίας και χαρακτηρίζεται άρτιο από την παγκόσμια κοινότητα. Η Σύμβαση καλεί όλα τα κράτη να ορίσουν τον βιασμό με βάση την απουσία συναίνεσης, η οποία θα κρίνεται από τις περιστάσεις και όχι με βάση τη βία και το μέγεθος της. Ουσιαστικά, να κρίνεται στη βάση του αν υπήρχε ξεκάθαρο «Ναι» και χωρίς να αξιολογείται πόσο δυνατό ήταν το «Όχι».
Η ελληνική κυβέρνηση όμως δεν τροποποίησε τότε τον ορισμό του βιασμού με βάση τα διεθνή πρότυπα και δεν το κάνει ούτε σήμερα. Από τις 31 ευρωπαϊκές χώρες που καλύπτει η έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας, η Ιρλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Βέλγιο, η Κύπρος, η Γερμανία, η Ισλανδία, το Λουξεμβούργο και η Σουηδία ορίζουν τον βιασμό ως σεξ χωρίς συναίνεση. Ωστόσο, μολονότι με αργούς ρυθμούς, όλο και περισσότερες χώρες εναρμονίζονται με τα διεθνή πρότυπα, ή έστω εκφράζουν πρόθεση να το κάνουν, συνήθως μετά από πολύχρονο αγώνα φεμινιστικών κινημάτων και διεθνών ανθρωπιστικών οργανώσεων.
Το αρνητικό είναι ότι σε κάποιες περιπτώσεις, για να έρθει η αλλαγή, χρειάζεται να έρθει στη δημοσιότητα κάποιο φρικαλέο έγκλημα που δεν τιμωρειται όπως θα έπρεπε και δείχνει τις αδυναμίες του προηγούμενου πλαισίου. Τέτοια εγκλήματα βιασμού που έμειναν ουσιαστικά ατιμώρητα προκάλεσαν τα τελευταία χρόνια την κοινή γνώμη στη Σουηδία (βιασμός με μπουκάλι), την Ισπανία (ομαδικός βιασμός από την «Αγέλη των Λύκων») και τη Φινλανδία (άνδρας βίασε 10χρονο κορίτσι που δεν αντιστάθηκε).
Ερώτηση για το θέμα της συναίνεσης κατέθεσαν τον Φεβρουάριο 55 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. ζητώντας τον «ορισμό του βιασμού με βάση τη μη συναίνεση και όχι μόνο τη βία». Οι βουλευτές αναφέρονται στα στοιχεία, τα καλέσματα διεθνών οργανισμών, την άποψη της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων και στο γεγονός ότι «το όχι στην Ελλάδα δεν είναι αρκετό για να αρνηθεί μια γυναίκα να συνευρεθεί σεξουαλικά με κάποιον –τουλάχιστον όχι από νομικής άποψης». Η ΓΓΙΦ στο ίδιο κείμενο τονίζει ότι «το γεγονός ότι βρισκόσουν υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών ή αλκοόλ, ήσουν αναίσθητη ή κοιμόσουν δεν αποτελεί δικαιολογία για τον δράστη. Σε περιπτώσεις σαν τις προηγούμενες, εφόσον δεν είχες τη δυνατότητα να συναινέσεις, δεν συναίνεσες στην σεξουαλική πράξη και έχεις πέσει θύμα βιασμού». Το σχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης που τέθηκε σε διαβούλευση προκάλεσε και την αντίδραση της Νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και των υπαλλήλων της Γ.Γ.Ι.Φ.
Η «απαράδεκτη» νέα τροποποίηση
Απαντώντας στην έντονη κριτική, ο αρμόδιος υπουργός, Μιχάλης Καλογήρου, δεσμεύτηκε αρκετές φορές ότι στο τελικό κείμενο θα υπάρχουν σημαντικές βελτιώσεις. Στο νομοσχέδιο όμως που κατατέθηκε στη Βουλή και αναμένεται να ψηφιστεί άμεσα, η κατάσταση φαίνεται να μην βελτιώνεται και οι αντιδράσεις οργανώσεων, δικηγόρων και του φεμινιστικού κινήματος είναι από έντονες, έως οργισμένες. Το πρώτο που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι ο Ποινικός Κώδικας κατατέθηκε και θα ψηφιστεί στη Βουλή με fast track διαδικασίες, λόγω του επικείμενου κλεισίματος της για τη διενέργεια των εθνικών εκλογών. Το δεύτερο, ότι ο νέος ορισμός του βιασμού, κρίνεται από πολλούς και πολλές ξανά προβληματικός.
Για να κατευνάσει τις αντιδράσεις, η κυβέρνηση προσέθεσε μία νέα παράγραφο στον ορισμό, την παράγραφο 5, που προβλέπει ότι «όποιος εκτός από την περίπτωση της παραγράφου 1, εξαναγκάσει άλλον σε επιχείρηση ή ανοχή γεννετήσιας πράξης απειλώντας αυτόν με παράνομη πράξη η παράλειψη, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον 3 ετών». Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι «εντάχθηκαν στο άρθρο 336 (ως παρ. 5) και οι λοιπές (πλην του εξαναγκασμού με σωματική βία ή απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας) μορφές βιασμού, με αναλογική κλιμάκωση των απειλούμενων ποινών».
Ωστόσο, αυτή η απόφαση έχει προκαλέσει νέο κύμα κριτικής: Η αναφορά μόνο στην προϋπόθεση της σωματικής βίας για το κακουργημα του βιασμού παραμένει, μία ευρεία γκάμα βιασμών γίνονται πλημμελήματα (βαριά κατά το υπουργείο) και προκύπτουν σοβαρά ερωτήματα για το αν ο ορισμός της «παράνομης πράξης» αφήνει κενά.
Το παράδοξο είναι ότι στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου, γίνεται αναφορά στη συναίνεση. «Είναι από άποψη αδίκου δυνατή η τέλεση αδικήματος κατά της γενετήσιας ελευθερίας ακόμα και στο πλαίσιο διαπροσωπικής ή νομικής σχέσεως όπου οι γεννετήσιες πράξεις είναι κοινωνικά αναμενόμενες, καθώς η προς τούτο συναίνεση δεν μπορεί ποτέ να θεωρηθεί αμεκλητη. Για το λόγο αυτό, άδικο μπορεί να στοιχειοθετηθεί ακόμα κι αν το πρόσωπο αποσύρει τη συναίνεσή του καίτοι έχει τελέσει τέτοιες πράξεις όλως προσφάτως ή καίτοι έχει αρχίσει ήδη να τελεί τέτοιες αλλά στην πορεία αποσύρει τη συναίνεσή του», αναφέρεται συγκεκριμένα. Ωστόσο, επιμένει στη συνέχεια στο μέγεθος του εξαναγκασμού. «Το Υπουργείο δεν συμπεριέλαβε κανένα από τα σημεία που έχουν τεθεί στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης, τόσο από τη Διεθνή Αμνηστία, με επίσημο υπόμνημα που καταθέσαμε, όσο και από όλους τους υπόλοιπους φορείς και οργανώσεις, και το γυναικείο κίνημα» υποστηρίζει η Διεθνής Αμνηστία, καλώντας σε απόσυρση του άρθρου 336.
«Έχουμε φτάσει στο σημείο να λέμε να γυρίσουμε στον παλιό ορισμό που ήταν πιο προοδευτικός. Τουλάχιστον ο παλιός ορισμός έδινε τη δυνατότητα σε ένα δικαστήριο, όταν διερευνούσε τι συνέβη, να πει ότι όντως ήταν απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου. Τώρα ο κίνδυνος ορίζεται πολύ πιο περιοριστικά, είναι κάτι πολύ συγκεκριμένο, η απειλή κατά της ζωής. Έχουμε μία νομοθεσία που μας πηγαίνει 40 χρόνια πίσω» σχολιάζει στο TPP η Ιωάννα Στεντούμη, δικηγόρος που ασχολείται με θέματα έμφυλης βίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. «Σε μια συγκυρία όπου συζητείται σοβαρά η γυναικοκτονία ως όρος, σε ένα τέτοιο πλαίσιο που βλέπεις τα συντηρητικά ένστικτα της κοινωνίας, πώς γίνεται να λές ότι ο βιασμός ως κακούργημα είναι μονο με τη σωματική βία; Και πώς γίνεται να λες στο θύμα ότι αυτό που του συνέβη κατηγοριοποιείται έτσι;», προσθέτει η κ.Στεντούμη.
«Κάθε ποινική διάταξη είναι κι ένας τρόπος διαπαιδαγώγησης της κοινωνίας» υποστηρίζει επίσης η κ.Στεντούμη. «Οπότε έχουμε μία κατάσταση όπου αν το θύμα αντισταθεί, γνωρίζει ότι κινδυνεύει η ζωή της και αν δεν αντισταθεί, ουσιαστικά δεν είναι βιασμός, είναι πλημμέλημα, στο οποίο μπορεί να αναγνωριστούν και ελαφρυντικά».
Σε δελτίο Τύπου της που εκδόθηκε σήμερα Τετάρτη, η Διεθνής Αμνηστία καταγγέλλει:
«Ο νομικός ορισμός του βιασμού με επίκεντρο τη βία ή την αντίσταση, όπως αυτός που περιλαμβάνεται στο νέο σχέδιο Ποινικού Κώδικα, σηματοδοτεί ότι μια σειρά εγκλημάτων βιασμού, στα οποία δεν φαίνεται η άσκηση ή η απειλή σωματικής βίας, ή η απόδειξη ή αδυναμία αντίστασης, ή δεν τεκμαίρεται εξαναγκασμός σε γενετήσια πράξη μετά από απειλή με παράνομη πράξη (όπως προβλέπεται στην παράγραφο 5), δεν θα διώκονται ως τέτοιοι.
Επιπλέον, με τον παρόντα ορισμό, δεν λαμβάνεται υπόψη ότι το «πάγωμα» του θύματος, όταν έρχεται αντιμέτωπο με μια σεξουαλική επίθεση, έχει αναγνωριστεί ως η πιο συνηθισμένη ψυχολογική αντίδραση στην πλειοψηφία των βιασμών, όπως έχει αποδειχθεί από σειρά ερευνών. Η αντίδραση αυτή αφήνει το άτομο ανήμπορο να αντισταθεί στην επίθεση, συχνά σε βαθμό ακινησίας, και συνεπώς συνοδεύεται από απουσία εμφανών σημαδιών φυσικής βίας – κάτι που σημαίνει ότι επίσης δεν θα διώκεται ως βιασμός.»
«Είναι πραγματικά, πρωτοφανές πως ο Νομοθέτης, κλιμακώνει το είδος της απειλής, και πως αυτή η απειλή συμπαρασύρει την απαξία του ίδιου πρακτικά εγκλήματος» καταγγέλλει με ανακοίνωσή της η συνέλευση «Χωρίς συΝΑΙνεση είναι βιασμός», που καλεί σε διαδήλωση το απόγευμα της Τετάρτης, στο Σύνταγμα. «Η κυβέρνηση μας λέει κατάμουτρα ότι υπάρχουν ειδών και ειδών βιασμοί. Κάποιοι που έγιναν κάτω από το καθεστώς μεγάλης και σπουδαίας απειλής για τη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα, οι κακουργηματικοί, και άλλοι που τελέστηκαν υπό το καθεστώς «μικρής» απειλής (sic), οι πλημμεληματικοί» προσθέτει επίσης.
Η δικηγόρος, Θεοδώρα Γκόγκα, εξηγεί στο TPP τη διαφορά: «Με το νέο νομοσχέδιο, από δύο παραγράφους έχουμε 5. Στην πρώτη παράγραφο, αλλάζει η απειλή σπουδαίου και άμεσου κινδύνου, σε απειλή αποκλειστικά κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας. Επομένως, βιασμός θεωρείται ένα έγκλημα, μόνο αν η απειλή είναι «θα σε σκοτώσω» ή «θα σε τραυματίσω» ή «θα σε κάψω ζωντανή» κλπ. Άρα οποιαδήποτε άλλη απειλή, που προσβάλλει άλλα έννομα αγαθά του θύματος, όπως την τιμή και την υπόληψη, που είναι και η πιο συχνή περίπτωση, δεν ανήκει σε αυτήν την κατηγορία. Έχουμε, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, βιασμό που είναι πλημμέλημα. Και δεν μπορώ να καταλάβω ποιος νομοθέτης πιστεύει ότι η ψυχολογική βία είναι υποδεέστερη της σωματικής, όταν θύματα ψυχολογικής βίας μπορούν να μπουν και σε ψυχιατρικό ίδρυμα για να ξεπεράσουν τα τραύματά τους. Μια μελανιά μπορεί να φύγει από το σώμα σου, όμως ένα τραυμα της ψυχής μπορεί και να το κουβαλάς για πάντα. Από την στιγμή που τέλεσες το έγκλημα, ο τρόπος που το κατάφερες είναι αδιάφορος».
Ο υποβιβασμός μιας σειράς περιπτώσεων βιασμού που έχουν να κάνουν με την ψυχολογική βία, σε πλημμέλημα μοιάζει ακατανόητος. Ο δικηγόρος, Βασίλης Σωτηρόπουλος, σχολιάζει σε άρθρο του:
«Για κάποιον ακατανόητο λόγο, αυτός ο βιασμός, μολονότι μέχρι σήμερα θα ήταν κανονικά το κακούργημα της παραγράφου 1, αίφνης υποβιβάζεται σε πλημμέλημα, το οποίο τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (δηλ. έως πέντε) ετών. Το θεωρώ εξόχως προβληματικό. Το θύμα ενός βιασμού υφίσταται την ίδια σωματική συνέπεια, είτε η απειλή που του ασκείται είναι σωματική, είτε είναι ψυχολογική! Σε έναν νόμο που το έννομο αγαθό είναι η σεξουαλική αξιοπρέπεια και αυτοδιάθεση του ατόμου, η διακύμανση που φτάνει μέχρι το πλημμέλημα είναι ανεπίτρεπτη και απομειώνει την ηθική απαξία που η κοινωνία μας αποδίδει στο έγκλημα του βιασμού, είτε αυτός γίνεται με σωματική είτε με ψυχολογική απειλή.»
Πέρα από τα μεγέθη των νέων ποινών, ο νέος ορισμός, όπως σχολιάζουν οι δικηγόροι μιλώντας στο TPP, διατηρεί τα ίδια προβλήματα, που αποτρέπουν τα θύματα από το να καταγγείλουν το έγκλημα. «Πρέπει το μελλοντικό θύμα να αποδείξει στο δικαστήριο ότι όντως κινδύνευσε η σωματική του ακεραιότητα. Άρα είμαστε σε μια διαδικασία όπου πρέπει να συζητάει το δικαστήριο αν η απειλή ήταν σοβαρή, αν ο δράστης το εννοούσε, αν το μαχαίρι ήταν αληθινό ή ψεύτικο…Και όταν το νομικό πλαίσιο γίνετια πιο περιοριστικό, η νομολογία το ακολουθεί, τουλάχιστον για τα πρώτα χρόνια, επομένως έχουμε μία συντηρητική στροφή» σχολιάζει η Ιωάννα Στεντούμη και σημειώνει επίσης ότι «ένα μεγάλο κομμάτι του βιασμού έχει να κάνει και με τη συζυγική και συντροφική βία. Αυτό το κομμάτι εξαιρείται. Στην ουσία ακυρώνει τον βιασμό εντός γάμου, που είναι βιασμός μόνο αν τη βάλει κάτω και τη δέρνει.»
Όλα αυτά συμβαίνουν ενώ «ακόμα και οι ίδιες οι γυναίκες έχουν ταυτίσει τον βιασμό με την ανάγκη να υπάρξει σωματική βία» τονίζει επίσης η κ.Στεντούμη. «Έχουμε επίσης αρχές, την αστυνομία για παράδειγμα, όπου οι περισσότερι πιστεύουν ότι όταν καταγγέλλεται ένας βιασμός είναι για να πάρει η γυναίκα χρήματα. Για παράδειγμα, αστυνομικοί πιστέυουν ότι ακόμα κι αν μια τουρίστρια πάει να καταγγείλλει τον βιασμό της, το κάνει για να πάρει χρήματα. Δηλαδή ότι ήρθε η γυναίκα 10 μέρες διακοπές και θέλει να μπει σε όλη αυτήν τη διαδικασία, να τρέχει 5 χρόνια για να κερδίσει απλά χρήματα. Δεν είναι η επίσημη αντίληψη αυτή αλλά είναι η επικρατούσα», προσθέτει η δικηγόρος, ενώ η κ.Γκόγκα στέκεται στις ήδη σοβαρές δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένα θύμα βιασμού, στην προσπάθειά του να καταγγείλλει τι έχει συμβεί:
«Μία μεγάλη ιδιαιτερότητα του συγκεκριμένου εγκλήματος είναι ότι δεν ισχύει το «ο λόγος μου απέναντι στον δικό σου». Το θύμα μπαίνει σε μια διαδικασία να δικαιολογεί γιατί ήταν εκεί, τι φορούσε… Παράλληλα, δεν υπάρχουν ιατροδικαστικά κέντρα, δεν υπάρχουν ιατροδικαστές τα Σαββατοκύριακα και πρέπει αν βιαστείς Παρασκευή να μείνεις με τα ρούχα και τα σημάδια του βιασμού σου, δεν υπάρχει ψυχολογική υποστήριξη στις καταθέσεις σου, όταν το θύμα πρέπει να δώσει μια πολύ μεγάλη μάχη για να αποδείξει ότι βιάστηκε, απέναντι σε ανθρώπους που δεν έχουν την απαραίτητη Παιδεία και απέναντι στον κοινωνικό στιγματισμό» σημειώνει. Βρισκόμαστε εξάλλου σε μία χώρα όπου εκτιμάται κατά καιρούς ότι έχουμε περίπου 4.500 – 5.000 χιλιάδες περιστατικά βιασμών κάθε χρόνο. Μόνο 150 περίπου όμως υποθέσεις φτάνουν τελικά στο δικαστήριο, σύμφωνα με έρευνα της Ελληνικής Ιατροδικαστικής Εταιρείας στα τέλη του 2016.
Με λίγα λόγια, η απόφαση αυτή, όπως σημειώνει η Διεθνής Αμνηστία, έχει σοβαρές κοινωνικές συνέπειες, ενθαρρύνει την ατιμωρησία και σημαίνει μια χαμένη ευκαιρία για ουσιαστικά πρόοδο:
«Η πολιτική αυτή επιλογή του Υπουργείου φέρει ιδιαιτέρως σοβαρές συνέπειες: Εμπεδώνει την ατιμωρησία του βιασμού, εμποδίζει περαιτέρω την πρόσβαση των θυμάτων του βιασμού στη δικαιοσύνη και αδυνατεί να περιορίσει την κουλτούρα του βιασμού στην ελληνική κοινωνία. Σε μια περίοδο που η κοινωνία έχει υποφέρει από την επανειλημμένη δημοσιοποίηση περιστατικών βιασμών, είναι ανεπίτρεπτο το μήνυμα απουσίας οποιασδήποτε δικαίωσης, αλλά κινδύνου των μελλοντικών θυμάτων. Η επιμονή σε έναν ορισμό του βιασμού που επικεντρώνεται στην αντίσταση και τη βία παρά στην συναίνεση, θα έχει αντίκτυπο όχι μόνο στην καταγγελία βιασμών, που γενικά είναι πολύ χαμηλή, αλλά επίσης και στην κοινωνική αντίληψη περί σεξουαλικής βίας, όταν και τα δύο είναι κομβικές πλευρές της καταπολέμησης της ατιμωρησίας για αυτά τα εγκλήματα και της πρόληψής τους.
Όλο και περισσότερες χώρες στην Ευρώπη υιοθετούν νομοθεσίες στη βάση του απλού γεγονότος ότι το σεξ χωρίς συναίνεση είναι βιασμός. Ωστόσο, η Ελλάδα αποφασίζει να ενεργήσει ενάντια σε αυτή τη γενική τάση, προτείνοντας έναν νόμο που δεν τοποθετεί στο επίκεντρο τη συναίνεση. Η πρόταση της κυβέρνησης είναι απαράδεκτη και συνιστά μια χαμένη ευκαιρία να αποδειχθεί η πραγματική δέσμευση της Ελλάδας να προστατεύσει τα δικαιώματα των γυναικών και των κοριτσιών. Η Ελλάδα δεν μπορεί πλέον να αγνοεί τις φωνές των γυναικών που απαιτούν σεξουαλική αυτονομία, με κάθε τρόπο, συμπεριλαμβανόμενης της τροποποίησης των παρωχημένων νομοθεσιών που τελικά τροφοδοτούν την ατιμωρησία του βιασμού.»
πηγή .thepressproject.gr