Ενα έγγραφο-βόμβα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έρχεται στο φως της δημοσιότητας και αποδεικνύει ότι η κυβέρνηση έχει αποδεχθεί από τον Ιούνιο του 2016 πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μέχρι το 2028!

Παρά τις δημόσιες αντιρρήσεις που διατυπώνει η κυβέρνηση Τσίπρα, έχει συναινέσει να διατηρήσει μετά το 2018 πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% για περίοδο 10 ετών.

Πρόκειται για το compliance report (έκθεση συμμόρφωσης) για την πρώτη αξιολόγηση του 3ου Μνημονίου με ημερομηνία 9 Ιουνίου 2016. Εκεί στη σελίδα 14 αναφέρεται επί λέξει: «Ως προς το πρωτογενές πλεόνασμα, η Ελλάδα αναμένεται να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 0,5% το 2016, 1,75% το 2017 και 3,5% το 2018. Από εκεί και πέρα, η Ελλάδα αναμένεται να διατηρήσει το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% για μια περίοδο 10 ετών, μετά την οποία θα αρχίσει να μειώνεται σταδιακά για να φτάσει στο 1,5% μέχρι το 2040».

Το έγγραφο κατέθεσε στη Βουλή ο πρώην υπουργός Γιάννης Βρούτσης σχολιάζοντας: «Εχουν ναρκοθετήσει τη χώρα!».

iefimerida.gr

Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι τάσεις της MRB. Η συγκεκριμένη μέτρηση αποτελείται από την πανελλαδική έρευνα σε 2.000 πολίτες με δικαίωμα ψήφου με τη μέθοδο των προσωπικών συνεντεύξεων (face to face) και καταγράφει τη σημερινή πολιτική κατάσταση της χώρας (χρόνος διεξαγωγής 2 έως 9 Δεκεμβρίου).

Στην πρόθεση ψήφου και στα στοιχεία που καταγράφηκαν στις τάσεις Δεκεμβρίου 2016 (02-09/12) της MRB η ΝΔ προηγείται με ποσοστό 12,9% έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Συγκεκριμένα, καταγράφει ποσοστό 29,1% με τον ΣΥΡΙΖΑ να ακολουθεί με 16,2%. Ακολουθούν: Χρυσή Αυγή 8,3%, Δημοκρατική Συμπαράταξη/ΠΑΣΟΚ/ΔΗΜΑΡ 6,5%, ΚΚΕ 6,4%, Πλεύση Ελευθερίας 3,1%, Ένωση Κεντρώων 3,0%, Ανεξάρτητοι Έλληνες 2,4%, «Το Ποτάμι» με 2,0%, ΑΝΤΑΡΣΥΑ 1,2%. 

«Άλλο Κόμμα» επέλεξε το 2,6% των ερωτηθέντων, ενώ το ποσοστό της «Αδιευκρίνιστης Ψήφου» αγγίζει το 19,2%. Το ποσοστό της «Αδιευκρίνιστης Ψήφου» αναλύεται ως εξής: 7,6% Δεν Αποφάσισα-Δεν Απαντώ και 11,6% Λευκό-Ακυρο-Αποχή.

Στις τάσεις της MRB τον Ιούνιο του 2016 η ΝΔ προηγείτο με ποσοστό 5,9% έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Δείτε τη σχετική κάρτα στην πανελλαδική έρευνα που είχε γίνει το διάστημα (16-24/06)

Δείτε την κάρτα με την εκτίμηση ψήφου των βουλευτικών εκλογών όπως καταγράφεται στις τάσεις της MRB Δεκεμβρίου (02-09/12).

Στην παράσταση νίκης προβάδισμα έχει η Ν.Δ. με 55,5%, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνει ποσοστό 14,0%. Η επιλογή  «Κανένα Κόμμα» καταγράφει ποσοστό 22,2%. Ακολουθούν «Άλλο Κόμμα» με 5,4% και «Δεν ξέρω... Δεν απαντώ» με ποσοστό 2,9%.

Δείτε την κάρτα με τις συσπειρώσεις/μετακινήσεις ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ

Δείτε την κάρτα με τις συσπειρώσεις/μετακινήσεις ψηφοφόρων της ΝΔ

Στο ερώτημα «πόσο πιθανό είναι να μην πάτε να ψηφίσετε στις επόμενες εκλογές» το 72,4% απαντά λίγο ή καθόλου.

Το 42,1% των ερωτηθέντων απαντά ότι μάλλον όχι ή σίγουρα όχι θέλει να προκηρυχθούν πρόωρες εκλογές. 

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και το ποσοστό που συγκεντρώνουν οι Αλέξης Τσίπρας και Κυριάκος Μητσοτάκης στο ερώτημα: «Ποιος από τους δύο θεωρείτε ότι θα ήταν καταλληλότερος για Πρωθυπουργός της χώρας;». Συγκεκριμένα ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνει το 19,3% των ερωτηθέντων και ο επικεφαλής της ΝΔ και πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης το 30,7%. «Κανένας από τους δύο» απαντά το 44,0%.

Στο γράφημα που ακολουθεί δείτε τις απαντήσεις των πολιτών στο ερώτημα ποιο από τα δύο μεγάλα κόμματα ΣΥΡΙΖΑ ή ΝΔ μπορεί να αντιμετωπίσει καλύτερα τα προβλήματα του τόπου. Το 31,0% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης μπορεί να έχει καλύτερη αντιμετώπιση, ενώ το 15,6% το κυβερνών κόμμα. Το 41,9% απαντά «Κανένα κόμμα».

Στον πίνακα που ακολουθεί δείτε πως διαμορφώνεται στις τάσεις Δεκεμβρίου 2016 της MRB (02-09/12) η δημοτικότητα των πολιτικών αρχηγών.

ΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ

Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ευρήματα της έρευνας που αφορούν τους δείκτες αισιοδοξίας. Στο ερώτημα «πως πιστεύετε ότι πάνε τα πράγματα, γενικά, στη χώρα;», το 92,9% απαντά αρκετά άσχημα/πολύ άσχημα, ενώ το 0,6% πολύ καλά/αρκετά καλά και ένα ποσοστό 5,8% δηλώνει «ούτε καλά, ούτε άσχημα».

Στο ερώτημα «πως κρίνετε σήμερα σε γενικές γραμμές την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας;», το 93,5% απαντά κακή/πολύ κακή. 

Σε ό,τι αφορά την προσωπική οικονομική κατάστασή τους σήμερα, οι ερωτηθέντες απαντούν σε ποσοστό 75,9% πως κρίνεται κακή/πολύ κακή. 

Ποσοστό 81,2% απαντά ότι στη διάρκεια των επόμενων 12 μηνών η οικονομική κατάσταση της χώρας θα χειροτερέψει.

Στα τέσσερα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα, σύμφωνα με τις απαντήσεις που έδωσαν οι ερωτηθέντες στις τάσεις Δεκεμβρίου 2016 της MRB, πρώτο έρχεται το ζήτημα της ανεργίας με ποσοστό 64,5%, ακολουθεί το φορολογικό σύστημα με 46,1%, έπεται η υγεία και η περίθαλψη με 34,2%, ενώ η έλλειψη οικονομική ανάπτυξη συγκεντρώνει ποσοστό 31,6%.

Στις λέξεις που εκφράζουν περισσότερο τον Ελληνα για το παρόν και το μέλλον της χώρας κυριαρχεί η «οργή» με 61,9%, ακολουθεί ο «φόβος» με 48,9% και η «ντροπή» με 48,4%.

Σε προσωπικό και οικογενειακό επίπεδο, το 14,7% των ερωτώμενων εξακολουθεί να δηλώνει ότι αδυνατεί πλήρως ή σχεδόν πλήρως να ανταποκριθεί στις βασικές προσωπικές/οικογενειακές οικονομικές υποχρεώσεις, ενώ το 72,1% δηλώνει ότι ανταποκρίνεται με Πολύ Μεγάλη Δυσκολία. Το 11,3% των πολιτών δηλώνει ότι δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα ως προς τις οικονομικές υποχρεώσεις. Σε σχέση με τον Ιούνιο του 2016 βελτίωση εμφανίζει το ποσοστό των ερωτώμενων που δηλώνουν πλήρη αδυναμία να ανταποκριθούν στις οικονομικές τους υποχρεώσεις (από 20,5% στο 14,7%) πιθανότατα διότι μειώνουν συνεχώς την έκθεσή τους σε αυτές.

Στο ερώτημα «θέλετε η χώρα να παραμείνει στη ζώνη του ευρώ;», το 61,3% απαντά σίγουρα ναι/μάλλον ναι, ενώ το 34,6% μάλλον όχι/σίγουρα όχι.

ΝΕΑ ΤΗΛΕΦΩΝΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΕΞΑΓΓΕΛΙΕΣ ΤΣΙΠΡΑ


Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία της τηλεφωνικής έρευνας (10-12/12) που διεξήχθη στο πλαίσιο των εξαμηνιαίων τάσεων της MRB με αφορμή την εξαγγελία του πρωθυπουργού για εφάπαξ οικονομική ενίσχυση των συνταξιούχων και αναστολής αύξησης του ΦΠΑ στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.

Συγκεκριμένα, το 56,2% αξιολογεί θετικά το μέτρο της εφάπαξ ενίσχυσης, με τις αρνητικές αξιολογήσεις να διαμορφώνονται στο 41,4%. Τη διατήρηση των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ που ισχύουν στα νησιά του Αιγαίου με αυξημένες μεταναστευτικές ροές το 68,2% των ερωτώμενων το αξιολογεί θετικά και μόλις το 28,4% αρνητικά.

Στο ερώτημα «ο πρωθυπουργός με την κίνησή του αυτή ουσιαστικά ανοίγει μία περίοδο παροχών με στόχο να προχωρήσει σε άμεσες εκλογές;» το 63,6%σίγουρα συμφωνώ/μάλλον συμφωνώ, ενώ το 31% απαντά μάλλον διαφωνώ/σίγουρα διαφωνώ.

Στην πρόθεση ψήφου μετά τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού και στα αποτελέσματα της τηλεφωνικής έρευνας (10-12/12) η ΝΔ προηγείται με ποσοστό 11,4% έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. 

Συγκεκριμένα, καταγράφει ποσοστό 26,1% με τον ΣΥΡΙΖΑ να ακολουθεί με 14,7%. Ακολουθούν: Χρυσή Αυγή 7,5%, Δημοκρατική Συμπαράταξη/ΠΑΣΟΚ/ΔΗΜΑΡ 6,1%, ΚΚΕ 6,1%, Ένωση Κεντρώων 2,7%,   Ανεξάρτητοι Έλληνες 2,4%, Πλεύση Ελευθερίας 2,4%,«Το Ποτάμι» με 1,5% και ΑΝΤΑΡΣΥΑ 1,0%. «Άλλο Κόμμα» επέλεξε το 2,6% των ερωτηθέντων, ενώ το ποσοστό της «Αδιευκρίνιστης Ψήφου» αγγίζει το 26,9%.

Πηγή: real.gr

Μέτρα και δράσεις με... άρωμα εκλογών, που αφορούν όλα τα νησιά της χώρας, ανακοίνωσε ο Αλέξης Τσίπρας κατά την ομιλία του στη Νίσυρο.

Αναφερόμενος στα μέτρα που είτε έχουν αποφασιστεί είτε έχουν σχεδιαστεί από πλευράς της κυβέρνησης και πρόκειται να υλοποιηθούν, ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε, μεταξύ άλλων, ότι η αναστολή αύξησης των συντελεστών ΦΠΑ θα ισχύσει για όλα τα νησιά του βορείου Αιγαίου και για όλα τα νησιά της Δωδεκανήσου, τα οποία έχουν υποστεί το βάρος της προσφυγικής κρίσης "και έχουμε υποχρέωση να τα στηρίξουμε", όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο πρωθυπουργός.
"Στόχος της δέσμης μέτρων είναι να μετατρέψουμε τη νησιωτικότητα σε πλεονέκτημα", είπε ο πρωθυπουργός, ανακοινώνοντας ότι ενεργοποιείται άμεσα το συμβούλιο νησιωτικής πολιτικής, ενώ είναι έτοιμο το Προεδρικό Διάταγμα για το Ερευνητικό Ινστιτούτο Νησιωτικής Πολιτικής.

Ανακοίνωσε επίσης ότι πρόκειται να επανασχεδιαστεί άμεσα το βασικό δίκτυο ακτοπλοΐας, με σκοπό να υπάρξει καλύτερη εξυπηρέτηση των κατοίκων των νησιών, ειδικά τους χειμερινούς μήνες και στο πλαίσιο αυτό ειδική επιτροπή πρόκειται να εξετάσει το θέμα του μεταφορικού ισοδύναμου.

Στο γενικότερο πλαίσιο μέτρων περιλαμβάνονται δράσεις που αφορούν την Παιδεία, τον Αθλητισμό, την Υγεία η οποία, όπως τόνισε, αποτελεί βασική προτεραιότητα της κυβέρνησης για τα νησιά, κάνοντας μάλιστα γνωστό ότι θα υπάρξουν σύντομα προσλήψεις γιατρών και νοσηλευτών, ενώ στο στόλο του ΕΚΑΒ θα προστεθούν ταχύπλοα μέσα για τις μεταφορές ασθενών, παράλληλα με τις προσλήψεις προσωπικού.

Ο κ. Τσίπρας είπε ακόμη ότι θα υπάρξει ολοκληρωμένο δίκτυο μονάδων αφαλάτωσης για τα νησιά που αντιμετωπίζουν πρόβλημα νερού, ενώ όσον αφορά τη νησιωτική ανάπτυξη έκανε γνωστό ότι ενεργοποιούνται άμεσα δύο ειδικά αναπτυξιακά προγράμματα που αφορούν το βόρειο και νότιο Αιγαίο, συνολικού ύψους 50 εκατ. ευρώ, από τα οποία θα χρηματοδοτηθούν λιμενικά έργα, έργα προστασίας του περιβάλλοντος, έργα υποδομών και νησιωτικής επιχειρηματικότητας.

Έκανε επίσης γνωστό ότι θα ενισχυθούν οι δήμοι με έμπειρα στελέχη και θα δοθεί έμφαση στον τομέα της έρευνας για τα νησιά, με στόχο την ανάπτυξη της νησιωτικής οικονομίας.

Παράλληλα επεσήμανε ότι θα δοθεί βάρος στην ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα, με ειδικά προγράμματα για τους νέους γεωργούς και κτηνοτρόφους των νησιωτικών περιοχών, ενώ βάρος θα δοθεί και στην ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού.

"Επιδιώκουμε στενή συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση για την αντιμετώπιση προβλημάτων των νησιών", δήλωσε ο κ. Τσίπρας ανακοινώνοντας ότι θα υπάρξουν και ειδικές ρυθμίσεις για την ανάπτυξης της ευρυζωνικότητας και στα μικρά νησιά.

Καταλήγοντας υποστήριξε ότι η κυβέρνηση θα εξαντλήσει κάθε δυνατότητα για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των νησιωτών, παρά το γεγονός ότι οι οικονομικές συνθήκες που υπάρχουν στη χώρα είναι ιδιαίτερα δύσκολες.

ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Σε Ευκλείδη Τσακαλώτο και Αλέξη Τσίπρα που μίλησαν για τον ρόλο του ΔΝΤ στην διαπραγμάτευση στην συζήτηση του προϋπολογισμού στη Βουλή, φαίνεται να απαντούν ο επικεφαλής οικονομολόγος του Ταμείου και ο διευθυντής Ευρώπης, Πολ Τόμσεν με κοινό τους κείμενο.

Σε αυτό τα δύο στελέχη του Ταμείου, μιλούν για “παραπληροφόρηση σχετικά με το ρόλο και τις απόψεις του ΔΝΤ”. Χαρακτηριστικά μάλιστα τονίζουν πως “το ΔΝΤ δεν απαιτεί περισσότερη λιτότητα”. Ομπστφελντ και Τόμσεν αναφέρουν ακόμα πως τα πλεονάσματα στα οποία συμφώνησε η ελληνική κυβέρνηση “θα φέρουν λιτότητα που θα εμποδίσει την εκκολαπτόμενη ανάκαμψη”.

Ολόκληρο το κείμενο των στελεχών του ΔΝΤ:

Η Ελλάδα βρίσκεται για μια ακόμη φορά στα πρωτοσέλιδα καθώς εντείνονται οι συζητήσεις για την δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ).

Δυστυχώς, οι συζητήσεις έχουν δημιουργήσει επίσης κάποια παραπληροφόρηση σχετικά με το ρόλο και τις απόψεις του ΔΝΤ. Το ΔΝΤ επικρίνεται κυρίως ότι απαιτεί περισσότερη δημοσιονομική λιτότητα, και συγκεκριμένα ότι το θέτει σαν προϋπόθεση για την ελάφρυνση του χρέους που χρειάζεται επειγόντως. Αυτό δεν είναι αλήθεια και πρέπει να γίνουν διευκρινήσεις.

Το ΔΝΤ δεν απαιτεί περισσότερη λιτότητα. Αντίθετα, όταν η Ελληνική Κυβέρνηση στο πλαίσιο του προγράμματος του ΕΜΣ συμφώνησε με τους Ευρωπαίους εταίρους της να σπρώξει την Ελληνική οικονομία προς ένα πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα 3,5 τοις εκατό μέχρι το 2018, προειδοποιήσαμε ότι αυτό θα δημιουργούσε έναν βαθμό λιτότητας που θα εμπόδιζε την εδραίωση της εκκολαπτόμενης ανάκαμψης. Προβλέψαμε ότι τα μέτρα του προγράμματος του ΕΜΣ θα απέδιδαν ένα πλεόνασμα μόλις 1,5 τοις εκατό του ΑΕΠ και αναφέραμε ότι αυτό θα μας αρκούσε για να στηρίξουμε ένα πρόγραμμα. Δεν ζητήσαμε πρόσθετα μέτρα για την επίτευξη μεγαλύτερου πλεονάσματος.

Όμως, αντίθετα προς τις συμβουλές μας, η Ελληνική Κυβέρνηση συμφώνησε με τους Ευρωπαϊκούς θεσμούς να συμπιέσει περαιτέρω τις δαπάνες προσωρινά, αν χρειάζονταν για να διασφαλιστεί ότι το πλεόνασμα θα έφτανε στο 3,5 τοις εκατό του ΑΕΠ.

Δεν έχουμε αλλάξει την άποψή μας ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται περισσότερη λιτότητα αυτή τη στιγμή. Οποιοσδήποτε ισχυρισμός ότι το ΔΝΤ είναι αυτό που ζητάει κάτι τέτοιο αντιστρέφει την αλήθεια. Κάνοντας τον Ελληνικό προϋπολογισμό πιο φιλικό προς στην ανάπτυξη και πιο δίκαιο Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να κάνει περισσότερα πράγματα από δημοσιονομικής πλευράς. Η Ελλάδα χρειάζεται ακόμη να μεταρρυθμίσει τη δομή των φόρων και των δαπανών της –τον τρόπο δηλαδή που η κυβέρνηση εισπράττει τα έσοδά της και σε τι τα ξοδεύει- γιατί αμφότεροι οι τομείς είναι κατά πολύ μη-φιλικοί προς την ανάπτυξη και τη δικαιότητα.

Όμως ο σκοπός των μέτρων που ζητάμε δεν είναι για τη δημιουργία περισσότερης λιτότητας ή μεγαλύτερου πρωτογενούς πλεονάσματος. Αντιθέτως, οι ωφέλειες από αυτές τις μεταρρυθμίσεις πρέπει να χρησιμοποιηθούν πλήρως για την αύξηση των δαπανών ή για την περικοπή φόρων ώστε να στηριχθεί η ανάπτυξη. Κατά τη γνώμη μας, μεταρρυθμίσεις σαν αυτές που προτείνουμε είναι απαραίτητες: δεν πιστεύουμε ότι η Ελλάδα μπορεί να φτάσει κοντά στη διατήρηση ακόμη και ενός ήπιου πρωτογενούς πλεονάσματος και στην επίτευξη του φιλόδοξου μακροπρόθεσμου αναπτυξιακού στόχου της χωρίς τη ριζική αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα. Αυτό δεν πρέπει –και δεν μπορεί- να γίνει αυθημερόν, όμως είναι πολύ σημαντικό να υιοθετηθεί τώρα ένα σχέδιο για να δημιουργηθεί μια δομή στα οικονομικά του δημοσίου, η οποία μεσοπρόθεσμα είναι πιο φιλική προς την ανάπτυξη και πιο δίκαιη.

Γιατί δεν είναι φιλικός προς την ανάπτυξη ο τρέχων προϋπολογισμός που έχει συμφωνηθεί; Αν και η Ελλάδα έχει αναλάβει μια τεράστια δημοσιονομική προσαρμογή, το έχει κάνει ολοένα και περισσότερο χωρίς να αντιμετωπίζει δύο σημαντικά προβλήματα –ένα καθεστώς φορολογίας εισοδήματος που εξαιρεί πάνω από τα μισά νοικοκυριά από οποιαδήποτε υποχρέωση (ο μέσος όρος στην υπόλοιπη Ευρωζώνη είναι 8 τοις εκατό), και ένα εξαιρετικά γενναιόδωρο συνταξιοδοτικό σύστημα που κοστίζει στον προϋπολογισμό σχεδόν 11 τοις εκατό του ΑΕΠ ετησίως (σε αντίθεση με τον μέσο όρο στην υπόλοιπη Ευρωζώνη που είναι 2¼ του ΑΕΠ).

Αντί να αντιμετωπίσει αυτά τα δύσκολα προβλήματα, η Ελλάδα προχώρησε σε βαθιές περικοπές στις επενδύσεις και στις αποκαλούμενες διακριτικές δαπάνες. Το έχει κάνει δε σε τέτοια έκταση που η φθίνουσα υποδομή εμποδίζει την ανάπτυξη, και η παροχή δημόσιων υπηρεσιών, όπως μεταφορές και ιατρική περίθαλψη, αντιμετωπίζει προβλήματα. Νομίζουμε ότι αυτές οι περικοπές έχουν ήδη πάει πολύ μακριά, όμως το πρόγραμμα του ΕΜΣ αναλαμβάνει ακόμη περισσότερες με την αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5 του ΑΕΠ, που επιτυγχάνεται με περισσότερες περικοπές σε επενδύσεις και σε διακριτικές δαπάνες.

Ίσως, με Ηράκλεια προσπάθεια, η Ελλάδα θα μπορούσε βραχυπρόθεσμα να καταφέρει τις περικοπές δαπανών που χρειάζονται για να πετύχει ένα έλλειμμα 3,5 τοις εκατό του ΑΕΠ. Όμως, η εμπειρία έχει δείξει ότι αυτό δεν μπορεί να διατηρηθεί και δεν συμβαδίζει με τον φιλόδοξο μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό στόχο της Ελλάδας.
Η οικονομία της Ελλάδας χρειάζεται έναν εκτεταμένο εκσυγχρονισμό σε όλο της το φάσμα.

Πιο σημαντικά, η Ελλάδα δεν διαθέτει το είδος της αποζημίωσης της ανεργίας και άλλες καλά- στοχευμένες κοινωνικές παροχές που είναι συνηθισμένες σε άλλες χώρες της Ευρώπης, και που είναι πολύ σημαντικές για την ευρεία κοινωνική υποστήριξη σε μια σύγχρονη οικονομία προσανατολισμένη προς τις αγορές. Ένα σχετικό παράδειγμα είναι η διστακτικότητα της κυβέρνησης να άρει τους περιορισμούς στις συλλογικές απολύσεις που είναι μια αναχρονιστική απαίτηση που απαιτεί προέγκριση και που δεν υπάρχει στις περισσότερες άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Η διστακτικότητα της δεν οφείλεται στο γεγονός ότι οι περιορισμοί στις απολύσεις είναι καλή ιδέα αυτή καθαυτή, αλλά επειδή η Ελλάδα δεν διαθέτει επαρκή αποζημίωση της ανεργίας. Αντί να παρέχει υποστήριξη σε απολυμένους εργαζόμενους, αντ’ αυτού η κυβέρνηση περιορίζει τη δυνατότητα των εταιρειών να τους απολύσει.

Με απλά λόγια, η Ελλάδα δεν μπορεί να εκσυγχρονίσει την οικονομία της ενισχύοντας την χρηματοδότηση για υποδομές και για καλά- στοχευμένα κοινωνικά προγράμματα ενώ παράλληλα απαλλάσσει πάνω από τα μισά νοικοκυριά από τη φορολογία εισοδήματος, και καταβάλλοντας δημόσιες συντάξεις στα επίπεδα των πλέον πλούσιων Ευρωπαϊκών χωρών. Ένας δρόμος προς τα εμπρός όπου οι αριθμοί βγαίνουν Ποιες είναι οι παράμετροι για μια ελάφρυνση του χρέους; Το χρέος της Ελλάδας είναι κατά πολύ μη βιώσιμο, και όσες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και να γίνουν, το χρέος δεν θα ξαναγίνει βιώσιμο χωρίς σημαντική ελάφρυνση του χρέους.

Παρόμοια, καμία ποσότητα ελάφρυνσης του χρέους δεν θα επιτρέψει την Ελλάδα να επιστρέψει σε δυνατή ανάκαμψη χωρίς μεταρρυθμίσεις. Όμως, εφόσον όσο πιο ψηλό το πρωτογενές πλεόνασμα που διατηρεί η Ελλάδα, τόσο πιο χαμηλό το ποσό της ελάφρυνσης του χρέους για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητά του, το ερώτημα είναι πώς να κατανεμηθεί το βάρος μεταξύ της Ελλάδας και των εταίρων της. Εμείς αναφέραμε ότι ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος, που χρησιμοποιείται για τη ρύθμιση της ελάφρυνσης του χρέους, να τεθεί στο 1,5 τοις εκατό του ΑΕΠ.

Όμως, αναγνωρίζουμε ότι η διστακτικότητα των κρατών-μελών να το αποδεχτούν στηρίζεται στο γεγονός ότι ορισμένα από αυτά τα κράτη θα πρέπει τα ίδια να έχουν πρωτογενή πλεονάσματα υψηλότερα από αυτά που προτείνονται για την Ελλάδα, ενώ άλλα χορηγούν παροχές και φορολογικές απαλλαγές που είναι λιγότερο γενναιόδωρες από αυτές της Ελλάδας.

Η Ευρωζώνη δεν είμαι μια πλήρης πολιτική ένωση, και αντιλαμβανόμαστε ότι μια λύση θα πρέπει να είναι πολιτικά αποδεκτή από τα 19 κυρίαρχα κράτη-μέλη. Για το λόγο αυτό, ένας συμβιβασμός μεταξύ των Ελλήνων και των Ευρωπαίων εταίρων τους μπορεί να εμπεριέχει ένα υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα για κάποιο διάστημα, αν και αυτό δεν θα ήταν η πρώτη μας επιλογή. Όμως, ενώ βραχυπρόθεσμα μπορούμε να είμαστε ευέλικτοι για τον τρόπο κατανομής του βάρους μεταξύ των Ελλήνων και των Ευρωπαίων εταίρων τους, οι αριθμοί στη λύση πρέπει να βγαίνουν με τρόπο αξιόπιστο.

Έχοντας αναφέρει πιο πάνω ότι ακόμη και ένα πλεόνασμα της τάξης του 1,5% του ΑΕΠ δεν συμβαδίζει με ισχυρή ανάπτυξη χωρίς να γίνουν μεταρρυθμίσεις στο φορολογικό και στο συνταξιοδοτικό, ώστε να γίνει ο προϋπολογισμός πιο φιλικός προς την ανάπτυξη και πιο δίκαιος, θα πρέπει να είναι εμφανές ότι το σπρώξιμο του προϋπολογισμού προς ένα πλεόνασμα της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ θα έχει ακόμη μεγαλύτερη αρνητική επίπτωση στην ανάπτυξη.
Βραχυπρόθεσμα, θα μειώσει τη ζήτηση –για το λόγο αυτό δεν θα προτείναμε σε καμία περίπτωση να αυξηθεί το πλεόνασμα πάνω από το 1,5% του ΑΕΠ μέχρι να εδραιωθεί καλύτερα η ανάπτυξη. Μεσοπρόθεσμα, θα επιβαρύνει την ανάπτυξη καθυστερώντας την έναρξη της απαραίτητης υλοποίησης ενός προϋπολογισμού που είναι πιο φιλικός προς την ανάπτυξη. Για το λόγο αυτό, μια ανοιχτή μακροπρόθεσμη δέσμευση για πολύ ψηλά πλεονάσματα απλά δεν είναι αξιόπιστη.

Επιπλέον, για λόγους αξιοπιστίας, είναι επίσης απαραίτητο να νομοθετηθούν εκ των προτέρων τα μέτρα που απαιτούνται για να σπρώξουν το πλεόνασμα πάνω από το 1,5% του ΑΕΠ για να μην υπάρξει καμία αμφιβολία για την πολιτική αποφασιστικότητα της Ελλάδας να ξεπεράσει την αντίσταση των κατεστημένων συμφερόντων που έχουν εμποδίσει την εφαρμογή του προγράμματος στο παρελθόν.

Εν κατακλείδι, το ΔΝΤ δεν είναι αυτό που απαιτεί περισσότερη λιτότητα, είτε τώρα, είτε σαν μέσο για να μειωθεί η ανάγκη για την ελάφρυνση του χρέους σε μεσοπρόθεσμη βάση. Για να είμαστε πιο ευθείς, αν η Ελλάδα συμφωνεί με τους Ευρωπαίους εταίρους της για φιλόδοξους δημοσιονομικούς στόχους, μην κατακρίνετε το ΔΝΤ ότι αυτό επιμένει για λιτότητα όταν ζητάμε να δούμε τα μέτρα που απαιτούνται για να κάνουν τέτοιους στόχους αξιόπιστους.

newsit.gr

Διαβάστε όλη τη δημοσκόπηση για το ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ - Η διαφορά μεγαλώνει από την απευθείας μετακίνηση ψηφοφόρων από Τσίπρα σε Μητσοτάκη - Οκτώ στους δέκα αξιολογούν αρνητικά την κυβέρνηση - Για πρώτη φορά 1 στους 2 θέλει κυβέρνηση με κορμό τη ΝΔ
Αγγίζει την αυτοδυναμία η αξιωματική αντιπολίτευση, καθώς διευρύνει συνεχώς το προβάδισμά της έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, προσελκύοντας ψηφοφόρους από κάθε κατεύθυνση, γεγονός που φαίνεται να οδηγεί στο double score το οποίο καταγράφουν η μία μετά την άλλη όλες οι τελευταίες μετρήσεις των διαθέσεων της κοινής γνώμης.

Με ώθηση που δίνεται από τη βαθιά απογοήτευση η οποία επικρατεί στη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών για τα αποτελέσματα της κυβερνητικής πολιτικής και την πορεία της χώρας, η Νέα Δημοκρατία και ο αρχηγός της Κυριάκος Μητσοτάκης υπερτερούν σε όλους τους δείκτες της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝ.ΕΛ. και του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, η απήχηση των οποίων εμφανίζεται να κατρακυλά σε πρωτόγνωρα επίπεδα για παράταξη που ασκεί εξουσία. Οπως προκύπτει από μεγάλη δημοσκόπηση που διεξήγαγε για λογαριασμό του «ΘΕΜΑτος» η εταιρεία Marc, περισσότεροι από οκτώ στους δέκα Ελληνες αξιολογούν αρνητικά την κυβέρνηση και ανάμεσά τους περιλαμβάνεται η μεγάλη πλειοψηφία (66,9%) όσων επέλεξαν τον ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015. Το ακόμη δυσμενέστερο για την κυβέρνηση εύρημα είναι η υψηλή απαισιοδοξία για το μέλλον που εκφράζεται από τους περισσότερους συμμετέχοντες στην έρευνα, καθώς επτά στους δέκα -και μεταξύ αυτών το 59,4% των οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ- εκτιμούν ότι και τον επόμενο χρόνο τα πράγματα στη χώρα θα εξελιχθούν προς το χειρότερο. Με αυτές τις συνθήκες καθίσταται σαφές ότι το κυβερνητικό αφήγημα, σύμφωνα με το οποίο «τα δύσκολα είναι πίσω μας» και «η ανάκαμψη έχει αρχίσει», δεν βρίσκει ακροατήριο ούτε μεταξύ εκείνων που πριν από 15 μήνες έδωσαν «μια δεύτερη ευκαιρία» στον ΣΥΡΙΖΑ και στον κ. Τσίπρα. Αλλωστε, στο σύνολο των ψηφοφόρων μόνο ένα ισχνό ποσοστό της τάξης του 8,6% αισιοδοξεί για θετικές εξελίξεις μέσα στο 2017, ποσοστό που μόλις και μετά βίας φτάνει στο 12,9% για τους ψηφοφόρους του μεγαλύτερου κυβερνητικού κόμματος.

Η ελληνική κοινωνία -αν και πλειοψηφικά εξακολουθεί να προκρίνει την παραμονή στο ευρώ (μόλις το 27,7% δηλώνει προτίμηση στη δραχμή)- δείχνει σημάδια μεγάλης κόπωσης από την παράταση της μνημονιακής πολιτικής και τα αδιάκοπα σκληρά μέτρα. Γι’ αυτό και, σύμφωνα με την έρευνα της Marc, εκφράζει έντονη δυσανεξία στην προοπτική νέων μέτρων τασσόμενο υπέρ της προσφυγής στις κάλπες. Στο δίλημμα «μέτρα ή κάλπες» το 60,5% καλεί την κυβέρνηση να αρνηθεί τα μέτρα και να πάει σε εκλογές.

Το «γαλάζιο» double score

Στην πρόθεση ψήφου, η Νέα Δημοκρατία συγκεντρώνει υπερδιπλάσιο ποσοστό από εκείνο του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης φτάνει στο 27,2% και το κυβερνών υποχωρεί στο 13,4%. Στην τρίτη θέση ισοβαθμούν η Χρυσή Αυγή με το ΚΚΕ, που συγκεντρώνουν από 6%, και έπεται η Δημοκρατική Συμπαράταξη με 4,7%. Ακολουθούν, στο μεταίχμιο της εισόδου στην επόμενη Βουλή, η Ενωση Κεντρώων με 2,5%, οι ΑΝ.ΕΛ. και η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωvσταντοπούλου με 2,3%, ενώ πιο κάτω κινούνται το Ποτάμι με 1,6% και η Λαϊκή Ενότητα με 1,1%. Προτίμηση σε άλλο κόμμα εκφράζει το 4,9%, ενώ στο ίδιο ποσοστό φτάνουν όσοι επιλέγουν λευκή ή άκυρη ψήφο. Στο 6% ανέρχονται όσοι δηλώνουν πρόθεση αποχής και ακόμη ψηλότερα, στο 17%, βρίσκεται το ποσοστό όσων δηλώνουν αναποφάσιστοι.

Με αναγωγή επί των εγκύρων, δηλαδή χωρίς άκυρα, λευκά και αποχή, οι αναλυτές της Marc υπολογίζουν τη δύναμη της Ν.Δ. στο 30,5% και του ΣΥΡΙΖΑ στο 15,1%. Ενώ στην εκτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος, με αναλογική κατανομή των αναποφάσιστων, θεωρούν ότι η Ν.Δ. θα κινηθεί περί το 37,7%, με κατώτερο όριο το 34,7% και ανώτερο το 40,7%. Αντιστοίχως, ο ΣΥΡΙΖΑ εκτιμάται ότι κινείται μεταξύ του 16,2% και του 21%, που έχει ως κεντρική τιμή το 18,6%. Η Χρυσή Αυγή και το ΚΚΕ εκτιμάται ότι θα κινηθούν πέριξ του 8% και γύρω στο 6,5% η Δημοκρατική Συμπαράταξη που συμπληρώνει την πεντάδα των πολιτικών δυνάμεων που, με βάση τα ευρήματα της έρευνας, μπορεί να θεωρηθεί αναμφίβολη η εκπροσώπησή τους στην προσεχή κοινοβουλευτική σύνθεση. Λιγότερες ή περισσότερες ελπίδες να υπερβούν το όριο του 3% και να πάρουν το εισιτήριο για είσοδο στην επόμενη Βουλή έχουν τόσο η Ενωση Κεντρώων, με 3,5%, οι ΑΝ.ΕΛ. και η Πλεύση Ελευθερίας με 3,3%, όσο και το Ποτάμι που μπορεί να βρεθεί στο 3,1% εφόσον προσεγγίσει το ανώτερο σημείο της εκτιμώμενης εκλογικής δύναμης.

Η Νέα Δημοκρατία οικοδομεί το ισχυρό και μάλλον αδιαμφισβήτητο προβάδισμά της τόσο λόγω της υψηλότατης -πρωτοφανούς για μη προεκλογική περίοδο- συσπείρωσης των παλαιών οπαδών της όσο και με την προσέλκυση ψηφοφόρων που είχαν άλλες προτιμήσεις στις εκλογές του 2015. Ειδικότερα, η Ν.Δ. συσπειρώνει το 83,4% των οπαδών της, αλλά και έναν στους τέσσερις από όσους ψήφισαν πέρυσι το Ποτάμι ή τους ΑΝ.ΕΛ., έναν στους 10 που είχαν προτιμήσει τη Χρυσή Αυγή, το 15,6% της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και το 16,1% της Ενωσης Κεντρώων. Τα σημαντικότερα «γαλάζια» κέρδη, ωστόσο, προέρχονται από την προτίμηση που δείχνει, πλέον, προς τη ΝΔ το 10,8% των παλαιών Συριζαίων που αντιπροσωπεύουν το ήμισυ της απόστασης που χώριζε στις τελευταίες εκλογές τα δύο μεγαλύτερα κόμματα. Και τα οποία, μόνον εξ αυτού, εκκινούν από την ίδια αφετηρία. 
Την ίδια ώρα, οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ μοιράζονται στα τρία, καθώς μόνον το 33,4% εμφανίζεται έτοιμο να επαναλάβει την προηγούμενη ψήφο του, ενώ αντίστοιχο ποσοστό εκφράζει πρόθεση μετακίνησης προς διαφορετικές κατευθύνσεις, με κυριότερη τη Ν.Δ., και οι υπόλοιποι φαίνεται να τηρούν στάση αναμονής, εκδηλώνοντας τάση για αποχή (17,7%) ή δηλώνοντας αναποφάσιστοι (16,7%). Συνολικά, πάντως, επτά στους δέκα (71,9%) που δηλώνουν διάθεση για άκυρο, λευκό ή αποχή προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως και το 35,9% όσων εμφανίζονται να μην έχουν αποφασίσει. Σε σχέση με τους τελευταίους, πάντως, οι πιθανότητες επανάκαμψής τους είναι μάλλον μικρές, αν κρίνει κανείς από τις απαντήσεις που οι ίδιοι δίνουν. Ειδικότερα, στο ερώτημα αν υπάρχει μικρή έστω πιθανότητα να ψηφίσουν και πάλι ΣΥΡΙΖΑ, θετικά απάντησε μόνον το 40,7%, ενώ το 59,3% απέκλεισε εντελώς ένα τέτοιο ενδεχόμενο, δείχνοντας ότι έχουν διαρραγεί οι δεσμοί με την κυβερνητική παράταξη. Με αυτές τις συνθήκες, η αξιωματική αντιπολίτευση είναι πολύ πιθανό να κατακτήσει την αυτοδυναμία, καθώς η κοινοβουλευτική της δύναμη, με βάση τις πρόνοιες του εκλογικού νόμου, αναμένεται να κυμανθεί από 144 έως 160 έδρες, με πιο πιθανή την εκλογή 154 βουλευτών, αριθμός που θα εξαρτηθεί τόσο από το ποσοστό που θα κατακτήσει η ίδια η Ν.Δ. όσο και από τις επιδόσεις των άλλων δυνάμεων και κυρίως όσων κινούνται στο όριο του 3%. 

Αντιστοίχως, ο ΣΥΡΙΖΑ αναμένεται να εκλέξει περί τους 52 βουλευτές, η Χ.Α. και το ΚΚΕ από 22, η Δημοκρατική Συμπαράταξη 15, η Ενωση Κεντρώων, οι ΑΝ.ΕΛ. και η Πλεύση Ελευθερίας από 9 και το Ποτάμι, εφόσον περάσει τελικά το πλαφόν εισόδου, θα έχει 8 έδρες. Από την επίδοση που θα έχουν το κόμμα του Σταύρου Θεοδωράκη και τα υπόλοιπα που είναι στο όριο του 3%, θα εξαρτηθεί τόσο η σύνθεση της επόμενης Βουλής -αν στα έδρανα της θα εκπροσωπούνται πέντε ή δέκα κόμματα- όσο και το εύρος της «γαλάζιας» αυτοδυναμίας. 
















Ενας στους δύο θέλει «γαλάζια» κυβέρνηση 

Ανεξάρτητα, πάντως, από την ψήφο που είναι διατεθειμένοι να δώσουν, οι πολίτες φαίνεται ότι εναποθέτουν πολλές ελπίδες στην επικράτηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αφού ένας στους δύο προτιμά τον σχηματισμό κυβέρνησης από τη Ν.Δ., ποσοστό που είναι διπλάσιο από εκείνο που συγκεντρώνει η προτίμηση σε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. 
Από τις απαντήσεις προκύπτει ότι υπερτερούν όσοι τάσσονται υπέρ των κυβερνήσεων συνεργασίας (35,4% με κορμό τη Ν.Δ. και 20% με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ), ενώ είναι σαφώς μειοψηφική η προτίμηση στην αυτοδυναμία: 14,2% θέλουν αυτοδύναμη Ν.Δ. και μόλις 4,2% αυτοδύναμο ΣΥΡΙΖΑ, που στην πραγματικότητα πρόκειται για μόλις έναν στους δέκα από όσους ψήφισαν το μεγαλύτερο κυβερνητικό κόμμα πριν από 15 μήνες. Χαρακτηριστικό της μεταστροφής της κοινής γνώμης είναι ότι ένας στους τέσσερις Συριζαίους του περυσινού φθινοπώρου θέλει πλέον τον σχηματισμό «γαλάζιας» κυβέρνησης. Αξιοσημείωτο είναι, εξάλλου, ότι συγκροτούν πλέον σχετική έστω πλειοψηφία όσοι πιστεύουν ότι τα πράγματα θα ήταν καλύτερα (34,8%) αν ήταν η Ν.Δ. στην κυβέρνηση, πεποίθηση που ενστερνίζεται και το 12,1% όσων ψήφιζαν ΣΥΡΙΖΑ και το 33,8% όσων είχαν προτιμήσει άλλα κόμματα. «Περίπου τα ίδια» εκτιμά ότι θα ήταν τα πράγματα το 32,2% και «χειρότερα» το 30,4% στο οποίο αντιπροσωπεύεται το 54% των Συριζαίων και το 26,3% όσων ψήφισαν άλλο -εννοείται πλην Ν.Δ.- κόμμα. 

Ποιοι πάνε στον Κυριάκο, ποιοι μένουν στον Αλέξη 

Σαφής είναι η υπεροχή που αποσπά ο αρχηγός της Ν.Δ. στη σύγκριση με τον πρωθυπουργό. Στο ερώτημα «οι απόψεις τίνος είναι πιο κοντά στις δικές σας», το 36% απαντά του Κυριάκου Μητσοτάκη και μόλις το 20,5% δηλώνει το ίδιο για τον Αλέξη Τσίπρα, αν και η πλειοψηφία, σε ποσοστό 43,7%, απαντά «κανενός ιδιαίτερα».
Ο κ. Μητσοτάκης προσελκύει το 87% των ψηφοφόρων της Ν.Δ., το 29,1% όσων ψήφισαν άλλο κόμμα και το 13,6% που εμπιστεύθηκαν τον ΣΥΡΙΖΑ. Από την πλευρά του, ο κ. Τσίπρας βρίσκει απήχηση μόλις στο 41,9% των παλαιών ψηφοφόρων του κόμματός του, καθώς και στο 12,7% όσων ψήφισαν πέρυσι άλλο κόμμα. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης υπερτερεί σχεδόν σε όλες τις ηλικιακές ομάδες με εξαίρεση την κατηγορία των 18-34 ετών που ισοψηφεί με τον πρωθυπουργό στο χαμηλό 24,7%. Οσο, πάντως, ανεβαίνουν τα ηλικια­κά όρια, τόσο διευρύνεται το προβάδισμά του, καθώς έχει μαζί του το 47,3% των άνω των 65 ετών.
Είναι εντυπωσιακό, πάντως, ότι προτίμηση στον πρόεδρο της Ν.Δ. δείχνουν πλειοψηφικά ακόμη και οι δημόσιοι υπάλληλοι που σε ποσοστό 30,5% ταυτίζονται μαζί του, έναντι του 25,7% που δηλώνει το ίδιο για τον κ. Τσίπρα. Ο νυν πρωθυπουργός υπερτερεί μόνο στους φοιτητές, συγκεντρώνοντας ποσοστό 36,8%, ενώ σε όλες τις άλλες επαγγελματικές κατηγορίες προηγείται ο πρόεδρος της Ν.Δ. που έχει την υψηλότερη απήχηση στους ελεύθερους επαγγελματίες με 44,3% και στους συνταξιούχους με 43,5%. 

Ανησυχία για τα Ελληνοτουρκικά, διαφωνία για το ταξίδι στην Κούβα

Το αρνητικό πολιτικό περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί για την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό αποτυπώνεται τόσο με τη διαφωνία που εκφράζουν οι πολίτες στο ταξίδι που πραγματοποίησε πρόσφατα ο Αλέξης Τσίπρας στην Αβάνα όσο και στην υψηλή ανησυχία για την τροπή των ελληνοτουρκικών σχέσεων. 
Οκτώ στους δέκα δηλώνουν ανήσυχοι από το ενδεχόμενο να προκαλέσει η Τουρκία μια σοβαρή προσφυγική κρίση στη χώρα μας μέσα στο 2017. Ενώ πλειοψηφία της τάξης του 54% αποτελούν και όσοι ανησυχούν για πιθανό θερμό επεισόδιο μέσα στον επόμενο χρόνο.
Σε ό,τι αφορά το πρωθυπουργικό ταξίδι και το ερώτημα αν έπρεπε να γίνει, το 65% των συμμετεχόντων στην έρευνα της Marc απαντά αρνητικά, άποψη την οποία συμμερίζονται και τέσσερις στους δέκα ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ.



















ferriesingreece2

kalimnos

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot