Το γύρο του διαδικτύου κάνει ένα βίντεο από κάμερα κλειστού κυκλώματος σε ένα κατάστημα με καπνικά είδη στο Τέξας των ΗΠΑ. Τι συνέβη;
Όπως θα δείτε και εσείς, ένας άντρας εισέβαλε στο κατάστημα και με την απειλή του όπλου, ήθελε να αρπάξει τα χρήματα από το ταμείο. Ωστόσο, ο υπάλληλος του καταστήματος ήταν πιο τολμηρός από τον ίδιο τον ληστή.
Μόλις αντίκρισε το προτεταμένο περίστροφο από τον άντρα με το καπελάκι, έβγαλε το δικό του περίστροφο που είχε δίπλα από το ταμείο και άρχισε να τον πυροβολεί ασταμάτητα. Ο ληστής που δεν φανταζόταν με τίποτα ότι θα έπεφτε πάνω σε αυτό το περιστατικό, το έβαλε αμέσως στα πόδια, πέφτοντας πάνω στην πόρτα που είχε γίνει θρύψαλα από τους πυροβολισμούς!
Δείτε το βίντεο:
Το 24ωρο που πέρασε σηματοδοτήθηκε από μια «νευρική» τοποθέτηση από ρωσικής πλευράς, η οποία παρά τους λεονταρισμούς και τις απειλές εναντίον των ΗΠΑ να μην αποτολμήσουν αεροπορικά πλήγματα σε αεροπορικές βάσεις και άλλες θέσεις των δυνάμεων του καθεστώτος Άσαντ,
αφού σε αυτές φιλοξενούνται χιλιάδες προσωπικού των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, καθώς επίσης και από τη συνειδητοποίηση ότι το μέτωπο της Ουκρανίας είναι έτοιμο να πάρει πάλι φωτιά, σε έναν συνήθη «αντιπερισπασμό», καθώς τα δυο αυτά μέτωπα λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία.
Την ίδια στιγμή, δεδομένων των εξελίξεων, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν, μετέβη στην Κωνσταντινούπολη με την ευκαιρία της 23ης Συνόδου του Παγκοσμίου Συμβουλίου Ενέργειας (WEC), όπου συναντήθηκε με τον Τούρκο ομόλογό του Ερντογάν, σε μια συνάντηση που λαμβάνει ακόμα μεγαλύτερη σημασία, αφού ο Τούρκος ηγέτης έχει εκδηλώσει την πρόθεση να αναλάβει μεσολαβητική προσπάθεια αποκατάστασης της εκεχειρίας στη Συρία και επαναφοράς της κατάστασης σε ό,τι ίσχυε προ της κατάρρευσης των συνομιλιών των ΗΠΑ με τη Ρωσία για τον ρωσικό εμφύλιο.
Παίρνοντας τα πράγματα από την αρχή, το ρωσικό υπουργείο Άμυνας, δια του εκπροσώπου του, Ίγκορ Κονασένκοφ, προχώρησε σε σκληρότατη προειδοποίηση προς την αμερικανική πλευρά να μην αποτολμήσει να πλήξει θέσεις των συριακών δυνάμεων, επικαλούμενος ως αφορμή της δήλωσης, «διαρροές» σε δυτικά ΜΜΕ, τις οποίες προφανώς η Μόσχα εξέλαβε ως προειδοποίηση στο Κρεμλίνο από «τους εκπροσώπους της CIA και του Πενταγώνου», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε.
Ο Κονασένκοφ στη δήλωσή του απαριθμεί τα συστήματα αντιαεροπορικής και αντιβληματικής προστασίας τα οποία έχουν αναπτυχθεί από ρωσικής πλευράς στη Συρία και απείλησε ευθέως με κατάρριψη του πιλότους των αμερικανικών μαχητικών που θα συμμετάσχουν σε αυτές τις επιθέσεις. Σε μια αναφορά που «προδίδει» τη βαθειά ανησυχία των Ρώσων για την ασφάλεια του προσωπικού που έχουν στείλει στη Συρία, οι οποίοι υπολογίζονται σε περισσότεροι από 4.000, ο Κονασένκοφ αποθέωσε τη συνδρομή τους, που «έχει συμβάλλει στην ειρήνευση σε 732 πληθυσμιακά κέντρα και την επιστροφή στην ειρηνική ζωή εκατοντάδων χιλιάδων Σύρων».
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας, Σεργκέι Λαβρόφ, ο οποίος κατηγόρησε τις ΗΠΑ για «επιθετική ρωσοφοβία», κάνοντας λόγο για «επιθετικά μέτρα» που απειλούν τη ρωσική εθνική ασφάλεια, ενώ εκτίμησε ότι οι σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας έχουν υποστεί «δραματική αλλαγή».
Η ρωσική διπλωματία όμως, δε συνηθίζει τέτοιο μπαράζ δηλώσεων που εμπεριέχει και απειλές, προτιμώντας παραδοσιακά πιο χαμηλούς τόνους, φροντίζοντας συνήθως στην πράξη να προβαίνει σε αιφνιδιαστικές κινήσεις στο στρατιωτικό πεδίο που διαβιβάζουν αυτές τα κατάλληλα μηνύματα, όπως για παράδειγμα συνέβη με την άφιξη των συστημάτων S-400 Triumph και των πολυδιαφημισμένων μαχητικών τύπου Sukhoi Su-35 στη Συρία, που «έπαιξαν» πρώτο θέμα παγκοσμίως προβάλλοντας μια εικόνα ρωσικής ισχύος. Τούτων λεχθέντων, θα αποτολμήσουμε να εικάσουμε, ότι οι προχθεσινές δηλώσεις 1) στηρίζονται σε πληροφόρηση που έχουν δώσει οι ρωσικές μυστικές υπηρεσίες αναφορικά με τις αμερικανικές προθέσεις και 2) ότι η Ρωσία ανησυχεί πραγματικά για το τι μέλλει γενέσθαι, προβάλλοντας δια του «εκνευρισμού» που οι δηλώσεις αυτές εξέπεμψαν ανησυχία, ότι τα πράγματα δεν εξελίσσονται προς την επιθυμητή κατεύθυνση.
Πρακτικά και με βάση τα δύο ανωτέρω σημεία, είναι λογικό να συνάγει κανείς, ότι η Ρωσία, όλο αυτό τον καιρό, διά της προβολής ισχύος που εκμεταλλευόταν την εμφανή απροθυμία εμπλοκής των Ηνωμένων Πολιτειών και της Δύσης γενικότερα στον συριακό εμφύλιο, επεδίωκε επί της ουσίας να ενδυναμώσει ακριβώς αυτή την πεποίθηση του αδιεξόδου στη Δύση, για να αποτρέψει την ενεργό δυτική στρατιωτική εμπλοκή, η οποία δεν την εξυπηρετεί, αφού δεν διαθέτει τακτικό πλεονέκτημα λόγω απόστασης, ενώ το ακριβώς αντίστροφο ισχύει για το μέτωπο της Ουκρανίας.
Το μέτωπο της Ουκρανίας δείχνει σημάδια ανάφλεξης το τελευταίο διάστημα, κάτι που δεν μπορεί εύκολα να αποσυνδεθεί από την αρνητική εξέλιξη των συνομιλιών Μόσχας και Ουάσιγκτον για τη διευθέτηση του συριακού εμφυλίου. Οι πληροφορίες από το μέτωπο της Ουκρανίας αναφέρουν, ότι οι παραβιάσεις της εκεχειρίας είναι πλέον καθημερινό φαινόμενο, κάτι το οποίο απηχούσαν και οι δηλώσεις του εκπροσώπου του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ, μετά τα διαβουλεύσεις της βοηθού υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, Βικτόριας Νούλαντ, στη Μόσχα, μόλις πριν λίγες μέρες, στις 5 Οκτωβρίου.
Η αδυναμία εξεύρεσης στρατηγικού modus vivendi και στην Ουκρανία, κάτι εξ ορισμού δύσκολο, έως αδύνατο, εάν υποτεθεί ότι η προσάρτηση της Κριμαίας δεν μπορεί να γίνει σε καμιά περίπτωση αποδεκτή από τη Δύση, δίνει το πρόσχημα στη Ρωσία να χρησιμοποιήσει την απειλή εκ νέου ανάφλεξης στο μέτωπο αυτό ως απειλή προς τις ΗΠΑ, καθότι εκεί το στρατιωτικό τακτικό μειονέκτημα αφορά τη Δύση. Από την άλλη πλευρά όμως, δεν επιλύεται για τη Μόσχα ένα βασικότατο πρόβλημα, αυτό των οικονομικών κυρώσεων της Δύσης, που παρά τη διασπορά προπαγάνδας σε ευήκοα δημοσιογραφικά ώτα σε ευρωπαϊκά κυρίως μέσα ενημέρωσης, προβληματίζει όλως ιδιαιτέρως το Κρεμλίνο.
Η ρωσική ηγεσία καλείται να αντιμετωπίσει μια κατάσταση που επιδεινώνει διαρκώς το επίπεδο διαβίωσης του μέσου Ρώσου (ο Πούτιν μπορεί να κέρδισε τις εκλογές, αλλά η σημαντική μείωση του ποσοστού των συμμετεχόντων στη διαδικασία δεν πέρασε απαρατήρητη), ενώ διαταράσσει ευαίσθητες ισορροπίες στη ρωσική ελίτ, καθώς οι διάφορες ομάδες-φράξιες συμφερόντων, καλούνται να συμβιβαστούν και να επιβιώσουν με λιγότερο διαθέσιμο κρατικό χρήμα στους τομείς που ελέγχουν (π.χ. άμυνα, ενέργεια κ.λπ.), με αποτέλεσμα να ξεσπούν εσωτερικές συγκρούσεις που απειλούν τον διαιτητικό ρόλο του «τσάρου», Βλαντιμίρ Πούτιν.
Επιπρόσθετα, η πίεση αυτή αυξάνει συνεχώς το κόστος της προσάρτησης της χερσονήσου της Κριμαίας από τη Ρωσική Ομοσπονδία, αφού παρά την πατριωτική ρητορική που χρησιμοποιήθηκε -αποκατάσταση μιας «ιστορικής αδικίας»- για την εσωτερική νομιμοποίηση της ενέργειας, αν και απευθυνόταν σε έναν λαό, τον ρωσικό, ο οποίος ποτέ δεν ξεπέρασε απόλυτα την αρνητική προδιάθεση για τους Ουκρανούς μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το κόστος της διαρκούς οικονομικής αιμορραγίας ως αποτέλεσμα της προσάρτησης παραμένει και γίνεται διαρκώς πιο αισθητό. Από τις 21 Σεπτεμβρίου που συμφωνήθηκε η απαγκίστρωση δυνάμεων και οπλικών συστημάτων ανάμεσα στους Ρωσόφωνους αποσχιστές και το Κίεβο και παρά μια αρχική περίοδο σχετικής ηρεμίας, τις τελευταίες ημέρες η σύγκρουση αναζωπυρώνεται, «όλως τυχαίως» παράλληλα με την κατάρρευση των συνομιλιών της Μόσχας με την Ουάσιγκτον για το συριακό πρόβλημα και πλέον καταγράφονται σε ημερήσια βάση 30-50 παραβιάσεις της εκεχειρίας.
Το πρόβλημα στην περιοχή Ντονμπάς δείχνει αξεπέραστο, με τη ρωσική πλευρά να διαμηνύει ότι δεν πρόκειται να προβεί σε υποχωρήσεις στο στρατιωτικό πεδίο εάν δεν αποδοθεί καθεστώς ευρείας αυτονομίας, μια προοπτική την οποία όμως απορρίπτει κατά τα φαινόμενα η πλειοψηφία του ουκρανικού Κοινοβουλίου, ενώ για να περάσει θα χρειαζόταν τα δύο τρίτα των ψήφων… πλήρες αδιέξοδο εν ολίγοις. Κι όλα αυτά ενώ εκπνέει η προεδρία του Μπάρακ Ομπάμα στις ΗΠΑ, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση πιθανότατα θα επεκτείνει χρονικά τις κυρώσεις σε βάρος της Μόσχας, για την οποία ο συνεχείς γκάφες του Ντόναλντ Τραμπ, εκλεκτού της υποψηφίου για τον Λευκό Οίκο, με τον οποίο θεωρεί η ρωσική πλευρά ότι υπάρχουν ελπίδες εξεύρεσης μιας συνολικής συμφωνίας αποκλιμάκωσης, καθιστούν την επικράτησή του στις εκλογές προβληματική, ενώ η περίπτωση της Χίλαρι Κλίντον κάθε άλλο παρά ενθουσιάζει το Κρεμλίνο, καθώς θεωρείται ως εκπρόσωπος ισχυρών συμφερόντων που έχουν εγγενή «αντιρωσικό προσανατολισμό».
Η κατάσταση δείχνει απελπιστική για τη Μόσχα, καθώς η συνήθης πρακτική της στρατιωτικής κλιμάκωσης για να υποχρεωθεί ο διστακτικός στη χρήση της στρατιωτικής ισχύος αντίπαλος να συμβιβαστεί, δείχνει όχι μόνο να μην φέρνει αποτελέσματα, αλλά και να έχει «ανιχνευθεί» ως τακτική (call the bluff…), με αποτέλεσμα πλέον να επικρατεί το λιγότερο πιθανό στη ρωσική ανάλυση σενάριο: η απειλή συνειδητής κλιμάκωσης από την πλευρά της Δύσης που έπαψε να πιστεύει τις ρωσικές διακηρύξεις, με τα ρωσικά στρατεύματα στη Συρία να τελούν υπό μια ιδιότυπη ομηρεία…
Το πρόβλημα είναι σοβαρότατο αν αναλογιστεί κανείς ότι δεν υπάρχει στο μέτωπο της Ουκρανίας αντίστοιχη «ομηρεία» που θα εξισορροπούσε κατά κάποιον τρόπο την κατάσταση, ενώ η Μόσχα έχει δύο επιλογές, αμφότερες κακές: Η μία είναι η υποχώρηση και η δεύτερη η κλιμάκωση, με ξεκάθαρη απειλή στρατιωτικής σύγκρουσης μέχρις εσχάτων. Επειδή όμως στη δεύτερη επιλογή η Ρωσία για να εξισορροπήσει την αδυναμία της στο συριακό μέτωπο θα έπρεπε να κάνει στο «βολικό», αυτό της Ουκρανίας, κάτι πολύ θεαματικό (να υποθέσει κανείς… προέλαση προς το Κίεβο ή επίσημη απόσχιση της ανατολικής Ουκρανίας;) το οποίο βέβαια αντί να θεράπευε το οικονομικό αδιέξοδο θα το επιδείνωνε, εκτιμάται ότι θα επιχειρήσει να επιλέξει συγκεκαλυμμένα το πρώτο.
Αρκεί να της δοθεί η ευκαιρία εύσχημης υπαναχώρησης από τις πιο «σκληρές» στρατιωτικές θέσεις. Επίσης, η Μόσχα μιλώντας για μαχητικά αεροσκάφη, δείχνει ξεχνά ότι η αμερικανική υποχώρηση στη Συρία ξεκίνησε από τη συμφωνία που απέτρεπε μαζικούς βομβαρδισμούς κυρίως από πλοία και υποβρύχια, όπου στην άμυνα των συστημάτων που έχει στην περιοχή θα επερχόταν μάλλον εύκολα κορεσμός, πλήττοντας και την τόσο βολική εμπορικά μυθολογία που έχει δημιουργηθεί για την αποτελεσματικότητά τους (είναι εξαιρετικά συστήματα τα οποία όπως όλα έχουν όρια).
Σε αυτό το σημείο αναδεικνύεται σε κομβικής σημασίας η συνάντηση του Πούτιν με τον Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη, δεδομένου ότι ο πρώτος έχει ήδη διαμηνύσει πως σκοπεύει να μεσολαβήσει ανάμεσα στους ηγέτες των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Πρακτικά, η συνάντηση θα μπορούσε να αποτελεί «σανίδα σωτηρίας» για τη ρωσική πλευρά που παρά την επιθετική ρητορική δεν πείθει πως δεν προτιμά τον δρόμο της διπλωματίας. Και καλώς πράττει… εάν η Μόσχα είχε την πληροφόρηση ότι κάτι αλλάζει στη στάση του αντιπάλου στο ζήτημα της Συρίας, θεωρητικά θα έπρεπε να είχε σπεύσει να στείλει – επιτέλους – το μοναδικό της αεροπλανοφόρο στην ανατολική Μεσόγειο, όπως έχει προαναγγείλει.
Η μη αποστολή του είτε σημαίνει απουσία επιχειρησιακής διαθεσιμότητας, κάτι πιθανό με βάση τις πληροφορίες, είτε συνειδητοποίηση ότι η παρουσία του θα μπορούσε να προκαλέσει την ανάπτυξη στη Μεσόγειο μιας ή ακόμα και δύο ομάδων μάχης αεροπλανοφόρων του αμερικανικού Ναυτικού, όπου παρά την επικρατούσα μυθολογία στην Ελλάδα, η ισχύς πυρός και οι επιχειρησιακές δυνατότητες του «Ναύαρχος Κουζνέτσοφ», ακόμα κι εάν εμφανιστεί στην καλύτερη δυνατή κατάσταση, θα υπολείπονταν δραματικά, μετατρέποντάς το σε διπλωματικό μειονέκτημα αντί για πλεονέκτημα. Αυτό όμως αναδεικνύει τον ιδιόρρυθμο – στην καλύτερη περίπτωση… – Τούρκο ηγέτη σε περιστασιακό πρωταγωνιστή της γεωστρατηγικής «παρτίδας» που βρίσκεται σε εξέλιξη στην περιοχή.
Εάν υποτεθεί ότι «κατά βάθος» τόσο η Ρωσία όσο και οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν να συγκρουστούν διακινδυνεύοντας την κάθετη κλιμάκωση και σε άλλα μέτωπα, σε μια σύγκρουση που δεν μπορεί να ξεφύγει και πολύ χωρίς ο εβρισκόμενος σε θέση αδυναμίας να «υπενθυμίσει» το πυρηνικό του στάτους, τότε είτε «συμπαθούν» τον Ερντογάν είτε όχι, θα περιμένουν με ενδιαφέρον τις κινήσεις του, παρότι τόσο η Μόσχα όσο και η Ουάσιγκτον έχουν πολλά σημεία διαφωνίας με την πολιτική των νεοθωμανών ισλαμιστών κυβερνώντων στην Τουρκία…
Εάν αυτό ισχύει, τότε θα πρέπει να θεωρηθεί δεδομένο, ότι πιστός στη συνήθη πρακτική του, ο Τούρκος ηγέτης θα έχει ως απόλυτη προτεραιότητα την επίτευξη των τουρκικών στόχων στην περιοχή της Συρίας, κι εάν πιστέψουμε ρεπορτάζ του γερμανικού Der Spiegel, μπορεί να μάχεται τυπικά το ISIS/Daesh, όμως απόλυτη προτεραιότητα παραμένουν οι Κούρδοι και η προοπτική εμφάνισης μιας ακόμα οιωνεί κουρδικής κρατικής οντότητας στα τουρκικά σύνορα. Καταληκτικά, το επιχείρημα όσων προειδοποιούν ότι το «άνοιγμα» ζητημάτων στο Αιγαίο θα μπορούσε να σηματοδοτεί την πρόθεση αναζήτησης ανταλλαγμάτων που θα στρέφονται σε βάρος των ελληνικών εθνικών συμφερόντων, δεν μπορεί να απορριφθεί ελαφρά τη καρδία.
Οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και καλό θα ήταν η Αθήνα να μην ξεχνά, ότι αυτό που είναι για την ελληνική ασφάλεια «στρατηγικό» επίπεδο, για κάποιους άλλους μπορεί να είναι «τακτικό»… ή κι ακόμα παρακάτω. Και όποιος ενδιαφέρεται να προστατεύσει τα συμφέροντά του, πρέπει να βρει τρόπο να επηρεάσει τη στρατηγική εξίσωση των κύριων δρώντων, όχι να αναλώνεται παρακολουθώντας αμιγώς τις τακτικές κινήσεις τους.
*Πηγή: mignatiou.com
Μόνο υψηλόβαθμοι Ρώσοι αξιωματούχοι θα μπορούσαν να εγκρίνουν αυτό το σχέδιο, αναφέρεται - «Δεν είμαστε σε θέση να τις αποδώσουμε στη ρωσική κυβέρνηση»
Σαφή κατηγορία εναντίον Ρώσων, για τις κυβερνοεπιθέσεις σε υπουργεία και ηγετικά στελέχη της αμερικανικής ηγεσίας και υπηρεσιών, εξαπέλυσε την Παρασκευή η κυβέρνηση των ΗΠΑ, δίνοντας και επισήμως το έναυσμα για μία νέα εποχή «ψυχρού πολέμου» μεταξύ των δύο μεγάλων δυνάμεων, με επίκεντρο την τεχνολογία και το διαδίκτυο.
Σύμφωνα με επίσημο έγγραφο της αμερικανικής κυβέρνησης, οι μυστικές υπηρεσίες είναι πεπεισμένες ότι πίσω από τους χάκερ που εξαπέλυσαν επίθεση σε επιτελικά πρόσωπα και υπουργεία των ΗΠΑ, κρύβεται η Μόσχα. «Οι υποτιθέμενες διαρροές σε σελίδες όπως DCLeaks.com και WikiLeaks και από τον Guccifer 2.0, είναι συμβατές με τις μεθόδους και τα κίνητρα της ρωσικής διεύθυνσης», ανέφερε το έγγραφο.
«Πιστεύουμε ότι με βάση την έκταση και την ευαισθησία των συγκεκριμένων ενεργειών, μόνο υψηλά ιστάμενοι Ρώσοι αξιωματικοί θα μπορούσαν να δώσουν έγκριση», δήλωσε ο διευθυντής των μυστικών υπηρεσιών Τζέιμς Κλάπερ. «Στη συντριπτική πλειοψηφία των ενεργειών αυτών, διαχειρίστρια ήταν μία ρωσική εταιρεία. Ωστόσο, δεν είμαστε σε θέση να αποδώσουμε αυτές τις ενέργειες στη ρωσική κυβέρνηση», πρόσθεσε.
«Η κοινότητα των πληροφοριών των ΗΠΑ είναι πεπεισμένη ότι η ρωσική κυβέρνηση κατηύθυνε τις πρόσφατες υποκλοπές μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προσώπων και θεσμών των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων πολιτικών οργανώσεων των ΗΠΑ», σύμφωνα με την κοινή ανακοίνωση. «Αυτές οι κλοπές και οι διαρροές αποσκοπούν σε μια παρέμβαση στην εκλογική διαδικασία στις ΗΠΑ», κατά την ίδια ανακοίνωση, που δόθηκε στη δημοσιότητα στη φάση της κορύφωσης της εκστρατείας ενόψει των εκλογών του Νοεμβρίου.
protothema.gr
Είχαν προηγηθεί έντονες παρεμβάσεις τόσο της γενικής διευθύντριας του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ όσο και του υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζακ Λιου, υπέρ της άμεσης ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους.
Ο Γερμανός υπουργός ρωτήθηκε για το τι ακριβώς θέλει να δει η Γερμανία πριν υπογράψει μια συμφωνία για τη βιωσιμότητα του χρέους, και βρήκε την ευκαιρία να εκφράσει τα «αισθήματά» του: «Εχουμε», είπε, «μια σαφή απόφαση στο Eurogroup η οποία εμπεριέχει όλα τα σχετικά με τη δεύτερη αξιολόγηση για την Ελλάδα. Τα πάντα αναφέρονται στην απόφασή μας στο Eurogroup του Μαΐου και τώρα είναι στο χέρι της Ελλάδας να προσφέρει ό,τι έχει υποσχεθεί».
Στη συνέχεια αφηγήθηκε ένα περιστατικό με τον Ελληνα ομόλογό του, Ευκλείδη Τσακαλώτο:
«Με την αφορμή αυτή να αναφέρω πως στο Eurogroup του Μαΐου είχα υπενθυμίσει στον Ελληνα συνάδελφό μου Τσακαλώτο τι είχε πει ο Γιάνης Βαρουφάκης, ο προκάτοχός του, ότι ακόμη και εάν διαγραφεί όλο το ελληνικό χρέος, η κατάσταση θα είναι η ίδια σε δύο με τρία χρόνια. Και ο Τσακαλώτος μού απάντησε πως δεν είναι κάτι που λέει ο Γιάνης, είναι κάτι που έχω γράψει σε ένα βιβλίο».
«Το χρέος», συνέχισε, «δεν είναι πραγματικά για την προσεχή δεκαετία το πρόβλημα της Ελλάδας. Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητά της. Χρηματοδοτείται για μια δεκαετία χωρίς μεγάλα επιτόκια. Πληρώνει πολύ λιγότερο από ό,τι για παράδειγμα η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Το χρέος δεν είναι το πρόβλημα της Ελλάδας».
Ο κ. Σόιμπλε υποστήριξε ότι «το πρόβλημα της Ελλάδας είναι η ανταγωνιστικότητα, να αποκτήσει και όχι να επανακτήσει ανταγωνιστικότητα, με την οικοδόμηση μιας διοίκησης που θα ταιριάζει σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία και θα εφαρμόζει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
(Οι Ελληνες) έχουν δεσμευθεί και τώρα πρέπει να παραδώσουν. Και βοηθάμε. Αλλά η κύρια συζήτηση για το χρέος είναι παραπλανητική για τους ανθρώπους στην Ελλάδα. Θα πρέπει να κάνουν ό,τι πρέπει να κάνουν. Κανείς άλλος δεν μπορεί να το κάνει. Αυτό είναι το πρόβλημα».
Από την πλευρά της, η κ. Λαγκάρντ που έλαβε μέρος στην ίδια συζήτηση, όταν ρωτήθηκε τι πρέπει να γίνει για να εμπλακεί το ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, απάντησε:
«Το ίδιο πράγμα που έχουμε συζητήσει επανειλημμένα και αυτό είναι σημαντική βελτίωση στην οικονομική κατάσταση που θα δημιουργηθεί από τα διαρθρωτικά μέτρα και τα άλλα προαπαιτούμενα που έχουν συζητηθεί. Δεν είμαστε ακόμα εκεί. Και σαφώς ένα χρέος που να είναι βιώσιμο, διότι αυτοί είναι οι κανόνες βάσει των οποίων το ΔΝΤ μπορεί να δεσμεύσει διεθνή οικονομική στήριξη».
«Καμία ευελιξία»
Προηγουμένως, η κ. Λαγκάρντ είχε αφήσει να εννοηθεί ότι το ΔΝΤ δεν θα δείξει πια καμία ευελιξία όσον αφορά την ελάφρυνση του χρέους, την οποία θεωρεί απαραίτητη, καθώς αυτό -όπως είπε- δεν είναι βιώσιμο. Η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ δεν αποκάλυψε τις προθέσεις της για τον τρόπο που θα επιτευχθεί η βιωσιμότητα του χρέους. Ομως -σύμφωνα με πληροφορίες- δεν προτίθεται να αλλάξει στάση και δεν θα συμμετέχει το Ταμείο χρηματοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα, εάν οι Ευρωπαίοι δεν αποδεχθούν την αναδιάρθρωση του χρέους.
Η κ. Λαγκάρντ είπε χαρακτηριστικά: «Εχουμε στο παρελθόν δείξει ευελιξία στην αξιολόγηση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, αλλά όπως είναι σήμερα το χρέος δεν είναι βιώσιμο».
Πρόσθεσε δε ότι τα στοιχεία δείχνουν πως θα απαιτηθεί περισσότερη δουλειά για την Ελλάδα στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων. Αποκάλυψε δε ότι η αποστολή του ΔΝΤ θα μεταβεί στην Ελλάδα για να ασχοληθεί με την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που συμφωνήθηκαν στο πλαίσιο του ESM.
ethnos.gr