Σε μαζικές ρυθμίσεις δανείων χωρίς εξασφαλίσεις -καταναλωτικά και κάρτες-, τα οποία έχουν ή μένει να υπαχθούν στον νόμο Κατσέλη, προχωρούν το τελευταίο διάστημα οι τράπεζες.
Στόχος τους είναι να αυξήσουν τις εισπράξεις από το «κόκκινο» χαρτοφυλάκιο πριν καταλήξουν να πουλήσουν έναντι πινακίου φακής στα funds.
Σύμφωνα με τον «Ελεύθερο Τύπο» και παράγοντες που γνωρίζουν εκ των έσω τις διαδικασίες «τακτοποίησης» των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν στήσει ακόμη και ειδικά τμήματα, μοναδικός σκοπός των οποίων είναι το μαζικό «κούρεμα» των επίμαχων δανείων. «Ακόμη και εν μέσω θέρους στελέχη των τραπεζών προσέγγιζαν δανειολήπτες, προτείνοντάς τους γενναίο “κούρεμα” των οφειλών τους, με ταυτόχρονη ρύθμιση του υπολοίπου. Κάποιος, δηλαδή, που όφειλε, για παράδειγμα, 30.000 ευρώ καλείτο σήμερα να πληρώσει μόλις 5.000 ευρώ και δη σε 80 δόσεις, με το υπόλοιπο της οφειλής να διαγράφεται», διατείνονται χαρακτηριστικά και συνεχίζουν: «Εάν το ίδιο δάνειο κατέληγε σε fund, τότε η τράπεζα θα έπαιρνε σαφώς λιγότερα χρήματα».
«Δυστυχώς, δεν υπάρχει ένας νόμος που να ορίζει τον τρόπο με τον οποίο τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα μπορούν να ρυθμίζουν εξωδικαστικά τέτοιες υποθέσεις. Ετσι, το καθένα εφαρμόζει τη δική του πολιτική», σημειώνει στον Ελεύθερο Τύπο ο δικηγόρος κ. Δημήτρης Αναστασόπουλος, για να προσθέσει πως αντίστοιχες ρυθμίσεις προτείνονται κατόπιν πρωτοβουλίας της τράπεζας, ξεκαθαρίζοντας έτσι πως ο δανειολήπτης δεν θα έχει την ίδια… τύχη εάν ενεργήσει αυτοβούλως. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι ενδιαφερόμενοι, που αναμένουν την απόφαση αναφορικά με την υπαγωγή τους ή μη στον νόμο Κατσέλη, δεν πρέπει να απορρίπτουν με κλειστά μάτια τις προτάσεις των τραπεζών. «Κι αυτό γιατί η όλη διαδικασία ενέχει ρίσκο. Καλό θα ήταν, λοιπόν, να διατηρούν ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με τις τράπεζες και να αναζητούν νομικές συμβουλές», τονίζει χαρακτηριστικά ο κ. Αναστασόπουλος.
Τα στεγαστικά
Οσον αφορά στα στεγαστικά, οι τράπεζες προτείνουν σήμερα το «σπάσιμο» του δανείου. Πιο αναλυτικά, έχοντας προηγηθεί εκτίμηση της τρέχουσας εμπορικής αξίας του ακινήτου, τα τραπεζικά στελέχη προτείνουν στον δανειολήπτη την εξόφληση του αντίστοιχου ποσού, «παγώνοντας» το υπόλοιπο. Εστω, δηλαδή, ότι το δάνειο είναι 250.000 ευρώ και η αξία του ακινήτου 150.000 ευρώ. Τότε, ο οφειλέτης καλείται να πληρώσει τις 150.000 ευρώ, θεωρώντας… σβησμένα τα 100.000 ευρώ.
Στο μεταξύ, στην πράξη αναμένεται να δοκιμαστεί τους προσεχείς μήνες και η λύση της εθελοντικής παράδοσης του ακινήτου. Πρόκειται για μια ρύθμιση που, όπως είχε γράψει και ο Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής σε πρόσφατο δημοσίευμά του, δεν δύναται να εφαρμοστεί μαζικά, μιας και θα προκαλούσε κατάρρευση της ήδη ταλαιπωρημένης κτηματαγοράς. Εν ολίγοις, οι δανειολήπτες θα μπορούν να παραδώσουν εθελοντικά στις τράπεζες τα… κλειδιά των ακινήτων, τα οποία αποκτήθηκαν ή είναι συνδεδεμένα με ενυπόθηκα «κόκκινα» δάνεια και βρίσκονται ένα βήμα πριν από τον πλειστηριασμό, πετυχαίνοντας, ωστόσο, συγκριτικά καλύτερη διευθέτηση του υπολοίπου της οφειλής ή και διαγραφή της. Παρά το γεγονός ότι η επίμαχη λύση προκάλεσε την αντίδραση μέρους της νομικής κοινότητας, πολλοί δανειολήπτες εμφανίζονται πρόθυμοι να συζητήσουν με τις τράπεζες ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Κάποιος, για παράδειγμα, που κληρονόμησε ένα σπίτι και, άρα, τα χρέη του, γιατί είτε δεν ήθελε τη δεδομένη χρονική στιγμή είτε δεν γνώριζε ότι έπρεπε να κάνει αποποίηση. Λαμβάνοντας υπόψη ότι ήδη βαρύνεται με ένα δικό του στεγαστικό δάνειο, πιθανότατα να έβλεπε θετικά μια λύση του τύπου της εθελοντικής παράδοσης, έστω κι αν αυτό θα σήμαινε ότι θα έχανε το σπίτι.
Η «βεντάλια» των ρυθμίσεων
Σειρά ρυθμίσεων, προκειμένου να περάσει στην… πράσινη περιοχή σημαντικό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων, προτείνουν οι τράπεζες. Σύμφωνα με τους στόχους, άλλωστε, τα «κόκκινα» δάνεια πρέπει να μειωθούν κατά 38% την περίοδο Ιουνίου 2016 – Δεκεμβρίου 2019, «αγγίζοντας» τα 66,7 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019 από 106,9 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2016.
Με βάση τον αναθεωρημένο ήδη από το 2016 Κώδικα Δεοντολογίας και έχοντας ελέγξει την πραγματική οικονομική δυνατότητα του δανειολήπτη, τα εισοδηματικά του κριτήρια, αλλά και τις δαπάνες διαβίωσής του, δύνανται να του προτείνουν βραχυπρόθεσμες (για παράδειγμα, η μη πληρωμή τόκων), μακροπρόθεσμες (παράταση διάρκειας αποπληρωμής) ή οριστικές λύσεις διευθέτησης του δανείου του. Οριστική λύση, κατά τον Κώδικα, πέρα από την ολική διαγραφή ή το «κούρεμα», προτείνεται και η εκ μέρους της τράπεζας απόκτηση της κυριότητας ή νομής του ακινήτου που αφορά στο δάνειο, είτε με εθελοντική παράδοση εκ μέρους του δανειολήπτη είτε με παράδοση της κυριότητας του ακινήτου αλλά μίσθωσή του από τον ιδιοκτήτη – δανειολήπτη (με leasing ή απλή) και αφορά σε οικιστικό ακίνητο και σε επαγγελματική στέγη. Προϋπόθεση είναι ο δανειολήπτης να είναι «συνεργάσιμος», να παρέχει, δηλαδή, στην τράπεζα όλες τις πληροφορίες σχετικά με τα εισοδήματα και τα περιουσιακά του στοιχεία και όχι «στρατηγικά κακοπληρωτής», ήτοι να μην εξυπηρετεί το δάνειό του εφόσον δεν βρίσκεται σε οικονομική αδυναμία.
Σύμφωνα με στοιχεία από την πρόσφατη επισκόπηση του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματοςπου διενήργησε η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), οι τράπεζες συνεχίζουν να προσανατολίζονται στην υλοποίηση μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων, δεδομένου ότι οι εν λόγω ρυθμίσεις έχουν αυξηθεί κατά 61% από τις αρχές του 2016, με το μεγαλύτερο μέρος να αφορά στα στεγαστικά δάνεια, καθώς το αντίστοιχο ποσοστό αύξησης ανέρχεται σε περίπου 300%.
newpost.gr
Από κούρεμα του δανείου ως ανταλλαγή του σπιτιού με μικρότερο προβλέπουν τα σχέδια
- Ποιοι μπορούν να πετύχουν ευνοϊκότερους όρους και ποιοι κινδυνεύουν να χάσουν το σπίτι τους
- Στόχος η μείωση των κόκκινων δανείων που απειλούν την σταθερότητα των τραπεζών
Η αδυναμία των τραπεζών να πετύχουν τους φιλόδοξους στόχους της μείωσης των “κόκκινων” δανείων, πράγμα που ενδεχομένως να σημάνει προβλήματα στα επόμενα stress tests, αλλά και στον έλεγχο από την εποπτική αρχή της ΕΚΤ, τις οδηγεί στην απόφαση να προχωρήσουν σε πιο επιθετικές μορφές ρύθμισης των ενυπόθηκων δανείων.
Αυτό αφορά τα στεγαστικά δάνεια που είναι σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών, καθώς και άλλα δάνεια για τα οποία δόθηκαν εγγυήσεις με την υποθήκευση ακινήτου.
Έρχεται κούρεμα ως 95% για χρέη σε δάνεια και κάρτες!
Οι τράπεζες έχουν στη φαρέτρα τους τέσσερα νέα σχέδια σχέδια με ρυθμίσεις των “κόκκινων” στεγαστικών δανείων ή δανείων με υποθήκη ακίνητο βγάζουν από τα συρτάρια οι 4 συστημικές τράπεζες, από τα οποία το ένα διακρίνεται σε 3 παραλλαγές.
Μάλιστα το σχέδιο με τις τρεις παραλλαγές φτάνει ακόμα και στο “κούρεμα” μέρους της οφειλής του δανειολήπτη.
Η πρώτη ρύθμιση είναι η πώληση του προσημειωμένου ακινήτου και η απαλλαγή του δανειολήπτη από τα χρέη του.
Αυτό σημαίνει ότι ο δανειολήπτης παραδίδει το ακίνητο, με ή χωρίς τη θέλησή του στην τράπεζα, και η τελευταία είτε το πουλάει ή το εκμεταλλεύεται.
Η πρακτική αυτή θα εφαρμοστεί σε περιπτώσεις δανειοληπτών που δεν έχουν σοβαρές πιθανότητες, ακόμη και με μείωση της δόσης, να αποπληρώσουν το χρέος τους.
Οι τράπεζες εκτιμούν ότι αρκετοί θα είναι οι δανειολήπτες που θα αποδεχθούν αυτή τη λύση, αφού παραδίδοντας τα …κλειδιά του σπιτιού τους, θα απαλλάσσονται από τα χρέη τους.
Το δεύτερο σχέδιο περιλαμβάνει την ανταλλαγή του ακινήτου με μικρότερο.
Οι τράπεζες θα προτείνουν σε δανειολήπτες με χαμηλά εισοδήματα να ανταλλάξουν το ακίνητό τους με μικρότερο, με ταυτόχρονη μείωση του χρέους τους.
Έτσι, η τράπεζα θα εκμεταλλευτεί το μεγαλύτερο ακίνητο και ο δανειολήπτης θα πληρώνει χαμηλότερη δόση, καθώς το χρέος του θα προσαρμοστεί στην εμπορική αξία του μικρότερου ακινήτου.
Η τρίτη ρύθμιση είναι το βαρύ πυροβολικό κυριολεκτικά των τραπεζών. Με αυτή ελπίζουν ότι θα δελεάσουν και θα διευκολύνουν εκείνους που θέλουν να πληρώσουν το δάνειό τους, αλλά αδυνατούν πραγματικά.
Εδώ η λύση περιλαμβάνει ακόμα και ¨κούρεμα¨ ενός μέρους της οφειλής. Στη ρύθμιση αυτή υπάρχουν τρεις παραλλαγές.
Σύμφωνα με την πρώτη παραλλαγή το δάνειο χωρίζεται σε δύο τμήματα. Στο τμήμα που είναι ίσο με την εμπορική αξία του ακινήτου και στο υπερβάλλον.
Ο δανειολήπτης καλείται να εξυπηρετεί το “κομμάτι” που είναι ίσο με την εμπορική αξία και φυσικά πληρώνει μικρότερες δόσεις. Το υπερβάλλον ποσό της εμπορικής αξίας “παγώνει” μέχρι την εξόφληση του δανείου που εξυπηρετείται.
Αν ο δανειολήπτης είναι συνεπής και εξοφλήσει το πρώτο τμήμα, τότε στο τέλος διαγράφεται το μέρος του δανείου που έχει ¨παγώσει¨.
Παράδειγμα: Ας υποθέσουμε ότι το ανεξόφλητο δάνειο είναι 210.000 ευρώ και η εμπορική αξία του σπιτιού ανέρχεται σήμερα σε 140.000 ευρώ. Ο δανειολήπτης θα πληρώνει δόσεις και θα εξυπηρετεί το ποσό των 140.000 ευρώ και σε περίπτωση που είναι συνεπής και εξοφλήσει το δάνειο, τότε θα διαγραφούν, δηλαδή θα του χαριστούν οι 70.000 ευρώ.
Η δεύτερη παραλλαγή στηρίζεται ακριβώς στον προαναφερόμενο διαχωρισμό του δανείου σε δύο τμήματα. Ομως, τα δύο ποσά αυξομειώνονται ανάλογα με την πορεία της εμπορικής αξίας του ακινήτου. Αν αυτή αυξηθεί, τότε κάθε τέσσερα ή πέντε χρόνια αναπροσαρμόζονται τα δύο τμήματα, αυξάνει το σκέλος του δανείου που ανταποκρίνεται στην εμπορική αξία του σπιτιού και μειώνεται το ποσό που είναι “παγωμένο”.
Στο τέλος αν εξοφληθεί το πρώτο τμήμα, χαρίζεται το υπόλοιπο του “παγωμένου” ποσού και το ακίνητο περνάει στην ιδιοκτησία του δανειολήπτη.
Η τρίτη παραλλαγή μοιάζει με τη δεύτερη, αλλά το κριτήριο της αναπροσαρμογής δεν είναι η εμπορική αξία του ακινήτου, αλλά τα εισοδήματα του δανειολήπτη.
Κάθε τέσσερα ή πέντε χρόνια εξετάζεται η οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη και σε περίπτωση που αυτή έχει βελτιωθεί, αυξάνεται και το ποσό του δανείου το οποίο εξυπηρετεί και μειώνεται ταυτόχρονα το “παγωμένο” τμήμα και αυτό διαγράφεται όταν αποπληρωθεί το δάνειο για το οποίο ο δανειολήπτης πληρώνει τη δόση.
Η τέταρτη ρύθμιση περιλαμβάνει παράδοση των κλειδιών του σπιτιού . Πυρήνας αυτής της ρύθμισης είναι η συμφωνία του δανειολήπτη να παραδώσει στην τράπεζα το κλειδί του ακινήτου που έχει αποκτηθεί με δάνειο το οποίο δεν εξυπηρετείται. Η συμφωνία τράπεζας και δανειολήπτη θα προβλέπει ότι ο τελευταίος θα συνεχίσει να μένει στο ακίνητο, καταβάλλοντας ενοίκιο στην τράπεζα, μέχρις ότου η τράπεζα βρει αγοραστή για το ακίνητο ή ο ίδιος ο αγοραστής μπορέσει να αγοράσει το ακίνητο έναντι τιμήματος που θα ορίσει η τράπεζα με βάση τις τιμές της αγοράς.