Η δημογραφική «ατονία» της χώρας μας χαρακτηρίζει, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, το σύνολο πλέον του ελληνικού χώρου και όχι μόνον κάποια τμήματά του.
Ειδικότερα, την τελευταία δεκαετία, από τους 325 δήμους της χώρας μας οι 56 μόνον είχαν θετικά Φυσικά Ισοζύγια (περισσότερες γεννήσεις από θανάτους), ενώ σε 1 στους 3 η υπεροχή αυτή ως ποσοστό του πληθυσμού τους το 2011 ήταν ασήμαντη (μικρότερη του 1%).
Στον αντίποδα, από τους υπολοίπους 269 δήμους με περισσοτέρους θανάτους από γεννήσεις, σε 50 από αυτούς τα Φυσικά τους Ισοζύγια υπερβαίνουν το 10%, και σε 139 το 5% του πληθυσμού τους. Επομένως, με βάση πάντοτε τον δείκτη αυτό, αν τα Μεταναστευτικά τους ισοζύγια (είσοδοι –έξοδοι) ήταν μηδενικά, τότε περισσότεροι από τους μισούς αυτούς «γερασμένους» δήμους (139 στους 269) θα έχαναν σε μια και μόνον δεκαετία το 5 έως 20% του απογραφόμενου το 2011 πληθυσμού τους. Τα στοιχεία αυτά αποτελούν αποτελέσματα έρευνας των καθηγητών Βύρωνα Κοτζαμάνη και Βασίλη Παππά και παρατίθενται στο τελευταίο ψηφιακό τεύχος της σειράς «FlashNews» που δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του χρηματοδοτούμενου από το ΕΛΙΔΕΚ (και υλοποιούμενου από τον ΕΛΚΕ του Παν. Θεσσαλίας) Προγράμματος «Δημογραφικά Προτάγματα στην Έρευνα και Πρακτική στην Ελλάδα».
Euroferry Olympia: Στα ανοιχτά της Κασσιόπης το φλεγόμενο πλοίο - Αποκλειστικές εικόνες του OPEN από τις υπεράνθρωπες προσπάθειες κατάσβεσης
Οι δυο ερευνητές, στη δημοσίευση αυτή με θέμα «Τα Φυσικά Ισοζυγία σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο την δεκαετία 2011-20 και η συμβολή τους στη μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας», αναφερόμενοι και στις προοπτικές δεν είναι αισιόδοξοι καθώς εκτιμούν ότι οι θάνατοι θα συνεχίσουν να είναι περισσότεροι από τις γεννήσεις και τις δυο επόμενες δεκαετίες, ενώ τα Φυσικά Ισοζύγια δεν αναμένεται να αλλάξουν πρόσημο παραμένοντας αρνητικά. Αυτό οφείλεται, σύμφωνα με τους Β. Κοτζαμάνη και Β.Παππά, σε δυο κυρίως λογούς: 1) οι θάνατοι, μετά από μια πρώτη μείωσή τους τα επόμενα της πανδημίας έτη, θα συνεχίσουν να αυξάνονται λόγω της δημογραφικής γήρανσης (της αύξησης δηλαδή του πλήθους και του ποσοστού των 65 ετών και άνω στον συνολικό πληθυσμό), και 2) οι γεννήσεις δεν αναμένεται να ανακάμψουν, ακόμη και αν οι νεότερες γενεές σταματήσουν να κάνουν λιγότερα παιδιά σε όλο και μεγαλύτερη ηλικία καθώς η μείωση των σε αναπαραγωγική ηλικία γυναικών – που έχει αρχίσει από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 στη χώρα μας–θα συνεχισθεί (οι 20-49 ετών από 2,35 εκατομμύρια το 2010, μειώθηκαν στα 1,95 το 2021 και δεν θα υπερβούν τα 1,7 εκατομμύρια το 2041).
Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα, με βάση τα αναφερόμενα στην ίδια δημοσίευση, οι θάνατοι της περιόδου 2021-40 σε εθνικό επίπεδο να είναι κατά περίπου 950.000 περισσότεροι από τις γεννήσεις, ενώ το σύνολο σχεδόν των Περιφερειακών Ενοτήτων και των Δήμων μας θα έχει τις δυο επόμενες δεκαετίες αρνητικά Φυσικά Ισοζύγια. Κατ’ επέκταση εν απουσία συνταρακτικών ανατροπών (νέου κύματος μαζικής μετανάστευσης αλλοδαπών και δευτερευόντως ανακοπής της φυγής των νέων μας),οι ρυθμοί μείωσης του πληθυσμού μας δεν πρόκειται να ανακοπούν.
Σύμφωνα με όσα τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Κοτζαμάνης, γήρανση και χαμηλή γονιμότητα θα οδηγήσουν αναπόφευκτα στην περαιτέρω μείωση του πληθυσμού μας που έχει ξεκινήσει εδώ και μια δεκαετία, ενώ η μετανάστευση δεν είναι δυνατόν να την αποτρέψει, απλώς θα την επιβραδύνει. Ταυτόχρονα, με δεδομένο ότι αφενός η γήρανση είναι μη αναστρέψιμη (και επομένως θα έχουμε αυξανόμενο αριθμό θανάτων) και αφετέρου το πλήθος των ατόμων που έρχονται σε ηλικία να κάνουν παιδιά είναι όλο και μικρότερο, το μόνον εφικτό είναι η λήψη μέτρων που θα κρατήσουν τους νέους στην χώρα μας δίδοντάς τους ταυτόχρονα την δυνατότητα να κάνουν τον αριθμό των παιδιών που επιθυμούν αλλά δεν μπορούν να κάνουν, ανακόπτοντας σε μια πρώτη περίοδο την περαιτέρω μείωση των γεννήσεων, και, σε μια δεύτερη δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για την αύξησή τους.
«Μίκρυνε» περαιτέρω η Ελλάδα πέρυσι, καθώς οι θάνατοι ήταν περισσότεροι από τις γεννήσεις κατά 41.202 άτομα. Παράλληλα, οι πολίτες στρέφονται στα σύμφωνα συμβίωσης που υπερτερούν αντί των θρησκευτικών και πολιτικών γάμων.
Σύμφωνα με την έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για τη φυσική κίνηση του πληθυσμού που διέμενε στην ελληνική επικράτεια, με στοιχεία από τα ληξιαρχεία των δημοτικών αρχών:
Οι γεννήσεις στην Ελλάδα πέρυσι ανήλθαν σε 83.763 (42.945 αγόρια και 40.818 κορίτσια), καταγράφοντας μείωση 3,1% σε σχέση με το 2018, που ήταν 86.440 (44.525 αγόρια και 41.915 κορίτσια).
Στις γεννήσεις δεν συμπεριλαμβάνονται οι γεννήσεις νεκρών βρεφών, οι οποίες το 2019 ανήλθαν σε 454, αυξημένες κατά 35,5% σε σχέση με το 2018, που ήταν 335.
Οι θάνατοι ανήλθαν σε 124.965 (63.088 άνδρες και 61.877 γυναίκες), καταγράφοντας αύξηση 3,9% σε σχέση με το 2018, οπότε ήταν 120.296 (61.386 άντρες και 58.910 γυναίκες).
Οι θάνατοι βρεφών ηλικίας κάτω του έτους ανήλθαν σε 314, αυξάνοντας τον δείκτη βρεφικής θνησιμότητας (θάνατοι βρεφών ηλικίας κάτω του έτους ανά 1.000 γεννήσεις ζώντων) από 3,47 το 2018 σε 3,75 το 2019.
Οι γάμοι ανήλθαν σε 47.137 γάμους (23.278 θρησκευτικοί και 23.859 πολιτικοί), παρουσιάζοντας μικρή μείωση 0,6% σε σχέση με το 2018, κατά το οποίο είχαν πραγματοποιηθεί 47.428 γάμοι (23.010 θρησκευτικοί και 24.418 πολιτικοί). Τα σύμφωνα συμβίωσης ανήλθαν σε 7.924, παρουσιάζοντας αύξηση 24,4% έναντι του 2018, που ήταν 6.369. Στα σύμφωνα συμβίωσης πέρυσι συμπεριλαμβάνονται 199 σύμφωνα συμβίωσης μεταξύ ανδρών και 54 μεταξύ γυναικών.
Σε ό,τι αφορά τα Δωδεκάνησα είναι από τις μοναδικές περιοχές της χώρας όπου οι γεννήσεις ήταν περισσότερες από τους θανάτους.
Συγκεκριμένα σύμφωνα με τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, το 2019, καταγράφησαν στα Δωδεκάνησα 2.144 γεννήσεις και 1.762 θάνατοι.
Σε ολόκληρη τη χώρα μόνο στους νομούς Δωδεκανήσου, Κυκλάδων, Ηρακλείου και Ρεθύμνου, υπήρξαν περισσότερες γεννήσεις απ’ ό,τι θάνατοι.
Άκρως ενδιαφέροντα είναι τα στοιχεία που προκύπτουν από την ανάλυση των στατιστικών δεδομένων που ανακοίνωσε το Υπουργείο Εσωτερικών, αναφορικά με τους γάμους, τις γεννήσεις, τα διαζύγια, τους θανάτους και τα σύμφωνα συμβίωσης που κατεγράφησαν στα Δωδεκάνησα, στη διάρκεια του προηγούμενου έτους.
Από τα στοιχειά αυτά, προκύπτει δυστυχώς ότι για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια, οι θάνατοι που σημειώθηκαν στα Δωδεκάνησα, ήταν περισσότεροι από τις γεννήσεις, που ειδικά στα μικρά νησιά του νομού μας παρουσιάζουν σχετική μείωση.
Πιο συγκεκριμένα:
Στα Δωδεκάνησα το 2019 είχαμε:
ΘΑΝΑΤΟΥΣ: 1.877
ΓΕΝΝΗΣΕΙΣ: 1.850
ΓΑΜΟΥΣ: 1.907
ΔΙΑΖΥΓΙΑ: 330
ΣΥΜΦΩΝΑ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ: 266.
Επίσης, στον νομό ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ, από την 1η Ιανουρίου 2020 έως και τις 29 Φεβρουαρίου 2020 είχαμε:
ΘΑΝΑΤΟΥΣ: 355
ΓΕΝΝΗΣΕΙΣ: 397
ΓΑΜΟΥΣ: 130
ΔΙΑΖΥΓΙΑ: 36
ΣΥΜΦΩΝΑ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ: 48.
Από τα ίδια στοιχεία, προκύπτει ότι στο νησί της Ρόδου τα ληξιαρχικά δεδομένα στη διάρκεια του 2019 είχαν ως εξής:
ΘΑΝΑΤΟΥΣ: 1.121
ΓΕΝΝΗΣΕΙΣ: 1.304
ΓΑΜΟΥΣ: 1.137
ΔΙΑΖΥΓΙΑ: 202
ΣΥΜΦΩΝΑ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ: 193
Με μια μόνο δήλωση στο μαιευτήριο, θα ενημερώνονται όλα τα μητρώα για την γέννηση ενός παιδιού, από τον Φεβρουάριο ανακοίνωσε ο υπουργός Επικρατείας και Ψηφιακής Διακυβέρνησης Κυριάκος Πιερρακάκης, ενώ όσον αφορά τις νέες ταυτότητες σημείωσε ότι θα υπάρχει δυνατότητα να εγκατασταθεί στο κινητό.
Σε σημερινή συνέντευξή του στον τηλεοπτικό σταθμό Σκάι, ο κ. Πιερρακάκης είπε ότι απλοποιείται η διαδικασία της δήλωσης της γέννησης ενός παιδιού. Η νέα διαδικασία θα ψηφιστεί στη Βουλή μαζί με το σχέδιο νόμου για το επίδομα παιδιού, ενώ αναμένεται ότι τα νοσοκομεία της χώρας να είναι έτοιμα εντός του Φεβρουαρίου προκειμένου να μπορούν να υποδέχονται τις δηλώσεις.
Όπως τόνισε «σήμερα όταν γεννιέται ένα παιδί, πρέπει να πας σε πάρα πολλά γκισέ. Στο ισόγειο του μαιευτηρίου, στα ΚΕΠ για να πάρεις ΑΜΚΑ, στο ληξιαρχείο, στο ταμείο του πατέρα ή της μητέρας, ενώ τώρα έχουμε προσθέσει στην εξίσωση και τον ΟΠΕΚΑ για το επίδομα παιδιού. Όλα αυτά θα διεκπεραιώνονται αυτόματα στο μαιευτήριο, με μία και μόνο δήλωση, κι αυτό θα ξεκινήσει μέσα στο Φεβρουάριο».
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ
Αλλη μια σχολική χρονιά άρχισε, έφτασαν τα πρωτάκια και μια μητέρα, αφήνοντας τον γιο της αναρωτήθηκε: Πού πήγαν όλα τα παιδιά;
Η Washington Post, περιγράφοντας αυτή τη σκηνή, σε δημοτικό σχολείο στο Καλπάκι Ιωαννίνων, αναλύει πώς μετά την οικονομική κρίση έρχεται η δημογραφική κρίση στην Ελλάδα.
Η κατάσταση στο Καλπάκι αντικατοπτρίζει το εντεινόμενο δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας. Στο συγκεκριμένο δημοτικό, το 2018, πήγαν 13 πρωτάκια. Τα μισά σχολεία στην περιοχή έχουν κλείσει. Ολο και περισσότεροι πιθανοί γονείς φεύγουν ή δεν κάνουν παιδιά, επειδή είναι άνεργοι ή βγάζουν μετά βίας τα προς το ζην, αναφέρει η εφημερίδα.
«Η ελληνική οικονομία δεν εξαρτάται πλέον από τα προγράμματα ούτε θεωρείται ότι θέτει σε κίνδυνο το ευρώ. Ομως, η χώρα μόλις τώρα ξεκινά να αντιμετωπίζει την επόμενη φάση της απειλής. Μία μείωση των γεννήσεων που έχει αυξήσει την πιθανότητα μιας συρρικνωμένης, αποδυναμωμένης Ελλάδας τα χρόνια που θα έρθουν», σημειώνει το δημοσίευμα.
Η μικρότερη μεταπολεμική γενιά
Κατά τη διάρκεια της βαθιάς και παρατεταμένης κρίσης, τα ήδη χαμηλά ποσοστά γεννήσεων έπεσαν ακόμη περισσότερο, όπως έγινε και σε άλλες προβληματικές οικονομίες της νότιας Ευρώπης. Η Ελλάδα χτυπήθηκε από έναν ακόμη παράγοντα, καθώς μισό εκατομμύριο άνθρωποι εγκατέλειψαν τη χώρα, πολλοί από αυτούς νέοι, πιθανοί μελλοντικοί γονείς.
«Το αποτέλεσμα ήταν ότι η ύφεση της χώρας δημιούργησε τη μικρότερη γενιά της Ελλάδας μεταπολεμικά, παιδιά που φτάνουν τώρα σε ηλικία δημοτικού. Κάποια από αυτά πηγαίνουν στα σχολεία με παπούτσια και τσάντες από δεύτερο χέρι και είναι ακόμη στο πρώτο στάδιο κατανόησης της τρομακτικής εποχής στην οποία έχουν γεννηθεί», αναφέρει χαρακτηριστικά η Washington Post.
Το ποσοστό γεννητικότητας στην Ελλάδα, περίπου 1,35 γεννήσεις ανά γυναίκα, είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη και αρκετά κάτω από τον στόχο του 2,1 που απαιτείται για έναν σταθερό πληθυσμό, χωρίς να υπολογίζεται η μετανάστευση. Το ποσοστό γεννητικότητας ήταν σε ανάκαμψη πριν από την κρίση, φτάνοντας της 1,5 γεννήσεις ανά γυναίκα το 2008. Πρόοδος που όμως έχει εξανεμιστεί πλέον, καθώς το ποσοστό έπεσε ξανά στα χαμηλά των τελών της δεκαετίας του ‘90 και των αρχών του 2000, σημειώνει το δημοσίευμα.
Δραματική μείωση γεννήσεων
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο αυτό. Εξαιτίας της «εξόδου» των νέων, που πιθανόν στο μέλλον να γίνονταν γονείς, ο αριθμός των παιδιών που γεννήθηκαν στην Ελλάδα έχει πέσει ακόμη πιο δραματικά από ότι το ποσοστό γεννητικότητας, φτάνοντας σε ιστορικά χαμηλά. Το 2009, πριν από τις πιο σφοδρές περιόδους της κρίσης, έγιναν 118.000 γεννήσεις στην Ελλάδα. Από τότε, ο αριθμός πέφτει σταθερά, και έχει επισκιαστεί για τα καλά από τον αριθμό των θανάτων. Το 2017, ο συνολικός αριθμός των γεννήσεων ήταν 88.500, ο χαμηλότερος που έχει καταγραφεί.
Σε κάποιες χώρες, το ποσοστό γεννητικότητας ανέκαμψε γρήγορα μετά την οικονομική κρίση. Ομως, αυτό είναι απίθανο να συμβεί στην Ελλάδα, δηλώνει στην Washington Post ο Βύρων Κοτζαμάνης, καθηγητής Δημογραφίας στο πανεπιστήμιο της Θεσσαλίας, καθώς ακόμη και πριν την κρίση η μέση Ελληνίδα δεν έκανε παιδιά πριν από τα 31. Κάποιες γυναίκες που ανέβαλαν την εγκυμοσύνη κατά τη διάρκεια της ύφεσης έχασαν εντελώς την ευκαιρία να γίνουν μητέρες. Το αποτέλεσμα είναι η ύφεση να έχει μειώσει μόνιμα το μέγεθος της νεότερης ελληνικής γενιάς, αλλά και τη «δεξαμενή» των γονιών για τα χρόνια που θα έρθουν. «Θα έχουμε όλο και λιγότερες γεννήσεις στην Ελλάδα τις επόμενες δεκαετίες», τονίζει ο καθηγητής.
Ο αντίκτυπος στην οικονομία
Οι δημογραφικές αλλαγές πλήττουν και τις προοπτικές της Ελλάδας για μία ανάκαμψη όπως εκείνη στις ΗΠΑ μετά τη μεγάλη ύφεση, σημειώνει η αμερικανική εφημερίδα. Η ελληνική οικονομία παραμένει κατά 25% μικρότερη σε σύγκριση με πριν από μία δεκαετία και τις επόμενες έξι δεκαετίες η Εurostat εκτιμά ότι ο ελληνικός πληθυσμός των 10,7 εκατομμυρίων θα μειωθεί κατά 32%. Ποσοστό που το ξεπερνούν μόνο μερικές χαμηλοεισοδηματικές χώρες της ανατολικής Ευρώπης, που έχουν δει επίσης τη φυγή εργαζομένων προς πλουσιότερα κράτη.
Πηγή: WP: Πού πήγαν τα παιδιά στην Ελλάδα; -Η κρίση έβαλε «φρένο» στις γεννήσεις | iefimerida.gr