Ούτε μια σελίδα δεν καλύπτει η επίσημη απάντηση του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών που επιδόθηκε σήμερα στην ελληνική πλευρά στο Βερολίνο. Με λακωνικό τρόπο η διπλωματική νότα, που απαντά σε προηγούμενη ρηματική διακοίνωση από την Ελλάδα, περιορίζεται στο να επαναλαμβάνει την πάγια θέση των γερμανικών μεταπολεμικών κυβερνήσεων πως το θέμα των αποζημιώσεων έχει νομικά οριστικά ρυθμιστεί. Μόνο αυτό και τίποτα περισσότερο.
Σε άρθρο του Γερμανικού Πρακτορείου Ειδήσεων (DPA) που πρώτο ενημέρωσε για τη γερμανική απάντηση, εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών δηλώνει ότι η Γερμανία αναγνωρίζει την πολιτική και ηθική της ευθύνη για τα εγκλήματα που διαπράχτηκαν στην Ελλάδα στο διάστημα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Όπως πρόσθεσε ακόμη, «ελπίζουμε να συνεχίσουμε το δρόμο της συμφιλίωσης με την Ελλάδα, που ξεκίνησαν οι προηγούμενες γενιές» .
«Στεγνή» απάντηση
Η «στεγνή» απάντηση του υπουργείου Εξωτερικών ήταν σχεδόν αναμενόμενη. Έκπληξη θα αποτελούσε αν η γερμανική κυβέρνηση έπαιρνε θέση στις επιμέρους ελληνικές αξιώσεις που αναφέρονται στη ρηματική διακοίνωση που επιδόθηκε από τον έλληνα πρέσβη Θεόδωρο Δασκαρόλη, στις 4 Ιουνίου στο γερμανικό ΥΠΕΞ. Σε αυτή τη νότα η Αθήνα ζητούσε από το Βερολίνο οι δύο χώρες να προσέλθουν σε διαπραγματεύσεις για την επίλυση του ζητήματος των αξιώσεων της Ελλάδας από τη Γερμανία: καταβολή πολεμικών επανορθώσεων και αποζημιώσεων από τον Α’ και τον B’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αποπληρωμή του Κατοχικού Δανείου και επιστροφή πολιτιστικών αγαθών.
Με την εξ αρχής θέση ότι το όλο θέμα έχει κλείσει το Βερολίνο σαφώς προσπαθεί για μια ακόμη φορά να καλλιεργήσει την εντύπωση ότι η γερμανική στάση είναι «χαραγμένη στην πέτρα». Κατά αυτό τον τρόπο στοχεύει να αποθαρρύνει τη νέα ελληνική πρωτοβουλία που ξεκίνησε το καλοκαίρι με την επίδοση της ρηματικής διακοίνωσης από την κυβέρνηση του Σύριζα και συνεχίστηκε κατόπιν από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Ενδεικτικές για τον υπερκομματικό χαρακτήρα των ελληνικών αξιώσεων έναντι της Γερμανίας ήταν οι δημόσιες δηλώσεις, τόσο του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη όσο και του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια, κατά τις επισκέψεις τους στο Βερολίνο, με τις οποίες τόνιζαν ότι τα ελληνικά αιτήματα για αποζημιώσεις εξακολουθούν να βρίσκονται στην ατζέντα των διμερών σχέσεων.
Πόσο ανθεκτικό είναι το γερμανικό τοίχος;
Τώρα, αν το «τοίχος» που προσπαθεί να στήσει το Βερολίνο απέναντι στις ελληνικές αξιώσεις είναι πράγματι ανθεκτικό, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την ελληνική επιμονή. Πάντως, η θέση της Αθήνας δεν είναι καθόλου τόσο αδύναμη όσο φαίνεται. Μόλις τον Ιούλιο η επιστημονική υπηρεσία της γερμανικής βουλής καταλήγει σε γνωμάτευσή της στο συμπέρασμα ότι με βάση το διεθνές δίκαιο δεν μπορεί να τεκμηριωθεί ότι τα ελληνικά αιτήματα έχουν παραγραφεί – ούτε στο θέμα των επανορθώσεων και ούτε στο θέμα του κατοχικού δανείου. Προκειμένου να υπάρξει «νομική διαφάνεια» η υπηρεσία είχε προτείνει Γερμανία και Ελλάδα να προφύγουν στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Βέβαια αυτό το βήμα θα προϋπόθετε τη σύμφωνη γνώμη του Βερολίνου. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι αυτό πρόκειται να συμβεί.
Ένα θέμα όμως θα μπορούσε σχετικά γρήγορα να επιλυθεί είναι η επιστροφή ελληνικών πολιτιστικών αγαθών (αρχαιότητες, εκκλησιαστικά κειμήλια, βυζαντινά χειρόγραφα κ.τ.λ.) που μεταφέρθηκαν στο διάστημα της Κατοχής παράνομα στη Γερμανία. Απαντώντας σε σχετική ερώτηση της Deutsche Welle στις 5 Ιουνίου για αυτό το ελληνικό αίτημα η αναπληρώτρια κυβερνητική εκπρόσωπος Μαρτίνα Φιτς άφησε να εννοηθεί ότι το Βερολίνο είναι έτοιμο για διάλογο προκειμένου να επιστρέψουν τα πολιτιστικά αγαθά στην Ελλάδα. Όπως δήλωσε, η γερμανική κυβέρνηση επιθυμεί να δράσει με γνώμονα την «καλή κοινή συνεννόηση.» Εναπόκειται τώρα στην Αθήνα να αναλάβει την πρωτοβουλία.
Πηγή: DW
Τα γερμανικά μέσα σχολίασαν επίσης το αίτημα του ελληνικού κοινοβουλίου για τις γερμανικές αποζημιώσεις.
Την ανάγκη να ανταποκριθεί η Γερμανία στο αίτημα του ελληνικού κοινοβουλίου για τις γερμανικές αποζημιώσεις, επισημαίνουν Γερμανοί σχολιαστές με άρθρα τους σε τρεις γερμανικές εφημερίδες: τη Frankfurter Allgemine Zeitung, τη Sueddeutsche Zeitung και τη Νeues Deutschland.
Frankfurter Allgemine Zeitung (FAZ): Να μην σβηστούν με την υπεροψία του ισχυρού οι αποζημιώσεις
Υπάρχουν Γερμανοί που αγνοούν σε πόσο μεγάλο βαθμό εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι σήμερα η μνήμη των εγκλημάτων των ναζί / εθνικοσοσιαλιστών κατακτητών σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες – συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Επιπλέον, η χώρα χρειάστηκε περισσότερο χρόνο από άλλους για να ανακάμψει από τη «γερμανική βασιλεία του τρόμου». Ήταν επομένως ένα θαύμα η φιλική διάθεση (των Ελλήνων) προς τη Γερμανία, η οποία σύντομα θεωρήθηκε δεδομένη. Ωστόσο, δεν ήταν συνδεδεμένη με τη λήθη εκείνων των γεγονότων που σχεδόν κάθε οικογένεια στην Ελλάδα μπορεί να διηγηθεί.
Βέβαια, και οι ίδιοι οι Έλληνες γνωρίζουν ότι η πιο πρόσφατη απαίτηση για αποζημιώσεις δεν είναι ρεαλιστική. Μια κακή συμβουλή, ωστόσο, θα ήταν να σβήσουμε με την υπεροψία του ισχυρού εντελώς από το τραπέζι τη ρηματική διακοίνωση προς τη γερμανική κυβέρνηση. Στην επεξεργασία του παρελθόντος μας για το Τρίτο Ράιχ ανήκουν ακριβώς η προσπάθεια συμφιλίωσης και στενότερης συνεργασίας. Διότι στο ελληνικό κοινοβούλιο, όλα τα κόμματα υποστηρίζουν την απαίτηση για αποζημιώσεις. Τις απορρίπτει μόνο τη φασιστική «Χρυσή Αυγή». Με αυτήν οι δημοκράτες δεν πρέπει να έχουν τίποτα το κοινό.
Sueddeutsche Zeitung: Σημαντικότερη από τις χρονοβόρες αγωγές η βοήθεια προς την Ελλάδα
Σε λίγες εβδομάδες, συμπληρώνονται 75 χρόνια από τη σφαγή του Δίστομο. Τον Ιούνιο του 1944, δολοφονήθηκαν 218 άνθρωποι από μια μονάδα των SS στο μικρό χωριό που δεν απέχει πολύ από τους αρχαίους Δελφούς, συμπεριλαμβανομένων και παιδιών. Οι απόγονοι των θυμάτων έφεραν την υπόθεση στα ανώτατα δικαστήρια, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Τελικά έχασαν όλες τις δίκες για αποζημιώσεις, επειδή το διεθνές δίκαιο δεν δίνει σε ιδιώτες το δικαίωμα να τις διεκδικήσουν. Αλλά η μακρά σειρά των δικών είχε ως αποτέλεσμα να έχει γίνει γνωστό το θέμα της φρικώδους ναζιστικής κατοχής της Ελλάδα στο Β ‘Παγκόσμιο Πόλεμο, της οποίας το Δίστομο αποτελεί ορόσημο και έχει γίνει συνείδηση σε ένα ευρύτερο κοινό στη Γερμανία.
Και οι απαιτήσεις για αποζημιώσεις που εγείρει τώρα η ελληνική κυβέρνηση είναι πιθανό να καταλήξουν στα ανώτατα δικαστήρια. Μέχρι να βγουν οι αποφάσεις θα χρειαστούν χρόνια και το εάν θα υπάρξει κάποιο είδος νομικής ειρήνης είναι ανοικτό. Θα ήταν καλύτερο να χρησιμοποιήσουμε το χρόνο για να υπάρξει μια αμοιβαία πολιτική προσέγγιση.
Για παράδειγμα, το Βερολίνο θα μπορούσε να διαθέσει επαρκέστερα ποσά στα Ταμεία που έχουν δημιουργηθεί για κοινά σχέδια διατήρησης της μνήμης, από ένα εκατομμύριο ευρώ ετησίως. Αυτό που χρειάζεται σήμερα η Ελλάδα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο είναι οι επενδύσεις. Να εξαναγκαστούν γερμανικές εταιρείες να το κάνουν δεν γίνεται, μπορούν όμως να ενθαρρυνθούν. Στο θέμα αυτό θα μπορούσαν το Βερολίνο και η Αθήνα να συνεργαστούν «φιλικά» και «επί ίσοις όροις», όπως επιθυμεί τώρα ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας – δηλαδή πράξεις αντί αγωγών.
Νeues Deutschland (ΝD): Το θέμα των αποζημιώσεων δεν έχει κλείσει. Διαπραγματευτείτε με τους Έλληνες.
«Το θέμα των αποζημιώσεων για τη ναζιστική εποχή δεν έχει κλείσει. Οι Γερμανοί θα πρέπει να ανταποκριθούν στο αίτημα του ελληνικού Κοινοβουλίου και να διαπραγματευτούν με την Ελλάδα για το θέμα αυτό.
Είναι δικαιολογημένο το ερώτημα γιατί συζητούνται αυτή τη στιγμή οι αποζημιώσεις και πάλι στην Ελλάδα. Αυτό σχετίζεται με τον κυρίαρχο ρόλο που διαδραματίζει η Γερμανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ιδίως η γερμανική κυβέρνηση πίεσε μαζί με την τρόικα, αποτελούμενη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την κυβέρνηση της Αθήνας να ακολουθήσουν μια αυστηρή πολιτική λιτότητας, για να λάβει η υπερχρεωμένη Νοτιοευρωπαϊκή χώρα δάνεια ως αντάλλαγμα. Αυτή περιλάμβανε περικοπές των συντάξεων και των μισθών. Μια ανεξάρτητη πολιτική δεν ήταν πλέον δυνατή για την Ελλάδα. Αν και η χώρα έχει εξέλθει εδώ και καιρό από το λεγόμενο σχέδιο διάσωσης της Ε.Ε., η φτώχεια εξακολουθεί να είναι μεγάλη. Επιπλέον, οι δανειστές έχουν επωφεληθεί από την «βοήθεια» τους για την Ελλάδα. Η Γερμανία αποκόμισε κέρδη δισεκατομμυρίων από τους τόκους.
Είναι κατανοητό ότι πολλοί Έλληνες αισθάνονται ότι αντιμετωπίζονται χωρίς σεβασμό. Όταν η χώρα αντιμετώπιζε το φάσμα της πτώχευσης, δεν έκανε κανείς την σκέψη στην γερμανική δημόσια ζωή ότι θα έπρεπε να συμπεριφέρονται διαφορετικά στον Ευρωπαίο εταίρο του διότι οι δολοφόνοι του ναζιστικού Ράιχ ήταν υπεύθυνοι για τον θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων, την σχεδόν πλήρη εξολόθρευση της εβραϊκής κοινότητας, την λεηλασία της οικονομίας και την εκτεταμένη καταστροφή των υποδομών. Απέναντι σε χώρες που οι Γερμανοί έχουν διαπράξει τέτοια εγκλήματα πριν από μερικές δεκαετίες, είναι σκόπιμη η αυτοσυγκράτηση. Αντ’ αυτής, πολλά γερμανικά μέσα ενημέρωσης και πολιτικοί, όπως η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ και ο τότε υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε επέδειξαν μια επαίσχυντη αλαζονεία εκείνες τις μέρες της ελληνικής οικονομικής κρίσης. Ας ελπίσουμε ότι κάποια μέρα θα λάβουν το λογαριασμό». FORTUNEGREECE.COM