Σε φάση αναζήτησης των μέτρων και κινήσεων που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως «εμβόλιο» για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων στον ελληνικό τουρισμό από την εξάπλωση της επιδημίας του κορωνοϊού COVID-19 σε ολόκληρο τον πλανήτη βρίσκονται οι παράγοντες του χώρου.
Την πρωτοβουλία των κινήσεων έχουν αναλάβει οι Έλληνες ξενοδόχοι, καθώς είναι αυτοί που υποδέχονται τον κύριο όγκο των ξένων επισκεπτών που φθάνουν κάθε χρόνο στη χώρα μας και μοιράζονται το μεγαλύτερο μέρος των ταξιδιωτικών εισπράξεων.
Σύμφωνα με την ετήσια μελέτη του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) που εκπονήθηκε για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου της Ελλάδας (ΞΕΕ) το 2019, οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις αντιπροσώπευαν το 55,4% των συνολικών διανυκτερεύσεων που πραγματοποιήθηκαν σε καταλύματα όλων των τύπων και απέσπασαν το 65,7% των συνολικών εισπράξεων της χρονιάς.
Ρόλο «σεισμογράφου» για την καταγραφή των κραδασμών που δέχονται τα ελληνικά ξενοδοχεία και κατ’ επέκταση το σύνολο της οικονομίας εξαιτίας της εξάπλωσης του κορωνοϊού στις διεθνείς αγορές έχει αναλάβει το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων. Το ΙΤΕΠ εκπονεί αυτές τις μέρες για λογαριασμό του ΞΕΕ στοχευμένη μελέτη για τη στάθμιση των μέχρι στιγμής επιπτώσεων της κρίσης στα ελληνικά ξενοδοχεία.
Ενδεικτικό για το πόσο «καίγονται» οι ξενοδόχοι να αποκτήσουν έγκυρη εικόνα για την κατάσταση που διαμορφώνεται σε όλη τη χώρα είναι το γεγονός πως, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες του Euro2day.gr, οι ερευνητές του ΙΤΕΠ έλαβαν 500 συμπληρωμένα ερωτηματολόγια από τους ξενοδόχους στις πρώτες 20 ώρες της έρευνας. Τα αποτελέσματα της έρευνας αναμένεται να είναι έτοιμα την ερχόμενη εβδομάδα.
Εν αναμονή της μελέτης του ΙΤΕΠ, η αποτύπωση της κατάστασης προέρχεται από ξενοδοχειακές πηγές του Euro2day.gr που έχουν τη δυνατότητα εποπτείας μεγάλου μέρους της εγχώριας ξενοδοχειακής αγοράς. Οι μέχρι στιγμής πληροφορίες συγκλίνουν στην εκτίμηση για υψηλό ποσοστό ανθεκτικότητας των κρατήσεων που έχουν γίνει στα εποχικά ξενοδοχεία, τα οποία αντιπροσωπεύουν τη σπονδυλική στήλη του ξενοδοχειακού δυναμικού της χώρας. Διαπιστώνεται, ωστόσο, μείωση του ρυθμού νέων κρατήσεων.
Ενδεικτικά, στην ευρύτερη περιοχή του Ηρακλείου Κρήτης, που αποτελεί έναν από τους δύο ισχυρότερους ξενοδοχειακούς πόλους της χώρας, η μείωση του ρυθμού κρατήσεων στην εβδομάδα που διανύουμε έφθασε το 30% σε σύγκριση με την αμέσως προηγούμενη.
Εντελώς διαφορετική φέρεται να είναι η κατάσταση στα ξενοδοχεία της Αθήνας και της Θεσ/νίκης, τα οποία λειτουργούν όλο τον χρόνο και βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στις απευθείας (online) κρατήσεις της τελευταίας στιγμής. Είναι, όπως εξηγούσε στο Euro2day.gr, ξενοδόχος της Αθήνας, τα ξενοδοχεία που «αντιλαμβάνονται» άμεσα τις διακυμάνσεις της ζήτησης, καθώς φιλοξενούν κυρίως μεμονωμένους ταξιδιώτες που έρχονται στις πόλεις για επαγγελματικούς λόγους ή αναψυχή (city breaks).
Συγκλίνουσες πληροφορίες του Euro2day.gr κάνουν λόγο για εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα πληρότητας των ξενοδοχείων της Αθήνας, στο επίπεδο του 20%. Έμπειρη ξενοδοχειακή πηγή της Αθήνας ανέφερε χαρακτηριστικά πως οι απώλειες του ομίλου από κρατήσεις που ακυρώθηκαν μέχρι τον Απρίλιο αντιστοιχεί στο 10% του ετήσιου τζίρου της εταιρείας, δίνοντας με αυτό τον τρόπο μια αίσθηση της κατάστασης που ήδη αντιμετωπίζουν τα ξενοδοχεία της Αθήνας.
Η ίδια πηγή, ωστόσο, επισημαίνει πως η δυναμική των ξενοδοχείων της Αθήνας είναι τέτοια που, εφόσον ανασχεθεί η εξάπλωση του κορωνοϊού και ελεγχθεί η κατάσταση, θα είναι τα πρώτα που θα καταγράψουν μεγάλη αύξηση κρατήσεων σε σχέση με το «πάγωμα» νέων κρατήσεων που καταγράφουν σήμερα.
Το μεγαλύτερο βάρος των όποιων επιπτώσεων θα κληθούν να σηκώσουν τα ξενοδοχεία των νησιωτικών περιοχών, δηλ. Νότιο Αιγαίο (Κυκλάδες, Δωδεκάνησα), Κρήτη και Νησιά Ιονίου, αλλά κι εκείνα που βρίσκονται στην Αττική και την Κεντρική Μακεδονία (Θεσσαλονίκη, Χαλκιδική). Πρόκειται για τις πέντε Περιφέρειες της χώρας οι οποίες το 2019 αντιπροσώπευαν το 77 των επισκέψεων, το 84% των διανυκτερεύσεων και το 88% των συνολικών εισπράξεων της χώρας από τον τουρισμό.
Τρεις είναι σε αυτή τη φάση οι προτεραιότητες των Ελλήνων ξενοδόχων για τη «ναρκοθετημένη» φετινή χρονιά.
- Ο προγραμματισμός των κινήσεων που θα γίνουν για την αναθέρμανση των κρατήσεων και ο κατάλληλος χρόνος για να συμβεί αυτό. Για τα εποχικά ξενοδοχεία το τέλος Μαρτίου προσδιορίζεται από τους περισσότερους ως η ύστατη ώρα, εφόσον το επιτρέψουν και οι εξελίξεις από το μέτωπο αντιμετώπισης του κορωνοϊού. Σε περίπτωση που η κρίση «αγγίξει» την αρχή του καλοκαιριού, η αγορά εκτιμά πως η πλεύση θα γίνει σε «αχαρτογράφητα» νερά, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τις επιχειρήσεις και το σύνολο της οικονομίας.
- Η πολιτική ακυρώσεων στην περίπτωση που η κατάσταση ξεφύγει. Σε μια τέτοια περίπτωση, ωστόσο, κάτι ανάλογο θα αντιμετωπίζει το σύνολο του ξενοδοχειακού κλάδου στην Ευρώπη. Σε ένα τέτοιο σενάριο είναι πιθανό να υιοθετηθούν μέτρα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Διεργασίες, άλλωστε, γίνονται ήδη προς αυτή την κατεύθυνση. Στους κόλπους των Ελλήνων ξενοδόχων πάντως καταγράφονται σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ ιδιοκτητών ξενοδοχείων πόλεων κι εκείνων που ελέγχουν ξενοδοχεία που λειτουργούν εποχικά (Απρίλιος- Νοέμβριος).
- Η διαχείριση ενδεχόμενων προβλημάτων ρευστότητας των ξενοδοχειακών (σ.σ. και άλλων τουριστικών) επιχειρήσεων.
Σύμφωνα με επιβεβαιωμένες πληροφορίες του Euro2day.gr. έχουν ήδη γίνει προκαταρκτικές συζητήσεις κορυφαίων παραγόντων του κλάδου με τραπεζικούς ομίλους. Στο τραπέζι φέρεται να έχει πέσει από την πλευρά των ξενοδόχων πρόταση για μετάθεση της αποπληρωμής των δόσεων δανείων του 2020 για το 2021, με τριετή ορίζοντα εξόφλησης έως το 2023.
Ακόμα μεγαλύτερη πίεση αναμένεται να δεχθούν τα ξενοδοχεία που λειτουργούν στις υπόλοιπες οκτώ Περιφέρειες, που κινούνται με τη δεύτερη ταχύτητα της εγχώριας ταξιδιωτικής αγοράς.
Την ίδια στιγμή, κορυφώνεται η αγωνία στον χώρο των εργαζομένων στον τουρισμό, καθώς οι όποιες δυσμενείς εξελίξεις αναμένεται πως θα απειλήσουν άμεσα χιλιάδες θέσεις απασχόλησης.
Από στοιχεία του ΙΤΕΠ προκύπτει πως ανά 2,5 δωμάτια που λειτουργούν, αντιστοιχεί ένας εργαζόμενος. Και όλοι αντιλαμβάνονται το πρόβλημα που θα προκύψει αν ξενοδοχεία υπολειτουργήσουν λόγω μειωμένων κρατήσεων ή παραμείνουν κλειστά (σ.σ. έχει συμβεί κάτι αντίστοιχο σε προηγούμενες χρονιές, με άλλες αφορμές).
Σε κάθε περίπτωση, εκφράζονται ανησυχίες για τον χρόνο που γίνουν οι επαναπροσλήψεις προσωπικού στα εποχικά ξενοδοχεία φέτος, αλλά και ο αριθμός των εργαζομένων που θα απορροφηθούν. Υπενθυμίζεται πως το 2019, η συνολική απασχόληση στα ξενοδοχεία τον Μάιο έφθασε τις 163.992 και τον Αύγουστο τις 186.575 εργαζόμενους.
Παναγιώτης Δ. Υφαντής